Δρ. ΓΙΑΝΝΗΣ Κ. ΤΣΕΝΤΟΣ
ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΟΥ ΕΠΟΥΣ (1940)
Αν καὶ κάθε χρόνο τιμᾶμε τὸ Ἔπος τοῦ ’40 μὲ τὴ δέουσα μεγαλοπρέπεια καὶ τὸν ἁρμόζοντα σεβασμό, ὡστόσο κάποιες πτυχές του παραμένουν στὸ σκοτάδι, ἄγνωστες στοὺς πολλούς. Καὶ ὅμως, μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς εἶναι ὄχι ἁπλῶς ἐνδιαφέρουσες, ἀλλὰ καὶ ἀπαραίτητες γιὰ τὴν πλήρη καὶ οὐσιαστικὴ κατανόηση τοῦ ἔπους τῆς ἑλληνικῆς συμμετοχῆς στὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μερικὲς τέτοιες, ἄγνωστες πτυχὲς τοῦ Ἔπους θὰ παρουσιάσουμε ἐδῶ.
Ὁ ἀντίπαλος
Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο τιμᾶμε τὸ Ἔπος τοῦ ’40 στὶς καθιερωμένες ἐπετειακὲς ἐκδηλώσεις δὲν εἶναι ἴσως πάντοτε ὁ ἐνδεδειγμένος. Καὶ τοῦτο, διότι, στὸν βαθμὸ ποὺ υἱοθετοῦμε τὴν περίπου γελοιογραφικὴ παρουσίαση τοῦ Μουσσολίνι καὶ τῆς Ἰταλίας ἀπὸ τὶς ἐπιθεωρήσεις τῆς ἐποχῆς, συμβαίνει τὸ ἐξῆς παράδοξο: τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ μειώνουμε τὸν ἀντίπαλο, στὴν πράξη μειώνουμε κατὰ μείζονα λόγο τὸ Ἔπος τοῦ ’40 καὶ τοὺς ἥρωες ποὺ ὑποτίθεται ὅτι τιμᾶμε. Πράγματι, γιατί ἆραγε θὰ ἔπρεπε νὰ θεωρεῖται τόσο σπουδαῖο κατόρθωμα καὶ νὰ ἐξυμνεῖται ὡς ἔπος ἡ νίκη ἐπὶ ἑνὸς φαιδροῦ δικτάτορα καὶ ἑνὸς στρατοῦ «μακαρονάδων», πού… «τρέμουν ὅλοι τὸ χακί»; Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι, περισσότερα ἀπὸ ἑβδομῆντα ἤδη χρόνια ἀπὸ τὸ ’40, δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ ἀντιληφθοῦμε τὶς πραγματικὲς διαστάσεις τοῦ «Ἀλβανικοῦ Ἔπους», ὅπως ἔχουμε συνηθίσει νὰ τὸ ὀνομάζουμε, ἂν δὲν καταλάβουμε ποιὰ ἦταν ἡ Ἰταλία ποὺ ἐπιτέθηκε τότε ἐνάντια στὴν Ἑλλάδα. Γιατί, ἂν σήμερα ἡ Ἰταλία φαντάζει στὰ μάτια μας ὡς ὁ ἀδύναμος κρίκος τῶν δυνάμεων τοῦ Ἄξονα στὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καὶ ὁ Μουσσολίνι ὡς μία καρικατούρα ἡγέτη, αὐτὸς σίγουρα δὲν εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦσε κάποιος νὰ βλέπει τὰ πράγματα τὸ ’40.
Ἂς μιλήσουμε ἐδῶ γιὰ τὸν Μουσσολίνι. Σήμερα βλέπουμε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰταλοῦ δικτάτορα καὶ στὶς θεατρικὲς πόζες του μιὰ κενὴ ἔπαρση καὶ μιὰ ὑπερφίαλη ἀλαζονεία. Οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς διέκριναν καὶ οἱ ἴδιοι ἀσφαλῶς αὐτὴ τὴν ἔπαρση καὶ αὐτὴ τὴν ἀλαζονεία, ἀλλὰ δὲν εἶχαν καμμία ἀπολύτως ἔνδειξη ὅτι ἡ ἔπαρση ἦταν κενὴ καὶ ἡ ἀλαζονεία ὑπερφίαλη.

Ἡ περίφημη Πορεία πρὸς τὴ Ρώμη τῶν ὀπαδῶν του τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1922 ἀποτέλεσε μιὰ ἀληθινὴ ἐπίδειξη δύναμης, ποὺ ἔκανε τὸν βασιλιὰ Βίκτωρα Ἐμμανουὴλ νὰ παραχωρήσει στὸν Μουσσολίνι τὴν ἐξουσία.
Ἂς δοῦμε τὰ πράγματα ἀπὸ τὴν ἀρχή.
Κἄτι ποὺ λίγοι θυμοῦνται σήμερα εἶναι ὅτι ὁ Μπενῖτο Μουσσολίνι ὑπῆρξε στὰ νιάτα του μαχητικὸς δημοσιογράφος καί… ἔνθερμος σοσιαλιστής. Εἶχε ἀπὸ νωρὶς ἀφήσει νὰ φανοῦν τὰ ἡγετικά του προσόντα. Ὅταν τὸ 1914 ἀποχώρησε ἀπὸ τὸ σοσιαλιστικὸ κόμμα τῆς Ἰταλίας, γιὰ νὰ χαράξει τὴ δική του, αὐτόνομη πορεία, ἐκδίδοντας τὴν ἐφημερίδα Popolo d’Italia, τόσο ὁ Λένιν ὅσο καὶ ὁ Τρότσκυ δὲν παρέλειψαν νὰ οἰκτίρουν τοὺς Ἰταλοὺς κομμουνιστές, ποὺ εἶχαν ἀφήσει νὰ φύγει ἀπὸ τὶς τάξεις τους ἕνας τέτοιος φυσικὸς ἡγέτης. Ὁ Λένιν φέρεται νὰ εἶπε κατὰ λέξιν: «Καὶ ὁ Μουσσολίνι; Γιατί τὸν χάσατε; Κακῶς, πολὺ κακῶς. Εἶναι κρῖμα. Ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ἀποφασιστικός, ποὺ θὰ σᾶς ὁδηγοῦσε στὴ νίκη». Ὁμοίως καὶ ὁ Τρότσκυ εἶπε ἀπευθυνόμενος στοὺς Ἰταλοὺς σοσιαλιστές: «Χάσατε τὸ μόνο σοβαρὸ χαρτί. Τὸν μόνο ἄνθρωπο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιτύχει τὴν ἐπανάσταση στὰ σοβαρά».
Στὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ὁ Μουσσολίνι, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ Βενιζέλος στὴν Ἑλλάδα, ὑποστήριξε μὲ πάθος τὴν εἴσοδο τῆς Ἰταλίας στὸν πόλεμο στὸ πλευρὸ τῶν δυνάμεων τῆς Ἀντάντ, μὲ παράλληλη καταγγελία τῶν προπολε- μικῶν συνθηκῶν ποὺ εἶχε ὑπογράψει μὲ τὴ Γερμανία καὶ τὴν Αὐστροουγγαρία· καὶ βεβαίως ὁ Μουσσολίνι ἐνισχύθηκε γι’ αὐτὸ ποικιλοτρόπως ἀπὸ τὴ Γαλλία καὶ τὴν Ἀγγλία, ποὺ εἶδαν στὸ πρόσωπό του ἕναν πολύτιμο σύμμαχο.
Μετὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σὲ μιὰ περίοδο σύγχυσης καὶ ἀναταραχῆς, ὁ Μουσσολίνι καὶ τὸ φασιστικὸ κίνημα τοῦ ὁποίου ἡγεῖτο κατάφεραν νὰ προβληθοῦν ὡς μία σανίδα σωτηρίας μέσα στὴν κρίση ποὺ διερχόταν ἡ Ἰταλία. Ἡ περίφημη Πορεία πρὸς τὴ Ρώμη τῶν ὀπαδῶν του τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1922 ἀποτέλεσε μιὰ ἀληθινὴ ἐπίδειξη δύναμης, ποὺ ἔκανε τὸν βασιλιὰ Βίκτωρα Ἐμμανουὴλ νὰ παραχωρήσει στὸν Μουσσολίνι τὴν ἐξουσία.
Ἀπὸ τότε καὶ γιὰ σχεδὸν δύο δεκαετίες, ὁ Ντοῦτσε τῆς Ἰταλίας, μὲ τὴ βοήθεια μιᾶς ἐπιδέξιας προπαγάνδας, προβαλλόταν ὡς ἕνας ἀποφασιστικὸς πολιτικὸς ἡγέτης, ὁ ὁποῖος κινεῖτο μὲ ἄνεση τόσο στοὺς πνευματικοὺς κύκλους, ὅσο καὶ στὰ διεθνῆ πολιτικὰ φόρα. Μέσα ἀπὸ μιὰ σειρὰ μεγάλων δημόσιων ἔργων, περιόρισε θεαματικὰ τὴν ἀνεργία καὶ ἔβαλε τὴν Ἰταλία στὴν πορεία τῆς ἀνάπτυξης.
Ἔλυσε τὰ προβλήματα στὶς σχέσεις τοῦ κράτους μὲ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία μὲ τὶς περίφημες Συμφωνίες τοῦ Λατερανοῦ. Προ βαλλόταν ἀκόμη ὡς ὁ σοβαρὸς οἰκογενειάρχης καὶ ὁ στιβαρὸς ἡγέτης, πάνω στὸν ὁποῖο μποροῦσε νὰ ἀκουμπήσει ὁλόκληρη ἡ Ἰταλία.
Ἂν σήμερα ὁ Χίτλερ φαντάζει στὰ μάτια μας ὡς ὁ ἰσχυρὸς τοῦ Ἄξονα καὶ ὁ Μουσσολίνι ὡς ὁ μικρός, ἀδέξιος μιμητής του, εἶναι σημαντικὸ νὰ καταλάβουμε ὅτι στὰ μάτια τοῦ μέσου Εὐρωπαίου τότε φαινόταν νὰ ἰσχύει τὸ ἀκριβῶς ἀντίστροφο: ὁ Μουσσολίνι φαινόταν ὁ μεγάλος, καὶ ὁ Χίτλερ ὁ μικρός, ἀδέξιος μιμητής του. Λίγοι θυμοῦνται σήμερα τὰ γεγονότα τοῦ 1934, τὰ ὁποῖα ὅμως μᾶς δίνουν μία ἐντελῶς ἀνατρεπτικὴ εἰκόνα τῶν σχέσεων Μουσσολίνι καὶ Χίτλερ. Τότε, ὅταν ὁ καγκελλάριος τῆς Αὐστρίας Ἔνγκελμπερτ Ντόλφους ἔπεσε δολοφονημένος ἀπὸ ναζὶ ποὺ ἐπιθυμοῦσαν τὴν ἐξαγωγὴ τῆς ἐθνικοσοσιαλιστικῆς ἐπανάστασης στὴν Αὐστρία, ὁ Μουσσολίνι παρέταξε τὰ ἰταλικὰ στρατεύματα στὰ σύνορα μὲ τὴν Αὐστρία καὶ ἀπείλησε τὸν Χίτλερ μὲ πόλεμο, ἂν ὁ γερμανικὸς στρατὸς παρενέβαινε στὴν Αὐστρία, ὅπως εἶχε σχεδιασθεῖ.
Ὁ Χίτλερ θορυβημένος ὑποχώρησε, καὶ ὁ Μουσσολίνι δοξάσθηκε ὡς ὁ προστάτης τῆς αὐστριακῆς ἀνεξαρτησίας.
Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ὁ Ἄντονυ Ἦντεν, ποὺ διετέλεσε ὑπουργὸς τῶν Ἐξωτερικῶν καὶ ἀργότερα (1955-57) πρωθυπουργὸς τῆς Μεγάλης Βρετανίας, ἔκανε μιὰ δήλωση ποὺ ὑπὸ τὸ πρῖσμα τῶν μεταγενέστερων γεγονότων θὰ φάνταζε τὸ λιγώ- τερο παράδοξη: «Ὁ Μουσσολίνι, μὲ τὴν προνοητικότητά του, θέλει νὰ ἐξαλείψει κάθε αἰτία πολέμου καὶ νὰ εἶναι σεβαστὴ ἡ κυριαρχία τῶν μικρῶν κρατῶν». Τώρα, ἡ Ἑλλάδα ἀσφαλῶς ἐπρόκειτο νὰ ἀποκτήσει ἰδίαν καὶ ὀδυνηρὴ πεῖρα τοῦ… σεβασμοῦ ποὺ ἔτρεφε ὁ Μουσσολίνι γιὰ τὴν κυριαρχία τῶν μικρῶν κρατῶν. Ἀλλὰ ἐπαναλαμβάνουμε ὅτι εἶναι σημαντικὸ νὰ βλέπουμε τὸν Μουσσολίνι μὲ τὰ μάτια τῶν συγχρόνων του. Διότι, σὲ τελικὴ ἀνάλυση, οἱ Ἕλληνες ἐπέλεξαν νὰ βροντοφωνάξουν τὸ ΟΧΙ στὸν Μουσσολίνι ὅπως τὸν ἔβλεπε ὁ κόσμος τότε, καὶ ὄχι στὸν Μουσσολίνι ὅπως τὸν βλέπουμε ἐμεῖς σήμερα.
Το 1934, λοιπόν, ἦταν ἡ ἐποχὴ ποὺ ὁ Μουσσολίνι ἐξυμνεῖτο σχεδὸν ἀπ’ ὅλους.
Ὁ ὑπουργὸς τῶν Ἐξωτερικῶν τῆς Μεγάλης Βρετανίας Σάμιουελ Χόαρ δήλωνε ἀπερίφραστα: «Ὁ Μουσσολίνι εἶναι ὁ μεγαλύτερος πολιτικὸς τῆς σύγχρονης Εὐρώπης»! Ἀκόμη καὶ ὁ Τσῶρτσιλ δὲν ἔκρυβε τὸν θαυμασμό του γιὰ τὸν Μουσσολίνι, γιὰ τὸν ὁποῖο μάλιστα εἶχε δηλώσει χαρακτηριστικὰ ὅτι ἦταν «ὁ μόνος ἄνθρωπος στὴν Εὐρώπη ἱκανὸς νὰ ἀνακόψει τὴν πορεία τοῦ κομμουνισμοῦ». Πολλὰ εἶχαν ἀλλάξει, ὁ Μουσσολίνι εἶχε περάσει ἀπὸ τὸν κομμουνισμὸ στὸν φασισμό, ἀλλὰ ὑπῆρχε κἄτι ποὺ παρέμενε ἀμετάβλητο: ὁ ἀπεριόριστος θαυμασμὸς μὲ τὸν ὁποῖο περιέβαλλαν οἱ πάντες αὐτὸν τὸν ἐμπνευσμένο ρήτορα, ποὺ συνάρπαζε τὰ πλήθη μὲ τὸν φλογερό του λόγο.
Τὸ 1935, ὡστόσο, τόσο ἡ Γαλλία ὅσο καὶ ἡ Ἀγγλία ἀποδοκίμασαν χλιαρὰ τὴν εἰσβολὴ τῶν ἰταλικῶν δυνάμεων στὴν Αἰθιοπία. Ὁ Μουσσολίνι δὲν δυσκολεύθηκε νὰ ἐμφανίσει αὐτὴ τὴν ἀποδοκιμασία ὡς αὐτὸ ποὺ ἄλλωστε ἐν πολλοῖς ἦταν καὶ στὴν πραγματικότητα, ὡς μιὰ ζηλόφθονη ἀντίδραση τῶν παραδοσιακῶν ἀποικιακῶν δυνάμεων ἀπέναντι σὲ ἕνα κράτος ποὺ ἔβγαινε ἀπὸ τὸ περιθώριο τῆς ἱστορίας καὶ ἄρχιζε νὰ κτίζει τὴ δική του αὐτοκρατορία. Στὸ ἐσωτερικὸ τῆς Ἰταλίας, ὁ Μουσσολίνι ἔφθασε στὸ ἀπόγειο τῆς δημοτικότητάς του ἀκριβῶς τότε, κατὰ τὴν εἰσβολὴ στὴν Αἰθιοπία.
Ἡ χλιαρὴ ἀντίδραση τῆς Γαλλίας καὶ τῆς Ἀγγλίας δὲν ἐπέφερε τελικὰ ἄλλο ἀποτέλεσμα ἀπὸ τὸ νὰ ὁδηγήσει τὸν Μουσσολίνι ὁριστικὰ στὸ πλευρὸ τοῦ Χίτλερ.
Τρία χρόνια ἀργότερα, μετὰ καὶ τὴν καθοριστικὴ παρέμβασή του στὸν ἱσπανικὸ ἐμφύλιο στὸ πλευρὸ τοῦ Φράνκο, ὁ Μουσσολίνι γνώρισε νέες δόξες. Τότε, τὸ 1938, ὁ Μουσσολίνι ἦταν ἐκεῖνος ποὺ εἶχε τὴν πρωτοβουλία γιὰ τὴ σύγκληση τῆς Διασκέψεως τοῦ Μονάχου, ἡ ὁποία φάνηκε σὲ ὅλους ὅτι ἔδιδε μιὰ συμβιβαστικὴ λύση στὶς διαφορὲς μεταξὺ τῶν Συμμάχων καὶ τοῦ Χίτλερ, ἀπέτρεπε τὸν πόλεμο καὶ διασφάλιζε μιὰ διαρκῆ εἰρήνη.
Δὲν θὰ ἦταν ὑπερβολὴ νὰ ποῦμε ὅτι τότε, τὸ 1938, ὁ Μουσσολίνι ἦταν ὁ δημοφιλέστερος πολιτικὸς ἡγέτης παγκο- σμίως. Τὸ περιοδικὸ Life κυκλοφοροῦσε μὲ τὸν Μουσσολίνι στὸ ἐξώφυλλό του, καὶ ὁ Ντοῦτσε τῆς Ἰταλίας ἐξυμνεῖτο ἀπὸ ὅλους ὡς «ἄγγελος τῆς εἰρήνης».
Παράλληλα, βεβαίως, ὁ Μουσσολίνι εἶχε φροντίσει νὰ οἰκοδομήσει μιὰ παγκόσμια ὑπερδύναμη. Εἶχε συγκροτήσει ἕναν πανίσχυρο στρατό, ὁ ὁποῖος διαφημιζόταν ὡς ἄξιος διάδοχος τῆς ἀκαταμάχητης ἰσχύος τῶν ρωμαϊκῶν λεγεώνων. Εἶχε ὀργανώσει μιὰ ἀεροπορία ἡ ὁποία, ἂν μή τι ἄλλο, ἐγγυᾶτο στὴν Ἰταλία τὴν ἀπόλυτη ἀεροπορικὴ ὑπεροχὴ στὸν πόλεμο μὲ τὴν Ἑλλάδα – καὶ γνωρίζουμε σήμερα πολὺ καλὰ πόση σημασία ἔχει αὐτὴ ἡ ἀεροπορικὴ ὑπεροχή. Καί, κυρίως, εἶχε ναυπηγήσει ἕνα πανίσχυρο στόλο, ἰσχυρότερο ἀπ’ ὁτιδήποτε θὰ μποροῦσε νὰ ἀντιπαρατάξει στὴ Μεσόγειο ἡ παραδοσιακὴ ναυτικὴ ὑπερδύναμη, ἡ Μεγάλη Βρετανία, ἕνα στόλο ποὺ φιλοδοξοῦσε νὰ κάνει τὴ Μεσόγειο “Mare nostrum”, ἰταλικὴ θάλασσα. Ὁ Μουσσολίνι μποροῦσε νὰ καυχιέται ὅτι εἶχε πάρει ἕνα μικρὸ κράτος, καὶ εἶχε κτίσει μιὰ αὐτοκρατορία.
Ἐνάντια σὲ αὐτὴ τὴν αὐτοκρατορία βροντοφώναξε τὸ ΟΧΙ ἡ Ἑλλάδα τὸ 1940.
Ἂν σήμερα βλέπουμε ἐντελῶς διαφορετικὰ τὸν Μουσσολίνι καὶ τὴν Ἰταλία του ἀπ’ ὅ,τι τοὺς ἔβλεπαν τότε, τὸ 1940, αὐτὸ ὀφείλεται στοὺς ἥρωες ἐκείνους ποὺ ταπείνωσαν καὶ γελοιοποίησαν τὸν Ἰταλὸ δικτάτορα καὶ τήν «αὐτοκρατορία» του στὰ βουνὰ τῆς Ἠπείρου, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ οἱ Ἄγγλοι ἀποδείκνυαν τὴ γύμνια τους στὴ βόρειο Ἀφρική.
Ἡ ἐπιλογὴ τοῦ χρόνου τῆς ἰταλικῆς ἐπίθεσης
Ἡ ἐπιλογὴ τοῦ χρόνου ἐκδήλωσης τῆς ἰταλικῆς ἐπίθεσης ἐνάντια στὴν Ἑλλάδα ὑπῆρξε τοὐλάχιστον παράδοξη, μέχρι τοῦ σημείου νὰ μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι δὲν ὑπάκουε σὲ καμμία λογική. Ἐν προκειμένῳ, εἶχε ἀπόλυτο δίκιο ὁ Χίτλερ νὰ γίνει ἔξω φρενῶν μὲ τὴν ἐπιλογὴ τοῦ συμμάχου του.
Ἀρκεῖ νὰ ἀναλογισθοῦμε τὸ ἑξῆς: Ἀπὸ τὴν Ἀρχαιότητα κιόλας, τὰ μέσα καὶ τέλη τοῦ φθινοπώρου ἦταν περίοδος διακοπῆς τῶν πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων, καὶ ὄχι βεβαίως ἔναρξής τους. Καὶ ἂν αὐτὸ ὑπαγόρευε ἡ κοινὴ λογικὴ γιὰ τοὺς ἀρχαίους στρατούς, πολὺ περισσότερο τὸ ὑπαγόρευε στὴν περίπτωση τῶν Ἰταλῶν τὸ 1940. Διότι στὴν ἐπίθεσή τους ἐνάντια στὴν Ἑλλάδα οἱ Ἰταλοὶ πόνταραν σὲ μεγάλο βαθμὸ στὴν τεχνολογική τους ὑπεροπλία, καὶ πιὸ συγκεκριμένα στὶς τεθωρακισμένες δυνάμεις καὶ στὴν καταλυτικὴ ἀεροπορική τους ὑπεροχή. Αὐτὰ ὅμως τὰ συγκριτικὰ πλεονεκτήματα τῶν Ἰταλῶν θὰ ἀκυρώνονταν αὐτομάτως μὲ τὴν ἐπιδείνωση τοῦ καιροῦ, ποὺ θὰ κα- θιστοῦσε ἀνέφικτη τὴν ἀξιοποίησή τους.
Τί ἦταν λοιπὸν αὐτὸ ποὺ ἔσπρωξε τοὺς Ἰταλοὺς στὸν παραλογισμὸ νὰ ἐπιτεθοῦν στὴν Ἑλλάδα στὶς 28 Ὀκτωβρίου; Σίγουρα, μεγάλο μερίδιο εὐθύνης πρέπει νὰ ἀποδοθεῖ στὴν ὑπέρμετρη αἰσιοδοξία τοῦ Ἰταλικοῦ Ἐπιτελείου. Οἱ Ἰταλοί, πολὺ ἁπλᾶ, ἦταν σίγουροι ὅτι πολὺ γρήγορα –καὶ σίγουρα πρὶν τὴ μεγάλη ἐπιδείνωση τοῦ καιροῦ– θὰ εἶχαν ἀφήσει πίσω τους τοὺς ὀρεινοὺς ὄγκους τῆς Ἠπείρου καὶ θὰ εἶχαν προωθηθεῖ στὰ πεδινά, ὅπου οἱ κακὲς καιρικὲς συνθῆκες δὲν θὰ ἦταν πλέον ἐξίσου ἀπαγορευτικὲς γιὰ τὴν περαιτέρω προέλασή τους. Ἐνδεικτικοὶ τῆς ὑπέρμετρης αὐτῆς αἰσιοδοξίας εἶναι οἱ στίχοι ἑνὸς νέου ἐμβατηρίου, ποὺ τραγουδοῦσαν οἱ Ἰταλοὶ στρατιῶτες στὰ Δωδεκάνησα ἤδη ἀπὸ τὴν ἄνοιξη τοῦ 1940:
“Andremo nell’ Egeo prenderemo pure il Pireo, e –se tutto va bene– prenderemo anche Atene”. (= Ἀπ’ τοῦ Αἰγαίου τὰ νερά θὰ πάρουμε τὸν Πειραιᾶ, καὶ ἂν ὅλα πᾶνε φίνα, παίρνουμε καὶ τὴν Ἀθήνα).
Ἡ ὑπέρμετρη ὅμως αὐτὴ αἰσιοδοξία δὲν δικαιολογεῖ τὴν αὐτοκαταστροφικὴ ἐπιλογὴ τῆς ἰταλικῆς στρατιωτικῆς ἡγε- σίας νὰ ἐκδηλώσει ἐπίθεση στὰ τέλη τοῦ φθινοπώρου. Διότι μπορεῖ πράγματι ὅλα νὰ ἔβαιναν καλῶς γιὰ τοὺς Ἰταλούς. Τί θὰ συνέβαινε ὅμως, ἂν γιὰ κάποιο, ὁποιοδήποτε λόγο οἱ ἰταλικὲς δυνάμεις δὲν προλάβαιναν νὰ ἀπεμπλακοῦν ἐγκαίρως ἀπὸ τοὺς ὀρεινοὺς ὄγκους τῆς Ἠπείρου; Τί θὰ συνέβαινε, ἂν ὁ χειμώνας ἐρχόταν νωρίτερα; Τότε ὅλα θὰ κινδύνευαν νὰ τιναχθοῦν στὸν ἀέρα. Ποιὰ σοβαρὴ στρατιωτικὴ ἡγεσία θὰ ἀναλάμβανε ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ νὰ κάνει ἕνα τόσο μετέωρο βῆμα, τὴ στιγμὴ μάλιστα ποὺ εἶχε τὴν πολυτέλεια τῆς ἐπιλογῆς; Στὴν πραγματικότητα, ἡ ἐκδήλωση τῆς ἰταλικῆς ἐπίθεσης τὴν 28η Ὀκτωβρίου δὲν ἦταν στρατιωτική, ἀλλὰ πολιτικὴ ἐπιλογή. Καὶ ὁ λόγος αὐτῆς τῆς πολιτικῆς ἐπιλογῆς ἐκπλήσσει: Ὁ Μουσσολίνι ἐπέλεξε τὴ συγκεκριμένη ἡμερομηνία, γιατὶ αὐτὴ ἦταν ἡ ἐπέτειος τῆς ἀνόδου του στὴν ἐξουσία. Πιὸ συγκεκριμένα, στὶς 28 Ὀκτωβρίου 1922 ὁ Μουσσολίνι εἶχε ἡγηθεῖ τῆς περίφημης Πορείας πρὸς τὴ Ρώμη, ποὺ εἶχε ἀποτελέσει μιὰ πρωτοφανῆ ἐπίδειξη δύναμης τοῦ φασιστικοῦ κινήματος, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ βασιλιὰς Βίκτωρ Ἐμμανουὴλ νὰ ἀναθέσει στὸν Μουσσολίνι τὴν ἐξουσία. Ἀπὸ τότε ὁ φασισμὸς κρατοῦσε τὰ σκῆπτρα τῆς ἐξουσίας στὴν Ἰταλία, ἐπὶ δέκα ὀκτὼ ἤδη συναπτὰ ἔτη.
Ἰδοὺ γιατί ὁ Μουσσολίνι ἐπέλεξε νὰ ἐξαπολύσει τὴν ἐπίθεση κατὰ τῆς Ἑλλάδας τὴν 28η Ὀκτωβρίου. Ἀλλὰ αὐτὸ ἀκριβῶς δίδει καὶ τὸ μέτρον τῆς ἐπιπολαιότητας τοῦ Μουσσολίνι. Ὁ φασισμὸς δὲν ἐπιτέθηκε στὴν Ἑλλάδα, γιὰ νὰ κάνει πόλεμο, ἀλλὰ γιὰ νά… ἑορτάσει τὰ γενέθλιά του!
Θυσία στὴ Μακεδονία
Ὅλοι γνωρίζουμε τὸ Ἔπος τῶν Ὀχυρῶν, ποὺ ἀκολούθησε τὸ λεγόμενο Ἔπος τῆς Ἀλβανίας, ὅταν ἡ Ἑλλάδα δέχθηκε τὴν ἐπίθεση τῆς ναζιστικῆς Γερμανίας στὶς 6 Ἀπριλίου τοῦ 1941. Γνωρίζουμε τὸν ἀνυπόκριτο θαυμασμὸ τῶν ἴδιων τῶν Γερμανῶν γιὰ τὴν ἀπαράμιλλη ἀνδρεία τῶν λιγοστῶν ὑπερασπιστῶν τῶν ὀχυρῶν, ἀκόμη καὶ τὰ εὔσημα τοῦ ἰδίου τοῦ Χίτλερ, ὁ ὁποῖος ξεχώρισε τὸν Ἕλληνα στρατιώτη ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀντιπάλους ποὺ εἶχε ἀντιμετωπίσει μέχρι τότε στὸν πόλεμο ἡ Γερμανία, σημειώνοντας ὅτι αὐτὸς πολέμησε μὲ ἀπαράμιλλο θάρρος καὶ ὑψίστη περιφρόνηση πρὸς τὸν θάνατο, καὶ δὲν συνθηκολόγησε, παρὰ μόνον ὅταν κάθε περαιτέρω ἀντίσταση ἀπέβη ἀδύνατη καὶ ἀπολύτως μάταιη.
Ἡ γραμμὴ τῶν ὀχυρῶν κατὰ μῆκος τῶν ἑλληνοβουλγαρικῶν συνόρων, ἡ γνωστὴ ὡς Γραμμὴ Μεταξᾶ, ἔμεινε μέχρι τέλους ἀπροσπέλαστη στοὺς Γερμανούς.
Ἂν οἱ Γερμανοὶ κατάφεραν νὰ εἰσβάλουν στὴν Ἑλλάδα, αὐτὸ τὸ πέτυχαν ἀπὸ τὰ σύνορα μὲ τὴ Γιουγκοσλαβία, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν 9η Ἀπριλίου 1941 νὰ φθάσουν στὴ Θεσσαλονίκη καὶ νὰ ἐπιτύχουν τὴν παράδοση τῆς πόλεως, ὁπότε βεβαίως βρέθηκαν πίσω ἀπὸ τὰ ὀχυρά, καὶ ἡ ἑλληνικὴ διοίκηση ἀναγκάσθηκε νὰ δώσει στοὺς ὑπεραπιστὲς τῶν ἀνυπότακτων ἀκόμη ὀχυρῶν τὴ διαταγὴ νὰ καταθέσουν τὰ ὅπλα, ἀφοῦ ἡ παράταση τῆς ἀντίστασης δὲν εἶχε πλέον κανένα νόημα.
Στὶς 27 Ἀπριλίου οἱ Γερμανοὶ μπῆκαν στὴν Ἀθήνα. Τὰ παραπάνω εἶναι, λίγο ὣς πολύ, γνωστὰ σὲ ὅλους μας.
Αὐτὸ ποὺ ἐλάχιστα γνωρίζουμε καὶ σπανίως ἀναλογιζόμαστε εἶναι ὅτι ἡ κατάρρευση τῆς ἑλληνικῆς ἄμυνας ἦταν ἐντελῶς ἀναπόφευκτη, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἡ Ἑλλάδα ἐπέλεξε νὰ ἀμυνθεῖ στὸν συγκεκριμένο χῶρο καὶ μὲ τὸν συγκεκριμένο τρόπο. Καὶ θὰ ἐξηγήσουμε ἀμέσως τί ἐννοοῦμε.
Ὅταν ἕνα στράτευμα ἀμύνεται ἔναντι ἀριθμητικῶς ὑπερτέρου ἀντιπάλου, ἡ κοινὴ λογικὴ ἐπιτάσσει νὰ ἐπιλέξει μιὰ ἀμυντικὴ θέση ποὺ νὰ μὴ διατρέχει τὸν κίνδυνο νὰ ὑπερκερασθεῖ ἀπὸ τὶς ἐχθρικὲς δυνάμεις. Μὲ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴ λογική, στὴν Ἀρχαιότητα ὁ Λεωνίδας ἐπέλεξε νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς δυνάμεις τοῦ Ξέρξη στὸ στενὸ τῶν Θερμοπυλῶν, καὶ μὲ τὴν ἴδια λογικὴ ὁ Θεμιστοκλῆς ἐπέμεινε καὶ ἐπέτυχε νὰ ἀντιμετωπίσει τὸν περσικὸ στόλο στὸ στενὸ τῆς Σαλαμίνας.
Ἡ ἐπιλογὴ τῆς ἄμυνας στὴν ἑλληνοβουλγαρικὴ μεθόριο ἦταν ἐντελῶς ἀντίθετη πρὸς τὴν παραπάνω λογική. Καὶ προκειμένου νὰ τὸ κατανοήσουμε αὐτό, δὲν χρειάζονται κάποιες ἰδιαίτερες γνώσεις στρατιωτικῆς τακτικῆς· ἀρκεῖ μιὰ ἐντελῶς στοιχειώδης εἰκόνα τῆς γεωγραφίας τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου: Τὰ ἐκτεταμένα πρὸς βορρᾶν σύνορα τῆς Μακεδονίας καθιστοῦσαν περισσότερο ἀπὸ βέβαιο ὅτι οἱ Γερμανοὶ θὰ ἔβρισκαν τὸν τρόπο νὰ παρακάμψουν τὴ γραμμὴ τῶν ὀχυρῶν καὶ νὰ εἰσβάλουν στὸ ἑλληνικὸ ἔδαφος δι’ ἄλλης ὁδοῦ, εὑρισκόμενοι πίσω ἀπὸ αὐτά, ὁπότε βεβαίως ἡ ἑλληνικὴ ἄμυνα θὰ κατέρρεε – ὅπερ, ἄλλωστε, καὶ ἐγένετο.
Καὶ βεβαίως δὲν μποροῦσε νὰ τρέφει κανεὶς αὐταπάτες ὅτι οἱ Γερμανοὶ θὰ καθηλώνονταν μπροστὰ στὰ ὀχυρά, τὴ στιγμὴ ποὺ μποροῦσαν κάλλιστα νὰ τὰ παρακάμψουν, εἰσβάλλοντας στὴν Ἑλλάδα μέσῳ Γιουγκοσλαβίας. Ἂν ὁ γερμανικὸς στρατὸς φημιζόταν γιὰ κἄτι, αὐτὸ ἦταν οἱ ἐπιδόσεις του στὸν πόλεμο ἑλιγμῶν.
Λίγους μόλις μῆνες πρίν, οἱ Γερμανοὶ εἶχαν ἐξουδετερώσει τὴ γαλλικὴ ἄμυνα, παρακάμπτοντας ἁπλῶς τὴν περίφημη καὶ πολυδιαφημισμένη Γραμμὴ Μαζινὼ στὰ γαλλογερμανικὰ σύνορα, εἰσβάλλοντας μέσῳ τῶν οὐδέτερων Κάτω Χωρῶν, εὑρισκόμενοι ἔτσι πίσω ἀπὸ τὶς γαλλικὲς ὀχυρώσεις καὶ ἀναγκάζοντας τὴ Γαλλία νὰ συνθηκολογήσει. Ποιὸς μποροῦσε νὰ τρέφει αὐταπάτες ὅτι θὰ δίσταζαν νὰ παραβιάσουν τὰ γιουγκοσλαβικὰ σύνορα; Εἴτε θὰ προσήλκυαν «μὲ τὸ καλό» τὴ Γιουγκοσλαβία στὸ στρατόπεδο τοῦ Ἄξονα (ὅπως φάνηκε ὅτι ἐπετύγχαναν, ὅταν στὶς 25 Μαρτίου 1941 ἡ Γιουγκοσλαβία ὑπέγραψε πρωτόκολλο προσχωρήσεως στὸν Ἄξονα), εἴτε ἐν ἀνάγκῃ θὰ εἰσέβαλλαν στὴ Γιουγκοσλαβία (ὅπως καὶ ἔκαναν τελικά, ὅταν κίνημα ὑπὸ τὸν στρατηγὸ Σίμοβιτς στὶς 26-27 Μαρτίου ἀνέτρεψε τὴ γιουγκοσλαβικὴ κυβέρνηση καὶ ἀκύρωσε τὴν προσχώρηση στὸν Ἄξονα). Ἀπὸ ἀμιγῶς στρατιωτικὴ ἄποψη, λοιπόν, ἡ ἐπιλογὴ τῆς ἄμυνας στὰ ἑλληνοβουλγαρικὰ σύνορα σαφῶς δὲν ἦταν ἡ ἐνδεδειγμένη λύση.
Τὸ εὔλογο ἐρώτημα, βεβαίως, εἶναι ἂν ὑπῆρχε ἐναλλακτικὴ λύση γιὰ τὸν ἑλληνικὸ ἀμυντικὸ σχεδιασμό. Καὶ ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι, ναί, ἀπὸ ἀμιγῶς στρατιωτικὴ ἄποψη ὑπῆρχε σαφὴς λύση, ποὺ ἐξασφάλιζε πολὺ καλύτερες προοπτικὲς ἄμυνας: Ἀρκοῦσε ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς νὰ ἀποσυρθεῖ ἀπὸ τὴ Μακεδονία καὶ νὰ ὀργανώσει τὴν ἄμυνά του στὰ περάσματα βορείως τοῦ θεσσαλικοῦ κάμπου, ἤ, ἀκόμα καλύτερα, νοτίως αὐτοῦ. Αὐτὴ ἀκριβῶς, ἄλλωστε, ὑπῆρξε ἡ ἐπιλογὴ τοῦ Βρετανικοῦ Ἐκστρατευτικοῦ Σώματος στὴν Ἑλλάδα, ποὺ ἐπέλεξε νὰ ἀντιμετωπίσει τοὺς Γερμανοὺς στὰ στενὰ τῶν Θερμοπυλῶν, ἀσχέτως ἂν λόγῳ τῆς περιορισμένης δύναμής του δὲν κατόρθωσε κἄτι τὸ ἄξιον λόγου.
Ἡ ἐνδεδειγμένη λοιπόν, ἀμιγῶς στρατιωτικὴ λογικὴ θὰ ἦταν ἡ ἐκκένωση τῆς Μακεδονίας καὶ ἡ ἄμυνα νοτιώτερα, ὅσο καὶ ἂν αὐτὸ προϋπέθετε σύμπτυξη καὶ τῶν ἑλληνικῶν δυνάμεων τοῦ ἀλβανικοῦ μετώπου (ἡ σύμπτυξη καὶ διάσωση εἶναι προτιμώτερη στρατιωτικὰ ἀπὸ τὴν ἀποκοπή, στὴν ὁποία τελικὰ ὁδηγήθηκαν τὰ πράγματα). Αὐτὴ ἦταν λοιπόν, ἐπαναλαμβάνουμε, ἡ ἀμιγῶς στρατιωτικὴ λογική. Ἀλλὰ ἡ στρατιωτικὴ λογικὴ δὲν εἶναι ἡ μόνη, οὔτε κἂν στὸν πόλεμο. Τὸ νὰ πεῖ ἡ Ἑλλάδα, «θὰ ἐγκαταλείψουμε τὴ Μακεδονία», ἦταν… μία κουβέντα…
Διότι εὔλογα διερωτᾶται κανείς: Πῶς θὰ εἰσέπρατταν μιὰ τέτοια ἐγκατάλειψη οἱ Ἕλληνες κάτοικοι τῆς Μακεδονίας; Καὶ ποιὸ μήνυμα θὰ ἔπαιρναν οἱ ἀπὸ βορρᾶν γείτονες, ποὺ οὐδέποτε εἶχαν παύσει νὰ ἐποφθαλμιοῦν τὴ μακεδονικὴ γῆ, ἂν ἡ Ἑλλάδα ἐπέλεγε νὰ ἐγκαταλείψει μὲ περισσὴ εὐκολία τὴ Μακεδονία; Ἡ Ἑλλάδα ἔκανε τὴν ἐπιλογή της.
Καὶ εἶναι σημαντικὸ νὰ γνωρίζουμε ποιὰ ἦταν αὐτὴ ἡ ἐπιλογή: Ἡ Ἑλλάδα ἐπέλεξε συνειδητὰ νὰ θυσιάσει τὴν προοπτική, ἂν ὄχι νίκης, πάντως τοὐλάχιστον μιᾶς ἀποτελεσματικῆς ἄμυνας ἀπέναντι στὴ γερμανικὴ εἰσβολή. Μαθημένη ἀνέκαθεν νὰ βαδίζει τὴν ὁδὸ τῆς θυσίας, ἐπέλεξε νὰ θυσιασθεῖ, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι θυσιάζει τὴ Μακεδονία. Ἐπέλεξε νὰ ἡττηθεῖ στρατιωτικά, γιὰ νὰ μὴν ταπεινωθεῖ ἐθνικά.
Καὶ ἴσως ἔτσι –ἴσως, λέμε– τὸ ἀθηνοκεντρικὸ ἑλληνικὸ κράτος ἐξιλεώθηκε γιὰ τὶς ἁμαρτίες του ἀπέναντι στὴ βόρεια Ἑλλάδα – τοὐλάχιστον γιὰ τὶς μέχρι τότε ἁμαρτίες του…
Μιὰ ἄγνωστη πτυχὴ τῆς μάχης τῆς Κρήτης
Μετὰ τὸ Ἔπος τῶν Ὀχυρῶν, τὸ ἑπόμενο κεφάλαιο τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔπους γράφτηκε στὴ μάχη τῆς Κρήτης. Θὰ ἑστιάσουμε ἐδῶ σὲ μία μόνο σελίδα αὐτοῦ τοῦ κεφαλαίου, ἴσως ὄχι ἀπὸ τὶς μείζονες, ἡ ὁποία ὅμως περνάει ἐντελῶς ἀπαρατήρητη.
Τὶς παραμονὲς τῆς εἰσόδου τῆς Ἑλλάδας στὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τὸ 1940, δὲν εἶχαν ἀκόμη ἐπουλωθεῖ οἱ πληγὲς τοῦ μεγάλου διχασμοῦ: Βενιζελικοὶ καὶ βασιλικοὶ ὄχι μόνον ἀποστρέφονταν, ἀλλὰ καὶ πολεμοῦσαν οἱ μὲν τοὺς δὲ μὲ μένος καὶ φανατισμό. Τὸ 1940 οἱ Ἕλληνες ἄφησαν πίσω τους τὶς διχόνοιες, ἐπιδεικνύοντας θαυμαστὴ ἐθνικὴ ὁμοψυχία ἀπέναντι στὸν κοινὸ ἐχθρό· ἀλλά, δυστυχῶς, ἡ σκιὰ τοῦ παλαιοῦ διχασμοῦ δὲν ἐπρόκειτο νὰ ἀποσυρθεῖ, παρὰ μόνον ὅταν ἕνας ἄλλος διχασμὸς θὰ ἐρχόταν νὰ πάρει τὴ θέση του.
Ἐνῷ ὅμως τὶς παραμονὲς τῆς εἰσόδου τῆς Ἑλλάδας στὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ἡ Ἑλλάδα ἦταν χωρισμένη σὲ δύο στρατόπεδα, ἡ Κρήτη ἀποτελοῦσε μιὰ ἐντελῶς ἰδιαίτερη περίπτωση. Ἡ Κρήτη, τὸ νησὶ τοῦ Βενιζέλου, ἦταν σχεδὸν ἀκραιφνῶς βενιζελική, καὶ φάνταζε ἀληθινὸ ὀχυρὸ τοῦ βενιζελισμοῦ. Αὐτὴ ἡ ἰδιαιτερότητα τῆς μεγαλονήσου ἐπρόκειτο νά «χρωματίσει» τὴ μάχη τῆς Κρήτης μὲ τρόπο ποὺ ἐλάχιστα γνωρίζουμε.
Κατὰ πρῶτον, οἱ Γερμανοὶ ἀλεξιπτωτιστὲς ποὺ ἐστάλησαν στὴν Κρήτη ἦταν ἀπολύτως πεπεισμένοι ὅτι δὲν θὰ συνα- ντοῦσαν τὴν παραμικρὴ ἀντίσταση ἀπὸ τὸν ντόπιο πληθυσμό. Ὅπως τοὺς εἶχε διαβεβαιώσει ἡ γερμανικὴ προπαγάνδα, οἱ Κρῆτες ἦταν τόσο φανατικὰ βενιζελικοί, καὶ ὡς ἐκ τούτου τόσο φανατικὰ πολέμιοι τῆς φιλοβασιλικῆς παράταξης ποὺ εἶχε ἐκείνη τὴν ἐποχὴ τὴν ἐξουσία στὴν Ἑλλάδα, ὥστε ὄχι μόνο δὲν θὰ ἀντιστέκονταν στὴ γερμανικὴ εἰσβολή, ἀλλὰ καὶ θὰ ὑποδέχονταν τοὺς Γερμανοὺς ὡς… ἐλευθερωτές. Εἰλικρινά, δυσκολευόμαστε νὰ σκεφθοῦμε φράση ποὺ θὰ ταίριαζε ἐδῶ περισσότερο ἀπὸ τὸ κοινῶς λεγόμενον… «κούνια ποὺ τοὺς κούναγε»! Διότι γνωρίζουμε πολὺ καλὰ ὅτι οἱ Γερμανοὶ ἀλεξιπτωτιστές, ποὺ ἔπεσαν στὴν Κρήτη ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἐπρόκειτο νὰ πέσουν καί… ἀπὸ τὰ σύννεφα, μὲ τὴν ἀντίσταση αὐτῶν ποὺ ὑποτίθεται ὅτι θὰ τοὺς ὑποδέχονταν ὡς ἐλευθερωτές…
Ὑπάρχει ὅμως καὶ μιὰ ἄλλη πτυχὴ τοῦ θέματος: Ὅπως γνωρίζουμε, ἡ μάχη τῆς Κρήτης διεξήχθη οὐσιαστικὰ χωρὶς συγκροτημένη ἑλληνικὴ στρατιωτικὴ παρουσία στὸ νησί. Ἐλάχιστες ἦταν οἱ ἑλληνικὲς δυνάμεις ποὺ εἶχαν κατορθώσει νὰ διαφύγουν ἀπὸ τὴν ἠπειρωτικὴ Ἑλλάδα. Τὴν ἄμυνα τῆς Κρήτης εἶχαν ἀναλάβει οἱ Σύμμαχοι (Βρετανοί, Αὐστραλοὶ καὶ Νεοζηλανδοί), οἱ ὁποῖοι εἶχαν παραταχθεῖ στὶς ἀκτές, καθὼς περίμεναν τὴ γερμανικὴ εἰσβολὴ ἀπὸ τὴ θάλασσα, ἀλλὰ τελικὰ αὐτὴ τοὺς ἦλθε… ἀπὸ τὸν οὐρανό. Τὸ ἔπος τῆς μάχης τῆς Κρήτης τὸ ἔγραψαν ἀπὸ ἑλληνικῆς πλευρᾶς οἱ ἁπλοὶ Κρητικοί. Γιὰ πρώτη φορά, οἱ Γερμανοὶ κατάλαβαν στὴν Κρήτη ὅτι δὲν εἶχαν νὰ ἀντιμετωπίσουν ἕναν στρατό, ἀλλὰ ἕναν ὁλόκληρο λαό.
Γι’ αὐτὸ καὶ στὴν Κρήτη τραγουδᾶνε περήφανα μέχρι σήμερα: «Κρήτη μου, ὄμορφο νησί, πού ’γραψες ἱστορία, δίχως στρατὸ πολέμησες μιὰν αὐτοκρατορία».
Ὁ Antony Beevor, στὸ σύγγραμμά του ποὺ ἀποτελεῖ ἔργο ἀναφορᾶς γιὰ τὴ μάχη τῆς Κρήτης (Κρήτη. Ἡ μάχη καὶ ἡ ἀντίσταση, Ἐκδόσεις Γκοβόστη, Ἀθήνα 2004, σελ. 105), συνδέει ρητῶς αὐτὴ τὴν ἐλλιπῆ ἀμυντικὴ προετοιμασία τῆς μεγαλονήσου μὲ τὰ πάθη τοῦ διχασμοῦ. Φαίνεται ὅτι, πράγματι, κύκλοι τῆς κυβέρνησης ἔβλεπαν μὲ καχυποψία τή «βενιζελική» Κρήτη.
Ὅλα αὐτὰ ὅμως πολὺ γρήγορα θὰ περνοῦσαν στὸ παρελθόν, σὰν νὰ μὴν εἶχαν ὑπάρξει ποτέ.
Ὅταν ἄρχισε νὰ γίνεται φανερὴ ἡ ἀνάγκη στρατιωτικῆς ὀχύρωσης τῆς Κρήτης, τόσο τὸ ΓΕΣ ὅσο καὶ ὁ βασιλιὰς Γεώργιος Β΄ ἄφησαν στὴν ἄκρη τὰ πολιτικὰ πάθη καὶ ἐνέκριναν τὴ σύσταση στὴ μεγαλόνησο πολιτοφυλακῆς. Ἀρχικά, ἡ προώθηση τοῦ σχεδίου φάνηκε νὰ μπλέκει στὰ γρανάζια τῆς γραφειοκρατίας. Λίγο πρὶν τὴ μάχη τῆς Κρήτης, ὁ πρωθυπουργὸς Ἐμμανουὴλ Τσουδερὸς κινήθηκε ἀποφασιστικά, γιὰ νὰ δώσει τὴν τελικὴ ὤθηση στὴ σύσταση πολιτοφυλακῆς: ἐξέδωσε τὴ δια ταγὴ κατανομῆς τῶν πολιτοφυλάκων, παρήγγειλε τὰ γαλάζια δίκωχά τους καὶ ἀνέμενε τὸν ὁπλισμό.
Παρ’ ὅλ’ αὐτά, τὸ σχέδιο δὲν πρόλαβε νὰ ὑλοποιηθεῖ, μὲ συνέπειες σοβαρότερες ἴσως ἀπ’ ὅ,τι θὰ ὑπέθετε κανείς. Οἱ περήφανοι Κρητικοὶ ρίχθηκαν πάνω στοὺς ἀπρόσκλητους εἰσβολεῖς μὲ γεωργικὰ ἐργαλεῖα, πέτρες καὶ πρωτόγονα τυφέκια ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν κρητικῶν ἐπαναστάσεων ἐνάντια στοὺς Τούρκους.
Τὸ σὸκ τῶν Γερμανῶν ἀποτυπώθηκε στὴ σφοδρότητα τῶν ἀντιποίνων. Τὸ χωριὸ Κοντομαρὶ ὑπῆρξε ὁ χῶρος τῆς πρώτης μαζικῆς ἐκτελέσεως ἀμάχων στὴν κατεχόμενη Εὐρώπη, μὲ τὸν φακὸ μάλιστα τοῦ Γερμανοῦ φωτογράφου νὰ ἀπαθανατίζει τὴ σκοτεινὴ ὄψη τῆς Νέας Τάξης τοῦ Χίτλερ. Στὶς 3 Ἰουνίου, στὸ χωριὸ Κάνδανος, οἱ Γερμανοὶ ὄχι μόνο ἐκτέλεσαν ὅσους κατοίκους δὲν εἶχαν προλάβει νὰ ἐγκαταλείψουν τὶς ἑστίες τους, πυρπόλησαν τὸ χωριό, ἀπαγόρευσαν μὲ ποινὴ τυφεκισμοῦ τὴν εἴσοδο στὴν Κάνδανο κάθε Ἕλληνα καὶ ἐξέδωσαν διαταγὴ νὰ μεταβληθεῖ τὸ χωριὸ σὲ καλλιεργήσιμους ἀγροὺς πρὸς ὄφελος τοῦ Γ΄ Ράιχ, ἀλλὰ καὶ ἔστησαν πινακίδα, πρόχειρη στὴν ἀρχή, μόνιμη ἔπειτα, μὲ τὴν ἀνατριχιαστικὴ ἐπιγραφή: «Ἐδῶ ὑπῆρχε ἡ Κάνδανος».
Καὶ αὐτὴ δὲν ἦταν παρὰ μόνον ἡ ἀρχή: Μόνο ἀπὸ τὰ στρατοδικεῖα, ἐκτελέσθηκαν μεταξὺ 1ης Ἰουνίου καὶ 30ης Αὐγούστου 890 Κρητικοί. Ἂν προσθέσουμε σὲ αὐτὸν τὸν ἀριθμὸ καὶ τοὺς Κρητικοὺς ποὺ ἐκτελέσθηκαν χωρὶς δίκη, ὡς ὕποπτοι γιὰ συμμετοχὴ σὲ μάχες κατὰ τῶν ἀλεξιπτωτιστῶν ἢ στὸ πλαίσιο ἀντιποίνων, τότε φθάνουμε σὲ ἕνα σύνολο 1.423 ἐκτελεσθέντων στὸν νομὸ Χανίων, 330 στὸν νομὸ Ρεθύμνης, 918 στὸν νομὸ Ἡρακλείου καὶ 213 στὸν νομὸ Λασιθίου.
Οἱ ἐκτελέσεις ἔγιναν μὲ τὴν κατηγορία τῆς «παράβασης τῶν νόμων τοῦ πολέμου», ἐπειδὴ οἱ Κρητικοὶ ρίχθηκαν πάνω στοὺς εἰσβολεῖς μὲ πολιτικὴ ἐνδυμασία…
Ἡ ὁμόθυμη ἀντίσταση τῶν Κρητῶν στὴ γερμανικὴ εἰσβολὴ καὶ ἡ πανηγυρικὴ διάψευση τόσο τῶν γερμανικῶν ἐκτιμήσεων, ὅσο καὶ τῆς καχυποψίας κάποιων κύκλων τῆς ἑλληνικῆς κυβέρνησης, δείχνει ἀνάγλυφα πόσο μικρὰ ἀποδεικνύονται αὐτὰ ποὺ μᾶς χώρισαν στὸ παρελθόν, ἀκόμη καὶ μὲ φανατισμοὺς καὶ πάθη, ὅταν βρεθεῖ αὐτὸ ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς ἑνώσει σὲ ἕναν κοινὸ ἀγῶνα.
Ἡ λιγώτερο… ἐπικίνδυνη(!) κατοχή
Ὅταν μιλᾶμε γιὰ Κατοχή, ὁ νοῦς μας πηγαίνει συνήθως στὴ γερμανικὴ κατοχή. Γνωρίζουμε βεβαίως πολὺ καλὰ ὅτι αὐτὸ εἶναι τοὐλάχιστον ὑπεραπλουστευτικό.
Στὴν πραγματικότητα, ἡ Ἑλλάδα βρέθηκε ὑπὸ τριπλῆ κατοχή, μὲ τοὺς Γερμανοὺς νὰ πλαισιώνονται ἀπὸ τοὺς συμμάχους τους Ἰταλούς, οἱ ὁποῖοι ἕως τὸ καλοκαίρι τοῦ 1943 κατεῖχαν τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς Ἑλλάδας, καὶ τοὺς ἐπίσης συμμάχους τους Βουλγάρους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὑπὸ τὴν κατοχή τους τὴν Ἀνατολικὴ Μακεδονία καὶ τὴ Θράκη, μὲ ἐξαίρεση κάποιες μικρὲς περιοχὲς στὸν νομὸ Ἕβρου. Κἄτι ποὺ σπανίως συνειδητοποιοῦμε εἶναι ὅτι, ἀπὸ μία τοὐλάχιστον ἄποψη, ἡ γερμανικὴ κατοχὴ ὄχι ἁπλῶς δὲν ἦταν ἡ μόνη, ἀλλὰ ἦταν καὶ ἡ λιγώτερο… ἐπικίνδυνη. Γιὰ νὰ προλάβουμε τὴν ἀντίδραση ὅσων ἔζησαν ἀπὸ κοντὰ τὴ φρίκη τῆς γερμανικῆς κατοχῆς καὶ τὴ διατηροῦν στὴ μνήμη τους μέχρι σήμερα, θὰ ἐξηγήσουμε ἀμέσως τί ἐννοοῦμε.
Ὅταν ἡ Ἰταλία εἰσέβαλε στὴν Ἑλλάδα τὸ 1940, εἶχε ἤδη ὑπὸ τὴν κατοχή της μιὰ γωνιὰ ἑλληνικῆς γῆς. Πιὸ συγκεκριμένα, εἶχε ὑπὸ τὴν κατοχή της τὰ Δωδεκάνησα, τὰ ὁποῖα οἱ Ἰταλοὶ εἶχαν ἀποσπάσει ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1912, στὸ πλαίσιο τῆς τότε συγκρούσεώς τους μὲ τὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία. Καὶ ἐνῷ στὴν ἀρχὴ ἡ ἰταλικὴ παρουσία στὰ Δωδεκάνησα εἶχε παρουσιασθεῖ ὡς προσωρινή, ἡ συνέχεια εἶχε ἀποκαλύψει τὶς πραγματικὲς προθέσεις τῶν Ἰταλῶν. Ἀρκεῖ νὰ ἐπισκεφθεῖ κάποιος σήμερα τὴ Ρόδο καὶ νὰ δεῖ τὰ ἐπιβλητικὰ κατάλοιπα τῆς ἰταλικῆς παρουσίας στὴ νῆσο, γιὰ νὰ πεισθεῖ ὅτι στὴν πραγματικότητα οἱ Ἰταλοὶ δὲν εἶχαν καμμία ἀπολύτως πρόθεση νὰ φύγουν ἀπὸ τὰ Δωδεκάνησα· εἶχαν ἔλθει, γιὰ νὰ μείνουν.
Καὶ δὲν εἶναι μόνον τὰ Δωδεκάνησα.
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς κατοχῆς, οἱ ταπεινωμένοι στὰ βουνὰ τῆς Ἠπείρου Ἰταλοὶ ὑπερέβαλαν πολλὲς φορὲς σὲ ζῆλο τοὺς Γερμανοὺς κατακτητές. Ἔτσι, εἶχαν τὸ θράσος νὰ προωθήσουν τὰ σχέδιά τους γιὰ ἐνσωμάτωση στὴν Ἰταλία… καὶ τῶν Ἑπτανήσων! Παράλληλα, ὀργάνωσαν καὶ τὴν παραχώρηση τῆς Θεσπρωτίας καὶ τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῆς ἑλληνικῆς Ἠπείρου στὸ προτεκτοράτο τους, τὴν Ἀλβανία. Ὑπῆρχαν μάλιστα καὶ Ἰταλοὶ ἀξιωματοῦχοι οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν μὲ καλὸ μάτι ἀκόμη καὶ τὴ φαιδρὴ κίνηση γιὰ ἵδρυση… Πριγκιπάτου τῆς Πίνδου, τὸ ὁποῖο θὰ ἦταν πλήρως ἐξαρτημένο ἀπὸ τὴν Ἰταλία.
Ὁμοίως καὶ οἱ Βούλγαροι, ποὺ βρέθηκαν ὡς δύναμη κατοχῆς στὴν Ἀνατολικὴ Μακεδονία καὶ τὴ Θράκη, δὲν ἔκρυβαν καθόλου τὶς ἐδαφικές τους βλέψεις ἔναντι τῆς Ἑλλάδας. Ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι δὲν εἶχαν περάσει οὔτε τριάντα χρόνια, ἀπὸ τότε ποὺ οἱ Βούλγαροι στρατιῶτες βάδιζαν στὸν πόλεμο στοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους τραγουδώντας τὸ ἐμβατήριο «Ἄρς, μάρς, Σόλουν νάς» (= Ἐμπρός, μάρς, ἡ Θεσσαλονίκη εἶναι δική μας). Ὅπως ἦταν φυσικό, ἡ βουλγαρικὴ κατοχὴ στὴν Ἀνατολικὴ Μακεδονία καὶ τὴ Θράκη κινήθηκε στὴ λογικὴ τῆς προσάρτησης. Μὲ διάταγμα τοῦ Μαΐου τοῦ 1941 καθιερώθηκε ἡ ὑποχρεωτικὴ χρήση τῆς βουλγαρικῆς γλώσσας, ἐνῷ ἀπαγορεύθηκε ἡ χρήση τῆς ἑλληνικῆς. Ὅλοι οἱ ἀξιωματοῦχοι ἀντικαταστάθηκαν ἀπὸ Βουλγάρους, καὶ ἡ βουλγαρικὴ ὑπηκοότητα κατέστη ὑποχρεωτικὴ γιὰ κάθε δημόσια θέση.
Ἰδοὺ λοιπὸν τί ἐννοοῦμε, ὅταν γράφουμε ὅτι, ἀπὸ μία τοὐλάχιστον ἄποψη, ἡ γερμανικὴ κατοχὴ ὄχι ἁπλῶς δὲν ἦταν ἡ μόνη, ἀλλὰ ἦταν καὶ ἡ λιγώτερο… ἐπικίνδυνη. Σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς συμμάχους τους Ἰταλοὺς καὶ Βουλγάρους, οἱ Γερμανοὶ τοὐλάχιστον δὲν εἶχαν ἐδαφικὲς βλέψεις ἔναντι τῆς Ἑλλάδας· βρίσκονταν στὴν Ἑλλάδα ὡς δύναμη κατοχῆς, καὶ τίποτα πέραν τούτου. Ἀπὸ αὐτὴ λοιπὸν τὴν ἄποψη, ἰσχύει πράγματι αὐτὸ ποὺ μπορεῖ ἐν πρώτοις νὰ φαίνεται παράδοξο, ὅτι δηλαδὴ ἡ γερμανικὴ κατοχή, ποὺ σημαδεύτηκε ἀπὸ φρικτὰ ἐγκλήματα πολέμου στὸ Κομμένο Ἄρτας, τὰ μαρτυρικὰ Καλάβρυτα, τὸ Δίστομο Φωκίδας καὶ ἀλλοῦ, ἦταν ὡστόσο… λιγώτερο ἐπικίνδυνη ἐθνικά, συγκρινόμενη μὲ τὴν ἰταλικὴ καὶ τὴ βουλγαρικὴ κατοχή.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΚΤΙΝΕΣ – ΕΤΟΣ 76ο | ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2013 | ΑΡΙΘ. 741
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ