+ π.ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ
Δρ. Θεολ. Δρ. Φιλοσ.
ΔΙΔΑΣΚΑΝ ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ
ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΝ ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ;
Οι διάφορες αποκρυφιστικές ομάδες και πολλές γκουρουϊστικές, που δρουν στη Δύση, υποστηρίζουν πως οι πρώτοι πατέρες της Εκκλησίας δίδασκαν τη μετενσάρκωση. Έτσι ο Γ. Βουλούκος ισχυρίζεται:
«Πολλοί από τους πιο επιφανείς πατέρες της εκκλησίας πίστευαν στην μετενσάρκωση. Ο Μάρτυρας Ιουστίνος (100-165 μ.Χ.) στους «Διάλογους με τον Τρύφωνα» μιλά για την εγκατοίκηση της ψυχής, περισσότερο από μια φορά, σε ένα ανθρώπινο σώμα. Άλλοι εκκλησιαστικοί πατέρες που πρέσβευαν την θεωρία της μετενσάρκωσης και έχουν γράψει εκτενώς γι’ αυτήν είναι ο Κλήμεντας της Αλεξάνδρειας (150-220 μ.Χ.), ο Τερτυλλιανός (160-230 μ.Χ.), ο Ωριγένης (185-254 μ. Χ), ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (329-389 μ. Χ) επίσκοπος της Κων/πολης, ο Επίσκοπος Συνέσιος της Πτολεμαΐδας (370-430 μ. Χ) και αναρίθμητοι άλλοι» (Βλ. πρόλογο του βιβλίου της Ν. Λάνγκλεϋ, σ. 13).
Κατά τους ίδιους ισχυρισμούς το δόγμα της μετενσάρκωσης αφαιρέθηκε από τα κείμενα της Εκκλησίας κατά τον ΣΤ’ αιώνα, στην Ε’ Οικουμενική σύνοδο (553 μ. Χ.).
Όμως οι ισχυρισμοί αυτοί αποδεικνύονται ανακριβείς. Ο άγιος Ιουστίνος αναφέρεται σ’ αυτό το θέμα, αλλά υποστηρίζει ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή απορρίπτει την μετενσάρκωση. Παραθέτουμε απόσπασμα από τον «Διάλογο προς Τρύφωνα»:
«— Οι δε ψυχές που κρίθηκαν ανάξιες αυτής της θέας (του Θεού) τι πάσχουν; είπε.
— Δεσμεύονται σε κάποια σώματα θηρίων και αυτή είναι η τιμωρία τους.
— Γνωρίζουν ότι γι’ αυτή την αιτία βρίσκονται σε τέτοια σώματα και ότι έχουν αμαρτήσει;
— Δεν νομίζω.
— Άρα δεν έχουν κανένα όφελος από την τιμωρία, καθώς φαίνεται˙ μάλλον θα έλεγα ότι ούτε καν τιμωρούνται, αφού δεν αντιλαμβάνονται την τιμωρία
— Όχι βέβαια.
— Ούτε βλέπουν λοιπόν οι ψυχές τον Θεό, ούτε μεταναστεύουν σε άλλα σώματα («ούτε ουν ορώσι τον Θεόν αι ψυχαί, ούτε μεταμείβουσιν εις έτερα σώματα»), γιατί απλώς θα ήξεραν ότι έτσι τιμωρούνται και θα φοβούνταν μη τυχόν αμαρτήσουν και έπειτα. Ότι δε αυτές μπορούν να εννοούν ότι υπάρχει Θεός και ότι η δικαιοσύνη και η ευσέβεια είναι καλό συμφωνώ και εγώ, είπε.
— Ορθά λέγεις, είπα» (Διάλογος προς Τρύφωνα 4, 6-7, ΒΕΠ 3, 213).
Ο Ιουστίνος λοιπόν, όχι μόνον απορρίπτει την μετενσάρκωση, αλλά και χρησιμοποιεί ως σοβαρό επιχείρημα εναντίον αυτής της δοξασίας, το γεγονός ότι δεν υπάρχει η μνήμη για προηγούμενη ζωή.
Παρόμοιο επιχείρημα προβάλλει και ο Τερτυλλιανός, ο οποίος στην «Περί Ψυχής» πραγματεία του ανασκευάζει τη δοξασία της μετενσάρκωσης, στα κεφάλαια 28-35.
Αν δεχθούμε την μετενσάρκωση, τότε οι ψυχές δεν μπορεί να θυμούνται αυτά που διέπραξαν σε προηγούμενη ζωή μέσα σε άλλο σώμα. Τούτο γιατί οι ψυχές είναι αμετάβλητες. Αυτά που γνωρίζουν τα γνωρίζουν αιώνια και δεν συντελείται σ’ αυτό καμία μεταβολή. Αν αλλάξει η οντολογική υπόσταση με μια νέα ενσάρκωση, η οντότητα της ψυχής παύει να είναι η ίδια και επομένως δεν μπορεί να έχει συνείδηση του πως ήταν και τι είχε βιώσει. Αυτά υπογραμμίζονται στο κεφάλαιο 33 του βιβλίου «Περί ψυχής». Γράφει:
«Πρέπει επίσης να παρατηρήσω ότι αν οι ψυχές υφίστανται μεταβολή, όντως δεν θα είναι σε θέση να πραγματώσουν και να βιώσουν το πεπρωμένο που θα αξίζουν. Έτσι η απαίτηση και ο σκοπός της δίκαιης απονομής εκμηδενίζονται, αφού θα λείπει η αίσθηση και η συνείδηση της αξίας και της ανταποδόσεως, αν οι ψυχές αποβάλλουν την κατάσταση στην οποία βρίσκονται και την αποβάλλουν αν δεν μένουν σταθερές στην ίδια κατάσταση», δηλαδή αν μεταναστεύσουν από σώμα σε σώμα (ANF III, 213).
Κατά της μετενσάρκωσης τάσσεται και ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας. Στο βιβλίο του «Στρωματείς» μιλάει για δοξασίες γύρω από «το περί την μετενσωμάτωσιν της ψυχής δόγμα», τις οποίες παρέλαβαν «οι άριστοι των φιλοσόφων» από τους Αιγυπτίους. Πρόκειται δηλαδή για διδασκαλία εξωχριστιανική, ασυμβίβαστη με την πίστη της Εκκλησίας (Στρωματείς ΣΤ’, κεφ. Ν, ΒΕΠ 8, 190).
Αναφέραμε ήδη ότι και ο Ωριγένης απορρίπτει το δόγμα της μετενσάρκωσης ή μετενσωμάτωσης και το καταπολεμά. Το θεωρεί «δόγμα αλλότριον της Εκκλησίας» το χαρακτηρίζει «ψευδοδοξία» και «άνοια», δηλαδή καθαρή ανοησία!
Αλλά και ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, τον οποίο επικαλείται ο Γ. Βουλούκος, είναι σφοδρός πολέμιος της μετενσάρκωσης. Στον Α’ Θεολογικό του Λόγο υπογραμμίζει:
«Βάλλε μοι Πλάτωνος τας ιδέας, και τας μετενσωματώσεις και περιόδους των ημετέρων ψυχών και τας αναμνήσεις, και τους ου καλούς δια των καλών σωμάτων επί ψυχήν έρωτας...» Πολέμησε τις θεωρίες του Πλάτωνος περί ιδεών και περί του ότι οι ψυχές μετά τον θάνατο εισέρχονται σε άλλα σώματα και ότι περιοδεύουν και ότι ενθυμούνται την προΰπαρξή τους και ότι οι αισχροί έρωτες προς τα ωραία σώματα ανάγονται στην ψυχή (Γρηγ. Θεολ., Α’ Θεολ. Λόγος 1, ΒΕΠ 59, 218).
Και ο Συνέσιος, επίσκοπος Πτολεμαΐδος, τάσσεται εναντίον της μετενσάρκωσης, Σε διάλογο του με «φιλόσοφόν τίνα, Ευάγριον ονόματι», «δια πολλών αποδείξεων ταύτα ούτως έχειν επείρατο δεικνύειν», ότι δηλαδή είναι αληθείς οι πληροφορίες τού Ευαγρίου για την πίστη των χριστιανών, «ότι και συντέλεια τού κόσμου τούτου φαίνεται, και μετά την συντέλειαν πάντες οι εξ αιώνος γενόμενοι άνθρωποι εν τούτω τω σώματι ανίστανται και την σάρκα ταύτην άφθαρτον έχοντες και ανώλεθρον,εις αιώνας βιώσουσιν, τας άμοιβάς απολήψονται» (MPG 66, 1044 CD).
Η πρωτοχριστιανική Εκκλησία απορρίπτει το δόγμα της μετενσάρκωσης και υπογραμμίζει πως η προέλευσή του είναι εξωχριστιανική˙ δεν είναι μόνο ο Ιουστίνος, ο Ειρηναίος, ο Ιππόλυτος και οι άλλοι πατέρες και εκκλησιαστικοί συγγραφείς, στους οποίους αναφερθήκαμε.
Ο Θεόφιλος Αντιοχείας έγραφε γύρω στο 180 μ. Χ. αναφερόμενος στον Πλάτωνα: «Πλάτων δε, ο τοσαύτα ειπών περί μοναρχίας Θεού και ψυχής ανθρώπου, φάσκων αθάνατον είναι την ψυχή, ουκ αυτός ύστερον ευρίσκεται εναντία εαυτώ λέγων, τας μεν ψυχάς μετέρχεσθαι εις ετέρους ανθρώπους, ενίων δε και εις άλογα ζώα χωρείν; Πως ου δεινόν και αθέμιτον δόγμα αυτού τοις γε νουν έχουσι φανήσεται, ίνα ο ποτέ άνθρωπος πάλιν έσται λύκος ή κύων ή όνος ή άλλο τι άλογον κτήνος; Τούτω ακόλουθα και Πυθαγόρας ευρίσκεται φλύαρων, προς τω και πρόνοιαν εκκόπτειν» (Θεοφ. Αντιοχείας, Προς Αυτόλυκον, Βιβλίον Γ’ 3, ΒΕΠ 5, 53-54).
«Και ο Πλάτωνας λοιπόν, που τόσα είπε για την εξουσία του Ενός Θεού και την ψυχή του ανθρώπου, που τη θεωρεί αθάνατη, δεν αντιφάσκει με τον εαυτό του στη συνέχεια, όταν λέγει ότι οι ψυχές μερικών ανθρώπων εισχωρούν και σε άλλα ζώα; Δεν είναι φοβερό και ανόσιο το δόγμα του για όσους έχουν νου, το ότι δηλαδή αυτό που ήταν κάποτε άνθρωπος θα γίνει πάλι λύκος ή σκύλος ή γάιδαρος ή κάποιο άλλο κτήνος; Σε συμφωνία με αυτόν και ο Πυθαγόρας λέγει τις ίδιες φλυαρίες και επί πλέον απορρίπτει τη θεία πρόνοια».
Ο Πέτρος Αλεξανδρείας (+ 311) διακήρυξε σε συμφωνία με τους προηγούμενους ποιμένες της Εκκλησίας: «Ένα και τον ίδιο εν τω αυτώ καιρώ γενόμενον, καν μερικώς ποτέ ο έσω και ο έξω άνθρωπος λέγηται..εφ’ άπαξ και εν (τω αυτώ) καιρώ τουτέστιν εν τη αύτη ημέρα, ότι είπεν ο Θεός· ‘ποιήσωμεν…’» (ΒΕΠ 18, 255).
Σε άλλο σημείο ο ίδιος επίσκοπος της Εκκλησίας αναφέρεται στην κακοδοξία τού Ωριγένη περί προΰπαρξης της ψυχής και τονίζει: «Το δε μάθημα τούτο της Ελληνικής εστί φιλοσοφίας, ξένης και αλλότριας ούσης των εν Χριστώ ευσεβώς θελόντων ζήν» (Μ Ρ G 89 , 961).
Κατά την αντίληψη, λοιπόν, της πρώτης Εκκλησίας, το δόγμα τού Ωριγένη βρισκόταν έξω από τη χριστιανική παράδοση και είχε προέλευση «ξένη»· ήτο «μάθημα» της ελληνικής φιλοσοφίας. Η Εκκλησία δίδασκε πάντοτε πως ο άνθρωπος εδημιουργήθη από την αρχή και ταυτόχρονα ως σώμα και ως ψυχή. Η αληθινή ταυτότητα τού ανθρώπου δεν προσδιορίζεται μόνο από την ψυχή, αλλά και από το σώμα. Αυτό υπογραμμίζει και ο σύγχρονος τού Πέτρου Αλεξανδρείας, επίσκοπος Ολύμπου Μεθόδιος:
««Άνθρωπος δε αληθέστατα λέγεται κατά φύση ούτε ψυχή χωρίς σώματος ούτ’ αυ πάλιν σώμα χωρίς ψυχής, αλλά το εκ συστάσεως ψυχής και σώματος εις μίαν την τού καλού μορφήν συντεθέν» (ΒΕΠ 18, 125).
Ο Μ. Βασίλειος λέγει χαρακτηριστικά: «Διώξε μακριά τας φλυαρίας των «σοβαρών φιλοσόφων», που δεν εντρέπονται να υποστηρίζουν, ότι αι ψυχαί των και αι σκυλίσιαι ψυχαί είναι ομοειδείς μεταξύ των που λέγουν ότι οι ίδιοι υπήρξαν κάποτε και γυναίκες και θάμνοι και ψάρια και θαλασσινά. Εγώ δεν λέγω μεν ότι υπήρξαν ποτέ ψάρια το λέγω όμως και το υποστηρίζω, ότι, δταν έγραφαν αυτά τα πράγματα, ήσαν άλογώτεροι και από τα ψάρια» (Εις την Εξαήμερον Η’ β’ 8, 9, ΕΠΕ 4, 303-305).
Παρόμοια αναφέρει και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στο υπόμνημα του στην προς Εφεσίους επιστολή (Λόγος IB’ 3, ΕΠΕ 21, 21-23): «Αλλά θα ειπή κάποιος, οι φιλόσοφοι εφεύρον κάτι οπωσδήποτε σπουδαίον και ανώτερο απ’ αυτά. Ποίοι; Αυτοί που εισάγουν την ειμαρμένην και λέγουν ότι τα πάντα είναι χωρίς πρόνοιαν και κανείς δεν προνοεί δια τίποτε, αλλά σχηματίζονται από άτομα; Ή μήπως άλλοι που απεκάλεσαν τον Θεό σώμα; Αλλά ειπέ μου, ποίοι; Εκείνοι που μετατρέπουν τας ψυχάς των ανθρώπων εις ψυχάς σκύλων και πείθουν τους ανθρώπους ότι και σκύλος έγινε κάποιος κάποτε και λεοντάρι και ιχθύς; Μέχρι πότε δεν θα παύσετε να λέγετε ανοησίας, σκοτισμένοι εις την διάνοιαν;»
Την ίδια διδαχή κηρύττει και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ερμηνεύοντας το Ιερεμ. α’ 5 υπογραμμίζει στους ακροατές του:
«Φοβάμαι μήπως έλθη εις τον νουν σας κάποια παράλογος σκέψις, ότι τάχα η ψυχή έχει ζήσει κάπου αλλού και κατόπιν προσεδέθη εις αυτό το σώμα˙ και ότι από την συμφορά της εκεί, άλλοι μεν έλαβαν την προφητείαν και άλλοι, όσοι έζησαν κακώς, καταδικάζονται. Το να δεχθεί κανείς αυτό το πράγμα είναι πολύ παράλογον και έξω από την Εκκλησίαν» (Λόγος ΛΖ’ 15, ΕΠΕ 5, 453-455).
Ο Γρηγόριος Νύσσης ασχολείται με το θέμα στην πραγματεία «Περί κατασκευής τού ανθρώπου» (κεφ. 28 και 29, ΕΠΕ 5, 198-216).
Αναφέρεται στην κακοδοξία εκείνων που δογματίζουν «πρεσβυτέραν της εν σαρκί ζωής την πολιτείαν των ψυχών», ότι δηλαδή η πολιτεία των ψυχών είναι αρχαιότερη από τη ζωή μέσα στην σάρκα. Η δοξασία αυτή, λέγει, δεν είναι απαλλαγμένη από τα δόγματα των Ελλήνων, «των περί της μετενσωματώσεως μεμυθολογημένων».
«Πράγματι, αν εξετάσει κανείς ακριβώς, θα εύρει ότι απαραιτήτως ο λόγος τους σύρεται προς τούτο που λέγουν ότι είπε κάποιος από τους σοφούς εκείνους, ότι το ίδιο πρόσωπο έγινε άνδρας, μεταμφιέστηκε σε σώμα γυναίκας, επέταξε μαζί με όρνεα, έφύτρωσε ως θάμνος, και έγινε υδρόβιος…. Τα δόγματα αυτού του είδους είναι αξία φλυαρίας βατράχων ή κοράκων ή σιωπής ιχθύων ή της αναισθησίας των δένδρων» (σελ. 202).
Ο άγιος Κύριλλος, πατριάρχης Αλεξανδρείας, στο υπόμνημά του στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο ασχολείται εκτενώς με την αναίρεση της θεωρίας για προΰπαρξη των ψυχών, που πρεσβεύουν, λέγει, οι «τα της καρδίας αυτών ερευγόμενοι και ουκ από στόματος Κυρίου, καθώς γέγραπται». Μεταξύ πολλών επιχειρημάτων αναφέρει και τα εξής: «Ο Παύλος κηρύττοντας ότι θα υπάρξει εξέταση όταν έλθει ο καιρός επί του θείου βήματος για όσα έχει ζήσει ο καθένας λέγει: ‘Τους γαρ πάντας ημάς φανερωθήναι δεί έμπροσθεν τού βήματος του Χριστού, ίνα κομίσηται κάθε τα δια τού σώματος, προς α έπραξεν, είτε αγαθόν, είτε φαύλον’. Αν λοιπόν κανείς τιμωρείται ή απολαμβάνει τη δέουσα τιμή μόνο γι’ αυτά που διέπραξε με το σώμα του, δεν υπάρχει δε καμία μνήμη για προηγούμενα αμαρτήματα αλλά ούτε και θα αναζητηθεί κάποιο έγκλημα παλαιότερο από τη γέννηση τού ανθρώπου, πως λοιπόν προϋπήρχε η ψυχή; Ή πως ταπεινώθηκε λόγω αμαρτίας, όπως υποστηρίζουν μερικοί, αφού για την αμαρτία ο χρόνος που καθορίζεται είναι μόνον αυτός που ζούμε με τη σάρκα μας και θα μας ζητηθεί λόγος μόνο γι’ αυτά που διαπράξαμε με αυτήν;».
Και επίσης: «Αν οι ψυχές ενσαρκώθηκαν εξαιτίας παλαιοτέρων αμαρτημάτων πως ο Παύλος μας λέγει ‘Παραστήσατε τα σώματα υμών θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον τω Θεώ’; Αν τα σώματα δόθηκαν ως τιμωρία στις άθλιες ψυχές, πως θα τα παραστήσομε εις οσμήν ευωδίας στον Θεό; Με ποιο τρόπο θα είναι ευάρεστο αυτό για το οποίο έχομε κατακριθεί; Ή με ποιο τρόπο εν γένει θα είναι επιδεκτικό αρετής αυτό που από τη φύση του υπάρχει για να τιμωρεί και έχει ρίζα την αμαρτία;» (MPG 73 σ. 141).
Οι μαρτυρίες αυτές δεν εκφράζουν ατομικές απόψεις, αλλά τη διδαχή της εκκλησίας, την οποίαν υποχρεούνται να κηρύξουν οι ποιμένες της Εκκλησίας. Οι μεγάλοι αυτοί πατέρες, που εγνώριζαν καλά και τη «θύραθεν παιδεία», υπογραμμίζουν πως τέτοιες δοξασίες προέρχονται από την ελληνική φιλοσοφική σκέψη και είναι ξένες προς την πίστη της Εκκλησίας. Η ιδιότητα τού χριστιανού είναι ασυμβίβαστη με την πίστη στο κάρμα και στη μετενσάρκωση.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:
ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ Ή ΑΝΑΣΤΑΣΗ; ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ-Β’ ΕΚΔΟΣΗ – ΑΘΗΝΑ 1995