Μιχάλης Μαυροφοράκης
Η κληρονομιά τής Καινής Γης
Μέρος 1ο
Η Χριστιανική κλίση και η γη
που κληρονομούν οι πιστοί
Η σοβαρότητα τής νοθείας τού Ευαγγελίου
Αγαπητοί ακροατές χαίρετε.
Σήμερα θ’ ασχοληθούμε με το ζήτημα τής κληρονομίας τών πιστών, και ειδικότερα με το ποια είναι “η γη” που αναφέρει η Αγία Γραφή ότι κληρονομούν οι δίκαιοι, και πιο συγκεκριμένα “οι πραείς”.
Το ζήτημα αυτό εντάσσεται στα πλαίσια τής γενικότερης μελέτης μας περί Χριστιανικής Κλίσεως, και έτσι μπορούμε να τιτλοφορήσουμε τη σημερινή μας εκπομπή: “Η Χριστιανική Κλίσις και η γη που κληρονομούν οι πιστοί”.
Όπως έχουμε επανειλημμένως μέχρι τώρα τονίσει, το ζήτημα τής Χριστιανικής Κλίσεως, δηλαδή σε ποια αγαθά προσκαλούνται οι Χριστιανοί να ελπίζουν, και ποιών επαγγελιών προσκαλούνται να γίνουν μέτοχοι, είναι μεγάλης σπουδαιότητας για τη Χριστιανική μας πίστη, και αποτελούν μέρος τού Χριστιανικού Ευαγγελίου. Τού οποίου βεβαίως περιεχόμενο και κέντρο είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός.
Αυτό λοιπόν, το τόσο σημαντικό ζήτημα τής Χριστιανικής προσκλήσεως, να γίνουμε μέλη τής Βασιλείας τού Θεού, και μέλη τού Σώματος τού Χριστού, δηλαδή τής Εκκλησίας, το οποίο δεν τόλμησαν να αλλοιώσουν οι τόσες Χριστιανικές αιρέσεις που παρήλασαν στους 19 προηγούμενους αιώνες, το έπραξε η πνευματική ηγεσία τών αυτοαποκαλούμενων Μαρτύρων τού Ιεχωβά, πριν από 55 χρόνια περίπου.
Υποκινούμενοι από τις προσωπικές τους επιδιώξεις, και πιθανόν άλλα στενά προσωπικά τους συμφέροντα, δεν φοβήθηκαν τον Θεό, αλλά συνάμα αγνόησαν και τη φοβερή και βαρύτατη δήλωση τού αποστόλου Παύλου, εναντίον όσων αλλοιώσουν το Χριστιανικό Ευαγγέλιο, και κηρύττουν διαφορετικό, όπως είναι γραμμένη στην προς Γαλάτας Επιστολή, α: 8,9: “Αλλά και αν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού σάς κηρύττει άλλο ευαγγέλιον παρά εκείνο το οποίο σας εκηρύξαμεν, ας είναι ανάθεμα. Καθώς προείπομεν, και τώρα πάλι λέγω: Εάν τις σάς κηρύττει άλλο ευαγγέλιον παρά εκείνο το οποιον παρελάβετε, ας είναι ανάθεμα”.
Ωστόσο, επειδή η συντριπτική πλειοψηφία τών ανθρώπων που βρίσκονται στους κόλπους αυτής τής οργανώσεως, αν και μελετούν την Αγία Γραφή, τη μελετούν κάτω από την στενή καθοδήγηση και επιτήρηση τής οργανώσεως, και μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς τής πλάνης και τών εσφαλμένων δογμάτων που η ηγεσία τους προωθεί, γι’ αυτό και έχουν πλήρη άγνοια τών βαρύτατων ευθυνών τους, και τής αμαρτίας που διαπράττουν. Και όχι μόνον αυτό, αλλά τους έχουν μάθει και να καυχώνται ως οι μόνοι ορθοί ερμηνευτές τών Γραφών, και μοναδικοί φορείς και κήρυκες τού Χριστιανικού Ευαγγελίου.
Σ’ αυτούς λοιπόν απευθυνόμενοι, κρούοντες τον κώδωνα τού κινδύνου, αλλά και σε όλους τους υπολοίπους Χριστιανούς που ανυποψίαστοι και αγνοώντας τις μεθοδείες τής πλάνης, κινδυνεύουν να πέσουν θύματα τής αντιχριστιανικής αυτής οργανώσεως, παρουσιάζουμε αυτή τη μελέτη περί Χριστιανικής κλίσεως.
Στη διάρκεια τών προηγούμενων εκπομπών, αναφερθήκαμε με αρκετή λεπτομέρεια στη δογματική τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά, περί όχι μιας, αλλά δύο διαφορετικών χριστιανικών κλίσεων, όπου η μία είναι πρόσκληση για ουράνια, άφθαρτη και αιώνια ζωή, και προσφέρεται μόνον σε 144.000 ανθρώπους όλων τών εποχών μετά Χριστόν, μεταξύ τών οποίων βεβαίως συγκαταλέγονται και όλοι όσοι ανήκουν ή ανήκαν στην πνευματική ηγεσία τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά, και οι άλλη είναι πρόσκληση για επίγεια ζωή επάνω στον πλανήτη γη που βλέπουμε και κατοικούμε σήμερα.
Σημειώνουμε ότι όσοι ανήκουν στην ουράνια τάξη, θα βασιλεύουν επί τών υπολοίπων που θα ζουν στη γη.
Οι κύριες γραμμές τής αιρετικής επιχειρηματολογίας
Αφού εξετάσαμε αναλυτικά τις κύριες γραμμές τής επιχειρηματολογίας τους, διαπιστώσαμε ότι όχι μόνον δεν ερμηνεύουν σωστά την Αγία Γραφή, αλλά ούτε και την σέβονται σαν κείμενο, διότι άλλοτε διαστρέφουν το νόημα τών εδαφίων, για να το ταιριάξουν στις δογματικές τους ανάγκες, είτε παραβιάζοντας τη σύνταξη, είτε απομονώνοντας τις λέξεις και τις φράσεις από το υπόλοιπο κείμενο, είτε εναλάσσοντας αλληγορικές και κατά γράμμα ερμηνείες και λοιπά, και άλλοτε πάλι αγνοούν εδάφια τής Αγίας Γραφής που αναιρούν τις θέσεις τους.
Ας ξεκινήσουμε όμως το σημερινό μας θέμα, υπενθυμίζοντας ότι ο διαχωρισμός που κάνουν οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά ανάμεσα στις δύο Χριστιανικές κλίσεις, είναι κυρίως χρονικός. Δηλαδή η ουράνια τάξη περιέχει τους πρώτους 144.000 ανθρώπους που βαπτίσθηκαν Χριστιανοί, και που πρακτικά σημαίνει ότι αποκλείονται όλοι όσοι έζησαν πριν το 33 μ.Χ., και όσοι βαπτίσθηκαν και βαπτίζονται μετά το 1935, οπότε και συμπληρώθηκε το νούμερο 144.000 κατά την τελείως εσφαλμένη αντίληψη τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά, διότι ήδη είχαμε εκατομμύρια Χριστιανών Μαρτύρων κατά τούς πρώτους αιώνες τών διωγμών τής Εκκλησίας.
Ισχυρίζονται λοιπόν, ότι όλοι οι δίκαιοι τής Παλαιάς Διαθήκης, μεταξύ τών οποίων ο Άβελ, ο Νώε, οι Πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, ο Ιώβ, ο “σφόδρα ηγαπημένος” Δανιήλ, ο Δαβίδ και τόσοι άλλοι προφήτες και άγιοι που έζησαν προ Χριστού, θα ζήσουν μαζί με όλους τους βαπτισμένους μετά το 1935 Χριστιανούς, επάνω στη γη που πατάμε.
Οι πραείς που θα κληρονομήσουν τη γη
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ένα εδάφιο, που αποτελεί όπλο κατά τη γνώμη τους, υπέρ τών θέσεών τους, και το οποίο συμπεριλαμβάνεται στους μακαρισμούς τού Κυρίου:
“Μακάριοι οι Πραείς. Διότι αυτοί θέλουσι κληρονομήσει την γην” (Ματθαίος 5/ε: 5).
Να! (λένε), θα κληρονομήσουν την γην.
Και πάλι όμως ο σκοπός να υποστηρίζουν με κάθε τρόπο τη δογματική τους, τους τυφλώνει και δεν διακρίνουν το ορθό νόημα τού εδαφίου, αλλά και τις αντιφάσεις που δημιουργούνται με την ερμηνεία του.
Και ας αρχίσουμε από αυτές:
Το εδάφιο λέει ότι “οι πραείς, αυτοί θα κληρονομήσουν την γην“.
Ερωτούμε λοιπόν: Η ελίτ τών 144.000, αυτοί δηλαδή που θα κληρονομήσουν τον ουρανό, δεν είναι πραείς, αλλά “οργίλοι”; Ή λοιπόν διαφορετικά πρέπει να ερμηνευθεί το εδάφιο, ή οι 144.000 θα κληρονομήσουν και αυτοί την γη.
Αλλά και ο Ίδιος ο Κύριος εδήλωσε, ότι είναι “πραΰς”, λέγοντας: “Μάθετε απ’ εμού, ότι πραΰς είμαι και ταπεινός τη καρδία”. (Ματθαίος 11/ια: 29).
Και αλλού πάλι: “Ιδού ο βασιλεύς σου, έρχεταί σοι πραΰς. (Ματθαίος 21/κα: 5).
Δεν αποτελεί αυτό αντίφαση στη θεωρία τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά, δεδομένου ότι πιστεύουν ότι ο Ιησούς Χριστός, έχει κληρονομίαν “εν τοις ουρανοίς”;
Ας προχωρήσουμε όμως λίγο περισσότερο αυτόν τον συλλογισμό.
Στον στίχο 3 αναφέρεται ότι “Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, διότι αυτών είναι η βασιλεία τών ουρανών”.
Λίγο πιο κάτω, στον στίχο 10 λέει: “Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, διότι αυτών είναι η βασιλεία τών ουρανών”.
Και στον τελευταίο μακαρισμό, στίχοι 11 και 12 λέει ότι “Όσοι ονειδιστούν και διωχθούν και συκοφαντηθούν για τον Χριστό, θα έχον πολύ μισθόν εν τοις ουρανούς”.
Πώς είναι δυνατόν, άλλες Χριστιανικές αρετές να επιβραβεύονται με ουράνια κληρονομία, και άλλες με επίγεια; Και αν υπάρχει διαφορά στην επιβραύευση, τότε πρέπει να δεχθούμε ότι εκείνοι που θα πάνε στον ουρανό, δεν θα ονομασθούν “υιοί Θεού”, διότι αυτό το βραβείο ανήκει μόνο στους ειρηνοποιούς. Ούτε θα ελεηθούν, διότι αυτό ανήκει στους ελεήμονες, κ.ο.κ.
Δεν είναι λοιπόν δύο μόνο τάξεις και κλίσεις, αλλά πολλές. Η κάθε μια, ανάλογα με την αρετή τού καθενός. Και αν κάποια συγκεντρώνει δύο ή περισσότερες αρετές, σε ποια κατηγορία ανήκει;
Ας υποθέσουμε όμως προς στιγμή, ότι τα διάφορα βραβεία διαφοροποιούν και τις κλίσεις. Και ας διαβάσουμε τους μακαρισμούς που αναφέρονται στους στίχους 8 και 9:
“Μακάριοι οι καθαροί την καρδίαν, διότι αυτοί θέλουσιν ιδεί τον Θεόν. Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, διότι αυτοί θέλουσιν ονομασθεί υιοί Θεού”.
Επεκτείνοντας λοιπόν την παράλογη θεωρία τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά, σε σχέση με την κληρονομία τής γης και στα εδάφια αυτά, πρέπει να συμπεράνουμε ότι άλλη κατηγορία θα δουν τον Θεό, και άλλη πάλι διαφορετικοί από τους προηγούμενους, θα ονομασθούν “υιοί Θεού”.
Αυτό όμως έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα λεγόμενα τού αποστόλου Ιωάννη, όπως τα διαβάζουμε από την Α Ιωάννου 3/γ: 2: “Αγαπητοί, τώρα είμεθα τέκνα Θεού, και έτι δεν εφανερώθη τι θέλομεν είσθαι. Εξεύρομεν όμως, ότι όταν φανερωθεί, θέλομεν είσθαι όμοιοι με Αυτόν, διότι θέλομεν ιδεί Αυτόν καθώς είναι”.
Παρατηρούμε λοιπόν, ότι τα τέκνα τού Θεού, που είναι οι Χριστιανοί, θα ιδούν τον Θεό.
Σε όλα αυτά τα αντιφατικά ερωτήματα θέτουν αντιμέτωπους τους εαυτούς τους, οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά. Αλλά και έτσι να είχε το πράγμα, δηλαδή ότι οι πραείς κληρονομούν τη γη, ενώ κάποιοι άλλοι τον ουρανό, ωστόσο και πάλι υπάρχει μεγάλο πρόβλημα στη θεωρία τους, διότι είναι ιδιότητες που διαχωρίζουν και διαφοροποιούν τις κλίσεις, και όχι χρονικά όρια, 33 μ.Χ. και 1935 μ.Χ.
Κληρονομία ως περιουσία;
Για να αποφύγουν λοιπόν αυτό τον λαβύρινθο τών αντιφάσεων που δημιουργεί αυτή η ερμηνεία αυτού τού μακαρισμού, αναγκάσθηκαν οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά να την αλλάξουν. Έτσι λοιπόν, τώρα λένε, ότι οι “πραείς” τού μακαρισμού, ανήκουν στην τάξη τών 144.000 στην οποία και μόνον αναφέρονται και όλοι οι υπόλοιποι μακαρισμοί, ενώ η γη που κληρονομούν, εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι είναι ο σημερινός πλανήτης γη.
Όμως πώς την κληρονομούν;
Εδώ και πάλι καταστρατηγώντας κάθε ερμηνευτικό νόμο, προβάλλουν τη σοφιστεία ότι οι πραείς κληρονομούν τη γη, για να την εξουσιάζουν από τον ουρανό. Δεν την κληρονομούν για να κατοικήσουν σ’ αυτήν, αλλά την κληρονομούν σαν περιουσία τους. Και ενώ οι ίδιοι θα βρίσκονται στους ουρανούς. Είναι εμφανέστατο, ότι μια τέτοια ερμηνεία, καμία σχέση δεν έχει με το πνεύμα τής Αγίας Γραφής και με τη χρήση τού όρου.
Πώς εξηγούν το χωρίο οι Ψαλμοί
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν, να κατανοήσουμε το νόημα αυτού τού μακαρισμού τού Κυρίου, και πιο συγκεκριμένα, ποια είναι αυτή η γη που κληρονομούν οι πραείς, και αν σ’ αυτούς συμπεριλαμβάνονται και οι πραείς τής Παλαιάς Διαθήκης.
Ας ξαναδιαβάσουμε από το Ματθαίος 5/ε: 5: “Μακάριοι οι πραείς, διότι αυτοί θέλουσι κληρονομήσει την γην”.
Στον μακαρισμό αυτό, ο Κύριος παραθέτει από τον Ψαλμό λζ: 11. Εμείς όμως θα διαβάσουμε από τον στίχο 9, ώστε να δούμε και το πλαίσιο μέσα στο οποίο ελέχθη αυτή η φράση:
“Διότι οι πονηρευόμενοι θέλουσιν εξολοθρευθεί. Οι δε προσμένοντες τον Κύριον, ούτοι θέλουσιν κληρονομήσει την γην. Διότι έτι μικρόν και ο ασεβής δεν θέλει υπάρχει. Και θέλεις ζητήσει τον τόπον αυτού και δεν θέλει ευρεθεί. Οι πραείς όμως, θέλουσι κληρονομήσει την γην και θέλουσι κατατρυφά εν πολλή ειρήνη.”
Πρατηρούμε ότι ο Ψαλμωδός κάνει δηλώσεις για δύο κατηγορίες ανθρώπων: Για τους πονηρούς από τη μια, και για τους αγαθούς από την άλλη, που μάλιστα άλλοτε τους περιγράφει ως “προσμένοντες τον Κύριον” και άλλοτε ως “πραείς”. Γι’ αυτούς δηλώνει ότι θα κληρονομήσουν την γη. Μια φράση που την επαναλαμβάνει δύο φορές.
Άραγε πρέπει να ερμηνεύσουμε την γη κατά γράμμα; Αν κάνουμε κάτι τέτοιο, τότε όλοι οι δίκαιοι, Χριστιανοί και προ Χριστού πιστοί, χωρίς εξαίρεση, θα ζήσουν στη γη. Διότι όλοι προσμένουν τον Κύριο και είναι πραείς. Αυτό όμως, όπως είδαμε, αποτελεί αντίφαση και ασυνέπεια στην δογματική τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά.
Ποια γη λοιπόν να είχε υπ’ όψιν του ο Δαβίδ, την οποία θα κληρονομήσουν οι δίκαιοι;
Για να απαντήσουμε με ακρίβεια, πρέπει να γνωρίζουμε ότι η γη τής επαγγελίας, εξ ης “θα ρέει μέλι και γάλα”, αποτελούσε ύψιστο ιδανικό για τους Εβραίους και σαν τέτοιο σύμβολο υψίστου ιδανικού, την χρησιμοποίησε ο Κύριος.
Παράλληλα, στην εποχή του, αλλά και παλαιότερα, η φράση αυτή αποτελούσε τεχνικό όρο, και προτύπωση τού ουρανού, ενώ την χρησιμοποιούσαν σαν παροιμία για να περιγράψουν ευλογίες και πολλές φορές όλες τις ευλογίες μαζί.
Μέσω αυτού τού συμβόλου ο Κύριος μάς ανάγει στην όντως γη τής επαγγελίας, την “άνω”, ή “καινήν Ιερουσαλήμ”, το “όρος Σιών”, ή με άλλα λόγια την “Βασιλεία τών Ουρανών”. Για τους πιστούς, όλοι αυτοί οι όροι είναι ισοδύναμοι, και περιγράφουν το ίδιο πράγμα, την Βασιλεία τού Θεού.
Η ουράνια κληρονομία τών π.Χ. πιστών κατά την προς Εβραίους
Αυτό θα το αποδείξουμε στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας μάλιστα σαν οδηγό την προς Εβραίους επιστολή, και ειδικότερα όσα αναφέρονται στην βασική ιδιότητα τών πιστών, δηλαδή την πίστη.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν την ανάγνωση από τον 1ο στίχο τού 11ου κεφαλαίου, σχολιάζοντας ταυτόχρονα:
“Είναι δε η πίστις, ελπιζομένων πεποίθησις, βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων. Διότι δια ταύτης έλαβον καλήν μαρτυρίαν οι Πρεσβύτεροι” (μετάφραση Βάμβα). (Δηλαδή, όλοι οι προ Χριστού δίκαιοι που αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη, χαρακτηρίζονταν από αυτή την ιδιότητα, δια τής οποίας έλαβαν μαρτυρίαν από τον Θεό, ότι τον ευηρέστησαν).
Στη συνέχεια, από το εδάφιο 3, μάς αναφέρει μερικά παραδείγματα τής πίστεως που επέδειξαν οι δίκαιοι τής Παλαιάς Διαθήκης. Ξεκινά από τον Άβελ, ο οποίος με πίστη προσέφερε θυσία προς τον Θεό, και ο Θεός την δέχθηκε και μαρτύρησε ότι ο Άβελ ήταν δίκαιος, αποδεχόμενος τα δώρα.
Έπειτα μάς αναφέρει τον Ενώχ, ο οποίος ευηρέστησε με την πίστη του τον Θεό, και ο Θεός τον μετέθεσε, “δια να μη ίδη θάνατον”.
Συνεχίζει με τον Νώε, ο οποίος πίστεψε στον Θεό, και σ’ όσα δεν έβλεπε, δηλαδή ότι πρόκειται να γίνει κατακλυσμός, και έφτιαξε την Κιβωτό κατ’ εντολήν τού Θεού και εσώθη, ενώ ταυτόχρονα μαρτυρήθηκε από τον Θεό, ότι ήταν δίκαιος.
Ο επόμενος πιστός που αναφέρεται στην σειρά, είναι ο Αβραάμ. Ας προσέξουμε τη διήγηση, όπως περιγράφεται από τον στίχο 8:
“Δια πίστεως υπήκουσεν ο Αβραάμ, ότε εκαλείτο να εξέλθη εις τον τόπον τον οποίον έμελλε να λάβει εις κληρονομίαν, και εξήλθε μη εξεύρων που υπάγη”.
Εδώ παρατηρούμε να αναφέρεται ιστορικά για πρώτη φορά, η φράση που μάς ενδιαφέρει. Να “κληρονομήσει” τόπον. Και συνεχίζει στον στίχο 9:
“Δια πίστεως παρώκησεν εις την γην τής Επαγγελίας ως ξένην, κατοικήσας εν σκηναίς, μετά Ισαάκ και Ιακώβ, τών συγκληρονόμων τής αυτής επαγγελίας”.
Την πρώτη φορά λοιπόν, ο Αβραάμ, δείχνοντας τυφλή πίστη στον λόγο τού Θεού, εξέρχεται από την Ουρ τών Χαλδαίων όπου ήταν η κατοικία του, η περιουσία του και οι συγγενείς του, και πηγαίνει σ’ έναν τόπο άγνωστο και εχθρικό, τον οποίον ο Κύριος τού υπεσχέθη ότι θα τον κληρονομήσει.
Την δεύτερη φορά, αυτός και οι συγκληρονόμοι του δείχνουν πίστη στον Θεό, περιμένοντας με υπομονή της εκπλήρωση τής Επαγγελίας. Παράλληλα, ο απόστολος κάνει μνεία και ενός αξιοπρόσεκτου γεγονότος. Όταν ο Αβραάμ έφτασε στη γη τής Επαγγελίας, η γη Χαναάν δεν έγινε αμέσως δική του, αλλά κατοίκησε σ’ αυτήν σαν ξένος. Αφού και τον τάφο για να θάψει την γυναίκα του, την Σάρρα, τον αγόρασε από τον Εφρών τον Χεταίο. (Γένεσις 23/κγ: 13-16). Και μάλιστα τόσο πολύ σαν ξένη την λογάριαζε, ώστε ούτε μόνιμη κατοικία δεν έκτισε σ’ αυτήν, αλλά ζούσε σε σκηνές.
Και εδώ είναι το παράξενο. Διότι οποιοσδήποτε από εμάς, αναλάμβανε την υπόσχεση από τον Θεό ότι θα κληρονομήσει ένα κομμάτι γης, και μετέβαινε εκεί, θα συμπεριφερόταν σαν να ήταν δικό του. Και μάλιστα θα επιδιδόταν να κατασκευάσει μόνιμες εγκαταστάσεις, ξεκινώντας από το σπίτι στο οποίο θα έμενε. Ο Αβραάμ όμως, δεν ερνήργησε έτσι. Γιατί;
Την απάντηση μάς τη δίνει ο απόστολος στον επόμενο στίχο:
“Διότι περιέμενε την πόλην, την έχουσαν τα θεμέλια, τής οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός”.
Δια τούτο λέγει ο Αβραάμ και οι απόγονοί του κατοικούσαν στη γη τής Επαγγελίας ως ξένοι και πάροικοι. Σε τέντες και σκηνές, οι οποίες δεν έχουν σταθερή θέση και θεμέλιο. Διότι επρόσμεναν να λάβουν την ΟΥΡΑΝΙΑ πόλη. Η οποία έχει θεμέλια που είναι αληθινά, που είναι πάντοτε στέρεα, και που ποτέ δεν σαθρώνονται. Δια τούτο και ο Θεός, βλέποντας τους Πατριάρχας αυτούς να καταφρονούν τις γήινες επαγγελίες και υποσχέσεις τών αγαθών που τούς έδωσε, τις ανέβαλλε. Και ετοίμασε να δώσει σ’ αυτούς τις μεγαλύτερες και ουράνιες επαγγελίες, τις οποίες ήταν άξιοι να λάβουν, και όχι τις γήινες και χαμερπείς.
Και εδώ σαν παρένθεση διερωτώμαστε, “πώς δεν είναι ντροπή, ενώ οι Πατριάρχες εκείνοι όταν έλαβαν τις γήινες επαγγελίες τις καταφρόνησαν, και αντ’ αυτών επιθυμούσαν τον ουρανό, εμείς οι Χριστιανοί, που από την αρχή λάβαμε την επαγγελία τών ανώτερων ουρανίων αγαθών, εμείς να τα εγκαταλείπουμε και να επιστρέφουμε στα γήινα;”
Μάλιστα ο απόστολος πλέκει μεγάλο εγκώμιο γι’ αυτή την ουράνια πόλη, λέγοντας ότι έχει Αρχιτέκτονα και Κατασκευαστή τον Ίδιο τον Θεό. Η προέλευσίς της δηλαδή, είναι εξ ολοκλήρου Θεϊκή.
Η ουράνια πόλη τής Αποκάλυψης
Βέβαια ύστερα και από όσα έχουμε εκθέσει στις προηγούμενες εκπομπές, θα μαντέψατε ήδη ποια είναι αυτή η πόλη. Είναι η “Νέα Ιερουσαλήμ”, για την οποία μάς λέει ο απόστολος Ιωάννης στην Αποκάλυψη, στίχος 21/κα: 2 τα εξής:
“Και εγώ, ο Ιωάννης, είδον την πόλην την αγίαν, την Νέαν Ιερουσαλήμ, καταβαίνουσαν (δηλαδή προερχόμενη) από τού Θεού, εκ τού ουρανού”.
Αυτή η πόλη δεν είναι άλλη από την Εκκλησία τού Θεού. Τής οποίας τα σταθερά και ακλόνητα θεμέλια που αναφέρει ο απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους, δεν είναι άλλα από τους 12 αποστόλους, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο Αποκάλυψις 21/κα: 14: “Και το τείχος τής πόλεως, είχε θεμέλια 12, και εν αυτοίς τα ονόματα τών 12 αποστόλων τού Αρνίου.
Έτσι λοιπόν, όταν οι αυτοαποκαλούμενοι Μάρτυρες τού Ιεχωβά, λέγουν ότι οι Πατριάρχες και οι λοιποί δίκαιοι τής Παλαιάς Διαθήκης, θα ζήσουν επάνω στη γη, που βλέπουμε σήμερα, ματαιώνουν την ελπίδα τής πίστεώς τους. Καταργούν τις επαγγελίες που είχε ετοιμάσει ο Θεός γι’ αυτούς, και ακυρώνουν τον αγώνα τους. Και μάλιστα τα λέγουν αυτά, ενώ η Αγία Γραφή είναι σαφέστατη ειδικά σε σχέση με τους Πατριάρχες, ότι θα κληρονομήσουν και θα γίνουν πολίτες τής ΟΥΡΑΝΙΑΣ πόλης, τής Νέας Ιερουσαλήμ, και όχι την γη που βλέπουμε σήμερα.
Πώς διαστρεβλώνουν τα λόγια τού Κυρίου για ουράνιο Αβραάμ
Εκτός απ’ όσα διαβάζουμε στην προς Εβραίους, τα οποία είναι ξεκάθαρα γύρω απ’ αυτό το ζήτημα, ας μάς επιτρέψετε να κάνουμε μία μικρή παρένθεση, για να αναφέρουμε μία αντίστοιχη δήλωση που περιέχεται στην Αγία Γραφή, αυτή τη φορά εκφρασμένη από τον Ίδιο τον Κύριο. Ευρίσκεται στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, στίχο 8/η: 11:
“Σάς λέγω δε, ότι πολλοί θέλουσιν ελθεί από Ανατολών και Δυσμών, και θέλουσι καθίσει μετά τού Αβραάμ, και Ισαάκ και Ιακώβ, εν τη Βασιλεία τών Ουρανών”.
Ο Κύριος αναφέρεται στους εξ εθνών Χριστιανούς, που θα μοιρασθούν με τους Πατριάρχες, όχι τον πλανήτη γη, όπως λέγουν οι Μάρτυρες τού ιεχωβά, αλλά τη Βασιλεία τών Ουρανών.
Αλλά επειδή αυτό το εδάφιο καταρρίπτει πλήρως τη θεωρία τους περί δύο διαφορετικών κλίσεων, η ηγεσία τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά, ακούστε πώς το ερμηνεύει, προκειμένου να το καταστήσει ανίσχυρο:
Θεωρεί ότι τα ονόματα αυτά, δεν αναφέρονται στους πατριάρχες, αλλά είναι “συμβολικά”! Έτσι, θεωρούν ότι το όνομα “Αβραάμ”, συμβολίζει τον Θεό, το όνομα Ισαάκ τον Ιησού Χριστό, ενώ το όνομα “Ιακώβ”, συμβολίζει τους 144.000.
Θαυμάστε το μέγεθος τής διαστρέβλωσης τού πνεύματος τών Γραφών και τη μεθοδεία τής πλάνης. Επειδή δεν θέλουν τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ να κληρονομούν τη Βασιλεία τών Ουρανών, τους κάνουν “σύμβολα”!
Αλλά ταυτόχρονα αποσιωπούν το γεγονός ότι η ίδια φράση αναφέρεται και από άλλον Ευαγγελιστή. Τον Λουκά, με μία πάρα πολύ μικρή διαφορά, που όμως στην περίπτωσή μας, αποδεικνύεται καταλυτική. Ας το διαβάσουμε, στο κατά Λουκάν 13/ιγ: 2, 28 και 29:
“Εκεί θέλει ίσθαι ο καυθμός και ο τριγμός τών οδόντων. Όταν ίδητε τον Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ και πάντας τους προφήτας εν τη Βασιλεία τού Θεού, εαυτούς δε εκβαλλομένους έξω. Και θέλουσιν ελθεί από Ανατολών και Δυσμών και από Βορρά και Νότου και θέλουσι καθίσει εν τη Βασιλεία τού Θεού.
Εδώ άραγε τι έχουν να πουν για όλους τους προφήτας που μνημονεύονται μαζί με τους Πατριάρχες; Μήπως είναι και αυτοί σύμβολα; Κάτι τέτοιο, είναι τελείως παράλογο. Γι’ αυτό λοιπόν αποφεύγουν συστηματικά τη σύνδεση αυτών τών εδαφίων, και την παράλληλη εξέτασή τους.
Και εδώ θέλουμε να σάς υποβάλουμε μία ερώτηση: Άραγε, θα εμπιστευόσασταν ποτέ τη ζωή σας και τη σωτηρία σας, σε τέτοιου είδους ανθρώπους, που ενώ από τη μία μεριά αυτοδιαφημίζονται ότι είναι οι μόνοι που μελετούν την Αγία Γραφή, και από την άλλη (όπως στην πράξη αποδεικνύεται), δεν δείχνουν κανένα σεβασμό προς αυτήν, διαστρέφοντας κατάφορα τα νοήματά της; Όλοι μας οφείλουμε μια ειλικρινή απάντηση προς τον εαυτό μας στο ερώτημα αυτό, ιδιαίτερα όμως όσοι είναι παγιδευμένοι στα δίκτυα τής πλάνης τής Εταιρίας Σκοπιά.
Γιατί δεν έλαβαν τις επαγγελίες οι π.Χ. πιστοί
Ας επανέλθουμε όμως στην προς Εβραίους επιστολή, και ιδιαίτερα σ’ αυτό το τόσο ωραίο και διδακτικό κομμάτι περί πίστεως, στο οποίο είχαμε σταματήσει, περιοριζόμενοι δυστυχώς μονάχα στο θέμα περί τής κληρονομίας τών Πατριαρχών, λόγω περιορισμένου χρόνου.
Μέχρι στιγμής, είδαμε ιδιαίτερα στον στίχο10 τού 11ου κεφαλαίου, ότι οι Πατριάρχες έχουν επαγγελία και ελπίδα να κατοικήσουν στην ουράνια πόλη, που έχει κατασκευάσει εξ ολοκλήρου ο Ίδιος ο Θεός. Δηλαδή στη Νέα Ιερουσαλήμ, στην οποία οι αιρετικοί θεωρούν ότι θα ευρίσκονται μόνο οι 144.000, και φυσικά όχι οι Πατριάρχες.
Ο λόγος περί πίστεως λοιπόν, και ο απόστολος, στον στίχο 11 και 12, περιγράφει την πίστη που έδειξε η Σάρρα αφ’ ότου εφοβήθη από τον έλεγχο που υπέστη, όταν απίστησε και γέλασε στο άκουσμα τής επαγγελίας ότι θα αποκτήσει παιδί.
Σημειώνουμε εδώ, ότι ο φόβος τού Θεού, μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην πίστη. Και στο εδάφιο 13 διαβάζουμε:
“Εν πίστει απέθανον ούτοι πάντες, μη λαβόντες τας επαγγελίας, αλλά μακρόθεν ιδόντες αυτάς, και πεισθέντες και εγκολπωθέντες, και ομολογήσαντες ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επί της γης”.
Αλλά πώς λέγει ο Απόστολος, ότι “όλοι αυτοί απέθανον μη λαβόντες τας επαγγελίας”; Διότι και ο Άβελ ακόμη λαλεί και δοξάζεται απ’ όλους, και ο Ενώχ μετετέθη, και ο Νώε ελυτρώθη από τον Κατακλυσμό μαζί με την οικογένειά του και ονομάσθηκε δίκαιος, και ο Αβραάμ γέννησε παιδί από τη Σάρρα.
Επειδή ο Θεός είναι τόσο μεγαλόδωρος και πλουσιόδωρος, μ’ αυτά που τους έδωσε, δεν εξεπλήρωσε τον μισθό τής πίστεώς των, και τών μεγάλων τους αγώνων και αρετών. Αυτά τα χαρίσματα και αγαθά, ήταν απλώς σαν προγεύματα και αρραβώνες τών αληθινών και ουρανίων επαγγελιών που έχει να τους δώσει στην μέλλουσα ζωή.
Και δόθηκαν σ’ αυτούς τους αγίους και δίκαιους, για μάς τους μικρόψυχους, ώστε από αυτά τα φθαρτά αγαθά που τους δόθηκαν εδώ, να πιστέψουμε σ’ αυτά τα άφθαρτα που δεν έλαβαν ακόμη, αλλά πρόκειται να λάβουν και για τα οποία ο απόστολος έγραψε στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή, 2/β: 9, ότι “εκείνα τα οποία οφθαλμός δεν είδε και ωτίον δεν ήκουσεν, και εις καρδίαν ανθρώπου δεν ανέβησαν, τα οποία ο Θεός ητοίμασεν εις τους αγαπώντας Αυτόν”.
Μάς λέγει λοιπόν ο απόστολος, ότι πέθαναν όλοι αυτοί σε κατάσταση πίστεως, χωρίς όμως να λάβουν τις επαγγελίες. Ωστόσο μάς φανερώνει αινιγματωδώς, ότι είχαν δει από μακριά τα μυστήρια τής Βασιλείας τών Ουρανών, και τής Ανάστασης και τών αρρήτων αγαθών, λέγοντας ότι “μακρόθεν ειδόντες αυτάς” τα επαγγελίας, και αφού τις αποδέχθηκαν, ομολόγησαν ότι είναι “ξένοι και παρεπίδημοι επί τής γης”. Και μάλιστα τής γης Χαναάν, τής γης τής Επαγγελίας! Που ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να υπάρχει πάνω σ’ όλη τη γη τότε.
Έτσι λοιπόν, είναι μεγάλο σφάλμα, που αγγίζει τα όρια τής βλασφημίας, όταν λέγεται ότι οι Πατριάρχες προσέβλεπαν και ήλπιζαν να ζήσουν αιωνίως επάνω σ’ αυτό τον πλανήτη, επάνω σ’ αυτή την φθαρτή γη.
Αυτοί βεβαίως δεν παρακαλούσαν τον Θεό να λάβουν την αισθητή γη, διότι δεν ήταν άξιοι μόνον τής γης αυτής, αλλά και τού ουρανού. Οι απόγονοί τους όμως, έλαβαν τη γη τής επαγγελίας, γιατί εκείνης τής γης ήσαν άξιοι.
Πάροικος λοιπόν και παρεπίδημος ομολόγησε ο Αβραάμ ενώπιον τών Χετταίων (Γένεσις 23/κγ: 4). Αλλά το ίδιο έπραξαν και όλοι οι δίκαιοι τής Παλαιάς Διαθήκης, όπως μαρτυρεί αργότερα ο Δαβίδ, λέγοντας:
“Πάροικος εγώ ειμί εν τη γη, και παραπίδημος, καθώς πάντες οι πατέρες μου” (Ψαλμός 38/λη: 13 κατά τους Ο΄).
Επιθυμούσαν πατρίδα ΕΠΟΥΡΑΝΙΑ
Συνεχίζουμε διαβάζοντας τον στίχο 14 και εξής: “Διότι οι λέγοντες τοιαύτα, (δηλαδή ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επί τής γης), δεικνύουσιν ότι ζητούσι πατρίδα”.
Αλλά ποια πατρίδα ζητούσαν; Αυτή απ’ όπου εξήλθαν; Τη Μεσοποταμία;
“Και αν μεν ενθυμούντο εκείνην εξ ής εξήλθον, ήθελαν ευρεί καιρόν να επιστρέψωσι”, μάς λέγει ότι ήθελαν για πατρίδα εκείνη από την οποία εξεκίνησαν, και τον καιρό είχαν, και τα μέσα, και τις φυσικές δυνάμεις, και το δρόμο εγνώριζαν για να επιστρέψουν. Άρα, κάποια άλλη πατρίδα ζητούσαν, που δεν ήταν ούτε η Μεσοποταμία, ούτε η γη Χαναάν, η αισθητή γη τής επαγγελίας, τής οποίας ήσαν ήδη κάτοικοι. Αλλά ποιαν;
Ο απόστολος μάς δίνει την απάντηση στον στίχο 16:
“Τώρα όμως επιθυμούσι καλυτέραν, τουτέσιν ΕΠΟΥΡΑΝΙΟΝ“.
Η πατρίδα λοιπόν που επιθυμούσαν οι Πατριάρχες και όλοι οι δίκαιοι τής Παλαιάς Διαθήκης, δεν είναι η αισθητή γη, αλλά είναι “επουράνια”. Ο απόστολος δεν αφήνει κανένα περιθώριο στις απόψεις τών αιρετικών. Επουράνια λοιπόν πατρίδα επιθυμούσαν. Και το εδάφιο συνεχίζει:
“Δια τούτο, ο Θεός δεν επαισχύνεται αυτούς, να λέγηται Θεός αυτών. Διότι ητοίμασε δι’ αυτούς πόλιν”.
Δια τούτο, (λέγει ο Απόστολος), τουτέστιν, “αυτή ήταν η αιτία”. Ποια δηλαδή; Ότι δεν ζητούσαν γήινες επαγγελίες, αλλά ουράνιες. Δεν ζητούσαν γήινη πατρίδα, αλλά την επουράνια. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Θεός τού ουρανού και τής γης, τού αισθητού και ορατού αλλά και τού νοητού και αοράτου κόσμου, δεν ντρέπεται να ονομάζεται “Θεός αυτών”, και να συστήνεται ως: “Θεός Αβραάμ, και Θεός Ισαάκ, και Θεός Ιακώβ”. “Τούτο μου εστίν όνομα αιώνιον, και μνημόσιον γενεών γενεές”. (Έξοδος 3/γ: 15).
Ας σηκώσουν λοιπόν οι δυστυχείς αιρετικοί τους νοητούς τους οφθαλμούς από τη γη που βλέπουν, στον ουρανό, όπου τους περιμένει, μετά τη μεταστροφή τους, και επιστροφή τους, “θεοκατασκεύαστη” πόλη, διαφορετικά αλλοίμονο, θα χάσουν και εκείνη, αλλά και ετούτη που ελπίζουν να έχουν.
Μόνον έτσι θα τιμήσουν τον Δημιουργό, όταν αποδεχθούν το δώρο Του. Δυστυχώς όμως, στους χώρους τής αιρέσεως τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά, έχει αναπτυχθεί η ψυχολογία κάποιος να αισθάνεται ενοχές, ντροπή και πολλών ειδών αναστολές, όταν η καρδιά του χτυπά για τα επουράνια αγαθά, ενώ όταν ονειρεύεται σπίτια με κήπους και στρωμένα τραπέζια με φρούτα και λαχανικά, να θεωρεί ότι βρίσκεται σε ανθηρή πνευματική κατάσταση και ευαρεστεί τον Θεό.
Βέβαια τα λόγια αυτά τού Αποστόλου, αποτελούν και για εμάς ένα είδος “βουκέντρας”, διότι ενώ έχουμε βεβαία την ελπίδα τών επουρανίων αγαθών, ωστόσο όχι μόνο σαν μελλοντικοί πολίτες εκείνης τής επουρανίου πόλεως δεν συμπεριφερόμεθα, αλλά μάλλον σαν αιώνιοι, μόνιμοι και ασφαλείς κάτοικοι αυτής τής γης, έχοντας στραμμένα τα ενδιαφέροντά μας και τις προσδοκίες μας στα επίγεια, υλικά αγαθά.
Τα λόγια λοιπόν αυτά, αποτελούν προτροπή και παρακίνηση να διδαχθούμε από την διαγωγή τών Πατριαρχών, που αν και ήταν στερημένοι από τα μέσα και τα υποστηρίγματα που έχουμε εμείς σήμερα, από το “νέφος” τών αγίων, τών οσίων, τών μαρτύρων και τών πνευματικών διδασκάλων, αλλά και τόσων άλλων αγαθών, που απορρέουν από το γεγονός τής Θείας Ενανθρωπίσεως τού Κυρίου μας, εν τούτοις ήταν πλούσιοι στην πίστη, και έλαβαν την τιμήν να ονομασθούν “φίλοι τού Θεού”, ο Θεός να ονομάζεται μνημονεύοντας το όνομά τους, και να ετοιμάζει γι’ αυτούς επουράνια πόλη.
Φθαρτή γη, ή ουράνιες επαγγελίες;
Ας μείνουμε όμως λίγο περισσότερο στον στίχο 16, που είναι πολύ σημαντικός για τη μελέτη μας. Μάς λέγει ρητά ο απόστολος Παύλος, ότι ο Θεός ετοίμασε για τους Πατριάρχες “επουράνια πόλη”. Όχι επίγειες κατοικίες.
Μάς λέγει μέχρις εδώ, τίποτε περισσότερο γι’ αυτή την πόλη; Ναι, στον στίχο 10, ότι αυτή η πόλις έχει ακλόνητα θεμέλια, που όπως είδαμε από την Αποκάλυψη, είναι οι 12 Απόστολοι τού Αρνίου. Μάς λέγει επίσης, ότι αυτή η πόλη έχει αρχιτέκτονα και κατασκευαστή τον Ίδιο τον Θεό.
Και πώς κατάφεραν οι Πατριάρχες να πολιτογραφηθούν εκεί; Να γίνουν πολίτες της;
Με το να δηλώσουν “ξένοι και πάροικοι” τής παρούσης γης και τού φθαρτού αυτού κόσμου. Ζήτησαν καλύτερη πατρίδα, και ο Θεός τους την ετοίμασε.
Ας δούμε όμως και ποιοι άλλοι γίνονται πολίτες αυτής τής πόλης τού Θεού:
Διαβάζουμε από την προς Εφεσίους επιστολή, κεφάλαιο 2/β: 19-21, όπου ο απόστολος Παύλος απευθύνεται προς τους Εθνικούς, και τούς λέγει:
“Άρα λοιπόν, δεν είστε πλέον ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται τών αγίων, και οικείοι τού Θεού. Εποικοδομηθέντες επί το θεμέλιον τών Αποστόλων και Προφητών, όντως ακρογωνιαίου Λίθου αυτού τού Ιησού Χριστού. Εν τω Οποίω, πάσα η οικοδομή συναρμολογουμένη αυξάνεται εις ναόν άγιον εν Κυρίω. Εν τω Οποίω, και εσείς συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον τού Θεού, δια τού Πνεύματος”.
Λέει λοιπόν ο Απόστολος στους Εθνικούς, ότι “δεν είναι πλέον ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται τών αγίων, και οικείοι τού Θεού”. Δηλαδή, όσο κανείς είναι και δηλώνει πολίτης τής γης, και τών φθαρτών αγαθών, είναι ξένος τού Θεού. Και πάλι, όποιος δηλώνει ξένος και πάροικος τής γης, και τών υλικών αγαθών και απολαύσεων, γίνεται πολίτης τής επουρανίου πόλεως, όπως οι Πατριάρχες, συμπολίτης αυτών και όλων τών υπολοίπων αγίων, και οικείος τού Θεού.
Μία επαγγελία για τους σωζομένους, μία κλίση, μία επιλογή ανάμεσα σε δύο δυνατότητες: Ή πολίτης τής γης και ξένος τού Θεού, ή ξένος τής γης, αλλά πολίτης τού ουρανού και οικείος τού Θεού. Δύο ποσά αντιστρόφως ανάλογα. Όσο κανείς αποξενώνεται από την γη, τόσο πλησιάζει τον ουρανό. Και αντίστροφα.
Δεν υπάρχουν σωζόμενοι που ζουν σ’ αυτή την γη, όπως λένε οι αιρετικοί. Οι δε “γη τής επαγγελίας” που κληρονομούν οι πιστοί, μεταξύ τών οποίων και οι Πατριάρχες, δεν είναι άλλη από την ουράνια πόλη, που κατασκεύασε ο Θεός, ή αλλιώς, η νέα ή άνω Ιερουσαλήμ. Ή αλλιώς “οι νέοι ουρανοί και νέα γη”.
Όμως στο σημείο αυτό θα σταματήσουμε για σήμερα, για να συνεχίσουμε στην επόμενη εκπομπή, αυτό το ενδιαφέρον και ωφέλιμο για όλους μας θέμα. Σάς ευχαριστούμε που μάς παρακολουθήσατε. Ευχαριστούμε και τον π. Δημήτριο Παπαγιάννη που είχε την επιμέλεια τού ήχου.
Μέρος 2ο.
Η γη που κληρονομούν οι πιστοί
Ανασκόπηση τών προηγουμένων
Ιδιαίτερα μάς απασχόλησε μία συγκεκριμένη κατηγορία πιστών, οι δίκαιοι της προ Χριστού εποχής, διότι για αυτούς μία ομάδα αιρετικών, οι αυτοαποκαλούμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ισχυρίζονται ότι θα κληρονομήσουν τη γη που βλέπουμε σήμερα και ότι επάνω της θα κατοικήσουν αιωνίως, όπως εμείς κατοικούμε σήμερα και θα τρέφονται από τους καρπούς της, όπως εμείς σήμερα.
Διαπιστώσαμε λοιπόν ήδη απ’ όσα εξετάσαμε την προηγούμενη φορά, ότι κάτι τέτοιο είναι εντελώς αντίθετο με τις δεδηλωμένες θέσεις της Αγίας Γραφής, αλλά και τις προσδοκίες των αγίων αυτών ανδρών και γυναικών.
Σταματήσαμε τη μελέτη μας, στον 16ο στίχο τού 11ου κεφαλαίου της προς Εβραίους επιστολής, απ’ όπου και θα συνεχίσουμε σήμερα.
Πριν όμως αρχίσουμε την ανάλυση του υπόλοιπου μέρους, ας μάς επιτρέψετε μία μικρή ανακεφαλαίωση των όσων αναφέρονται σε αυτό το τόσο σπουδαίο κομμάτι της προς Εβραίους επιστολής, ούτως ώστε να έχουμε μία ολοκληρωμένη εικόνα του θέματος και να θυμηθούμε λιγάκι την ορολογία του Θεοπνεύστου συγγραφέως γύρω από το ζήτημα της κληρονομιάς των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης που μας απασχολεί.
Το 11ο λοιπόν κεφάλαιο τής επιστολής, ξεκινά με έναν ορισμό, ούτως ειπείν της πίστεως και στη συνέχεια μας αναφέρει σαν παραδείγματα προς μίμηση ορισμένους από τους τόσους πιστούς ανθρώπους της προ Χριστού εποχής. Έτσι ο Απόστολος αφού μας περιγράψει την πίστη του Άβελ, τού Ενώχ του Νώε, έρχεται και στους Πατριάρχες, με πρώτο τον Αβραάμ.
Μάς λέγει λοιπόν στον στίχο 8, ότι “Δια πίστεως υπήκουσεν ο Αβραάμ, ότε εκαλείτο να εξέλθει εις τον τόπον τον οποίον έμελλε να λάβει εις κληρονομίαν, και εξήλθε, μη εξεύρων πού υπάγει”.
Παρατηρούμε λοιπόν ότι ο Θεός υπόσχεται στον Αβραάμ, ότι θα του δώσει για κληρονομιά έναν τόπο. Και ο Αβραάμ φεύγει από τον τόπο του, και πηγαίνει προς το άγνωστο, απλώς επειδή έδειξε πίστη στα λόγια του Θεού.
Ξένοι και περαστικοί στη γη
Οι επόμενοι όμως στίχοι, οι 9 και 10 είναι πολύ αποκαλυπτικοί για το θέμα μας, και δίνουν την πραγματική διάσταση της γης της επαγγελίας. Ας τούς διαβάσουμε:
“Δια πίστεως παρώκησεν εις την γην τής επαγγελίας ως ξένην, κατοικήσας εν σκηναίς, μετά Ισαάκ και Ιακώβ, τών συγκληρονόμων τής αυτής επαγγελίας”.
Ενώ λοιπόν έφθασε στη γη Χαναάν, τη γη τής επαγγελίας, ο Αβραάμ, μαζί με τον Ισαάκ και Ιακώβ, τους συγκληρονόμους τής αυτής επιαγγελίας, δεν ενήργησε ως κληρονόμος, αλλά συμπεριφέρθηκε πολύ παράξενα για τα δικά μας δεδομένα. “Δια πίστεως, (λέγει), παρώκησε εις την γην της επαγγελίας ως ξένην, κατοικώντας εν σκηναίς”. Το γιατί, μάς το εξηγεί ο Απόστολος στον επόμενο στίχο: “Διότι περιέμενε την πόλην την έχουσα τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός”.
Αυτό είναι πολύ αξιοσημείωτο. Ο Θεός τού υπόσχεται να κληρονομήσει γη, και τον οδηγεί εκεί. Ο Αβραάμ όμως δεν θέλησε τα αισθητά, τα φθαρτά και τα προσωρινά, αλλά τα άφθαρτα και αιώνια. Πίστεψε λοιπόν ότι ο Θεός θα σχεδιάσει και θα κατασκευάσει ο Ίδιος μία πόλη με σταθερά και ακλόνητα θεμέλια, και σε αυτήν θέλησε να πολιτογραφηθεί. Γι’ αυτή την πόλη που για όλους τους πιστούς είναι το αντίτυπο τής αισθητής γης τής επαγγελίας, και που με αυτούς τους όρους συχνά περιγράφεται, θα γίνει αναλυτικά λόγος στη συνέχεια.
Παρατηρούμε λοιπόν ότι ο Αβραάμ και οι άλλοι Πατριάρχες, αντήλλαξαν τελεσιδίκως την αισθητή γη τής επαγγελίας, με αυτή την θεοκατασκεύαστη πόλη.
Στη συνέχεια, αφού ο Απόστολος μνημονεύσει και την Σάρρα για την πίστη της, μάς λέγει στο εδάφιο 13 τα εξής: “Εν πίστει απέθανον ούτοι πάντες, μη λαβόντες τας επαγγελίας, αλλά μακρόθεν ιδόντες αυτάς, και πεισθέντες και εγκολπωθέντες, και ομολογήσαντες ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επί τής γης”.
Αφού μάς δηλώνει ότι όλοι αυτοί απέθαναν σε κατάσταση πίστεως, και μάλιστα και τής συγκεκριμένης πίστεως στον Θεό, ότι θα τούς κατασκεύαζε ο Ίδιος πόλη, μάς λέγει ότι δεν έλαβαν τις επαγγελίες, αλλά ότι τις είδαν από μακριά. Μάς λέγει επίσης, ότι ομολόγησαν ότι είναι ξένοι και παραπίδημοι πάνω σ’ αυτή την γη, και μάλιστα στην αισθητή γη τής επαγγελίας.
Αλλά αυτό δεν το ομολόγησε μόνο ο Αβραάμ, όπως φαίνεται ρητά στο Γένεσις κγ 4, ή ο Ιακώβ, όπως φαίνεται στο Γένεσις μζ΄ 9, αλλά και όλοι οι υπόλοιποι άγιοι τής Π.Δ., όπως μάς βεβαιώνει γι’ αυτούς αλλά και για τον εαυτό του ο Δαυίδ, στον Ψαλμό λη’ στίχο 13, όπου λέγει: “Πάροικος εγώ ημί εν τη γη, και παρεπίδημος, καθώς πάντες οι πατέρες μου”.
Μετά λοιπόν από αυτά που μάς εξέθεσε ο Απόστολος για τους Πατριάρχες, προχωρεί και στα εξής στον στίχο 14 και έπειτα:
“Διότι οι λέγοντες τοιαύτα, (ότι δηλαδή είναι ξένοι και παραπίδημοι επί τής γης), δεικνύουσι ότι ζητούσι πατρίδα. Και εάν μεν ενεθυμούντο εκείνην εξ ής εξήλθον, ήθελον ευρεί καιρόν να επιστρέψωσι. Τώρα όμως επιθυμούσι καλυτέραν, τουτέστιν επουράνιον. Δια τούτο ο Θεός δεν επεσχύνεται αυτούς να λέγεται Θεός αυτών. Διότι ητοίμασε δι’ αυτούς πόλιν”.
Στο κομμάτι αυτό που μόλις διαβάσαμε, παρατηρούμε τα εξής πολύ σημαντικά σημεία:
Λέγοντας ότι είναι “ξένοι και παρεπίδημοι επί τής γής”, οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης, δείχνουν ότι προσωρινά είναι απάτριδες και ζητούν πατρίδα.
Μάλιστα το σημαντικό είναι ότι οι Πατριάρχες και οι απόγονοί τους, όπως ο Δαυίδ, έκαναν αυτή την δήλωση όταν ήταν στην αισθητή γη της απαγγελίας. Και βέβαια η πατρίδα που έψαχναν, δεν ήταν η Μεσοποταμία, γιατί τότε θα επέστρεφαν εκεί. Αλλά ασφαλώς, (βεβαιώνει και ο Απόστολος), επιθυμούν καλύτερη πατρίδα. Όχι φθαρτή και προσωρινή, αλλά επουράνια.
Ας την θυμόμαστε αυτή την λέξη και στη συνέχεια, διότι γκρεμίζει ολοκληρωτικά το δογματικό οικοδόμημα των Μαρτύρων του Ιεχωβά περί δήθεν χριστιανικής κλήσεως για επίγειο παράδεισο.
Επουράνια λοιπόν πατρίδα ζητούσαν οι Πατριάρχες και όλοι οι άλλοι δίκαιοι των χρόνων της Παλαιάς Διαθήκης, που με την ζωή τους ομολόγησαν ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επί της γης.
Από αυτή τους την ομολογία, ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επί της γης και την επιθυμία τους για καλύτερη, όχι επίγεια, αλλά επουράνια πατρίδα, ο Θεός δεν ντρέπεται να ονομάζεται Θεός Αβραάμ, και Θεός Ισαάκ και Θεός Ιακώβ. (Έξοδος γ 15). Δηλαδή να συστήνεται αναφέροντας το όνομα τους.
Όχι μόνον λοιπόν δεν είναι ντροπή να επιθυμεί κάποιος τα επουράνια αγαθά, αλλά τουναντίον, κάτι τέτοιο τον κάνει φίλο τού Θεού. Αντίθετα, όποιος επιθυμεί τα επίγεια και προσωρινά, κάποια στιγμή θα τα χάσει. Αλλά μαζί με αυτά, θα χάσει και όσα αιώνια και άφθαρτα έχει ετοιμάσει ο ίδιος ο Θεός.
Λέγει ο Απόστολος ότι τους ετοίμασε ο Θεός πόλιν. Τι πόλη; Επουράνια, όπως διαβάσαμε λίγες λέξεις πιο πριν στον ίδιο στίχο. Αυτή η επουράνια πόλις λοιπόν, είναι η πατρίδα που οι Πατριάρχες αλλά και όλοι οι άλλοι ζητούσαν και που προς χάριν της, ομολογούσαν ξένοι και παραπίδημοι επί τής γης. Αυτή η ουράνια πόλη είναι που έχει τα θεμέλια, και έχει για τεχνίτη και δημιουργό της τον ίδιο τον Θεό, όπως είδαμε στον στίχο 10. Αυτή όμως είναι και η πραγματική γη της επαγγελίας, γιατί αυτό απέδειξαν με τη ζωή τους την ίδια οι Πατριάρχες, αφού προς χάριν της απαρνήθηκαν την αισθητή η γη της επαγγελίας, την γη Χανάν.
Και αν πουν κάποιοι ότι οι Πατριάρχες απέρριψαν τη γη της επαγγελίας διότι δεν έγινε ποτέ δική τους, έρχεται να τους δώσει την απάντηση ενός κατοπινός βασιλιάς της, ο Δαυίδ, όπως είδαμε προηγουμένως, που και αυτός μαζί με όλους τους άλλους, αν και κυρίαρχος της γης αυτής, ωστόσο ομολόγησε ξένος και παρεπίδημος.
Αυτή λοιπόν την επουράνια πόλη, που με τόσο σαφή και αποστομωτικά για τους αιρετικούς στοιχεία, ο Απόστολος εδώ την αναφέρει ως την προσδοκία, αλλά για την βεβαιωμένη μελλοντική κατοικία των προ Χριστού δικαίων, θα μάς την περιγράψει με ζωηρότερα χρώματα στη συνέχεια.
Έτσι, μαζί με αυτή την περιγραφή, θα μάς δοθεί η ευκαιρία να θαυμάσουμε τα μεγαλεία του Θεού αλλά και το βάθος του πλούτου της σοφίας που είναι κρυμμένη στο βαθμό που περιγράφεται στην Αγία Γραφή.
Ποιο ήταν το “καλύτερο για εμάς” που πρόβλεψε ο Θεός;
Συνεχίζοντας το λόγο του, ο Θεόπνευστος συγγραφέας, αναφέρει και άλλα κατορθώματα της πίστεως τού Αβραάμ, όπως αυτό της προσφοράς τού Ισαάκ για θυσία, αλλά και τών άλλων Πατριαρχών Ισαάκ και Ιακώβ. Προχωρεί στον Ιωσήφ, φθάνει στον Μωυσή και στους γονείς του. Περιγράφει στη συνέχεια πως η πίστις πάλι ήταν η αρετή που υποκινούσε συνεχώς τον Μωυσή και τον διέκρινε και στα γεγονότα της Αιγύπτου και στα περιστατικά της Εξόδου.
Τέλος δεν παραλείπει να αναφέρει και την πίστη της Ραάβ, και καταλήγει στον στίχο 32:
“Και τι έτι να λέγω; Διότι θέλει με λείψει ο καιρός διηγούμενον περί Γεδεών, Βαράκ τε και Σαμψών και Ιεφθάε, Δαβίδ τε και Σαμουήλ και των προφητών”.
Αναφέρει λοιπόν γενικά τα κατορθώματα της πίστεως όλων των προ Χριστού δικαίων ανδρών και γυναικών και κλείνει την αναφορά σ’ αυτούς ως εξής: (Διαβάζουμε τους στίχους 39 και 40:
“Και ούτοι πάντες αν και έλαβον καλήν μαρτυρίαν διά της πίστεως, δεν απήλαυσαν την επαγγελίαν, διότι ο Θεός προέβλεψε καλύτερόν τι περί ημών, διά να μη λάβωσι την τελειότητα χωρίς ημών.”
Στο σημείο αυτό, οι αιρετικοί Μάρτυρες του Ιεχωβά κάνουν τον εξής εξωφρενικό ισχυρισμό: Λέγουν ότι ο απόστολος εδώ, ομιλεί εξ ονόματος των 144 χιλιάδων και λέει ότι το καλύτερο που προέβλεψε ο Θεός περί δήθεν των 144 χιλιάδων, είναι αφ’ ενός να τους δώσει αφθαρσία, αθανασία, ουράνια ύπαρξη και αξιώματα, και αφ’ ετέρου χωρίς την ενεργό και ουσιαστική τους συμμετοχή, να μην μπορούν να γίνουν τέλειοι άνθρωποι για να ζήσουμε πάνω στη γη που βλέπουμε σήμερα οι υπόλοιποι.
Βέβαια με όσα έχουμε αναπτύξει ως τώρα, η απάντηση είναι προφανής. Ας αναφέρουμε όμως και λίγα ακόμη:
Μάς λέει ο Απόστολος στον στίχο 39, ότι όλοι αυτοί, συμπεριλαμβανομένου και του Αβραάμ, δεν απήλαυσαν την επαγγελία. Αυτό όμως είναι απλή επανάληψη στις δηλώσεις που κάνεις τον στίχο 13:
“Εν πίστει απέθανον ούτοι πάντες, μη λαβόντες τας επαγγελίας”.
Και λίγο πιο κάτω στον στίχο 16, μας λέει ότι η βασική επαγγελία για αυτούς, είναι ότι ο Θεός τους ετοίμασε επουράνια πόλη. Δεν θα ζήσουν λοιπόν στη γη που βλέπουμε σήμερα, ούτε με τα φθαρτά σώματα που είχαν. Διότι αυτά όλα τα αρνήθηκαν, προς χάριν των αιωνίων.
Στη φράση: “Δια να μη λάβωσι την τελειότητα χωρίς ημών”, είναι συντακτικό λάθος να αποδίδουμε στο “ημών”, την έννοια του μέσου. Δηλαδή να ερμηνεύσουμε “να μη λάβουν την τελειότητα χωρίς την ενεργό μεσολάβηση ημών”, όπως κάνουν οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά. Θα έλεγε: “ειμί δι’ ημών”. Το ορθό είναι να αποδώσουμε στο “ημών” την έννοια της παρουσίας. Δηλαδή να πούμε: “δια να μη λάβωσι την τελειότητα χωρίς την παρουσία ημών”. Αυτή άλλωστε είναι και η γνώμη των πατέρων της Εκκλησίας μας των προηγούμενων αιώνων αλλά και όλων των άλλων μελετητών της Βίβλου.
Αλλά τότε, πώς ο Θεός “προέβλεψε καλύτερόν τι περί ημών, αφού τελικά και αυτοί, και ο Απόστολος, και οι εν Χριστώ αδελφοί του, θα λάβουν όλοι την ίδια επαγγελία, την ίδια τελειότητα;
Αυτή την ερώτηση θα μπορούσε να προβάλει ένας αιρετικός σαν επιχείρημα..
Η απάντηση είναι ότι οι μετά Χριστόν πιστοί, δεν απολαμβάνουν κάποια καλυτέρου είδους σωτηρία. Και αυτό το διαπιστώσαμε πάρα πολλές φορές μέχρι τώρα, και θα το διαπιστώνουμε και στη συνέχεια. Η πλεονεκτική θέση των Χριστιανών πιστών, οφείλεται στο ότι, όχι μόνον έζησαν σε χρόνους που η δια του Χριστού απολύτρωσις έχει ήδη συντελεστεί, αλλά και διότι η περίοδος της αναμονής είναι συντομότερη. Επειδή λοιπόν ο Κύριος δεν θέλησε να στεφανωθούν πρώτοι, όρισε να στεφαωνθούν όλοι στον ίδιο καιρό, γεγονός που κάνει την αναμονή τους μεγαλύτερη, και την θέση των Χριστιανών πλεονεκτικότερη.
Προσθέτουμε όμως αυτά το εξής σχόλιο: Πριν από τον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού, ακόμη και οι φίλοι του Θεού, αυτοί που ο Θεός δόξασε, δηλαδή οι Πατριάρχες και οι Προφήτες, πέθαναν και σωματικό θάνατο. και πήγαιναν στον τόπο που ονομάζουμε Άδη, αλλά και πνευματικό θάνατο, δηλαδή δεν είχαν αδιάκοπη θέα της δόξας του Θεού.
Αντίθετα, οι πιστοί εν Χριστό, έχουν τον αρραβώνα του Πνεύματος στις καρδιές τους. (Β΄ Κορινθίους α: 22 και ε: 5. Εφεσίους α: 14). Έτσι, έχουν μεταβεί από το θάνατο στη ζωή. (Ιωάννου ε: 24). Δηλαδή έχουν αναστηθεί πνευματικά, έχουν γεννηθεί άνωθεν και μπορούν να έχουν διαρκή και αδιάκοπη θέα της δόξας του Θεού εν Χριστώ, όπως οι Απόστολοι στο Θαβώρ.
Οι άγιοι της χριστιανικής εποχής, έχουν ήδη διαρκή και αδιάκοπη κοινωνία με τον Θεό, που διατηρείται και πέραν του θανάτου τους, τώρα πλέον μετά τον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού. Έτσι λοιπόν, οι πρώτοι προ Χριστού πιστοί, παρέμεναν φυλακισμένοι με τα δεσμά του Άδου και δεν είχαν κοινωνία με τον Θεό, μέχρι την απελευθέρωσή τους από την κάθοδο του Χριστού στον Άδη, οπότε διέρρηξε τις πύλες του, και κήρυξε στα εν φυλακή πνεύματα (Α΄ Πέτρου γ: 19). Τότε συνέβη για όλους αυτούς η πρώτη ανάσταση. Για όλους όμως τους Χριστιανούς πιστούς, η πρώτη ανάστασή τους ξεκινά ήδη από αυτή την ζωή με το βάπτισμα τους. (Κολοσσαείς β: 11-13). Και έτσι, δεν διακόπτεται η κοινωνία με τον Θεό εξαιτίας του σωματικού θανάτου, όπως ο Κύριος δηλώνει: “Αληθώς, αληθώς σας λέγω, εάν τις φυλάξει τον λόγον μου, θάνατον δεν θέλει ειδή εις τον αιώνα” (Ιωάννου η: 51).
Αντιδιαστολή επίγειας και Επουράνιας Ιερουσαλήμ
Επειδή όμως ο χρόνος κυλάει γρήγορα ας προχωρήσουμε στο επόμενο κεφάλαιο, το ιβ΄, όπου ο Απόστολος, αφού προηγουμένως μάς έχει φέρει τα τόσα αξιοθαύμαστα και αξιοζήλευτα παραδείγματα των αγίων προ τού Χριστού λέγοντας ότι “είμαστε περικυκλωμένοι από τοσούτου νέφους Μαρτύρων”, μας αναφέρει και τον ίδιο τον Ιησού τον αρχηγό και τελειωτή της πίστεως. Με αυτόν τον τρόπο να προσελκύει και μας ενθαρρύνει “να τρέχουμε με υπομονή τον προκειμένο εις ημάς αγώνα”.
Ας προχωρήσουμε όμως στο εδάφιο 22 του ιδίου κεφαλαίου της προς Εβραίους επιστολής, και ας παρακολουθήσουμε πώς αλλιώς περιγράφει την επαγγελία, στην οποία έχουν προσκληθεί και έχουν πλησιάσει οι πιστοί:
“αλλά προσήλθετε εις όρος Σιών και εις πόλιν Θεού ζώντος, την επουράνιον Ιερουσαλήμ, και εις μυριάδας αγγέλων, εις πανήγυριν και εκκλησίαν πρωτοτόκων καταγεγραμμένων εν τοις ουρανοίς, και εις Θεόν κριτήν πάντων, και εις πνεύματα δικαίων τετελειωμένων”.
Και με μια πρώτη ματιά, το εδάφιο αυτό φαίνεται ότι είναι πολύ σημαντικό για το θέμα μας. Κατ’ αρχήν αναφέρει ρητά, πως η πόλις τού Θεού τού Ζώντος, την οποία ο Θεός ετοίμασε για τους Πατριάρχες, όπως είδαμε στους στίχους ια: 10 και 16, ονομάζεται αλλιώς και “Επουράνιος Ιερουσαλήμ”. Όχι επίγεια Ιερουσαλήμ, όπως θα ήθελαν οι αιρετικοί. Ο στίχος όμως ξεκινά με τον σύνδεσμο “αλλά”.
Με τι λοιπόν ο Απόστολος αντιδιαστέλλει την πόλη του Θεού, την Επουράνια Ιερουσαλήμ, τον στόχο και την επαγγελία των πιστών;
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, διαβάζοντας από τον στίχο 18:
“Διότι δεν προσήλθετε εις όρος ψηλαφώμενον και καιόμενον με πυρ και εις ζόφον και σκότος και ανεμοστρόβιλον και εις σάλπιγγος ήχον και φωνήν λόγων, την οποίαν οι ακούσαντες παρεκάλεσαν να μη λαληθή πλέον προς αυτούς ο λόγος· διότι δεν υπέφερον το προσταττόμενον· Και ζώον εάν εγγίση το όρος, θέλει λιθοβοληθή ή με βέλη θέλει κατατοξευθή· Και τόσον φοβερόν ήτο το φαινόμενον, ώστε ο Μωϋσής είπε· Κατάφοβος είμαι και έντρομος”.
Στο βιβλίο της Εξόδου κεφάλαιο ιθ: 16 διαβάζουμε
“Και εν τη ημέρα τη τρίτη το πρωΐ έγειναν βρονταί και αστραπαί, και νεφέλη πυκνή ήτο επί του όρους, και φωνή σάλπιγγος δυνατή σφόδρα· και έτρεμε πας ο λαός ο εν τω στρατοπέδω.”
Και λίγο πιο κάτω, στον στοίχο 18, λέγει:
“Το δε όρος Σινά ήτο όλον καπνός, διότι κατέβη ο Κύριος εν πυρί επ’ αυτό· ανέβαινε δε ο καπνός αυτού ως καπνός καμίνου και όλον το όρος εσείετο σφόδρα”.
Φοβερές αλήθεια οι συνθήκες, αγαπητοί ακροατές, κάτω από τις οποίες συνήψε ο Θεός την Παλαιά Διαθήκη με τους ισραηλίτες στο Σινά, η οποία παλαιώθηκε όταν ο Κύριος Ιησούς Χριστός εγκαινίασε την Καινή Διαθήκη, επικυρώνοντάς την με το τίμιο αίμα του. Ο Απόστολος λοιπόν εδώ, συγκρίνει τρόπον τινά, τις δύο διαθήκες. Και ξεκινώντας από την Παλαιά, αναφέρει όλα αυτά τα φοβερά και θαυμαστά γεγονότα, που είναι συνδεδεμένα με αυτήν. Το όρος Σινά που καιγόταν με πυρ, και που φανέρωνε ότι ο Νομοθέτης Θεός είναι φοβερός και τρομερός και έχει την δύναμη να καίει και να παιδεύει τους κακούς.
Ο γνόφος, δηλαδή το σκότος που κάλυπτε το όρος, φανέρωνε αφ’ ενός το σκοτεινό και συνεσκιασμένο γράμμα του παλαιού νόμου, διότι ήτο τύπος και σκιά, αλλά και αφ’ ετέρου το αόρατο και ακατάληπτο τής φύσεως τού Θεού.
Όσο για τον ορμητικό ανεμοστρόβιλο, αυτός ξυπνούσε τους ράθυμους και αμελείς Εβραίους, και τους παρακινούσε να προσέχουν.
Οι σάλπιγγες τέλος, που ακούγονταν στο Σινά, φανέρωναν ότι ο παρών Βασιλέας είναι Θεός τών απάντων, διότι συνηθιζόταν οι Βασιλείς να προαναγγέλλονται δια σαλπισμάτων. Και για την ίδια αιτία, θα ηχήσουν και στην δευτέρα παρουσία, όταν θα φανερωθεί ο Βασιλεύς Χριστός.
Με όλα αυτά λοιπόν τα θαυμαστά γεγονότα είναι συνδεδεμένη η Παλαιά Διαθήκη. Και μάλιστα ήταν τόσο φοβερά, που κλείνοντας την αναφορά του σ’ αυτά, ο Απόστολος στον στίχο τού ιβ΄ κεφαλαίου της προς Εβραίους επιστολής, μας θυμίζει ότι ο ίδιος ο μεσίτης της, ο Μωυσής, είπε: “Κατάφοβος είμαι και έντρομος”. Και αν ήταν τόσο φοβισμένος ο Μωυσής. που μπήκε μέσα στο γνόφο όπου ήταν ο Θεός, πόσο μάλλον φοβισμένος και κατατρομαγμένος ήταν ο λαός!
Αλλά γιατί μάς τα λέει όλα αυτά ο Απόστολος;
Διότι με αυτά τα λόγια θέλει να μας δείξει την υπεροχή που έχει η Νέα Διαθήκη έναντι της Παλαιάς. Διότι η μεν Παλαιά, παρ’ όλο που δεν είχε κανένα μεγάλο και θαυμαστό καθώς είχε η Καινή, όμως ήταν τόσο φοβερή, ώστε ούτε θηρίο, ούτε κτήνος εσυγχωρείτο να εγγίσει κοντά στο όρος. Αντιθέτως όμως η Καινή Διαθήκη, αν και όλα τα έχει τέλεια, κανένα φοβερό δεν δείχνει, αλλά όλα της είναι ήμερα και γαλήνια. Παράλληλα όμως θέλει να μάς θυμίσει, ότι εάν σ’ εκείνη τη διαθήκη την Παλαιά, που ήταν η σκιά και όχι η εικόνα τών πραγμάτων, (Εβραίους ι: 1), όσοι προσέρχονταν έπρεπε να ήταν απολύτως καθαροί και προσεκτικοί, και αν ακάθαρτος επλησίαζε, ή και ζώο ακόμα, έπρεπε να θανατωθεί, πόσο μάλλον όλοι εμείς που προσερχόμαστε στην Καινή Διαθήκη, η οποία δεν επικυρώθηκε με αίμα ταύρων και τράγων, αλλά με το τίμιο αίμα του ίδιου του Υιού τού Θεού.
Και ενώ εκείνοι οι παλαιοί Ισραηλίτες, επλησίαζαν στο όρος Σινά, και μάλιστα τελικά δεν μπόρεσαν να πλησιάσουν, διότι λέγει: “και ότε ο λαός είδε ταύτα, φοβηθέντες, εσύρθησαν και εστάθησαν μακρόθεν”, (Έξοδος κ: 18), εσείς οι Χριστιανοί, οι νέοι Ισραηλίτες, (λέγει ο Απόστολος), “προσήλθατε στο όρος Σιών, στην Επουράνια Ιερουσαλήμ, στην πόλη του Θεού του ζώντος”. Τόση είναι η υπεροχή τής Καινής από την Παλαιά Διαθήκη.
Ας διαβάσουμε όμως αυτό το υπέροχο χωρίο, που αποτελεί και μία σύντομη περιγραφή του μεγαλειώδους στόχου τού κάθε Χριστιανού, και που βρίσκεται στην προς Εβραίους επιστολή ιβ: 22 έως 24:
“αλλά προσήλθετε εις όρος Σιών και εις πόλιν Θεού ζώντος, την επουράνιον Ιερουσαλήμ, και εις μυριάδας αγγέλων, εις πανήγυριν και εκκλησίαν πρωτοτόκων καταγεγραμμένων εν τοις ουρανοίς, και εις Θεόν κριτήν πάντων, και εις πνεύματα δικαίων οίτινες έλαβον την τελειότητα, και εις νέας διαθήκης μεσίτην Ιησούν, και εις αίμα καθαρισμού το οποίον λαλεί καλύτερα παρά το του Άβελ.”
Παρατηρούμε λοιπόν την αντιδιαστολή που κάνει ο Απόστολος μεταξύ των δύο διαθηκών: της Παλαιάς και της Νέας. Τών συνθηκών τής καθεμιάς και τών επαγγελιών τους. Λέγει λοιπόν στον στίχο 22, ότι οι Νέοι Ισραηλίτες, δεν μοιάζουν με τους Παλαιούς, τους κατά σάρκα Ισραηλίτες, που προσκλήθηκαν να προσέλθουν στο όρος Σινά, και που τελικά δεν προσήλθαν από φόβο, αλλά προσκλήθηκαν να πλησιάσουν το όρος Σιών.
Η Άγαρ και η Σάρρα ως τύποι τής γης και τού ουρανού
Με αυτή τη φράση ξεκινά ο Απόστολος να δείχνει την υπεροχή της Νέας Διαθήκης έναντι της Παλαιάς.
Αλλά σε ποιο Σιών; Το κατά γράμμα;
Διευκρινίζει ο Απόστολος: “Σιών όρει και πόλη Θεού Ζώντος, Ιερουσαλήμ Επουρανίω”. Οι Χριστιανοί λοιπόν προσέρχονται αντί τού αισθητού και ερήμου όρους Σινά, στο νοητό όρος Σιών, και τη νοητή πόλη Ιερουσαλήμ, που είναι κτισμένη από τον Θεό, δηλαδή σ’ αυτόν τον ουρανό, που δεν είναι πλέον έρημος, αλλά κατοικημένος. Αλλά ας θυμηθούμε ότι εκεί θα βρίσκονται και οι Πατριάρχες, και όλοι οι υπόλοιποι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης. Διότι αυτή ήταν η ελπίδα τους και η προσδοκία τους, και ο Θεός την εξεπλήρωσε.
“Και μυριάσιν αγγέλων, πανήγυριν”, συνεχίζει ο Απόστολος, και λέγει ότι “σεις οι Χριστιανοί, αντί τού λαού τών Εβραίων, έχετε τις μυριάδες των αγγέλων, και αντί τού φόβου που είχαν εκείνοι, εσείς έχετε χαρά και αγαλλίαση, που υποδηλώνεται από την πανήγυρη.
“Και Εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς απογεγραμμένων, και εις Θεόν κριτήν πάντων”.
Εδώ υπενθυμίζει ότι ο Θεός είναι κριτής πάντων, όχι μόνο των απίστων Εβραίων, αλλά και των πιστών, και έτσι τους παροτρύνει να μην τον καταφρονούν.
Ο Θεός που αναφέρεται ότι είναι κριτής πάντων, είναι ο κύριος Ιησούς Χριστός, διότι λέγει: “Ο Πατήρ κρίνει ουδένα. Αλλά την κρίσιν πάσαν δέδωκε τω Υιώ” (Ιωάννου ε: 22).
“Και πνεύμασι δικαίων τετελειωμένων”.
Εδώ εννοεί τις ψυχές εκείνων που ευδοκίμησαν στην αρετή και την πίστη και φάνηκαν τέλειοι κοντά στον Θεό. Αναμένουν δε, την πλήρη τελείωση και την απόλαυση της πλήρους μακαριότητας με την ανάσταση των σωμάτων τους. Με αυτούς, λέγει ο Απόστολος, θα συναριθμηθείτε κι εσείς, αν ίσως και μιμηθείτε την πίστη και αρετή εκείνων.
Βέβαια, σε αυτούς συγκαταλέγονται χωρίς άλλο, και οι προ Χριστού πιστοί και δίκαιοι.
“Και εις Νέας Διαθήκης μεσίτην Ιησούν”.
Εσείς, (λέγει), οι Χριστιανοί, επλησιάσατε, όχι κοντά εις τον δούλον Μωυσή, αλλά κοντά εις τον Ιησούν Χριστόν, τον Κύριον και αφέντη τού Μωυσέως και όλου του κόσμου, ο Οποίος έγινε μεσίτης της Νέας Διαθήκης.
Δύο λοιπόν οι διαθήκες που συνήψε ο Θεός με τον εκάστοτε λαό Του. Όχι περισσότερες. Εκ των οποίων μάλιστα η πρώτη καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την δεύτερη που είναι και η μόνη με πραγματικές και ουσιαστικές επαγγελίες. Σ’ αυτήν καλούνται οι Χριστιανοί. Δεν υπάρχει άλλη κλίση, άλλη πρόσκληση, όπως κηρύττουν εσφαλμένα οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά. Δεν υπάρχει και άλλη σχέση που ο Θεός προτείνει στους ανθρώπους. Δεν υπάρχει άλλο αίμα καθαρισμού, που να επισφραγίζει μια άλλη διαθήκη, για μία άλλη τάξη ανθρώπων, για μια άλλη κατηγορία σωζομένων, δηλαδή Πολύ Όχλο, όπως ισχυρίζονται οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά. Ούτε βεβαίως η Καινή Διαθήκη έπαψε να ισχύει, ή καταργήθηκε, ή έγινε ανενεργή, με το να μη χωράει άλλους, όπως εσφαλμένα κηρύττουν οι αιρετικοί.
Και σ’ αυτήν την μια Διαθήκη, που φέρει τις ουσιαστικές και μόνιμες επαγγελίες, έχουν μέρος και συμμετοχή και οι Προ Χριστού δίκαιοι. Διότι όπως ξεκάθαρα διαπιστώσαμε, αυτή είναι η μόνη που καθαρίζει και αγιάζει πραγματικά, αλλά και σ’ αυτής τις επαγγελίες εκείνοι επίστευσαν.
Αλλά ας δούμε και τη σύγκριση αυτών τών δύο διαθηκών, και με μια διαφορετική προσέγγιση, όπως αναφέρεται από τον απόστολο Παύλο στην προς Γαλάτας επιστολή, κεφάλαιο δ: και στίχους 21 έως 31, όπου διαβάζουμε σχολιάζοντας ταυτόχρονα:
“Είπατέ μοι οι θέλοντες να ήσθε υπό νόμον· τον νόμον δεν ακούετε;
Διότι είναι γεγραμμένον ότι ο Αβραάμ εγέννησε δύο υιούς: ένα εκ της δούλης (δηλαδή τον Ισμαήλ από την Άγαρ), και ένα εκ της ελευθέρας (δηλαδή τον Ισαάκ από τη Σάρρα). Αλλ’ ο μεν εκ της δούλης εγεννήθη κατά σάρκα, (δηλαδή σύμφωνα με τους νόμους τής φύσεως), ο δε εκ της ελευθέρας διά της επαγγελίας· (διότι η Σάρρα και προχωρημένης ηλικίας ήταν, αλλά και εκ νεότητός της στείρα. Αλλά σύμφωνα με την επαγγελία τού Θεού εγέννησε τον Ισαάκ, κατά παράβασιν τών φυσικών νόμων).
Τα οποία είναι κατά αλληγορίαν· (δηλαδή δεν υποδηλώνουν μόνο την ιστορία τών δύο τέκνων τού Αβραάμ, αλλά και κάτι άλλο. Τι δηλαδή;)
Διότι αύται είναι αι δύο διαθήκαι, μία μεν από του όρους Σινά, η γεννώσα προς δουλείαν, ήτις είναι η Άγαρ, διότι το Άγαρ είναι το όρος Σινά εν τη Αραβία, και ταυτίζεται με την σημερινήν Ιερουσαλήμ, είναι δε εις δουλείαν μετά των τέκνων αυτής…”.
Με άλλα λόγια, η δούλη τού Αβραάμ Άγαρ, από την οποία απέκτησε τον Ισμαήλ, συμβολίζει την Παλαιά Διαθήκη, η οποία άλλωστε εδόθη εις το όρος Σινά, που στα Αραβικά ονομάζεται “Άγαρ”, και που παρομοιάζεται επίσης με την κάτω Ιερουσαλήμ. Παρομοιάζει λοιπόν ο Απόστολος την Παλαιά Διαθήκη με την δούλη του Αβραάμ Άγαρ, και λέει ότι “ο νόμος γεννά εις δουλείαν”, ενώ περιελάμβανε αισθητές επαγγελίες, με κορύφωση την κάτω Ιερουσαλήμ.
Μισθός λοιπόν πρόσκαιρος και φθαρτός, και επαγγελίες, τα πρόσκαιρα αγαθά της παρούσης ζωής. Αυτά βεβαίως, όπως επανειλημμένως, είδαμε προηγουμένως, τα αποποιήθηκαν όλοι οι δίκαιοι της προ Χριστού εποχής, είτε ανήκαν στην εποχή του Νόμου, είτε έζησαν νωρίτερα.
Από την άλλη μεριά, ο Απόστολος μας περιγράφει την Νέα Διαθήκη στη συνέχεια:
“Η δε Άνω Ιερουσαλήμ είναι ελευθέρα, ήτις είναι μήτηρ πάντων ημών”.
Αντιδιαστέλλει λοιπόν ο Απόστολος την αισθητή γη τής Επαγγελίας, που την ταυτίζει με την Κάτω Ιερουσαλήμ και με την επαγγελία τής Παλαιάς Διαθήκης, με την Άνω Ιερουσαλήμ, δηλαδή την Επουράνια Ιερουσαλήμ, την πόλη του Θεού του ζώντος η οποία δεν είναι αισθητή, και συνδέεται με την ελευθερία του Χριστού μέσω της Νέας Διαθήκης.
Ενώ λοιπόν όλα ήταν αισθητά και διέπονταν από τους φυσικούς νόμους την Παλαιά Διαθήκη, όλα είναι Πνευματικά, και διέπονται από πνευματικούς νόμους στην Καινή.
Η ανωτερότητα τής Άνω Ιερουσαλήμ
Αν και δεν είναι στο θέμα μας, θα αναφέρουμε επί τροχάδην μερικά:
Εκεί Φυσικός Ισραήλ με φυσική κληρονομικότητα και σαρκική περιτομή. Εδώ Πνευματικός Ισραήλ, με πνευματική κληρονομικότητα, και αχειροποίητο περιτομή της καρδιάς που λαβαίνει αρχή με το βάπτισμα.
Εκεί αισθητή γη της επαγγελίας, αισθητή Σιών και κάτω Ιερουσαλήμ, εδώ πνευματική γη της επαγγελίας επουράνια Σιών και άνω Ιερουσαλήμ.
Εκεί αισθητή Σκηνή και Ναός τού Θεού και θυσίες ζώων, εδώ πνευματική σκηνή του Θεού με τους ανθρώπους, και ναός του Θεού το σώμα των πιστών και θυσία του Χριστού.
Εκεί αισθητό αίμα Ταύρων και Τράγων, και Πασχάλιος Αμνός, εδώ το αίμα και το σώμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, αισθητό, συγκεκαλυμμένο κάτω από τον άρτο και τον οίνο της Θείας Ευχαριστίας.
Εκεί Ιερατείο βασισμένο στη φυσική κληρονομική διαδοχή, εδώ Ιερατείο βασισμένο στην διαδοχή τής Χάρης τών Αποστόλων διά της χειροτονίας.
Ας μη μακρύνουμε άλλο τον κατάλογο των αντιδιαστολών, και ας επιστρέψουμε στην προς Εβραίους επιστολή, στο ιβ κεφάλαιο και στίχο 25:
“Προσέχετε μη καταφρονήσητε τον λαλούντα. Διότι αν εκείνοι δεν απέφυγον, (εννοεί την τιμωρία), καταφρονήσαντες τον λαλούντα προς αυτούς επί της γης, (δηλαδή στο Σινά), πολλώ μάλλον ημείς εάν αποστραφώμεν τον λαλούντα από των ουρανών· (δηλαδή τον Κύριο που αναλήφθηκε και απέστειλε το Άγιο Πνεύμα από τους ουρανούς).
Τού οποίου η φωνή την γην εσάλευσε τότε, τώρα δε υπεσχέθη, λέγων: Έτι άπαξ εγώ σείω ουχί μόνον την γην, αλλά και τον ουρανόν. Το δε έτι άπαξ δηλοί των σαλευομένων την μετάθεσιν ως πεποιημένων, διά να μείνωσι τα μη σαλευόμενα”.
Εδώ ο Απόστολος, για μία ακόμα φορά υπενθυμίζει την υπεροχή των επαγγελιών της Καινής Διαθήκης, και παροτρύνει τους πιστούς λέγοντας ότι ο ουρανός και η γη ως φθαρτά κτίσματα που έλαβαν αρχή, θα σαλευθούν, θα μετατεθούν, θα αφανισθούν.
Δεν θα παραμείνουν αιωνίως λοιπόν ο παρών ουρανός και η γη, όπως ισχυρίζονται οι αιρετικοί, για να είναι κατοικητήριο τών δικαίων τής Παλαιάς Διαθήκης.
Διαπιστώσαμε ότι η Αγία Γραφή τους διαψεύδει ξεκάθαρα και επανειλημμένως. Αντίθετα λέει ότι θα αφανισθούν, και την θέση τους θα λάβουν τα μη σαλευόμενα. Που αν και κατά την φύσιν δεν είναι άναρχα, ωστόσο κατά την Χάριν θα γίνουν άφθαρτα και αθάνατα.
Και βέβαια εδώ πάλι αναφέρεται στην Νέα Ιερουσαλήμ, και στις μυριάδες τών αγγέλων, και στην Εκκλησία τών Πρωτοτόκων, που τα ονόματά τους είναι γραμμένα στους ουρανούς.
Γι’ αυτό και πιο κάτω, στον στίχο ιγ: 14 τους παροτρύνει λέγοντας:
“Διότι δεν έχομεν εδώ πόλιν διαμένουσαν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν”.
Είναι φανερό πως αυτή η μέλλοσα πόλις, είναι η πόλις τού Θεού τού Ζώντος, η Νέα Ιερουσαλήμ, η Επουράνια και όχι η επίγεια.
Αυτή ακριβώς που επιζητούσαν και οι Πατριάρχες, και οι υπόλοιποι δίκαιοι τής Παλαιάς Διαθήκης. Είναι η ίδια που αναφέρεται ως βραβείον για τους νικώντες, στην Αποκάλυψη γ: 12: ” Όστις νικά, θέλω κάμει αυτόν στύλον εν τω ναώ του Θεού μου, και δεν θέλει εξέλθει πλέον έξω, και θέλω γράψει επ’ αυτόν το όνομα του Θεού μου και το όνομα της πόλεως του Θεού μου, της νέας Ιερουσαλήμ, ήτις καταβαίνει εκ του ουρανού από του Θεού μου, και το όνομά μου το νέον”.
Αυτοί που ξεκινούν με το Πνεύμα και καταντούν στη σάρκα
Γι’ αυτή λοιπόν την επουράνια πόλη, όλοι οι άγιοι, ξεκινώντας από αυτούς της Παλαιάς Διαθήκης, δήλωσαν “ξένοι και παρεπίδημοι επί της γης”. Γι’ αυτή την ίδια επουρανία πόλη πρέπει να κάνουμε και εμείς το ίδιο, όπως μας προτρέπει και ο Απόστολος Πέτρος στην Α΄ Πέτρου β: 11:
“Αγαπητοί, σας παρακαλώ ως ξένους και παρεπιδήμους, να απέχητε από των σαρκικών επιθυμιών, αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής.”
Με όλα όσα μέχρι τώρα αναφέραμε, πιστεύουμε πως γίνεται πλέον ξεκάθαρο, ότι η γη της επαγγελίας που μέλλουν να κληρονομήσουν οι πιστοί, και αυτή τής Παλαιάς Διαθήκης αλλά και όλοι όσοι έζησαν και ζουν στους χρόνους της Καινής Διαθήκης, δεν είναι η κατά γράμμα γη που βλέπουμε και ζούμε πάνω της σήμερα, αλλά είναι η επουράνια πόλη του Θεού του ζώντος, η Άνω, ή Νέα Ιερουσαλήμ.
Όλα όσα γνωρίζουμε γι’ αυτήν, είναι συνεσκιασμένα. Διότι η γλώσσα μας, αλλά και αυτή η φαντασία μας, δεν επαρκούν για να την περιγράψουν. Άλλωστε, “κατά μέρος γιγνώσκομεν, και κατά μέρος προφητεύομεν”. Και “τώρα βλέπομεν δια κατόπτρου αινιγματωδώς” (Α΄ Κορινθίους ιγ: 9 και 12).
Ωστόσο, το Άγιο Πνεύμα μας βεβαιώνει διά των αγίων και προφητών, ότι όλα στη Νέα Ιερουσαλήμ θα είναι άφθαρτα και ένδοξα. Σε καμία όμως περίπτωση οι πιστοί δεν πρόκειται να ζήσουν σε κατάσταση φθοράς στον πλανήτη αυτό που βλέπουμε σήμερα, με την μορφή που τον γνωρίζουμε, όπως ισχυρίζονται οι Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Και όσοι από τους ακροατές που μας ακούν έχουν τέτοιες αντιλήψεις, είναι επηρεασμένοι από αυτές, πιστεύουμε ότι έλαβαν αρκετή πληροφορία γύρω από το ζήτημα αυτό ώστε να το απορρίψουν.
Παράλληλα όμως θέλουμε να υπενθυμίσουμε σε αυτούς που επιζητούν αισθητή γη της επαγγελίας και σαρκικές απολαύσεις, τα λόγια του Αποστόλου Παύλου προς τους Γαλάτες, στην προς Γαλάτας επιστολή στίχο γ: 3:
“Τόσον ανόητοι είσθε; αφού ηρχίσατε με το Πνεύμα, τώρα τελειώνετε με την σάρκα;”.
Έτσι λοιπόν και εδώ. Ενώ ξεκίνησε η Χριστιανοσύνη με πνευματικές απαγγελίες, σήμερα μετά από τόσους αιώνες, έρχονται αιρετικοί και να τις μετατρέπουν σε φθαρτές και αισθητές;
Αλλά θα αναφέρουμε αυτό που έλεγε ο Απόστολος γι’ αυτούς που ήταν υποκινητές και προωθούσαν τέτοιες κακοδοξίες:
“Δεικνύουσι ζήλον προς εσάς, ουχί όμως καλόν, αλλά θέλουσι να σας αποκλείσωσι, διά να έχητε σεις ζήλον προς αυτούς”. (Γαλάτας δ: 17).
Απομαγνητοφώνηση: Ν. Μ. από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: “Ορθοδοξία και Αίρεση”, του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του. (Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 25-10-1991). Από την ΟΟΔΕ Ακούστε την από την ΟΟΔΕ και σε ηχητικό Αρχείο MP3