Δρ. ΓΙΑΝΝΗΣ Κ. ΤΣΕΝΤΟΣ
ΘΕΜΕΛΙΟ ΤΟΥ ΝΑΖΙΣΜΟΥ Η ΑΡΝΗΣΗ (Α΄)
Tὸ πρῶτο κιόλας ἄρθρο τοῦ πρώτου τεύχους τοῦ περιοδικοῦ αὐτοῦ, τὸ μακρινὸ ἐκεῖνο 1938, εἶχε τίτλο «Ἡ Ἄρνησις»1.
Ἡ «Ἄρνησις» αὐτή, τὴν ὁποία ἔρχονταν νὰ καταγγείλουν οἱ Ἀκτῖνες, ἦταν ἡ ἄρνηση τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν, ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεό, τὴν ὁποία εἶχε ἐπιλέξει ὡς θεμέλιό της μιὰ ἐποχὴ ὑλισμοῦ, ποὺ ἔβλεπε στὴν Ἐπιστήμη τὴν ἀπόδειξη τοῦ ψεύδους τῆς θρησκείας καὶ τὴν ὑπόσχεση ἑνὸς καλύτερου κόσμου.
Βεβαίως, ὁ ἀγώνας ποὺ ἀναλάμβανε ἡ Χριστιανικὴ Ἕνωση Ἐπιστημόνων μέσα ἀπὸ τὸ περιοδικὸ Ἀκτῖνες δὲν ἦταν ἁπλῶς ἕνας ἀγώνας γκρεμίσματος τῆς Ἄρνησης, ἀλλὰ παράλληλα, ἴσως καὶ πρωτίστως, ἕνας ἀγώνας γιὰ μιὰ ἐκ νέου θεμελίωση πάνω στὶς χριστιανικὲς ἀξίες.
Τὸ μήνυμα ποὺ ἐρχόταν νὰ κομίσει ἡ Χριστιανικὴ Ἕνωση Ἐπιστημόνων βρῆκε πιὸ εὐήκοα ὦτα μετὰ τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δὲν εἶναι τυχαία ἡ ἀπήχηση τῆς περίφημης Διακηρύξεως τῆς Χριστιανικῆς Ἑνώσεως Ἐπιστημόνων. Ὁ κόσμος, ἔχοντας ζήσει τὸν ἐφιάλτη τοῦ πολέμου, μὲ τὰ ἐρείπια ἀκόμη νὰ καπνίζουν γύρω του, ἔνιωθε τὴν ἀνάγκη νὰ κάνει αὐτὸ ποὺ διάβαζε στὸν Πρόλογο κιόλας τῆς Διακηρύξεως: «Νὰ ζητήσῃ νὰ εὕρῃ πέραν ἀπὸ τὰς ἐκβολὰς τὴν πηγήν, κάτω ἀπὸ τοὺς καρπούς, εἰς τὸ βάθος τοῦ ἐδάφους, τὴν ρίζαν. Πέραν ἀπὸ τὸ φοβερὸν φαινόμενον τῆς βαρβαρότητος, ποὺ κατέκλυσε τὴν Εὐρώπην κατὰ τὸν πόλεμον καὶ ἐτυραννοῦσε μὲ ξεχωριστὴν σκληρότητα τὸν τόπον μας, νὰ εὕρῃ τὴν αἰτίαν ποὺ ἔδωκε τὴν εὐκαιρίαν νὰ ἐπικρατήσῃ ἡ βαρβαρότης αὐτὴ μέσα εἰς τὸν πολιτισμόν, μεσοῦντος τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος»2.
Ἡ προεργασία γιὰ τὴ Διακήρυξη εἶχε γίνει ἀπὸ τὰ σκοτεινὰ χρόνια τῆς γερμανικῆς Κατοχῆς, καρπὸς μιᾶς ἀγωνίας ποὺ ὁ κόσμος δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ νιώσει ὡς καὶ δική του ἀγωνία γιὰ τὸ αὔριο: «Ἡ νίκη τῶν συμμάχων εἶχε πλέον ἀρχίσει νὰ ροδίζῃ, καὶ ὁ κατακτητὴς ἀκόμη ἔδειχνε πὼς καὶ ὁ ἴδιος δὲν τὸ ἀγνοοῦσε αὐτό. Θὰ φύγῃ, λοιπόν, ἐφέτος, τοῦ χρόνου, τὸν ἄλλον χρόνον, ὁ κατακτητής. Θὰ τὰ περάσωμεν ὣς τότε ὅπως-ὅπως μὲ τὴν πεῖναν. Θὰ τελειώσῃ κἄποτε ὁ πόλεμος. Ἀλλὰ ἔπειτα; Ἔπειτα θὰ εἶναι… τὸ τέλος ἆρά γε, ἢ μήπως ἡ ἀρχή; Ποιὰ θὰ εἶναι, ἆρά γε, ἡ αὔριον;
Θὰ εἶναι ἐκείνη τὴν ὁποίαν μὲ τόσο χτυποκάρδι περιμένει ὁ ἑλληνικὸς λαός, ἢ μήπως ἡ αὔριον θὰ εἶναι αὐτὴ ποὺ θὰ ἀπογοητεύσῃ; Αὐτὸς ὁ φόβος, ποὺ ἔσφιγγε τὴν καρδιὰ κάθε πνευματικοῦ ἀνθρώπου, ἦτο ἀσυγκρίτως μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν φόβον ποὺ ἐνέπνεεν ἡ σκλαβιά. Ἐδῶ πλέον τὸ ραδιόφωνον δὲν εἶχε τίποτε νὰ πῇ, ἡ προέλασις τῶν συμμαχικῶν στρατιῶν ἔπαιρνε πλέον ἐντελῶς δευτερεύουσαν σπουδαιότητα. Ὁ ἀγὼν ὁ πολεμικὸς ἐκτυποῦσε τὸ κακόν, τὸ ἀποτέλε- σμα.
Τὰ α ἴ τ ι α ὅμως ποὺ ὡδήγησαν εἰς τὸ κακόν, εἰς τὴν ἐπικράτησιν τῆς βαρβάρου χιτλερικῆς κοσμοθεωρίας, εἰς τὸν πόλεμον κατόπιν, τὰ αἴτια αὐτὰ δὲν μποροῦν νὰ κτυπηθοῦν οὔτε μὲ κανόνια, οὔτε μὲ βόμβες. Πνευματικὸν εἶναι τὸ πεδίον ὅπου παίρνουν τὴν γέννησίν των τὰ αἴτια αὐτά, πνευματικὸς ὁ πόλεμος, πνευματικὰ καὶ τὰ ὅπλα ποὺ χρειάζονται, διὰ νὰ κτυπηθῇ ὄχι μόνον ὁ καρπός, ἀλλὰ πρὸ παντὸς ἡ ρίζα, ὄχι μόνον ἡ μπότα ποὺ ἀκούεται αὐτὴν τὴν στιγμὴν εἰς τὸν δρόμον, ἀλλὰ κυρίως ἡ δύναμις ποὺ ἐκίνησε τὴν μπόταν, τὴν βάρβαρον βίαν»3.
Ὡς ρίζα τοῦ κακοῦ, ὡς «ἡ δύναμις ποὺ ἐκίνησε τὴν μπόταν», καταγγελλόταν ἡ Ἄρνηση: «Τώρα καλούμεθα νὰ καμαρώσωμεν τὰ ἐρείπια, καὶ τὰ ἐρείπια αὐτὰ δὲν εἶναι, παρὰ ἡ συνέπεια τοῦ βασικοῦ μας σφάλματος. Ὅτι ὁ νεώτερος πολιτισμός μας ἦτο χωρὶς θεμέλια. Ἢ μᾶλλον, ὁ πολιτισμὸς αὐτὸς εἶχε θεμέλιον ἐπάνω εἰς τὸν ὁποῖον ἐζήτησε νὰ στηριχθῇ.
Θεμέλιόν του εἶχε ἀκριβῶς τὴν ἄρνησιν τοῦ θεμελίου! Ἐνομίσαμεν ὅτι, ἐπειδὴ ὁ οὐρανοξύστης μας εἶχε πολλὰ πατώ- ματα καὶ τεχνικὰς ἐγκαταστάσεις, ποὺ ἦσαν ἡ τελευταία λέξις τῆς ἐπιστήμης, δι’ αὐτὸ δὲν τοῦ χρειάζονται θεμέλια, ἐνῶ ἀκριβῶς δι’ αὐτὸ ἡ θεμελίωσις ἔπρεπε νὰ εἶναι περισσότερον βαθειὰ καὶ ἐπιμελημένη. Αὐτὴν τὴν ἄρνησιν κάθε πνευματικῆς θεμελιώσεως, αὐτὴν ἐθέσαμεν ὡς θεμέλιον, τὴν ἄρνησιν κάθε πνευματικῆς ἀξίας ποὺ διαμορφώνει εἰς ἀληθινὸν ἄνθρωπον τὸ δίπουν αὐτὸ καὶ ἄπτερον ὄν. Τὴν ἄρνησιν τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν, χωρὶς τὰς ὁποίας δὲν ἐφάνη ποτὲ εἰς τὴν ἱστορίαν πολιτισμὸς καὶ οὔτε θὰ φανῇ ποτέ. Καὶ πρῶτα ἀπ’ ὅλα, τὴν ἄρνησιν τοῦ θησαυροῦ ἐκείνου ποὺ κλείνει μέσα του κάθε πνευματικὴν ἀξίαν: Τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἡ ἄρνησις αὐτὴ ἦτο τὸ θεμέλιον τοῦ “μοντέρνου” πολιτι- σμοῦ μας. Καὶ τὸ σημερινὸν κατάντημα ἄλλο δὲν εἶναι παρὰ ἡ ἀναπόφευκτος συνέπεια μιᾶς τέτοιας θεμελιώσεως»4.
Οἱ σπουδαῖοι πνευματικοὶ ἄνδρες ποὺ στελέχωναν τότε τὴ Χριστιανικὴ Ἕνωση Ἐπιστημόνων εἶχαν «πιάσει τὸν παλμὸ τῆς ἐποχῆς» – ἐξ οὗ καὶ ἡ Διακήρυξις προκάλεσε πνευματικὸ σεισμό.
Ὅμως σήμερα πολὺ λογικὰ θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ διερωτηθεῖ: Εἶχαν πράγματι τὰ πράγματα ἔτσι ὅπως τὰ παρουσίαζε ἡ Διακήρυξις; Ἦταν τὰ ἐρείπια ποὺ εἶχε ἀφήσει πίσω του ὁ πόλεμος ὁ καρπὸς καὶ ἡ λογικὴ συνέπεια τῆς Ἄρνησης; Σίγουρα τὸ νὰ τὸ ἰσχυρισθεῖ κανεὶς αὐτὸ ἐξυπηρετοῦσε τό «ἀφήγημα» τῆς Χριστιανικῆς Ἑνώσεως Ἐπιστημόνων.
Ἦταν ὅμως πράγματι ἔτσι; Τὸ ἐρώτημα αὐτὸ θὰ μπορούσαμε νὰ τὸ δοῦμε ἀπὸ πολλὲς πλευρές, ἀλλὰ θὰ ἑστιάσουμε ἐδῶ σὲ μία καὶ μόνο, ἡ ὁποία ὅμως εἶναι ἀπὸ τὶς πρῶτες ποὺ ἔρχεται στὸ μυαλό.
Ὁ ἐφιάλτης τοῦ πολέμου δὲν ἦταν χωρὶς ταὐτότητα: Ὁ Ναζισμὸς ἦταν αὐτὸς ποὺ εἶχε πυροδοτήσει τὸν ἐφιάλτη, ποὺ εἶχε σωριάσει τὸν κόσμο σὲ ἐρείπια, ποὺ εἶχε βυθίσει τὴν ἀνθρωπότητα σὲ μιὰ ἀσύλληπτη φρίκη.
Τὸ ἐρώτημα λοιπὸν εἶναι τὸ ἑξῆς: Πόσο θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Ναζισμὸς ἦταν γνήσιο τέκνο τῆς Ἄρνησης, τῆς ἀποστασίας ἀπὸ τὸν Θεό, τοῦ πολέμου ἐνάντια στὸν Χριστιανισμό; Δὲν δυσκολεύεται κανεὶς νὰ φαντασθεῖ μιὰ εὔλογη ἔνσταση: Μά, θὰ ρωτήσει κανείς –καὶ μὲ τὸ δίκιο του–, ὅταν σήμερα γνωρίζουμε τὸν ἀποτρόπαιο ρατσισμὸ τῶν Ναζί, τὴ φρίκη τῶν στρατοπέδων συγκεντρώσεως, τὴν ἔκταση τῶν ναζιστικῶν θηριωδιῶν, εἶναι σοβαρὸ νὰ ἀναρωτιόμαστε ἂν ὅλα αὐτὰ εἶναι… ἀντιχριστιανικά; Ὅμως ὄχι, δὲν ἐννοοῦμε αὐτό, γιὰ τὸ ὁποῖο βεβαίως δὲν χωράει ἐρώτημα.
Τὸ θέμα δὲν εἶναι ἁπλῶς ἂν ἀπὸ τὸν Ναζισμὸ καὶ ἐν ὀνόματι τοῦ Ναζισμοῦ ἔγιναν πράγματα ἐξόφθαλμα ἀντιχριστιανικά. Πράγματα ἐξόφθαλμα ἀντιχριστιανικὰ ἔχουν γίνει στὴν ἱστορία καὶ ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ ἀρέσκονταν νὰ αὐτοπροσδιορίζονται ὡς χριστιανοί, ἀκόμη καί… ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστιανισμοῦ!
Ὁ Ἀλέξανδρος Τσιριντάνης συνήθιζε νὰ μνημονεύει τὸ παράδειγμα τῶν “dragonnades”, τῶν διωγμῶν ποὺ ὀργάνωσε ὁ Λουδοβῖκος ΙΔ΄ κατὰ τῶν Προτεσταντῶν τῆς Γαλλίας, τῶν Οὑγενότων, μετὰ τὴν ἀνάκληση τοῦ Διατάγματος τῆς Νάντης5: Ὁ Λουδοβῖκος, ὁ ὁποῖος προσφωνεῖτο “Sa Majesté trés Chrétienne” («Ἡ Αὐτοῦ Χριστιανικωτάτη Ἐξοχότης»), βρῆκε πολὺ βολικό, ἀντὶ νὰ ἀγωνισθεῖ νὰ ἀκολουθήσει τὸν ἐπίμοχθο δρόμο τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης καὶ τῆς χριστιανικῆς ἀρετῆς, νά «τακτοποιήσει» τὶς σχέσεις του μὲ τὸν Οὐρανὸ μέσα ἀπὸ ἕνα διωγμὸ κατὰ τῶν αἱρετικῶν, μὲ τὸν ὁποῖο βεβαίως τακτοποιοῦσε παράλληλα καὶ τὶς ὑποθέσεις του στὴ γῆ, γεμίζοντας τὰ ταμεῖά του μὲ τὶς περιουσίες ποὺ κατάσχονταν ἀπὸ τοὺς διωκόμενους Οὑγενότους…
Ἐδῶ ὅμως ἐννοοῦμε κάτι ἄλλο. Τὸ ἐρώτημα δὲν εἶναι ἁπλῶς ἂν ἀπὸ τὸν Ναζισμὸ καὶ ἐν ὀνόματι τοῦ Ναζισμοῦ ἔγιναν πράγματα ἐξόφθαλμα ἀντιχριστιανικά – πρᾶγμα γιὰ τὸ ὁποῖο, ὅπως εἴπαμε, δὲν χωράει ἐρώτημα. Τὸ ἐρώτημα εἶναι ἂν ὁ Ναζισμὸς ἦταν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς θεμελιωμένος πάνω στὴν Ἄρνηση, τὴν ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεό, τὸν πόλεμο κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ ὁδήγησε κατὰ λογικὴ συνέπεια στὴ φρίκη τῶν ναζιστικῶν ἐγκλημάτων.
Ἂν μελετήσει κανεὶς τὴν πλούσια ἱστοριογραφία γύρω ἀπὸ τὸν Ἐθνικοσοσιαλισμὸ τοῦ Χίτλερ καὶ τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εἶναι περισσότερο ἀπὸ βέβαιο ὅτι θὰ ἐκπλαγεῖ, βλέποντας τοὺς πλέον ἔγκριτους ἱστορικούς, τὶς μεγαλύτερες αὐθεντίες ἐπὶ τοῦ θέματος, νὰ βεβαιώνουν ὅτι ὁ πόλεμος κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ δὲν ἦταν ἁπλῶς μιὰ λανθάνουσα τάση, ἀλλὰ καὶ μιὰ βασικὴ προτεραιότητα τοῦ ἐθνικοσοσιαλιστικοῦ καθεστῶτος, μέχρι τοῦ σημείου νὰ βλέπουμε πολλοὺς νὰ ἰσχυρίζονται ὅτι ἀπώτερος σκοπὸς τῶν Ναζὶ ἡγετῶν ἦταν ὁ ἀποχριστιανισμὸς τῆς Γερμανίας καὶ περαιτέρω τῆς Εὐρώπης μετὰ τὸν πόλεμο.
Αὐτὴ ἡ ἐκτίμηση ἔμοιαζε κοινὸς τόπος ἀπὸ πολὺ νωρίς. Στὴν ἔκθεση τοῦ Ἀμερικανικοῦ Γραφείου Στρατηγικῶν Ὑπηρεσιῶν (OSS, προδρόμου τῆς CIA) μὲ ἡμερομηνία 6 Ἰουλίου 1945 ποὺ ὑπογράφει ὁ καθηγητὴς Richard Boney μὲ τίτλο “The Nazi Master Plan: The Persecution of the Christian Churches”, σημειώνεται: «Σημαντικοὶ ἡγέτες τοῦ Ἐθνικοσοσιαλιστικοῦ κόμματος θὰ ἤθελαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν κατάσταση μὲ τὴν πλήρη ἐξάλειψη τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τὴν ἀποκατάσταση στὴ θέση του μιᾶς καθαρὰ φυλετικῆς θρησκείας, κομμένης καὶ ραμμένης, ὥστε νὰ ταιριάζει στὶς ἀνάγκες τῆς ἐθνικοσοσιαλιστικῆς πολιτικῆς»6.
Ὁ Ἀμερικανὸς δημοσιογράφος καὶ πολεμικὸς ἀνταποκριτὴς William L. Shirer, συγγραφέας ἑνὸς ἀπὸ τὰ πιὸ βασικὰ καὶ πολυδιαβασμένα βιβλία πάνω στὸ θέμα, μὲ τίτλο Ἡ ἄνοδος καὶ ἡ πτώση τοῦ Γ΄ Ράιχ. Ἡ ἱστορία τῆς ναζιστικῆς Γερμανίας, ποὺ πρωτοεκδόθηκε τὸ 1960 καὶ ἔχει ἐπανεκδοθεῖ πολλὲς φορὲς ἔκτοτε, γράφει χαρακτηριστικά: «Ὑπὸ τὴν ἡγεσία τῶν Rosenberg, Bormann καὶ Himmler –μὲ τὴν ὑποστήριξη τοῦ Χίτλερ– τὸ ναζιστικὸ καθεστὼς σκόπευε νὰ καταστρέψει τὸν Χριστιανισμὸ στὴ Γερμανία, ἂν μποροῦσε, καὶ νὰ βάλει στὴ θέση του τὸν παλαιὸ παγανισμὸ τῶν πρώιμων φυλετικῶν γερμανικῶν θεῶν καὶ τὸν νεὸ παγανισμὸ τῶν ναζὶ ἐξτρεμιστῶν»7.
Τὴν ἴδια ἐποχή, ὁ Marshall Dill διετύπωνε τὴν ἐκτίμηση: «Δὲν φαίνεται ὑπερβολὴ νὰ ἐπιμείνουμε ὅτι οἱ μεγαλύτερη πρόκληση ποὺ εἶχαν νὰ ἀντιμετωπίσουν οἱ Ναζὶ ἦταν ἡ προσπάθειά τους νὰ ἐξαλείψουν τὸν Χριστιανισμὸ στὴ Γερμανία, ἢ τοὐλάχιστον νὰ τὸν ὑποτάξουν στὴ γενική τους κοσμοθεωρία»8.
Ὁ Βρετανὸς ἱστορικὸς Alan Bullock, ὁ βασικὸς βιογράφος τοῦ Χίτλερ, τοῦ ὁποίου τὸ βιβλίο ἐπέδρασε καταλυτικὰ σὲ κάθε μεταγενέστερη προσπάθεια νὰ σκιαγραφηθεῖ ἡ προσωπικότητα καὶ νὰ μελετηθεῖ ἡ ζωὴ τοῦ ἡγέτη τοῦ Γ΄ Ράιχ, σημειώνει: «Μόλις τελείωνε ὁ πόλεμος, ὁ Χίτλερ ὑποσχέθηκε στὸν ἑαυτό του ὅτι θὰ ξερρίζωνε καὶ θὰ κατέστρεφε τὴν ἐπιρροὴ τῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν»9.
Ἀλλὰ καὶ ὁ πιὸ σύγχρονος βιογράφος τοῦ Χίτλερ, ὁ ἐπίσης Βρετανὸς ἱστορικὸς Sir Ian Kershaw, ὁ ὁποῖος μελετᾷ τὴν κοινωνικὴ ἱστορία τῆς Γερμανίας τὸν 20ὸ αἰῶνα καὶ θεωρεῖται μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες αὐθεντίες πάνω στὸ πρόσωπο τοῦ Χίτλερ καὶ τὴ ναζιστικὴ Γερμανία, παρατηρεῖ ὅτι οἱ πιὸ ἐπιθετικοὶ ριζοσπάστες στὸν πόλεμο κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Joseph Goebbels καὶ ὁ Martin Bormann, ἔβλεπαν τὴ σύγκρουση μὲ τὶς Ἐκκλησίες ὡς προτεραιότητα, καὶ τὰ ἀντιεκκλησιαστικὰ αἰσθήματα ἦταν ἔντονα στὴν κομματικὴ βάση10.
Ὁ Βρετανὸς συγγραφέας πολλῶν ἱστορικῶν μελετῶν –ἀλλὰ καὶ ἱστορικῶν μυθιστορημάτων– Anton Gill βεβαιώνει ὅτι «οἱ Ναζὶ σχεδίαζαν νὰ ἀποχριστιανίσουν τὴ Γερμανία μετὰ τὴν τελικὴ νίκη»11.
Ὁ Ἀμερικανὸς Joseph W. Bendersky, εἰδικὸς σὲ θέματα ποὺ ἀφοροῦν τὴ γερμανικὴ ἱστορία, τὸν ἀντισημιτισμὸ καὶ τὸ Ὁλοκαύτωμα, συμφωνεῖ καί… ἐπαυξάνει, καθὼς δὲν περιορίζει τὴν ἐμβέλεια τοῦ προωθούμενου ἀπὸ τοὺς Ναζὶ ἀπο- χριστιανισμοῦ μόνο στὴ Γερμανία, ἀλλὰ τὸν ἐπεκτείνει σὲ ὅλη τὴν Εὐρώπη: «Συνεπῶς, ὁ ἀπώτερος στόχος τοῦ Χίτλερ ἦταν νὰ ἐξαλείψει τὶς Ἐκκλησίες, μόλις θὰ εἶχε ἑδραιώσει τὸν ἔλεγχο ἐπὶ τῆς Εὐρωπαϊκῆς του αὐτοκρατορίας»12.
Ἀλλὰ καὶ ὁ Βρετανὸς καθηγητὴς Σύγχρονης Ἱστορίας, εἰδικὸς σὲ θέματα ποὺ ἀφοροῦν τὸ φαινόμενο τοῦ φασισμοῦ, δὲν διστάζει νὰ γράψει ἀπερίφραστα: «Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι μακροπρόθεσμα οἱ ἡγέτες τῶν Ναζί, ὅπως ὁ Χίτλερ καὶ ὁ Χίμμλερ, σκόπευαν νὰ ἐξαλείψουν τὸν Χριστιανισμὸ ἐξίσου ἀνελέητα μὲ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἀντίπαλη ἰδεολογία, ἀκόμα καὶ ἂν βραχυπρόθεσμα ἔπρεπε νὰ ἀρκεσθοῦν σὲ ἕναν συμβιβασμὸ μὲ αὐτόν»13.
Ὅταν διαβάζει κανεὶς ὅλα τὰ παραπάνω, γραμμένα ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους εἰδικοὺς ἐπὶ τοῦ θέματος τοῦ Ναζισμοῦ, ἀντιλαμβάνεται ὅτι δὲν ἔχουμε νὰ κάνουμε ἁπλῶς μὲ ἕνα βολικό «ἀφήγημα» τῆς Χριστιανικῆς Ἑνώσεως Ἐπιστημόνων. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἔγκριτοι ἱστορικοί, οἱ μεγαλύτερες αὐθεντίες ἐπὶ τοῦ θέματος, δὲν μπορεῖ, … κάτι παραπάνω θὰ ξέρουν, γιὰ νὰ τὰ γράφουν αὐτά. Ἄν, τώρα, μπεῖ κανεὶς στὴ διαδικασία νὰ μελετήσει ὁ ἴδιος τὸ θέμα, νὰ ἐξετάσει τί φρονοῦσαν καὶ τί ἔπραξαν ἐν προκειμένῳ οἱ ἡγέτες τοῦ Ναζισμοῦ, συμεριλαμβανομένου τοῦ ἴδιου τοῦ Χίτλερ, εἶναι περισσότερο ἀπὸ βέβαιο ὅτι θὰ νιώσει ὅτι ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἔγκριτοι ἱστορικοὶ δὲν λένε πολλά· λένε λίγα! Ἀκολούθως, λοιπόν, θὰ δοῦμε πῶς ἀντιμετώπιζαν τὸν Χριστιανισμὸ οἱ κορυφαῖοι ἡγέτες τοῦ Ναζισμοῦ, συμπεριλαμβανομένου τοῦ ἴδιου τοῦ Χίτλερ.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ὁρκισμένους ἐχθροὺς τοῦ Χριστιανισμοῦ ἦταν ὁ Heinrich Himmler (1900- 1945), ὁ ἀρχηγὸς τῶν SS, ὁ ἀρχιτέκτονας τοῦ Ὁλοκαυτώματος καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἰσχυροὺς ἄνδρες στὸ Γ΄ Ράιχ. Ὅπως σημειώνει ὁ βιογράφος του Peter Longerich (ὁ Γερμανὸς ἱστορικὸς ποὺ θεωρεῖται ὡς μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες αὐθεντίες σὲ θέματα σχετικὰ μὲ τὸ Ὁλοκαύτωμα), ὁ Himmler ἀποστρεφόταν τὴ χριστιανικὴ σεξουαλικὴ ἠθικὴ καὶ τήν «ἀρχὴ τῆς χριστιανικῆς ἐλεημοσύνης», τὰ ὁποῖα ἔβλεπε ὡς σημαντικὸ ἐμπόδιο στὴ μάχη μὲ τούς «ὑπανθρώπους»14. Ὡς κύριο ἔργο τῶν SS ἔβλεπε τό «νὰ ἐνεργοῦν ὡς ἡ αἰχμὴ τοῦ δόρατος στὴν προσπάθεια γιὰ τὴν ὑπέρβαση τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τὴν ἀποκατάσταση ἑνὸς “γερμανικοῦ” τρόπου ζωῆς», προκειμένου νὰ προετοιμασθοῦν γιὰ τὴν ἐπερχόμενη σύγκρουση μεταξύ «ἀνθρώπων καὶ ὑπανθρώπων»15.
Σημειώνει μάλιστα ὁ Longerich ὅτι, ἐνῷ τὸ ναζιστικὸ κίνημα στὸ σύνολό του στρεφόταν κατὰ τῶν Ἑβραίων καὶ τῶν Κομμουνιστῶν, «ὁ Himmler, συνδέοντας τὸν ἀποχριστιανισμὸ μὲ τὴν ἐπαναγερμανοποίηση, εἶχε δώσει στὰ SS ἕνα στό- χο καὶ σκοπὸ ἐντελῶς δικό τους»16.
Τίποτα ὅμως δὲν εἶναι πιὸ χαρακτηριστικὸ ἀπὸ τὰ ὅσα ἔγραψε ὁ ἴδιος ὁ Himmler τὸ 1937: «Ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχὴ τῆς ἀπόλυτης σύγκρουσης μὲ τὸν Χριστιανισμό. Εἶναι μέρος τῆς ἀποστολῆς τῶν SS νὰ δώσουν στὸν γερμανικὸ λαὸ τὸν ἑπόμενο μισὸ αἰῶνα τὰ μὴ χριστιανικὰ ἰδεολογικὰ θεμέλια πάνω στὰ ὁποῖα αὐτὸς θὰ ζήσει καὶ θὰ διαμορφώσει τὴ ζωή του. Αὐτὸ τὸ καθῆκον δὲν συνίσταται ἀποκλειστικὰ στὴν ὑπέρβαση ἑνὸς ἰδεολογικοῦ ἀντιπάλου, ἀλλὰ πρέπει νὰ συνοδεύεται σὲ κάθε βῆμα ἀπὸ μιὰ θετικὴ ὤθηση: στὴ συγκεκριμένη περίπτωση, αὐτὸ σημαίνει τὴν ἀνασυγκρότηση τῆς γερμανικῆς κληρονομιᾶς μὲ τὴν εὐρύτερη καὶ πιὸ ὁλοκληρωμένη ἔννοια»17.
Ὅλα τὰ παραπάνω εἶναι τόσο εὔγλωττα, ὥστε νομίζουμε ὅτι μποροῦμε νὰ τὰ ἀφήσουμε χωρὶς σχόλια.
* * *
Σφοδρὸς πολέμιος τοῦ Χριστιανισμοῦ ἦταν καὶ ὁ περιώνυμος ὑπουργὸς Προπαγάνδας, ὁ Joseph Goebbels (1897-1945), ὁ ὁποῖος θεωροῦσε ὅτι ὑπάρχει «ἀγεφύρωτο χάσμα» ἀνάμεσα στὴ χριστιανικὴ καὶ τὴν ἡρωική-γερμανικὴ κοσμοθεωρία18. Ὁ Goebbels ἔθεσε τὸν μηχανισμὸ προπαγάνδας τοῦ Γ΄ Ράιχ στὴν ὑπηρεσία τοῦ πολέμου κατὰ τῆς Ἐκκλησίας (Kirchenkampf)19. Τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1937 δήλωσε ὅτι ἐπιθυμοῦσε νὰ ἐξαλείψει τὴν Προτεσταντικὴ Ἐκκλησία20, καὶ λίγο ἀργότερα, μετὰ ἀπὸ τὴ ἀντιναζιστικὴ ἐγκύκλιο τοῦ Πάπα Πίου ΙΑ΄ »Mit brennender Sorge«, σὲ ὁμιλία του ἐνώπιον 20.000 μελῶν τοῦ κόμματος, ἡ ὁποία μεταδόθηκε καὶ ἀπὸ τὸ ραδιόφωνο, ἐπιτέθηκε ἐνάντια στὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία, χαρακτηρίζοντάς την ὡς ἠθικὰ διεφθαρμένη.
Ἐνῷ ὅμως ὁ Goebbels ἐμφανίζει ἐνδιαφέρον καὶ καθ’ ἑαυτόν, ἀκόμη μεγαλύτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν τὰ ὅσα σημειώνει στὸ Ἡμερολόγιό του γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἔβλεπε τὸν Χριστιανισμὸ ὁ ἴδιος ὁ Χίτλερ. Ἀλλὰ σὲ αὐτὸ τὸ θέμα, τὸ περισσότερο ἀποκαλυπτικὸ ἀπ’ ὅλα ὅσα ἔχουμε γράψει μέχρι τώρα, θὰ ἔλθουμε παρακάτω.
* * *
Ὁ Γραμματέας τοῦ Χίτλερ Martin Bormann (1900-1945), μία ἀπὸ τὶς πιὸ σκοτεινὲς μορφὲς τοῦ καθεστῶτος μὲ τεράστια ἐξουσία, περιγράφεται ἀπὸ τὸν Βρετανὸ ἱστορικὸ Richard Overy ὡς ἄθεος21. Ὁ Bormann ἦταν σφοδρὸς πολέμιος τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους ὑποστηρικτὲς τοῦ διωγμοῦ κατὰ τῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν22, φθάνοντας μέχρι τοῦ σημείου νὰ δηλώσει δημόσια τὸ 1941 ὅτι «ὁ Ἐθνικοσοσιαλισμὸς καὶ ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἀσυμβίβαστοι»23. Τὸ 1938 ἀποφάσισε καὶ ὅρισε ὅτι ὅποιο μέλος τοῦ κόμματος σκεπτόταν νὰ μπεῖ στὸν κλῆρο ἔπρεπε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν κομματικὴ ἰδιότητα24.
Αὐτὸς ἦταν ποὺ περιόρισε τὴ θρησκευτική διδασκαλία στὰ δημόσια σχολεῖα στὶς δύο ὧρες καὶ διέταξε τὴν ἀφαίρεση τῶν σταυρῶν ἀπὸ τὶς τάξεις25.
Κατὰ τὸν John Conway, ὁ Bormann θεωροῦσε ὅτι ὁ Ἐθνικοσοσιαλισμὸς βασιζόταν σὲ μιὰ πιό «ἐπιστημονική» κο- σμοθεωρία καὶ ἦταν ἐντελῶς ἀσυμβίβαστος μὲ τὸν Χριστιανισμό26. Ὁ Bormann ἦταν ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ θεωροῦσαν ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς δὲν θὰ εἶχε καμμία θέση σὲ μιὰ ἀληθινὰ ἐθνικοσοσιαλιστικὴ Γερμανία. Χαρακτηριστικὸ μάλιστα εἶναι τὸ ἑξῆς: Ὁ ὑπουργὸς τῶν Ἐξοπλισμῶν Albert Speer, ὁ ἀρχιτέκτονας ποὺ ἔκανε τὰ σχέδια γιὰ τὴ μετατροπὴ τοῦ Βερολίνου σὲ παγκόσμια πρωτεύουσα μὲ τὴν ὀνομασία Germania (»Welthauptstadt Germania«, ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ μεγαλεπήβολα σχέδια τοῦ ναζιστικοῦ καθεστῶτος, ποὺ εἶχε συνεπάρει τὸν Χίτλερ), σημειώνει στὰ Ἀπομνημονεύματά του ὅτι, ὅταν σχεδίαζε τὴ νέα αὐτὴ παγκόσμια πρωτεύουσα, τοῦ ὑποδείχθηκε ἀπὸ τὸν Bormann ὅτι σὲ αὐτὴ δὲν θὰ παραχωροῦνταν στὶς Ἐκκλησίες χῶροι γιὰ τὴν ἀνέγερση ναῶν27.
Σύμφωνα μὲ τὸν Albert Speer, ὁ Bormann ἦταν ἡ «κινητήρια δύναμη» πίσω ἀπὸ τὸν πόλεμο τοῦ καθεστῶτος ἐνάντια στὴν Ἐκκλησία, ἐνῷ ὁ Χίτλερ δίσταζε, ὄχι γιατὶ διαφωνοῦσε κατ’ ἀρχήν, ἀλλὰ γιατὶ ἐπιθυμοῦσε νὰ ἀναβάλει τὴ σύγκρουσή του μὲ τὴν Ἐκκλησία γιὰ πιὸ εὐνοϊκὲς περιστάσεις στὸ μέλλον – ἔλεγε μάλιστα: «Ὅταν τακτοποιήσω τὰ ἄλλα μου προβλήματα, τότε θὰ κάνω τὸ ξεκαθάρισμά μου μὲ τὴν Ἐκκλησία»28. Ἀλλά, ὅπως ἐξηγεῖ πάλι ὁ Albert Speer29, ὁ Bormann δὲν συμφωνοῦσε μὲ αὐτὴ τὴν ἀναβολὴ καὶ τόν «τσιγκλοῦσε» συνεχῶς, ἔχοντας ἀναπτύξει γι’ αὐτὸ μιὰ εἰδικὴ τεχνική: Στὰ γεύματα μὲ τὸν Χίτλερ ἔβαζε ἕνα ἀπὸ τὰ μέλη τῆς συντροφιᾶς νὰ τὸν ἐνημερώνει, δῆθεν κατ’ ἰδίαν, γιὰ κάποιο προκλητικὸ κήρυγμα ποὺ εἶχε κάνει κάποιος πάστορας ἢ κάποιος ἐπίσκοπος, μέχρι ποὺ τραβοῦσε τὴν προσοχὴ τοῦ Χίτλερ, ὁ ὁποῖος ζητοῦσε νὰ μάθει λεπτομέρειες. Ὁ Bormann τότε ἔλεγε πὼς εἶχε συμβεῖ κάτι δυσάρεστο, καὶ δὲν ἤθελε νὰ ἐνοχλήσει τὸν Χίτλερ μὲ αὐτὸ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ γεύματος.
Ὁ Χίτλερ ἐπέμενε, καὶ ὁ Bormann προσποιεῖτο τὸν ἀπρόθυμο, ποὺ τοῦ ἐκμαίευαν τὴν πληροφορία. Ὅπως σημειώνει ὁ Speer, οὔτε τὰ θυμωμένα βλέμματα τῶν ἄλλων συνδαιτυμόνων οὔτε τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ πρόσωπο τοῦ Χίτλερ ἄρχιζε σιγὰ σιγὰ νὰ κοκκινίζει ἀπὸ τὴν ὀργὴ τὸν πτοοῦσαν. Κάποια στιγμή, ἔβγαζε τελικὰ ἀπὸ τὴν τσέπη του ἕνα ἔγγραφο καὶ ἄρχιζε νὰ διαβάζει ἀποσπάσματα ἀπὸ ἕνα προκλητικὸ κήρυγμα ἱερέα ἢ μιὰ ἀντιναζιστικὴ ποιμαντικὴ ἐπιστολή, μέχρι ποὺ ὁ Χίτλερ ἄρχιζε νὰ κτυπάει νευρικὰ τὰ δάκτυλά του (πρᾶγμα ποὺ ἦταν ἀσφαλὴς ἔνδειξη τῆς ὀργῆς του), ἔσπρωχνε μακριὰ τὸ φαγητό του καὶ ὁρκιζόταν νὰ πάρει ἐκδίκηση.
Ὅπως εἶναι φανερό, πρακτικὰ ὁ Speer ἐμφανίζει τὸν Bormann ὡς τὸν βασικὸ ὑποκινητὴ τοῦ μένους τοῦ Χίτλερ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας.
* * *
Ὁ κύριος ἐκφραστὴς τοῦ ἰδεολογικοῦ πολέμου τοῦ Ναζισμοῦ κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ ἦταν ὁ Alfred Rosenberg (1893-1946), ὁ «ἰδεολόγος» τοῦ Ναζισμοῦ, βασικὸς διαμορφωτὴς τῆς ἐθνικοσοσιαλιστικῆς ἰδεολογίας, διορισμένος ἄλλωστε ἀπὸ τὸν Χίτλερ τὸ 1934 ὡς ὑπεύθυνος τῶν πολιτιστικῶν καὶ ἐκπαιδευτικῶν θεμάτων. Ὁ Rosenberg, ἂν καὶ εἶχε μεγαλώσει σὲ προτεσταντικὴ οἰκογένεια, ἀπέρριπτε τὸν Χριστιανισμὸ γιὰ τὴν καθολικότητά του (μιὰ θρησκεία ποὺ ἀγκάλιαζε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀνεξαρτήτως φυλῆς, δὲν ταίριαζε μὲ τὸν ρατσισμό του), καθὼς καὶ γιὰ τὴ διδασκαλία του γιὰ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα (κατ’ αὐτὸν οἱ Γερμανοὶ εἰδικὰ εἶχαν γεννηθεῖ εὐγενεῖς καὶ δὲν βαρύνονταν ἀπὸ κανένα προπατορικὸ ἁμάρτημα) καὶ τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς30. Ἔφθανε μάλιστα μέχρι τοῦ σημείου νὰ λέει ὅτι, «πραγματικά, ἡ υἱοθέτηση τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀποδυναμώνει ἕνα λαό»31.
Τὸ βιβλίο τοῦ Rosenberg Ὁ μῦθος τοῦ 20οῦ αἰῶνα32 ἀποτέλεσε ἀπὸ μιὰ ἄποψη τὴν ἰδεολογικὴ βίβλο τοῦ Ἐθνικοσοσι- αλισμοῦ, τόσο σὲ ὅ,τι ἀφορᾷ τὸν ἀντισημιτισμό, ὅσο καὶ σὲ ὅ,τι ἀφορᾷ τὸν ἀντιχριστιανισμό. Κατὰ τὸν Rosenberg, ὁ Χριστιανισμὸς ἦταν ἀρχικὰ μιὰ Ἀρία θρησκεία μὲ ἔντονο τὸ ἀντιεβραϊκὸ στοιχεῖο, ἀλλὰ διαστρεβλώθηκε ἀπὸ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Παύλου ἀπὸ τὴν Ταρσό, ἐνῷ πολὺ πιὸ κοντὰ στὸν αὐθεντικὸ Χριστιανισμὸ βρίσκονταν ἡ διδασκαλία τοῦ αἱρετικοῦ Μαρκίωνα καὶ ὁ ἰρανικὸς μανιχαϊσμός. Ἡ ἰουδαϊκὴ ἐκδοχὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς κύριους παράγοντες τῆς ὑποδούλωσης τῆς Γερμανίας. Ὅπως τὸ διατυπώνει ὁ βασικὸς βιογράφος τοῦ Rosenberg, ὁ Βρετανὸς ἱστορικὸς Robert Cecil, ὁ Rosenberg ἦταν ὑπέρμαχος μιᾶς «θρησκείας τοῦ αἵματος», βασισμένης στὸ ἔμφυτο ἔνστικτο τῆς ἀρίας φυλῆς νὰ ὑπερασπίζεται τὸν εὐγενῆ χαρακτῆρά της ἐνάντια στὸν φυλετικὸ καὶ πολιτιστικὸ ἐκφυλισμό33.
Πολλὲς φορὲς μπαίνει κανεὶς στὸν πειρασμὸ νὰ διερωτηθεῖ πῶς θὰ ἀντιμετώπιζαν τὸν Χριστιανισμὸ ἄνθρωποι μὲ τέτοια μυαλά, ἂν εἶχε συμβεῖ ἡ Γερμανία νὰ ἐπικρατήσει στὸν πόλεμο. Λοιπόν, δὲν χρειάζεται νὰ καταφεύγουμε σὲ εἰκασίες.
Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ὁ Rosenberg ἐπεξεργάσθηκε ἕνα πρόγραμμα τριάντα «σημείων», τὸ ὁποῖο περιέγραφε τὸ μέλλον τῆς θρησκείας στὴ Γερμανία, ὅπως τὸ φαντάζονταν οἱ Ναζί. Ὅταν τὸ διαβάζει κανείς, νιώθει ὅτι εἶναι μόνον εὐφημισμὸς αὐτὸ ποὺ γράφει ὁ Steigmann-Gall, ὅτι ἡ μελέτη τῶν δημόσιων ὁμιλιῶν καὶ τῶν κειμένων τοῦ Ναζιστικοῦ κόμματος δίνει μιὰ εἰκόνα γιὰ τίς «ἀσυγκράτητες» (“untempered”) ἰδέες τῶν Ναζί34.
Τὰ πιὸ χαρακτηριστικὰ ἀπὸ τά «σημεῖα» τοῦ Rosenberg εἶναι τὰ ἑξῆς:
1 Ἡ Ἐθνικὴ Ἐκκλησία τοῦ Ράιχ διεκδικεῖ τὴν ἀποκλειστικὴ δικαιοδοσία καὶ τὸν ἀποκλειστικὸ ἔλεγχο πάνω σὲ ὅλες τὶς Ἐκκλησίες ἐντὸς τῶν συνόρων τοῦ Ράιχ. Ἀνακηρύσσει αὐτὲς ἐθνικὲς Ἐκκλησίες τοῦ Γερμανικοῦ Ράιχ.
5 Ἡ Ἐθνικὴ Ἐκκλησία εἶναι ἀποφασισμένη νὰ ἐξαλείψει ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα τὶς ξένες χριστιανικὲς θρησκεῖες ποὺ εἰσήχθησαν στὴ Γερμανία τὸ μαῦρο ἔτος 800.
7 Ἡ Ἐθνικὴ Ἐκκλησία δὲν ἔχει γραμματεῖς, πάστορες, ἐφημερίους ἢ ἱερεῖς, ἀλλὰ στοὺς ναοὺς θὰ μιλοῦν ρήτορες τοῦ Ἐθνικοῦ Ράιχ.
13 Ἡ Ἐθνικὴ Ἐκκλησία ἀπαιτεῖ τὴν ἄμεση διακοπὴ τῆς ἔκδοσης καὶ τῆς διάδοσης τῆς Βίβλου στὴ Γερμανία.
1 Ἡ Ἐθνικὴ Ἐκκλησία διακηρύσσει ὅτι σὲ αὐτήν, καὶ κατὰ συνέπεια στὸ γερμανικὸ ἔθνος, ἀποφασίσθηκε ὅτι τὸ βιβλίο τοῦ Φύρερ Ὁ Ἀγών μου (Mein Kampf) εἶναι τὸ σπουδαιότερο ἀπὸ ὅλα τὰ κείμενα. Δὲν περιέχει μόνο τὶς σπουδαιότερες σκέψεις, ἀλλὰ καὶ ἐνσωματώνει τὴν πιὸ ἁγνὴ καὶ ἀληθινὴ ἠθικὴ γιὰ τὴν παροῦσα καὶ τὴ μελλοντικὴ ζωὴ τοῦ ἔθνους μας.
18 Ἡ Ἐθνικὴ Ἐκκλησία θὰ ἀπομακρύνει ἀπὸ τὰ ἱερά της ὅλους τοὺς Ἐσταυρωμένους, τὶς Βίβλους καὶ τὶς εἰκόνες τῶν Ἁγίων.
19 Στὴν Ἁγία Τράπεζα δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει τίποτε ἄλλο, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ βιβλίο Ὁ Ἀγών μου (τὸ πιὸ ἱερὸ βιβλίο γιὰ τὸ γερμανικὸ ἔθνος, καὶ συνεπῶς γιὰ τὸν Θεό) καὶ ἕνα ξίφος στὰ ἀριστερὰ τῆς Ἁγίας Τράπεζας.
30 Τὴν ἡμέρα τῆς ἵδρυσής της (τῆς Ἐθνικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Ράιχ), ὁ χριστιανικὸς σταυρὸς θὰ ἀφαιρεθεῖ ἀπὸ ὅλους τοὺς ναούς, τοὺς καθεδρικοὺς καὶ τὰ παρεκκλήσια, καὶ θὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸ μόνο ἀκαταμάχητο σύμβολο, τὴ σβάστικα35.
Ὅταν διαβάζει κανεὶς αὐτὰ τὰ ἀνατριχιαστικά, ἀντιλαμβάνεται ὅτι δὲν εἶναι καθόλου ὑπερβολὴ αὐτὸ ποὺ σημειώσαμε παραπάνω καὶ τονίζουν τόσοι καὶ τόσοι ἔγκριτοι ἱστορικοί, ὅτι ἀπώτερος στόχος τοῦ Ναζισμοῦ ἦταν ἡ ἀποχριστιανοποίηση τῆς Γερμανίας.
* * *
Γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἀντιμετώπιζε τὸν Χριστιανισμὸ ὁ ἴδιος ὁ Χίτλερ, δὲν ὑπάρχουν πολλὲς ἀποκλίσεις μεταξὺ τῶν ἱστορικῶν. Ὁ Χίτλερ περιγράφεται ἀπὸ τὸν βιογράφο του Alan Bullock ὡς «ὀρθολογιστής» καί «ὑλιστής», ποὺ δὲν κατανοοῦσε καθόλου τὴν πνευματικὴ πλευρὰ τῆς ἀνθρωπότητας36. Κατὰ τὸν Γερμανὸ ἱστορικὸ Max Domarus, τὸν Γερμανὸ ἱστορικὸ ποὺ συγκέντρωσε καὶ ἐξέδωσε σὲ τέσσερις τόμους τοὺς λόγους τοῦ Χίτλερ37, ὁ Χίτλερ «δὲν ἦταν χριστιανὸς μὲ ὁποιαδήποτε ἀποδεκτὴ ἔννοια αὐτῆς τῆς λέξης»38. Κατὰ τὸν Derek Hastings, «δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὁ Χίτλερ ἦταν ἕνας σφοδρὸς πολέμιος τοῦ Χριστιανισμοῦ καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ Γ΄ Ράιχ»39.
Ὁ Αὐστραλὸς ἱστορικὸς καὶ ἀκαδημαϊκὸς Geoffrey Blainey εἶναι πιὸ ἀναλυτικός, γράφοντας χαρακτηριστικὰ ὅτι «κατὰ τὴ γνώμη τοῦ Χίτλερ εἶναι κανεὶς ἢ χριστιανὸς ἢ Γερμανός. Τὸ νὰ εἶναι καὶ τὰ δύο ἦταν ἀδύνατον. Ὁ ἴδιος ὁ Ναζισμὸς ἦταν μιὰ θρησκεία, μιὰ παγανιστικὴ θρησκεία, καὶ ὁ Χίτλερ ἦταν ὁ Μέγας Ἀρχιερέας της. (…) Ἡ Ἁγία Τράπεζά της ἡ ἴδια ἡ Γερμανία καὶ ὁ γερμανικὸς λαός, τὸ ἔδαφος καὶ τὰ δάση καὶ ἡ γλῶσσα καὶ οἱ παραδόσεις του»40.
Ξεκάθαροι εἶναι ἐπὶ τοῦ θέματος καὶ ὅσοι εἶχαν τὴν εὐκαιρία νὰ γνωρίσουν τὸν Χίτλερ ἀπὸ κοντά. Ἕνα τέτοιο παράδειγμα εἶναι ὁ Γερμανὸς πολιτικὸς Otto Strasser (1897-1974), ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἐξέχων μέλος τοῦ Ἐθνικοσοσιαλιστικοῦ κόμματος τοῦ Χίτλερ τὴ δεκαετία τοῦ 1920, ἀλλὰ κατόπιν διαφοροποιήθηκε, προσπάθησε νὰ συγκροτήσει μιὰ ἐσωκομματικὴ ἀντιπολίτευση, ἀλλὰ ἀπέτυχε νὰ τὰ βάλει μὲ τὸν Χίτλερ, καὶ τελικὰ πέρασε στὴν ἐξορία ὅλα τὰ χρόνια τῆς κυριαρχίας τοῦ Ναζισμοῦ στὴ Γερμανία, χαρακτηριζόμενος μάλιστα ἀπὸ τὸν Goebbels ὡς «ὑπ’ ἀριθμὸν ἕνα δημόσιος κίνδυνος». Ὁ Strasser ἀπογοητεύθηκε ἀπὸ τὶς θρησκευτικὲς ἀπόψεις τοῦ Χίτλερ, καὶ στὸ βιβλίο ποὺ ἐξέδωσε τὸ 1940 μὲ τὸν τίτλο Ὁ Χίτλερ κι ἐγώ ἐξηγεῖ τὸν λόγο: «Εἴμαστε χριστιανοί. Χωρὶς τὸν Χριστιανισμὸ ἡ Εὐρώπη εἶναι χαμένη. Ὁ Χίτλερ εἶναι ἄθεος»41.
Σημαντικὴ πηγὴ γιὰ τὴν ἔναντι τοῦ Χριστιανισμοῦ στάση τοῦ Χίτλερ εἶναι καὶ οἱ ἐκτιμήσεις ποὺ καταγράφονται ἀπὸ μέλη τοῦ στενοῦ του περιβάλλοντος. Τὰ Ἡμερολόγια τοῦ Goebbels, οἱ ἡμερολογιακὲς σημειώσεις ποὺ κρατοῦσε ὁ περιώνυμος ὑπουργὸς Προπαγάνδας καὶ στενὸς συνεργάτης τοῦ Χίτλερ Joseph Goebbels, ἐκδεδομένα στὸ σύνολό τους στὰ γερμανικὰ σέ… 29 τόμους42 καὶ ἀποσπασματικὰ σὲ ἀγγλικὴ μετάφραση, ἀποκαλύπτουν ὅτι ὁ Χίτλερ ἔτρεφε βαθὺ μῖσος γιὰ τὸν Χριστιανισμό.
Σὲ σημείωσή του μὲ ἡμερομηνία 29 Δεκεμβρίου 1939 ὁ Goebbels ἔγραφε: «Ὁ Φύρερ εἶναι βαθιὰ θρησκευόμενος, ἂν καὶ βαθιὰ ἀντιχριστιανός. Βλέπει τὸν Χριστιανισμὸ ὡς σύμπτωμα παρακμῆς. Καὶ πολὺ σωστά. Εἶναι κλάδος τῆς ἑβραϊκῆς φυλῆς»43. Στὶς 8 Ἀπριλίου 1941 ὁ Goebbels σημείωνε γιὰ τὸν Χίτλερ: «Μισεῖ τὸν Χριστιανισμό, γιατὶ αὐτὸς ἔχει σακατέψει ὅ,τι εὐγενὲς ὑπάρχει στὴν ἀνθρωπότητα»44. Στὶς 29 τοῦ ἴδιου μῆνα ὁ Goebbels σημείωσε ὅτι, ἂν καὶ ὁ Χίτλερ ἦταν σφοδρὸς πολέμιος τοῦ Βατικανοῦ καὶ τοῦ Χριστιανισμοῦ, τοῦ ἀπαγόρευε νὰ φύγει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία «γιὰ λόγους τακτικῆς»45.
Αὐτοὶ οἱ «λόγοι τακτικῆς» βάραιναν σημαντικὰ στὴ δημόσια στάση τοῦ Χίτλερ ἔναντι τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ὁ Χίτλερ δὲν μποροῦσε νὰ ἐκδηλώσει δημόσια τὰ ἀντιχριστιανικά του αἰσθήματα, διότι αὐτὸ θὰ τὸν ἔφερνε ἀντιμέτωπο μὲ τὴ συντριπτικὴ πλειοψηφία τοῦ γερμανικοῦ λαοῦ. Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο, εἶναι ἀλήθεια ὅτι στὶς δημόσιες ὁμιλίες του ὁ Χίτλερ ἀπέφευγε συστηματικά, ἔστω καὶ γιὰ λόγους πολιτικῆς σκοπιμότητας, νὰ ἐπιτίθεται κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἐνῷ ἀντίθετα μιλοῦσε συχνὰ γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Πρόνοια. Ἐπίσης, ὁ Χίτλερ, ἀναλογιζόμενος τὸ πολιτικὸ κόστος, ἀμφιταλαντευόταν συχνά ὡς πρὸς τὸν βαθμὸ προτεραιότητας ποὺ ἔπρεπε νὰ δοθεῖ στὸν πόλεμο κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Ὡστόσο, ὅπως σημειώνει χαρακτηριστικὰ ὁ Βρετανὸς ἱστορικὸς Sir Ian Kershaw, «τὰ δικά του ἐμπρηστικὰ σχόλια ἔδιναν στοὺς ἄμεσα ὑφισταμένους του ὅλη τὴν ἄδεια ποὺ χρειάζονταν, γιὰ νὰ ἐντείνουν τὸν πόλεμο κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, πεπεισμένοι ὅτι ἐνεργοῦσαν πρὸς τὴν κατεύθυνση ποὺ ἐπιθυμοῦσε ὁ Χίτλερ»46.
Τὸ πιὸ σημαντικὸ ὅμως εἶναι ὅτι ἡ περίπτωση τοῦ Χίτλερ διαφέρει ἀπὸ τὶς περιπτώσεις τῶν ἄλλων Ναζὶ ἡγετῶν: Γιὰ τοὺς ἄλλους δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίζουμε τί ἔλεγαν πίσω ἀπὸ τὶς κλειστὲς πόρτες, μακριὰ ἀπὸ τὰ μικρόφωνα καὶ τὶς κάμερες· γιὰ τὸν Χίτλερ μποροῦμε, καὶ μάλιστα κατὰ λέξη. Στὸ Ἀρχηγεῖό του ὁ Χίτλερ συνήθιζε νὰ καθηλώνει τοὺς συνδαιτυμόνες καὶ συνεργάτες του μὲ ἐξαντλητικοὺς μονολόγους ἐπὶ παντὸς ἐπιστητοῦ – ἐννοεῖται ὅτι, ὅσο μιλοῦσε, ὅλοι οἱ παρόντες ἦταν ὑποχρεωμένοι νὰ ἀκοῦνε σιωπηλοί. Αὐτοὶ οἱ μονόλογοι τοῦ Χίτλερ καταγράφονταν μὲ θρησκευτικὴ εὐλάβεια ἀπὸ τὸν γραμματέα του Martin Bormann, τὸν Heinrich Heim καὶ τὸν Henry Picker, οἱ ὁποῖοι τοὺς ἔβλεπαν ὡς λόγους σοφίας ποὺ θὰ ἀποτελοῦσαν ἕνα «εὐαγγέλιο» γιὰ τὶς ἑπόμενες γενιές. Οἱ μονόλογοι αὐτοὶ τοῦ Χίτλερ ἐκδόθηκαν μεταπολεμικά (ἐκδεδομένοι μάλιστα ἀπὸ ἕναν ἐξ αὐτῶν ποὺ τοὺς εἶχαν καταγράψει, τὸν δικηγόρο, στενογράφο καὶ συγγραφέα Henry Picker) μὲ τὸν τίτλο Tischgespräche im Führerhauptquartier (Λόγοι Τραπέζης στὸ Ἀρχηγεῖο τοῦ Φύρερ)47, μεταφράσθηκαν στὴ συνέχεια πρῶτα στὴ γαλλικὴ48 καὶ κατόπιν στὴν ἀγγλική49, καὶ εἶναι σημαντικὸ νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ αὐθεντικότητά τους ΔΕΝ ἀμφισβητεῖται.
Σὲ αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς μονολόγους, ὁ Χίτλερ δὲν ἔχανε εὐκαιρία νὰ ξεσπάει κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ὁ Albert Speer μάλιστα σχολιάζει δηκτικὰ ὅτι ὁ Martin Bormann, κινούμενος ἀπὸ τὸ ἀντιχριστιανικό του μένος, «ἔβρισκε τὴ χαρά του» νὰ καταγράφει σχολαστικὰ τὶς σφοδρὲς ἐπιθέσεις τοῦ Χίτλερ ἐνάντια στὴν Ἐκκλησία: «Δὲν ὑπῆρχε σχεδὸν τίποτα ποὺ κατέγραψε μὲ μεγαλύτερη προθυμία ἀπὸ τὰ ὑποτιμητικὰ σχόλια γιὰ τὴν Ἐκκλησία»50. Τὸ βέβαιο πάντως εἶναι ὅτι πρόκειται γιὰ αὐθεντικὰ λόγια τοῦ Χίτλερ.
Ἡ μελέτη τῶν μονολόγων αὐτῶν τοῦ Χίτλερ εἶναι πραγματικὰ ἀποκαλυπτική. Περισσότερο ἀποκαλυπτικὴ ἀπὸ ὁτιδήποτε ἔχουμε δεῖ μέχρις αὐτοῦ τοῦ σημείου. Καὶ ὁδηγεῖ σὲ ἀληθινὰ συγκλονιστικὰ συμπεράσματα. Ἀλλὰ σὲ αὐτὴν θὰ ἀφιερώσουμε τὸ ἑπόμενο, δεύτερο μέρος τῆς μελέτης μας.
Ἤδη ὅμως τὰ ὅσα εἴδαμε σὲ αὐτό, τὸ πρῶτο μέρος τῆς μελέτης μας ἀρκοῦν, γιὰ νὰ καταλήξουμε σὲ ἕνα τοὐλάχιστον ἀσφαλὲς συμπέρασμα: Ἡ ἐνοχοποίηση τῆς Ἄρνησης, τοῦ πολέμου κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν, γιὰ τὰ ἐρείπια τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δὲν εἶναι ἁπλῶς καὶ μόνο ἕνα βολικό «ἀφήγημα» τῆς Χριστιανικῆς Ἑνώσεως Ἐπιστημόνων, τῶν Ἀκτίνων καὶ τῆς Διακήρυξης. Πίσω ἀπὸ τὸν Ναζισμό, ποὺ σώριασε τὴν Εὐρώπη σὲ ἐρείπια, βρίσκονταν ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν τὴν Ἄρνηση καὶ τὸν πόλεμο κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς ἰδεολογία καὶ σημαία τους. Καὶ τὰ ὅσα θὰ δοῦμε στὸ ἑπόμενο, δεύτερο μέρος τῆς μελέτης μας θὰ μᾶς πείσουν ἔτι περαιτέρω ὅτι αὐτὸ δὲν ἦταν συμπτωματικό. Ὁ Ναζισμὸς ἦταν πραγματικὰ γνήσιο τέκνο τῆς Ἄρνησης.
Πολὺ σωστά, λοιπόν, ἡ Διακήρυξις κατονόμαζε ὡς αἰτία τοῦ κακοῦ, ὡς δύναμη πίσω ἀπὸ τὴ μπότα τῶν Ναζί, τὴν Ἄρνηση. Ἂν τὸ συνειδητοποιοῦσε αὐτὸ ὁ μεταπολεμικὸς ἄνθρωπος, δὲν θὰ μποροῦσε παρὰ νὰ συμφωνήσει μὲ τὸν νηφάλιο λόγο τῆς Διακήρυξης, καὶ θὰ ἀποκήρυσσε τὴν Ἄρνηση, νιώθοντας νὰ μιλάει μέσα του ὁ πονεμένος ποιητικὸς λόγος τοῦ ποιητῆ Γ. Βερίτη: «Ὦ Σατανᾶ, ποὺ τόσο σὲ λατρέψαμε, μ’ ὅ,τι κακὸ κρύβει ἡ κακὴ ψυχή σου, μᾶς χτύπησες καὶ ξέβρασες ἀπάνω μας τὶς φλόγες καὶ τὴ φρίκη τῆς ἀβύσσου»51.
Τὸ ἐρώτημα, βεβαίως, εἶναι ἂν ὁ μεταπολεμικὸς ἄνθρωπος συνειδητοποίησε τελικὰ ποιὸς ἦταν ὁ πραγματικὸς ἔνοχος γιὰ τὰ ἐρείπια ποὺ ἔβλεπε γύρω του. Ἂν ἀποκήρυξε πράγματι αὐτὸν τὸν ἔνοχο: τὴν Ἄρνηση, τὸν πόλεμο κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ. Δυστυχῶς, ξέρουμε πολὺ καλὰ τὴν ἀπάντηση. Ὁ μεταπολεμικὸς κόσμος ἐπέλεξε νὰ δώσει στὴν Ἄρνηση… μιὰ δεύτερη εὐκαιρία. Καὶ καταδίκασε ἑαυτὸν νὰ δεῖ γύρω του νέα ἐρείπια. Καὶ τὸν συνέχει σήμερα ὁ τρόμος μὴ τὸ πᾶν –ἀληθινὰ τὸ πᾶν– σωριασθεῖ σὲ ἐρείπια.
Ὁ Θεὸς νὰ φυλάει, ἀφοῦ ἐμεῖς ἀποδεικνυόμαστε τόσο ἀνίκανοι νὰ φυλάξουμε ἑαυτούς.
- Ἀκτῖνες 1 (Ἰανουάριος-Φεβρουάριος 1938), σελ. 1-2.
- Διακήρυξις τῆς Χριστιανικῆς Ἑνώσεως Ἐπιστημόνων, Ἀθῆναι 1946, σελ. 4.
- ὅ.π., σελ. 4-5.
- ὅ.π., σελ. 17-18.
- Α. Ν. Τσιριντάνη, Γιὰ μιὰ πορεία μὲ ἐπίγνωση, Ἐκδόσεις «Συζήτησις», Ἀθῆναι 1975, σελ. 122- 123· τοῦ ἰδίου, Ἡ πίστις ὡς βίωμα, τόμος Α΄, Ἐκδόσεις «Συζήτησις», Ἀθῆναι 1980, σελ. 63· τοῦ ἰδίου, Ἡ πίστις ὡς βίωμα, τόμος Δ΄, Ἐκδόσεις «Συζήτησις», Ἀθῆναι 1983, σελ. 92· τοῦ ἰδίου, Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, Ἐκδόσεις «Συζήτησις», Ἀθῆναι 1977, σελ. 99.
- Richard Boney, Julh 6th, 1945 OSS Study “The Nazi Master Plan: The Persecution of the Christian Churches”: “Important leaders of the National Socialist party would have liked to meet this situation by a complete extirpation of Christianity and the substitution of a purely racial religion tailored to fit the needs of National Socialist policy”.
- William L. Shirer, Rise and Fall of the Third Reich. A History of Nazi Germany, Simon and Schuster, New York 1990 (ed. pr. 1960), σελ. 240: “Under the leadership of Rosenberg, Bormann and Himmler –backed by Hitler– the Nazi regime intended to destroy Christianity in Germany, if it could, and substitute the old paganism of the early tribal Germanic gods and the new paganism of the Nazi extremists”.
- Marshall Dill, Germany. A modern history, University of Michigan Press, 1970 (ed. pr. 1961), σελ. 365: “It seems no exaggeration to insist that the greatest challenge the Nazis had to face was their effort to eradicate Christianity in Germany or at least to subjugate it to their general world outlook”.
- Alan Bullock, Hitler. A Study in Tyranny, Harper & Row, New York 1964 (ed. pr. Odhams Press, London 1952), σελ. 389: “Once the war was over, he (Hitler) promised himself, he would root out and destroy the influence of the Christian Churches”.
- Ian Kershaw, Hitler. A Biography, W.W. Norton & Co, London 2008, σελ. 381-82.
- Anton Gill, An Honourable Defeat. A History of the German Resistance to Hitler, Random House, 1994, σελ. 14-15: “(the Nazis planned to) de-Christianise Germany after the final victory”.
- Joseph W. Bendersky, A concise history of Nazi Germany, Rowman & Littlefield, 2007, σελ. 147: “Consequently, it was Hitler’s long range goal to eliminate the churches once he had consolidated control over his European empire”.
- Roger Griffin, “Fascism’s relation to religion”, ἐν Cyprian P. Blamires (ed.), World Fascism. A historical encyclopedia, vol. 1, ABC-CLIO 2006, σελ. 10: “There is no doubt that in the long run Nazi leaders such as Hitler and Himmler intended to eradicate Christianity just as ruthlessly as any other rival ideology, even if in the short term they had to be content to make compromises with it”.
- Peter Longerich,Heinrich Himmler, translated by Jeremy Noakes and Lesley Sharpe, Oxford University Press, 2012, σελ. 265.
- Peter Longerich, ὅ.π.: “acting as the vanguard in overcoming Christianity and restoring a ‘Ger- manic’ way of living”.
- Peter Longerich, ὅ.π.: “by linking de-Christianisation with re-Germanization, Himmler had provided the SS with a goal and purpose all of its own”.
- Βλ. Peter Longerich,ὅ.π., σελ. 270.
- Ian Kershaw, Hitler. A Biography, W.W. Norton & Co, London 2008, σελ. 381-382.
- Toby Thacker, Joseph Goebbels. Life and Death, Palgrave Macmillan, New York 2009, σελ. 189.
- Peter Longerich,Heinrich Himmler, σελ. 223.
- Richard Overy, The Dictators. Hitler’s Germany and Stalin’s Russia, Penguin, London 2005, σελ. 465.
- Albert Speer, Inside the Third Reich, transl. Richard & Clara Winston, The Macmillan Company, New York 1971, σελ. 175.
- Richard J. Evans, The Third Reich in Power, Penguin, New York 2005, σελ. 253· William L. Shirer, The Rise and Fall of the Third Reich, Secker & Warburg, London 1960, σελ. 234, 240.
- Jochen von Lang, The Secretary. Marton Bormann. The man who manipulated Hitler, Random House, New York 1979, σελ. 149-150.
- Jochen von Lang, ὅ.π., σελ. 152-154.
- John S. Conway, The Nazi Persecution of the Churches, 1933-1945, Regent College Publish- ing, Vancouver 1997, σελ. 383.
- Albert Speer, Inside the Third Reich, transl. Richard & Clara Winston, The Macmillan Company, New York 1971, σελ. 242.
- Albert Speer, Inside the Third Reich, σελ. 123.
- ὅ.π.
- Robert Cecil, The Myth of the Master Race. Alfred Rosenberg and Nazi Ideology. Dodd Mead & Co. 1972, σελ. 84-85.
- 31. Robert Cecil, ὅ.π., σελ. 92.
- Alfred Rosenberg, Der Mythus des zwanzigsten Jahrhunderts, 1930.
- Robert Cecil, The Myth of the Master Race. Alfred Rosenberg and Nazi Ideology, σελ. 85.
- Richard Steigmann-Gall, The Holy Reich. Nazi Conceptions of Christianity, 1919–1945, Cambridge University Press 2003, σελ. 14.
- William L. Shirer, The Rise and Fall of the Third Reich, Secker & Warburg, London 1960, σελ. 240: “What the Hitler government envisioned for Germany was clearly set out in a thirty-point program for the ‘National Reich Church’ drawn up during the war by Rosenberg, an outspoken pagan, who among his other offices held that of ‘the Fuehrer’s Delegate for the Entire Intellectual and Philosophical Education and Instruction for the National Socialist Party’. A few of its thirty articles convey the essentials: 1. The National Reich Church of Germany categorically claims the exclusive right and the exclusive power to control all churches within the borders of the Reich: it declares these to be national churches of the German Reich. – 5.The National Church is determined to exterminate irrevocably… the strange and foreign Christian faiths imported into Germany in the ill-omened year 800. – 7. The National Church has no scribes, pastors, chaplains or priests, but National Reich orators are to speak in them. – 13. The Nation- al Church demands immediate cessation of the publishing and dissemination of the Bible in Ger- many… – 14. The National Church declares that to it, and therefore to the German nation, it has been decided that the Fuehrer’s Mein Kampf is the greatest of all documents. It… not only contains the greatest but it embodies the purest and truest ethics for the present and future life of our nation. – 18. The National Church will clear away from its altars all crucifixes, Bibles and pictures of saints. – 19. On the altars there must be nothing but Mein Kampf (to the German nation and therefore to God the most sacred book) and to the left of the altar a sword. – 30. On the day of its foundation, the Christian Cross must be removed from all churches, cathedrals and chapels… and it must be superseded by the only unconquerable symbol, the swastika”.
- Alan Bullock, Hitler. A Study in Tyranny, σελ. 219.
- Max Donatus (ed.), Hitler. Speeches and Proclamations 1932-1945. The Chronicle of a Dictatorship, 4 τόμοι, 1990, 1992, 1996, 2004.
- Max Domarus, The Essential Hitler. Speeches and Commentary, Bolchazy-Carducci, Wauconda 2007, σελ. 427: “was not a Christian in any accepted meaning of that word”.
- Derek Hastings, Catholicism and the roots of Nazism, Oxford University Press, Oxford 2010, σελ. 181: “there is little doubt that Hitler was a staunch opponent of Christianity throughout the duration of the Third Reich”.
- Geoffrey Blainey, A short History of Christianity, Penguin Books, Vic. 2011, σελ. 495-496.
- Otto Strasser, Hitler and I, MA, Houghton Mifflin Company, Boston 1940, σελ. 93. Πρβ. Richard Weikart, Hitler’s Religion, Regenery History 2016, σελ.Xi.
- Die Tagebücher von Joseph Goebbels, Teil I Aufzeichnungen 1923–1941 καὶ Die Tagebücher von Joseph Goebbels, Teil II Diktate 1941–1945, 29 τόμοι, Institut für Zeitgeschichte, K. G. Saur Verlag, München 1993-2008.
- The Goebbels Diaries 1939-41, transl. Fred Taylor, Hamish Hamilton Ltd, London 1982, σελ. 77: “The Führer is deeply religious, though completely anti-Christian. He views Christianity as a symptom of decay. Rightly so. It is a branch of the Jewish race”.
- The Goebbels Diaries 1939-41, σελ. 304-305.
- The Goebbels Diaries 1939-41, σελ. 340.
- Ian Kershaw, Hitler. A Biography, W.W. Norton & Co, London 2008, σελ. 381-382: “his own inflammatory comments gave his immediate underlings all the license they needed to turn up the heat in the Church Struggle, confident that they were ‘working towards the Fuhrer’”.
- Henry Picker καὶ Gerhard Ritter (eds), Tischgespräche im Führerhauptquartier, Athenäum, Bonn 1951.
- François Genoud (ed.), Adolf Hitler. Libres Propos sur la Guerre et la Paix, Flammation, Paris 1952.
- H. R. Trevor-Roper (ed.), Hitler’s Table Talk 1941-1944, transl. Norman Cameron and R. H. Stevens, Weidenfeld & Nicolson London 1953.
- Albert Speer, Inside the Third Reich, σελ. 95: “there was hardly anything he wrote down more eagerly than deprecating comments on the church”.
- Γ. Βερίτη, Ἅπαντα ποιήματα, Ἐκδόσεις Δαμασκός, Ἀθῆναι 20108, «Τρεῖς φωνές», σελ. 73.
ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΑΚΤΙΝΕΣ» ΕΤΟΣ 85ο | ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ – ∆ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2022 | 796