Κωνσταντίνου Καραστάθη
Κατηγορίες κατά του Μεγάλου Κωνσταντίνου
για διωγμό των παγανιστών
και καταστροφή και λεηλασία αρχαιοτήτων
Δεν εδίωξε τους παγανιστές.
Ο Κων/νος, ως αυτοκράτορας όχι μονάχα των χριστιανών, αλλά και των εθνικών, διατήρησε ως το τέλος της ζωής του τίτλο του Ύπατου Αρχιερέως της θρησκείας των εθνικών, ενώ ανέθεσε τα καθαρώς λατρευτικά καθήκοντα στον προμαγίστορα, όπως και οι προηγούμενοι αυτοκράτορες.
Η εγκράτεια και η μετριοπάθεια ήταν από τις μεγαλύτερες αρετές του Κων/νου. Παρότι ασπάστηκε μ’ ενθουσιασμό τη νέα θρησκεία, δε στέρησε τη λατρεία στους πιστούς της παλαιάς. Άδικα κατηγορείται ότι κατεδίωξε τους εθνικούς.
Με κρατικές δαπάνες στήριζε τις γιορτές και τις τελετές των ειδωλολατρών στα πλαίσια της δίκαιης και ίσης μεταχείρισής τους προς τους χριστιανού. Δεν κατεδίωξε τους ειδωλολάτρες, άλλ’ ούτε και τήρησε ιδιαίτερα φιλική στάση απέναντί τους. Ο ίδιος μάλιστα τους παρότρυνε να επισκέπτονται ελεύθερα τους βωμούς και τα ιερά τους και να τελούν τις τελετές κατά τις συνήθειές τους.
Στην Αίγυπτο δεν απαγόρευσε τις εορτές και τις τελετές, που, καθώς πίστευαν οι πιστοί του θεού Νείλου, εξασφάλιζαν τις πλημμύρες του ποταμού… Ούτε την ίδρυση ειδωλολατρικών ναών εμπόδισε, και το μέτρο του αυτό εφαρμόστηκε σ’ ευρύτερη κλίμακα, καθώς επιβεβαιώνει ο παγανιστής Βίκτωρ. Μονάχα ένα μέτρο έλαβε κατά της παλαιάς θρησκείας στην περιοχή αυτή: Απαγόρευσε τον επιβεβλημένο ευνουχισμό των ιερέων του θεού Νείλου, πράγμα που, εικάζουμε, δε θα προξένησε αντιδράσεις…
Με επιστολές του συμβούλευε τους κατοίκους των περιοχών εκείνων να στραφούν προς τη χριστιανική πίστη. Σεβόμενος ίσως το διάταγμα του του Μεδιολάνου, δε θέλησε να παραβιάσει την αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας που παραχώρησε.
Άδικα κατηγορείται από το φανατικό παγανιστή Ευνάπιο (ο οποίος εξοπλίζει τον άλλο φαρμακερό εχθρό του Χριστού και του Κων/νου, το Ζώσιμο, με «όπλα» στο μάταιο πόλεμό του κατά του χριστιανισμού), ότι εξετέλεσε το φιλόσοφο Σώπατρο. Άλλ’ ο Σώπατρος κατηγορήθηκε και τελικά θανατώθηκε από το νομάρχη Ablavius, επειδή με τις μαγικές του τέχνες έδεσε τους ανέμους και καθυστέρησε την άφιξη των φορτωμένων με καλαμπόκι καραβιών από την Αίγυπτο, πράγμα που απαγόρευε ο νόμος επί ποινή θανάτου, δηλαδή απαγόρευε τη μαγεία και… όχι το δέσιμο των ανέμων. Και, φυσικά, ο Κων/νος δεν μπορεί να θεωρηθεί ένοχος όλων των καταδικαστικών αποφάσεων, που εξέδωσαν τα δικαστήρια της απέραντης αυτοκρατορίας του…
Η συμπεριφορά του προς τους διώκτες των χριστιανών ήταν ανεξίκακη. Δεν τους τιμώρησε, παρότι στη συνείδησή του τους καταδίκαζε.
Κανέναν υπάλληλο ειδωλολάτρη δεν απομάκρυνε από την κρατική μηχανή. Τα όσα περί διωγμών ή καταπιέσεων των ειδωλολατρών ή άλλων αλλοθρήσκων γράφονται από τους εχθρούς του, είναι ανιστόρητα ψεύδη και συκοφαντίες. Απόδειξη ότι ο εθνικός Λιβάνιος όχι μονάχα τον αποκαλεί «μεγάλον αυτοκράτορα», αλλά και μας διαβεβαιώνει επιπλέον πως οι εθνικοί έκαναν τις θυσίες τους ανενόχλητοι και – σε άλλο σημείο των συγγραφών του – ότι δεν επέφερε καμιά αλλαγή στις καθιερωμένες λατρείες.
Πάνω στο θέμα αυτό εύστοχες είναι οι παρατηρήσεις του περίφημου ιστορικού του δέκατου ένατου αιώνα J. B. Bury. Ανάμεσα στις αυστηρές κρίσεις του για τον Κων/νο λέει και κάποιες σπάνιες αλήθειες:
«Δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστεί ότι η επανάσταση του Κων/νου ήταν ίσως η πιο τολμηρή πράξη που διαπράχτηκε από έναν αυτοκράτορα ενάντια στην αμέλεια και την περιφρόνηση της μεγάλης πλειοψηφίας των υπηκόων του. Τουλάχιστον για τα τέσσερα πέμπτα του πληθυσμού της αυτοκρατορίας η χριστιανική Εκκλησία εξωτερικώς μονάχα ήταν χριστιανική. Ο στρατός και όλα τα σημαντικά άτομα στη διοίκηση ήταν αφιερωμένα στην ειδωλολατρία. Επομένως δεν εκπλήσσει ο Κων/νος ως πολιτικός και χριστιανός που δε χρησιμοποίησε πειθαναγκασμό. Η πολιτική του έκανε λίγα, που δείχναν περισσότερα απ’ ό,τι ήσαν, και προετοίμαζε τη βαθμιαία μετατροπή της αυτοκρατορίας (σε χριστιανική), και ήταν τόσο ήπια και προσεκτική που έχει υποστηριχτεί από μερικούς ότι στόχος του ήταν να καθιερώσει μιαν ισότητα των δύο θρησκειών. Διατήρησε τον τίτλο του Pontifex Maximus με τον τρόπο αυτόν και το συνταγματικό δικαίωμα του αυτοκράτορα να εποπτεύει τα θρησκευτικά όργανα. Απέσυρε την υποστήριξη των ειδωλολατρικών ιεροτελεστιών με κρατικά κεφάλαια, άλλ’ έκανε μιαν εξαίρεση υπέρ των επίσημων λατρειών στη Ρώμη. Το σημαντικότερο κατασταλτικό μέτρο του ήταν η απαγόρευση θυσιών με σφάγια, που υιοθετήθηκε συχνά από εκείνους που ετοίμαζαν κάποια εξέγερση και επιθυμούσαν να μάθουν τις πιθανότητες της επιτυχίας τους. Η απαγόρευση όριζε ποινή θανάτου, άλλ’ η ποινή αυτή ποτέ δεν επιβλήθηκε. Υπήρξε μια τεράστια διαφορά ανάμεσα στο γράμμα του Νόμου και στην πρακτική εφαρμογή του. Άλλ’ ένας ειδωλολάτρης θα μπορούσε ελεύθερα να εκπληρώσει τα θρησκευτικά του καθήκοντα στους ναούς. Θα μπορούσε να προσφέρει το θυμίαμα και να κάνει τις σπονδές του κρασιού και σ’ ένα ναό και στο σπίτι του. Οι γυιοί του Κων/νου ακολούθησαν αυστηρότερη πολιτική έναντι των ειδωλολατρών. Στο ίδιο διάταγμα ορίστηκε το κλείσιμο των ναών «σε όλες τις θέσεις και τις πόλεις», άλλ’ αυτή η διάταξη εφαρμόστηκε εδώ και εκεί, ανάλογα με τις περιστάσεις και τα συναισθήματα των τοπικών κυβερνητών. Ελάχιστοι, ωστόσο, φανατικοί της χριστιανικής πλευράς, εκμεταλλευόμενοι το αυτοκρατορικό διάταγμα, προχώρησαν σε ακρότητες και προκάλεσαν μεγάλη ανησυχία στους παγανιστές».
Αλλά οι φανατικοί των επαναστάσεων δεν έλειψαν ούτε θα λείψουν στην ιστορία.
Κοντολογίς, ο Κων/νος δεν πείραξε τους ειδωλολάτρες, αλλά έλαβε ευεργετικά μέτρα υπέρ των χριστιανών και κατέστησε προοδευτικά το χριστιανισμό ευνοούμενη θρησκεία. Σχετικά ο Βλάσιος Φειδάς σημειώνει: «Δεν κατήργησε την εθνική λατρεία, αλλά στα πλαίσια της νέας θρησκευτικής πολιτικής τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν στην πράξη να εξισωθούν με έμμεση κατάργηση της εθνικής θρησκείας».
Ο Κων/νος, μετά τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Κωνσταντινούπολη, απαγόρευσε τον εκεί εορτασμό ειδωλολατρικών εορτών. Οι χριστιανοί συγγραφείς βεβαιώνουν ότι επιθυμία του αυτοκράτορα ήταν η εξάλειψη της ειδωλολατρίας από τη νέα πρωτεύουσα. Χαρακτηριστική είναι η πληροφορία του Μαλάλα (6ος αιώνας) ότι ο Κων/νος διέταξε να μη τελούνται πια ειδωλολατρικές τελετές στους ναούς του Ηλίου, της Αρτέμιδος σελήνης και της Αφροδίτης, που βρίσκονταν στη λεγόμενη ακρόπολη της Κωνσταντινουπόλεως.
Μα ενώ ο Κων/νος έδειχνε τόση ανεκτικότητα προς τους ειδωλολάτρες, αντίθετα προς τους αιρετικούς της χριστιανικής θρησκείας, διαβλέποντας τους κινδύνους για την ορθοδοξία, υπήρξε ιδιαίτερα αυστηρός. Εύστοχη είναι η παρατήρηση του Gibbon: «Θεωρούσε την εμμονή του στην πίστη των συμπερασμάτων της Συνόδου της Νικαίας ως πρόχωμα της χριστιανικής του πίστεως και την ξεχωριστή δόξα της βασιλείας του.» Με διατάγματα, ένα από τα οποία δημοσιεύουμε στο τέλος του βιβλίου, προσπάθησε να βάλει φραγμό στη φρενήρη εξάπλωση των παντοειδών αιρέσεων.
Οι κατηγορίες ότι ο Κων/νος κατέστρεψε ναούς της παλαιάς θρησκείας δεν επιβεβαιώνονται ούτε από την ιστορία ούτε και από την πολιτική σκέψη του Κων/νου, αφού μια τέτοια ενέργεια θα ήταν απροκάλυπτη επίθεση στα αισθήματα της πλειοψηφίας του λαού. Κατεδάφισε μονάχα το ιερό της Αφροδίτης στην Άφακο του Λιβάνου, όπου εκπορνεύονταν, όχι μονάχα γυναίκες, αλλά και άνδρες «γύννιδες» (θηλυπρεπείς), το ναό της Αφροδίτης στο λόφο του Γολγοθά, για να χτιστεί ο ναός της Αναστάσεως, και ένα ή δύο ναούς στη Φοινίκη, όπου η λατρεία της Αφροδίτης συνοδευόταν από ξεδιάντροπα πορνεία. Άλλ’ αυτά τα λιγοστά και συγκεκριμένα παραδείγματα καταστολής που αναφέρονται από τους ιστορικούς, σίγουρα δεν συνθέτουν καμία γενική προγραφή κατά της ειδωλολατρίας.
Όπου σημειώθηκαν τέτοιες καταστροφές, αιτία ήταν ο φανατισμός κάποιων χριστιανών ή αποφάσεις τοπικών παραγόντων.
Αντίθετα, ο Κων/νος επέτρεψε την ίδρυση ειδωλολατρικών ναών. Στην Ηλιούπολη της Φοινίκης, όπου υπήρχαν μονάχα γυναίκες ιερόδουλοι, περιορίστηκε να συστήσει στον πληθυσμό μεγαλύτερη εγκράτεια και να χτίσει μια εκκλησία.
Ο Ζώσιμος κατηγορεί τον Κων/νο ότι άρπαξε τα μαρμάρινα αγάλματα των Μουσών από τον Ελικώνα, και άλλοι, νεότεροι κυρίως συγγραφείς, μιλούν για καταστροφή ειδωλολατρικών ναών και για μια γενικευμένη αρπαγή αρχαιοτήτων απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδος και μεταφορά τους στην Κωνσταντινούπολη για τον εξωραϊσμό διαφόρων χώρων και κτισμάτων.
Άλλ’ όλα αυτά είναι υπερβολές. Τίποτε δεν πείραξε από τις αρχαιότητες της Αθήνας και των Δελφών. Μονάχα ο χρυσός τρίποδας με τον τρικέφαλο χάλκινο όφι αφαιρέθηκε από τους Δελφούς, κατά διαταγή του, για στολισμό του Ιππόδρομου και οι Ελικωνιάδες Μούσες από την κορυφή του Ελικώνα, για διακόσμηση των ανακτόρων της Κωνσταντινουπόλεως. Ως διακοσμητικά είχε ακόμα και ένα άγαλμα του Πύθιου Απόλλωνα και ένα του Πάνα.
«Τα γουν αγάλματα κόσμον τη Κωνσταντίνου πόλει προϋτίθει δημοσία», γράφει ο Σωκράτης ο Σχολαστικός.
Ο Ευσέβιος μαρτυρεί ότι συνέλεξε από τα διάφορα μέρη της Ελλάδας χάλκινα αγάλματα, για να διακοσμήσει τη νέα πρωτεύουσα. Άλλ’ αυτό δεν μπορεί να ερεθίζει τους σημερινούς Έλληνες, αφού ο Μ. Κων/νος κόσμησε με τον τρόπο αυτό τη «Βασιλίδα των πόλεων», τη χιλιόχρονη πρωτεύουσα του ελληνισμού. Άλλωστε οι αρχαίοι ναοί, αλλά και οι αρχαίες πόλεις, όλα είχαν καταστραφεί πολύ πριν οι Έλληνες ασπασθούν τη χριστιανική θρησκεία, καθώς επισημαίνει ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος.
Τις αρχαιότητες προστάτευσε με αποφάσεις της και η Εκκλησία δια της Συνόδου της Ελβίρας το 306, που συμπίπτει με το χρόνο ανάρρησης του Κων/νου στο θρόνο.
Η σύνοδος της Ελβίρας (306), προκειμένου ν’ αποθαρρύνει τους χριστιανούς από το πάθος της καταστροφής των ειδώλων, πολλά από τα οποία ήσαν έργα τέχνης, στον 60ο Κανόνα ορίζει τα εξής: «Εάν κάποιος συντρίβει ένα είδωλο και τιμωρείται έπειτα με θάνατο, δεν μπορεί να εγγραφεί στον κατάλογο των μαρτύρων, δεδομένου ότι τέτοια δράση δεν εγκρίνεται από τις ιερές Γραφές ή από τους Αποστόλους».
Την ήπια τακτική του Μ. Κων/νου προς τους ειδωλολάτρες ακολούθησαν και οι διάδοχοί του. Στην ίδια διαπίστωση προβαίνει και ο Gibbon: «Η μαρτυρία των γεγονότων και τα μνημεία που ακόμα είναι σε ύπαρξη, αποδεικνύουν τη δημόσια εξάσκηση της παγανιστικής λατρείας καθ’ όλη τη βασιλεία των γυιών του Κων/νου. Γράφει ο Παπαρρηγόπουλος ότι από τον Κωνστάντιο Β’ θεσπίστηκαν σκληροί νόμοι κατά των παγανιστών, άλλ’ ουδέποτε ενεργοποιήθηκαν μέχρι τα χρόνια του Θεοδοσίου.*
*Όλοι οι Έλληνες μεγάλοι πατέρες της εκκλησίας, εκείνον τον κρίσιμο 4ο αιώνα μ. Χ. καθώς και τα επόμενα χρόνια, ήταν συνειδητά αντίθετοι με την πρόκληση καταστροφών των αρχαιοτήτων και πάσχιζαν με νουθεσίες και συστάσεις να πείσουν και τους ακραίους ζηλωτές της πίστης να σέβονται τα ειδωλολατρικά μνημεία. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει: «Ουκ αρετή γαρ το βία γινόμενον». Ο Μ. Βασίλειος γράφει ότι ο Θεός δεν αγαπά αυτό που γίνεται αναγκαστικά, άλλ’ αυτό που κατορθώνεται με την αρετή. «Αρετή δε εκ προαιρέσεως και ουκ εξ ανάγκης γίνεται». Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Ουκ εννοείς ότι ύβρις εστίν εις τον Θεόν, το αιτείν κατά των εχθρών τον Θεόν; Ο ίδιος θεωρεί καύχημα των χριστιανών ότι πολλά εθνικά βιβλία τα έσωσαν από τον αφανισμό οι ίδιοι. Ο άγιος Αυγουστίνος αποτρέπει τους χριστιανούς της Καρθαγένης από την εισβολή στις ιδιοκτησίες των εθνικών, προκειμένου να καταστρέψουν τα είδωλά τους. Το ίδιο κάνει και ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (κατά Ιουλιανού λόγος στηλιτευτικός Β’, 36). Περιττό, βέβαια, να τονίσουμε πόσο οι Μεγάλοι πατέρες έκριναν αναγκαία την ελληνική παιδεία για τους χριστιανούς.
Από το βιβλίο: Μέγας Κωνσταντίνος : Κατηγορίες και αλήθεια, του Κωνσταντίνου Καραστάθη. Αθήναι, Απρίλιος του 2012 Εκδόσεις «ΑΘΩΣ». Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη. Κατηγορίες κατά του Μεγάλου Κωνσταντίνου για διωγμό των παγανιστών και καταστροφή και λεηλασία αρχαιοτήτων – Κωνσταντίνου Καραστάθη. | ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΟΡΕΙΑ – orp.gr