(Γνωμοδότηση της 3.9.2001 του κ. Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Σερρών)
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ
… «Οι Χιλιαστές η Μάρτυρες του Ιεχωβά μη δεχόμενοι την θεότητα του Χριστού, πιστεύοντες αυτόν ως απλόν άνθρωπο και πως είναι αδελφός του Εωσφόρου η παλαιότερα πως είναι ταυτόσημο πρόσωπο του διαβόλου δεν μπορούν να αυτοαποκαλούνται ως Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, αφού οι δοξασίες τους συνιστούν βλασφημία του προσώπου του Ιησού Χριστού …
(Γνωμοδότηση της 3.9.2001 του κ. Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Σερρών. Απόσπασμα από το Επίσημον Δελτίον της Εκκλησίας της Ελλάδος, ΕΚΚΛΗΣΙΑ τεύχος 5ο, Μάϊος 2002, Αθήναι).
Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η
Βασικό δόγμα της Χριστιανικής πίστεως γενικώς είναι η Θεότητα του Ιησού Χριστού. Ο Χριστός είναι το δεύτερο Πρόσωπο της Μίας Αγίας Ομοοσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος. Δηλαδή του Ενός Θεού, του Μόνου Αληθινού, ο Οποίος είναι Τρισυπόστατος (Τρεις Υποστάσεις – Τρία Πρόσωπα)· Πατήρ, Υιος και Άγιο Πνεύμα.
Ο Χριστιανισμός αναγνωρίζει ως ιδρυτή της πίστεώς του τον Ιησού Χριστό, τον Μονογενή Υιό και Λόγο του Θεού Πατρός, τον γεννηθέντα εξ Αυτού προ πάντων των αιώνων. Ο Ιησούς Χριστός, Θεός όντας, εσαρκώθη εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, της Θεοτόκου, προ 2006 ετών. Κατήλθε δε στη γη ως τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος (χωρίς αμαρτία), για να μας σώσει. Εσταυρώθη αδίκως ο Δίκαιος και την Τρίτη ημέρα ανεστήθη εκ των νεκρών, αναληφθείς μετά 40νθήμερο στους Ουρανούς.
Αναμένεται δε η Δευτέρα Έλευσή Του για να κρίνει ζώντας και νεκρούς. Εδίδαξε και εβίωσε ο Συνάναρχος προς τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, αλλά και Θεάνθρωπος, ταπείνωση και αγάπη και συγχώρησε τους σταυρωτές Του. Ας Τον μιμηθούμε, πιστεύοντας σ’ Αυτόν ως Σωτήρα μας και τηρώντας το Ευαγγέλιό Του.
Συναφώς, κρίνουμε σκόπιμο ν’ αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με το Σύμβολο της πίστεώς μας (Ορθόδοξο Δόγμα), το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο είναι το Τρίτο Πρόσωπο του Τριαδικού μας Θεού, εκπορεύεται ΜΟΝΟΝ από τον Θεό – Πατέρα και είναι Ομοούσιο προς Αυτόν, αλλά και προς Υιό και Λόγο Του. Είναι δε Κύριο και Ζωοποιό. Είναι Θεός και συμπροσκυνείται και συνδοξάζεται με τον Πατέρα και τον Υιό.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν δέχονται τον Χριστό ως Θεό (Υιό και Λόγο του Θεού), αλλ’ ως έναν απλό άνθρωπο, ούτε πιστεύουν στην Ανάστασή Του (Χιλιαστικό Περιοδικό «ΞΥΠΝΑ» της 22.12.1984). Η Θεότητα του Χριστού, ως γνωστόν, αποδεικνύεται πλήρως από την Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη). Επίσης, δεν δέχονται ότι η ψυχή είναι αθάνατη, πιστεύουν όμως, ότι θα σωθούν μόνον 144.000 ψυχές, ενώ οι υπόλοιπες θα καταστραφούν.
Περισσότερα στοιχεία, σχετικά με τον ιδρυτή, τη σύσταση, τις επωνυμίες της Οργάνωσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά και τις εν γένει δοξασίες τους, κατά καιρούς, ως και τους σκοπούς τους, πολύ συνοπτικά, βέβαια, μπορεί κανείς να αναγνώσει στην από 3.9.2001 Γνωμοδότηση του αξιοτίμου Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Σερρών κ. Ηλία Νικ. Σεφερίδη, η οποία καταχωρείται κατωτέρω.
Στις διατάξεις αυτής, την οποία ανεύραμε στο Επίσημο Δελτίο της Εκκλησίας της Ελλάδος ΕΚΚΛΗΣΙΑ (τεύχος 5ο, Μάϊος 2002), καταχωρισμένη, αναφέρονται μεταξύ άλλων και τα εξής:
1. Οι Χιλιαστές η Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν μπορούν να αυτοαποκαλούνται ως Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, καθ’ όσον δεν δέχονται τον Χριστό ως Θεό και οι δοξασίες τους συνιστούν βλασφημία κατά του προσώπου του Ιησού Χριστού. Τόσο από την Ορθοδοξία όσο και από τον Καθολικισμό χαρακτηρίζονται ως πολέμιες του Χριστιανισμού. Ορθότερο και δίκαιο θα ήταν να ονομάζονται ως Αντίχριστοι Μάρτυρες του Ιεχωβά.
2. Ο Χιλιασμός συνιστά παναίρεση και όχι Χριστιανική αίρεση, γι’ αυτό δεν έχει αναγνωριστεί από την αλλοδαπή νομολογία ως γνωστή θρησκεία, αφού δεν είναι γνωστό το ακολουθούμενο τυπικό τους και η λατρεία τους.
Τόσον το Γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας όσον και το Ομοσπονδιακό Διοικητικό Ακυρωτικό Δικαστήριο Γερμανίας δεν δέχονται τον Χιλιασμό ως γνωστή θρησκεία, διότι η συμπεριφορά των Μαρτύρων του Ιεχωβά αντίκειται στους δημοκρατικούς θεσμούς, δηλ. είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη και την έννομη τάξη.
3. Οι αυτοαποκαλούμενοι Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, σκοπόν έχουν με τις δηλώσεις τους να παραπλανήσουν και να προσηλυτίσουν αφελείς, αδιαφόρους προς την Χριστιανική πίστη και ολιγογραμμάτους ανθρώπους.
Με τις χρησιμοποιούμενες μεθόδους παραβιάζουν τη θρησκευτική ελευθερία του ατόμου και με πειθώ, άσκηση ψυχολογικών πιέσεων, προς δε και τη χρησιμοποίηση χωρίων της Αγίας Γραφής, τα οποία παρερμηνεύουν, επιτυγχάνουν του σκοπού τους, καθιστώντας αυτούς οπαδούς των δοξασιών τους.
Επισημαίνεται δε ιδιαιτέρως, ότι ο πολίτης υποχρεούται να δηλώνει ειλικρινά, όσον τούτο ζητείται από τις Αρχές, το θρήσκευμα η το δόγμα του.
4. Οι ληξίαρχοι υποχρεούνται να καταχωρούν στα ληξιαρχεικά τους βιβλία ως θρήσκευμα των Μαρτύρων του Ιεχωβά τον αληθή τίτλο της πίστεώς τους «Μάρτυρες του Ιεχωβά», ανεξάρτητα από τη δήλωσή τους ως Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά, γιατί τούτο είναι αντίθετο προς τις δοξασίες τους.
Εξ άλλου, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα δεν πιστεύουν ότι ο Χριστός είναι ιδρυτής και αρχηγός της πίστεώς τους. Επομένως, η καταχώρηση ψευδών, αναληθών και παραπλανητικών δηλώσεων των Χιλιαστών στα βιβλία των Ληξιαρχείων δημιουργεί σύγχυση και συμβάλλει στον προσηλυτισμό αδαών, γιατί οι δηλώσεις τους αυτές δεν έχουν σχέση με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, οι οποίες – είναι βέβαιο – ότι είναι κατά του Χριστιανισμού, γενικώτερα.
Κατόπιν των ανωτέρω, παρακαλούμε θερμώς, όλους τους αναγνώστες – του μικρού αυτού τευχιδίου – εν Χριστώ αδελφούς μας, όπως το μελετήσουν με ιδιαίτερη προσοχή για να ενημερωθούν, για ποιούς λόγους πρέπει ν’ αποφεύγουν τους Αντιχρίστους Μάρτυρες του Ιεχωβά (Χιλιαστές).
Στο απόρρητο Χιλιαστικό Βιβλίο «Λύχνος»αναγράφονται –συγκεκριμένα– οι σκοποί των δολίων και επικινδύνων αυτών εχθρών της Πατρίδας μας και της Ορθοδόξου πίστεώς μας. Ιδιαιτέρως, μνημονεύεται σε τούτο πως πρέπει να μεταδίδουν τις δοξασίες τους σε απλοϊκούς ανθρώπους με τις κατ’ επανάληψη επισκέψεις τους, αλλά και τις οικονομικές βοήθειες σ’ αυτούς. Κανείς Έλληνας και Ορθόδοξος Χριστιανός να μην πλανηθεί με τα δολλάριά τους και προδώσει την πίστη του. Οι καιροί μας είναι χαλεποί. Να μην φοβούμεθα να ομολογούμε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Να μη γενεί κανείς προδότης και αντίχριστος. Ζη Κύριος ο Θεός.
Τέλος, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι, βασικό τους δόγμα είναι πως θα έλθει η χιλιετής βασιλεία στη γη, όπου θα κυβερνήσουν οι προπάτορες Αβραάμ, Ισαάκ κ.λπ., όταν θα συμπληρωθεί ο αριθμός των εκλεκτών 144.000. Η επωνυμία τους –ως εκ τούτου–Χιλιαστές (η Μάρτυρες του Ιεχωβά) είναι ψευδής, απατηλή και παραπλανητική, διότι υπούλως θέλουν να προσηλυτίσουν τους αδυνάτους στην πίστη, πως τάχα και αυτοί πιστεύουν στο Χριστό, ενώ τούτο είναι αναληθές (Χιλιαστικό Περιοδικό της 24.12.1984 υπό τίτλο «ΞΥΠΝΑ»). Ας μην είμαστε αφελείς. Αναντίρρητα, αιρετικοί (Παπικοί – Φραγκολατίνοι, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες κ.λπ.), αλλά και όσοι άλλοι ανήκουν στην Παναίρεση του Οικουμενισμού και του Χιλιασμού επιτίθενται συνεχώς και μεθοδευμένα κατά της Ορθοδοξίας μας για να την εξαφανίσουν. Όμως ματαιοπονούν. Η Ορθοδοξία είναι η ΜΙΑ και ΜΟΝΗ, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, με Κεφαλή και Αρχηγό τον Ιησού Χριστό. Ο Ρωμαιοκαθολικισμός δεν αποτελεί Εκκλησία, γιατί αρχηγό της δεν έχει το Χριστό, αλλά τον «αλάθητο», «ισόθεο» και «ανθρωπόθεο» Πάπα.
Γενικώς, οι αιρετικοί πιστεύουμε, ότι γνωρίζουν την Αλήθεια, ότι δηλ. ο Χριστός είναι ο Υιος του Θεού, αλλά και η Οδός και η Αλήθεια και η Ζωή. Ας μετανοήσουν, αν θέλουν ειλικρινά, και να επιστρέψουν συνειδητά στην Ορθοδοξία. Καλό είναι, να παρακολουθούμε όλους τους Αντιχρίστους δολίους εχθρούς της Πίστεώς μας και της Πατρίδος μας. Ο Χριστός μεθ’ ημών. Αμήν.
Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η
του Ηλία Νικ. ΣΕΦΕΡΙΔΗ
Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Σερρών
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ
Μας τέθηκε το ερώτημα με το αριθμ. πρωτ. 117/13.6.2001 έγγραφο του Ληξιάρχου του Δήμου Σερρών, μετά την διαβίβαση προς τα ληξιαρχεία της χώρας της με αριθμ. 77700/411184/38/21/2000 εγκυκλίου του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, (ΕΣΔΔΑ), που διαβιβάστηκε μεταξύ άλλων και στο Ληξιαρχείο Σερρών στις 17.1.2001 και η οποία επαναλαμβάνει τα αναγραφόμενα στο με αριθμ. Α3/108,98/6.10.99 έγγραφο του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με την οποία δίδεται η εντολή στα ληξιαρχεία και Μητρώα Αρρένων της Χώρας να καταχωρούν ως θρήσκευμα των Μαρτύρων του Ιεχωβά αν αυτοί το επιθυμούν κατά τις δηλώσεις τους «Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά».
Ιστορικό
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά (Χιλιαστές) καταχωρούντο στα Μητρώα Αρρένων και στα ληξιαρχεία της χώρας στις στήλες αναγραφής θρησκεύματος ως Μάρτυρες του Ιεχωβά. Το Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης πρόσφατα με εγκύκλιό του που κοινοποιήθηκε στα ληξιαρχεία της Χώρας έδωσε την εντολή οι ανωτέρω να καταχωρούνται, αν δηλώνουν τούτο ως Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά (βλ. την με αριθμ. 77700/21.12.2000 εγκύκλιο του Υπουργείου ΕΣΔΔΑ) παραπέμποντας στο με αριθμ. Α3/108,98/6.10.99 έγγραφο του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, το οποίο εκδόθηκε με βάση την αριθμ. 59/1995/565/651/26.9.96 απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), που αφορούσε την άδεια λειτουργίας ευκτηρίου οίκου Μαρτύρων του Ιεχωβά, με βάση την οποία αποκλείεται η παρέμβαση του Κράτους στις θρησκευτικές πεποιθήσεις των πολιτών και στην έκφραση αυτών (θρησκευτικών πεποιθήσεων).
Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 24 παρ. 5 εδάφ. β του νόμου 1756/88 ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών έχει δικαίωμα να απευθύνει προς ορισμένους Κρατικούς Λειτουργούς παραγγελίες, οδηγίες και συστάσεις μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι ληξίαρχοι, ενώ κατά την διάταξη του άρθρου 25, παρ. 1, εδάφ. θ του ιδίου Νόμου (1756/88) ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών έχει δικαίωμα να ασκεί έλεγχο σε ορισμένους Κρατικούς Λειτουργούς, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι ληξίαρχοι της περιφέρειάς τους. Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 7 παρ. 1, 12 παρ. 4 και 13, παρ. 2 του νόμου 344/76 ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών ενεργεί επιθεώρηση στα ληξιαρχεία της περιφέρειάς του και εκδίδει πράξεις περί εγκυρότητας αυτών (ληξιαρχικών πράξεων) και άδειες διορθώσεων αυτών. Εκ των ανωτέρω συνάγεται πως αποκλειστικά και μόνο αρμόδιος για την άσκηση ελέγχου στα ληξιαρχεία, τις καταχωρήσεις ληξιαρχικών πράξεων, την εγκυρότητα η ακυρότητα αυτών, καθώς και την έκδοση παραγγελιών, οδηγιών και συστάσεων σχετικών με την άσκηση των καθηκόντων των ληξιάρχων είναι ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών. Οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση δημόσιας υπηρεσίας ως προς την άσκηση των καθηκόντων των ληξιάρχων και κυρίως ως προς τα καταχωρούμενα στοιχεία σ’ αυτές (ληξιαρχικές πράξεις) θεωρείται ως υπέρβαση εξουσίας, αφού το δικαίωμα ελέγχου και επιθεωρήσεως των ληξιαρχικών βιβλίων δίδεται σύμφωνα με τις προμνημονευόμενες διατάξεις αποκλειστικά και μόνο στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών.
Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 13, παρ. 1, 2, 4 του Συντάγματος 1975 το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας είναι απαραβίαστο. Ως θρησκευτική ελευθερία θεωρείται η άσκηση της θρησκευτικής λατρείας και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις του ατόμου. Για την ύπαρξη του δικαιώματος αυτού και την προστασία του πρέπει να υφίσταται γνωστή θρησκεία. Το δικαίωμα τούτο προστατεύεται και από την διάταξη του άρθρου 9 παρ. 1, 2 της από 4.11.50 Σύμβασης της Ρώμης και του από 20.3.52 πρωτοκόλλου των Παρισίων που υπογράφηκε από τα μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης που κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον νόμο 2329/53 και ΜΔ 33/74. Το ανωτέρω δικαίωμα περιορίζεται μόνο στην περίπτωση που η άσκηση αυτού προσκρούει στην δημόσια τάξη, την υγεία και τα χρηστά ήθη (βλ. σχετ. ΑΠ 421/91 ΝοΒ 39 σελ. 1421 ΤρΠλΤριπ 512/92 Ποιν. Χρον ΜΓ σελ. 317).
Βασικό δόγμα της Χριστιανικής πίστεως εν γένει είναι η Θεότητα του Ιησού Χριστού και το τρισυπόστατο αυτής (Θεότητας), το ένα πρόσωπο σε τρεις εκφάνσεις, Πατήρ, Υιος και Άγιον Πνεύμα. Το ορθόν. «Βασικό δόγμα της Χριστιανικής πίστεως εν γένει είναι η Θεότητα του Ιησού Χριστού. Ο Χριστός είναι ο Υιος και Λόγος του Θεού, το β΄ πρόσωπο της μιας Αγίας Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος. Ήτοι του ενός αληθινού Θεού όντος Τρισυποστάτου· του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Η διδασκαλία του Χριστιανισμού παραδόθηκε δια των Ευαγγελιστών, των Αποστόλων και των Πατέρων της Εκκλησίας. Η πρώτη Οικουμενική Σύνοδος 325 καταδίκασε την αίρεση του Αρείου και θέσπισε τα πρώτα οκτώ άρθρα του Συμβόλου της πίστεως, που αφορούν το ομοούσιο του Πατρός και του Υιού, η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος 381 θέσπισε το ένατο άρθρο του Συμβόλου της πίστεως και αφορά την εκ του Πατρός εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, καθώς και την αθανασία της ψυχής, καταδικάζοντας τις αιρετικές δοξασίες του Μακεδονίου και Απολλιναρίου και η Τρίτη Οικουμενική Σύνοδος 431 που χαρακτηρίζει την Μητέρα του Ιησού Χριστού ως Θεοτόκο καταδικάζοντας την κακοδοξία του Νεστορίου που υποστήριζε πως η Μητέρα του Ιησού είναι Χριστοτόκος και όχι Θεοτόκος. Ο Χριστιανισμός εν γένει αναγνωρίζει ως ιδρυτή της πίστεώς του τον Ιησού Χριστό ως Υιό Θεού. Ενώ οι Χιλιαστές χαρακτηρίζουν τον Χριστό ως απλό άνθρωπο (βλ. χιλιαστικό περιοδικό 22.12.84 με τον διακριτικό τίτλο «Ξύπνα») δεν δέχονται την αθανασία της ψυχής, δεχόμενοι την σωτηρία μόνο των 144.000 και την καταστροφή των ψυχών των λοιπών, δεν πιστεύουν στην εν σώματι ανάσταση του Κυρίου, πιστεύοντας πως ο Ιησούς Χριστός πριν την σάρκωσή του (ενανθρώπισή του) ήταν Άγγελος με το όνομα Μιχαήλ και παλαιότερη δοξασία τους υποστήριζε πως ο Χριστός Λόγος ταυτιζόταν με το πρόσωπο του διαβόλου. Η Θεότητα του Ιησού Χριστού αποδεικνύεται πλήρως από την Αγία Γραφή (Ιωάννη α-1, κ΄, 28, 9 και 10, προς Ρωμ. θ΄, 5, προς Τίτ. 13).
Η καινοφανής ονοματοδοσία τους ως Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά είναι αναληθής, απατηλή και παραπλανητική, εκτός και αν έχουν μεταλλάξει τις δοξασίες τους περί του προσώπου του Ιησού Χριστού δεχόμενοι την Θεότητα αυτού, γεγονός που δεν υποστηρίζεται από ουδένα. Ο Χιλιασμός και οι δοξασίες του θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως παναίρεση, όχι όμως ως χριστιανική αίρεση. Οι απόψεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως συνοθύλευμα των δοξασιών των Εβιωναίων η Εβιωνιστών (ιουδαί ζουσα αίρεση) και των δοξασιών του Απολλιναρίου (βλ. Αναστασίου Αντωνόπουλου, Χιλιασμός και Χριστιανισμός, σελ. 48ξ επ.). Από την σύσταση της Οργάνωσης των μαρτύρων του Ιεχωβά αυτοί εμφανίζονταν κατά περίπτωση με διάφορες επωνυμίες. Αρχικά είχαν εμφανιστεί ως Ρωσελίτες, επωνυμία προερχόμενη εκ του ιδρυτή της Οργανώσεώς τους Καρόλου Ρώσελ, ο οποίος ήταν έμπορος ενδυμάτων, που διατηρούσε πολλά καταστήματα στο Μπρούκλιν των ΗΠΑ. Ο Ρώσελ λόγω αποτυχίας του στο εμπόριο ενδυμάτων θέλησε να συνεργαστεί με τον Ν.Μπαρμπούρ εκδότη της εφημερίδος Εωθινός Κήρυκας, επειδή η συνεργασία αυτή δεν επιτεύχθηκε, ίδρυσε την φυλλαδική εταιρεία με την επωνυμία Σκοπιά του Πύργου. Σκοπός της εταιρείας ήταν η διανομή φυλλαδίων του περιοδικού Σκοπιά με τις δοξασίες τους που άρχισαν να διαμορφώνονται και διαδίδονται σε διάφορες χώρες. Στην συνέχεια εμφανίστηκαν με την επωνυμία Χιλιαστές, που στηρίζεται στην δοξασία τους περί χιλιετούς βασιλείας, αργότερα εμφανίστηκαν ως Σπουδαστές της Γραφής, ως Χαραυγίτες της χιλιετίας, ως Μάρτυρες του Ιεχωβά και προσφάτως με την νεόκοπη επωνυμία ως Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Στο απόρρητο χιλιαστικό βιβλίο με τίτλο «Λύχνος» αναγράφονται οι σκοποί των Χιλιαστών. Συγκεκριμένα αναγράφεται πως πρέπει να μεταδίδουν τις δοξασίες τους σε απλοϊκούς ανθρώπους με τις κατ’ επανάληψη επισκέψεις και οικονομικές βοήθειες σ’ αυτούς. Ένα άλλωστε από τα δόγματά τους είναι πως θα έλθει η χιλιετής βασιλεία στην γη, όπου θα κυβερνήσουν οι προπάτορες Αβραάμ, Ισαάκ κ.λπ., όταν συμπληρωθεί ο αριθμός των εκλεκτών 144.000 (βλ. σχετ. με παραπομπές Ηρακλ. 87/86 ΑρχΝ ΑΖ σελ. 470 με σχόλιο Γεωργ. Κρίππα). Η επωνυμία τους αυτή είναι ψευδής, απατηλή και παραπλανητική, γιατί σκοπό έχει να παραπλανήσει αφελείς και αδυνάτους στην πίστη ανθρώπους, πως και αυτοί (Μάρτυρες του Ιεχωβά) πιστεύουν στο Χριστό και γι’ αυτό άλλωστε φέρουν ως επωνυμία τους τον τίτλο Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ενώ τούτο είναι αναληθές, αφού δεν πιστεύουν ως ιδρυτή της πίστεώς τους τον Ιησού Χριστό και την θεότητα αυτού, αφού σύμφωνα με τα ανωτέρω δέχονται Αυτόν τον Κύριο Ιησού Χριστό ως απλό άνθρωπο (βλ. χιλιαστικό περιοδικό με τον τίτλο Ξύπνα 22.12.84). Το Γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας με τις αριθμ. 215109/26.3.2000 και 215152/23.3.2000 αποφάσεις του (βλ. περιοδιό Actualize Juridique 2000, σελ. 671) δεν δέχονται ως γνωστή θρησκεία στην Γαλλία τον Χιλιασμό. Το Ομοσπονδιακό Διοικητικό Ακυρωτικό Δικαστήριο Γερμανίας ομοίως απορρίπτει αίτηση των Μαρτύρων του Ιεχωβά περί αναγνωρίσεώς τους ως γνωστής θρησκείας με την αιτιολογία πως η συμπεριφορά αυτών αντίκειται προς τους δημοκρατικούς θεσμούς δηλ. είναι αντίθετη με τα χρηστά ήθη και την έννομη εν γένει τάξη. Οι Χιλιαστές η Μάρτυρες του Ιεχωβά μη δεχόμενοι την θεότητα του Ιησού Χριστού, πιστεύοντας αυτόν ως απλό άνθρωπο και πως είναι αδελφός του Εωσφόρου η παλαιότερα πως ο Ιησούς Χριστός Λόγος ήταν ταυτόσημο πρόσωπο του διαβόλου δεν μπορούν να αυτοεπικαλούνται ως Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, αλλά θα προσιδίαζε να ονομαστούν ως Αντίχριστοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, αφού οι δοξασίες τους συνιστούν βλασφημία του προσώπου του Ιησού Χριστού. Η δήλωση κάποιου προς τις αρχές σχετικά με τον τίτλο του θρησκεύματός του είναι διάφορος ως προς τις πεποιθήσεις του, οι οποίες αποτελούν έκφραση της εσωτερικής του συμπεριφοράς έναντι του Θείου. Οι χιλιαστές επιθυμούντες να δηλώνονται ως Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά προσπαθούν να παραπλανήσουν και προσηλυτίσουν αφελείς και αδιάφορους προς την Χριστιανική πίστη ανθρώπους. Οι δηλώσεις του θρησκεύματος προς τις αρχές ρυθμίζουν τις σχέσεις πολιτών προς το Κράτος και επιβάλλεται να διέπονται από ειλικρίνεια και συνέπεια. Οι αυτοεπικαλούμενοι Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, σκοπό έχουν με τις δηλώσεις τους να παραπλανήσουν αφελείς και ολιγογράμματους κυρίως ανρθώπους πως και αυτοί πιστεύουν στο Χριστό και έτσι τους προσηλυτίσουν και με τις λοιπές μεθόδους που χρησιμοποιούν και καταστήσουν έτσι οπαδούς των δοξασιών τους. Ο πολίτης υποχρεούται να δηλώνει ειλικρινά όσον τούτο ζητείται από τις αρχές το θρήσκευμα η δόγμα του. Ο χιλιασμός συνιστά παναίρεση, γι’ αυτό άλλωστε δεν έχει αναγνωριστεί από την αλλοδαπή νομολογία ω γνωστή θρησκεία, αφού δεν είναι γνωστό το ακολουθούμενο τυπικό τους και η λατρεία τους. Γνωστές είναι μόνο οι δοξασίες τους, οι οποίες χαρακτηρίζονται από την Ορθοδοξία και τον καθολικισμό ως πολέμιες του Χριστιανισμού. Οι ληξίαρχοι υποχρεούνται να καταχωρούν στα ληξιαρχικά βιβλία ως θρήσκευμα των Μαρτύρων του Ιεχωβά τον αληθή τίτλο της πίστεώς τους «Μάρτυρες του Ιεχωβά» ανεξάρτητα από την δήλωση αυτών ως Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά. Η νεόκοπη αυτή ονοματοδοσία είναι αντίθετη με τις δοξασίες τους, αφού σύμφωνα με τα ανωτέρω αυτοί (Μάρτυρες του Ιεχωβά) δεν πιστεύουν στην Θεότητα του Ιησού Χριστού και επομένως δεν αναγνωρίζουν αυτόν ως ιδρυτή και Αρχηγό της πίστέως τους.
Οι δηλώσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά ως Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά αντίκεινται στα χρηστά ήθη, γιατί είναι παραπλανητικές και αποβλέπουν στον προσηλυτισμό και παραπλάνηση ολιγογράμματων και αφελών ανθρώπων στις δοξασίες τους.
Επομένως:
Οι Χιλιαστές αποτελούντες παναίρεση, η οποία βάλλει κατά του Χριστιανισμού δεν μπορούν να ονομάζονται Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, όταν μάλιστα ένα από τα στοιχεία της δοξασίας τους είναι και ο προσηλυτισμός και η αύξηση του αριθμού των οπαδών τους στον αριθμό 144.000. Οι ακολουθούμενες μεθοδεύσεις για την αύξηση των οπαδών τους αντίκειται στα χρηστά ήθη και την εν γένει έννομη τάξη, αφού οι χρησιμοποιούμενοι μέθοδοι παραβιάζουν την θρησκευτική ελευθερία του ατόμου και με πειθώ, με άσκηση ψυχολογικών πιέσεων, χρησιμοποίηση χωρίων της Αγίας Γραφής προς ολιγογραμμάτους και ασχέτους με την Χριστιανική πίστη ανθρώπους παρερμηνεύοντας αυτά προσηλυτίζουν αυτούς στις δοξασίες τους.
Κατά συνέπεια, δεν πρέπει οι ληξίαρχοι να καταχωρούν στα βιβλία τις αναληθείες δηλώσεις των χιλιαστών καταχωρώντας αυτούς ως Χριστιανούς Μάρτυρες του Ιεχωβά, αλλά ως Μάρτυρες του Ιεχωβά προς αποφυγή συγχύσεως και προσηλυτισμό, γιατί οι δηλώσεις τους αυτές άλλωστε δεν έχουν σχέση με την έκφραση των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων (οι οποίες είναι βέβαιο πως βάλλουν κατά του Χριστιανισμού), αλλά σχέση που ρυθμίζει την σχέση αυτών με τους άλλους πολίτες και την αποφυγή έτσι όλων των ανωτέρω συνεπειών.
“Εξ ού”, “δι ού”, “εν ώ”. Προθέσεις περί τού Αγίου Πνεύματος
Ταυτίζει το Δευτερονόμιο 32/λβ: 18, τη λέξη: “κτίζω” με τη λέξη: “γεννώ”;
Λάθη στην εσχατολογική χρονολόγηση 1914 μ.Χ. της Εταιρίας Σκοπιά