Μιχάλης Μαυροφοράκης
Ο Χριστός Θεάνθρωπος σε γη και ουρανό
με άφθαρτο ανθρώπινο σώμα
Αγαπητοί ακροατές χαίρετε.
Η σημερινή εκπομπή έχει τίτλο «Η Χριστιανική Κλήσις και η Ανάστασις των Νεκρών, μέρος 13ον».
Το θέμα και αυτής της εκπομπής είναι η αναίρεσις της κακοδοξίας ορισμένων ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν αναστήθηκε με το ανθρώπινο σώμα Του (δηλαδή ως άνθρωπος), αλλά ως αγγελικό πλάσμα· και ότι με αγγελικό και όχι ανθρώπινο σώμα αναλήφθηκε στους Ουρανούς και εξακολουθεί να υπάρχει στα δεξιά του Θεού. (00:32) Πιστεύουμε πως με την βοήθεια του Θεού σήμερα θα ολοκληρώσουμε αυτό το θέμα.
- Υπενθύμιση τών προηγουμένων εκπομπών
Στην προηγούμενη εκπομπή ασχοληθήκαμε εκτενώς και λεπτομερώς με το σώμα με το οποίο αναλήφθηκε ο Ιησούς στους Ουρανούς. Μάλιστα, επικεντρώσαμε το ενδιαφέρον μας σε αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός της Αναλήψεως και διαπιστώσαμε πώς όχι μόνον ο Ιησούς δεν αναλήφθηκε με αγγελικό σώμα, αλλά αυτό το ίδιο σώμα που έφερε ως άνθρωπος προ του Σταυρού, αυτό το ίδιο ήταν το σώμα που ανεστήθη και που ανελήφθη στον Ουρανό. Έγινε επίσης φανερό από την προηγούμενη μελέτη μας πως όσοι κακόδοξα ισχυρίζονται είτε ότι ο Ιησούς δεν είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος και έτσι αναστήθηκε, ανελήφθη και εξακολουθεί να υπάρχει, είτε ότι δεν ανεστήθη και ανελήφθη με το ανθρώπινο σώμα Του, αυτοί αντιμετωπίζουν τεράστιες λογικές αντιφάσεις στις θεωρίες τους και ερμηνευτικά αδιέξοδα. (01:33)
- Η ανάληψη τού ανθρώπου Χριστού στον θρόνο στα δεξιά τού Θεού
Στην σημερινή εκπομπή θα προσκομίσουμε και άλλες αποδείξεις γύρω από το γεγονός ότι ο Χριστός ανελήφθη με το ανθρώπινο σώμα Του το οποίο και ενδόξασε και αφθαρτοποίησε κατά την Ανάσταση. Οι αποδείξεις αυτές προέρχονται από μαρτυρίες από την Αγία Γραφή γύρω από το πρόσωπο του Χριστού που εντάσσονται στην χρονική περίοδο που αρχίζει αμέσως μετά την Ανάληψη. Και θα αρχίσουμε από εκεί από όπου είχαμε σταματήσει την προηγούμενη φορά, δηλαδή από το γεγονός της Αναλήψεως. (02:07)
Είχαμε δει ότι «Ο μεν ουν Κύριος (Ιησούς) μετά το λαλήσαι αυτοίς ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού» (Μκ. ιστ’ 19). Ας δούμε το ίδιο σημείο, αυτή την φορά όμως με διαφορετική διατύπωση. Το διαβάζουμε από την Αποκάλυψη του Ιωάννου, κεφάλαιο ιβ’ και στίχο 5: «και έτεκεν υιόν άρρενα, ος μέλλει ποιμαίνειν πάντα τα έθνη εν ράβδω σιδηρά· και ηρπάσθη το τέκνον αυτής προς τον Θεόν και προς τον θρόνον αυτού». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αρσενικό παιδί που ετέχθη από την γυναίκα δεν είναι άλλος από τον Ιησού Χριστό. Το τέκνον, λοιπόν, αυτής, «ηρπάσθη αυτής προς τον Θεόν και προς τον θρόνον αυτού». Δηλαδή, ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός και όχι αγγελική φύσις «ηρπάχθη προς τον Θεόν και προς τον θρόνον Του». (03:11)
Μία και μιλήσαμε όμως για τον θρόνο του Θεού όπου ηρπάχθη και εκάθησε ο Ιησούς Χριστός, ας δούμε και μία παράλληλη μαρτυρία πάλι από το βιβλίο της Αποκαλύψεως. Εκεί περιγράφει ο Απόστολος Ιωάννης την «άνω» ή «νέα Ιερουσαλήμ» και το τι ευρίσκεται μέσα σε αυτήν. Μεταξύ λοιπόν, των υπολοίπων μας λέγει: «και ο θρόνος του Θεού και του αρνίου εν αυτη έσται, και οι δούλοι αυτού λατρεύσουσιν αυτώ» (Απ. κβ’ 3). Εδώ, φανερά το Αρνίον είναι ο Ιησούς Χριστός. Ο Ιωάννης και πάλι μάς λέγει ότι ο Ιησούς Χριστός εκάθισε στον θρόνο του Θεού μετά την Ανάληψη. Μάλιστα, μιλεί για έναν θρόνο, για τον ίδιο θρόνο: «ο θρόνος του Θεού και του αρνίου εν αυτη έσται», ενικός, και όχι «εισί». Δηλαδή, ένας θρόνος υπάρχει, ο ίδιος για τον Θεόν και το Αρνίον· ή με άλλα λόγια, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ομόθρονος με τον Θεό. Αμέσως μετά όμως, η ισοτιμία του Ιησού Χριστού με τον Θεό γίνεται πλήρης ταύτιση και αποτελεί τελείως ανεξήγητο γεγονός και ανυπέρβλητη ερμηνευτική δυσκολία για όσους δεν παραδέχονται την βασική αλήθεια της πίστεως ότι ο Χριστός, εκτός από τέλειος άνθρωπος είναι ταυτοχρόνως και τέλειος Θεός κατά φύσιν· και βεβαίως, όχι «ένας θεός», αλλά «ο Θεός», στο πρόσωπο του μονογενούς Υιού και Λόγου. (04:55)
Το χωρίο που μόλις διαβάσαμε λέγει τα εξής: «και ο θρόνος του Θεού και του αρνίου εν αυτή έσται, και οι δούλοι αυτού λατρεύσουσιν αυτώ». Σε μετάφραση ο ίδιος στίχος έχει ως εξής: «Και ο θρόνος του Θεού και του Αρνίου θα είναι μέσα σε αυτήν (την πόλη), και οι δούλοι Του θα Τον λατρεύσουν». Η σύνταξη είναι τελείως παράδοξη. Ενώ φαινομενικά τα πρόσωπα είναι δύο -ο Θεός και το Αρνίο-, εν τούτοις ο Ευαγγελιστής χρησιμοποιεί ενικό: «οι δούλοι Του», όχι «οι δούλοι Τους». Και στην συνέχεια: «θα Τον λατρεύσουν» και όχι «θα Τους λατρεύσουν». Όσοι δεν δέχονται την κατά φύσιν και κατά απόλυτη έννοια θεότητα του Ιησού Χριστού, αλλά πιστεύουν ότι είναι απλώς ένα κτίσμα (ο Αρχάγγελος Μιχαήλ), τότε για αυτούς ο Ιωάννης ή έκανε συντακτικά λάθη ή δεν ήξερε τι έλεγε. Προφανώς όμως, ούτε το ένα ισχύει, ούτε το άλλο. Αντίθετα, ο Απόστολος εγνώριζε και μ’ αυτή την σύνταξη φανέρωνε ότι ο Χριστός ως Υιός και Λόγος του Θεού είναι Θεός κατά φύσιν, και επομένως μετέχει στην ενιαία θεϊκή Ουσία, Δόξα και Ενέργειες του ενός Θεού. Έτσι, αυτού του Ενός Θεού, γνωσθέντος στο πρόσωπο του Ιησού, είναι δούλοι οι πιστοί, και αυτόν, τον ένα Θεό, φανερωθέντα στο πρόσωπο του Χριστού, θα λατρεύσουν.(06:41)
Ο Χριστός, λοιπόν, ως άνθρωπος ηρπάσθη στον θρόνο του Θεού και όχι ως άγγελος. Και όσοι αστοχούν να το παραδεχτούν και να το πιστέψουν αυτό, στην ουσία, στερούν τους εαυτούς των από την κατανόηση του μεγίστου δώρου που δόθηκε στην ανθρώπινη φύση δια της ενανθρωπήσεως του Μονογενούς Υιού και Λόγου του Θεού· ότι δηλαδή ο Θεός έλαβε σάρκα, δηλαδή την ανθρώπινη φύση και την έκανε πλήρως μέτοχο της θεότητος, την ανέβασε στον Ουρανό και την εκάθησε στον Θρόνο του Θεού, δοξάζοντάς την και αφθαρτοποιώντας την. Μ’ αυτόν τον τρόπο άνοιξε τον δρόμο της Σωτηρίας για όλο το ανθρώπινο γένος, ώστε και αυτό, δια της πίστεως στον Χριστό και δια της ένωσής του στο σώμα του Χριστού να έχει την δυνατότητα του συνδοξασμού και της θεώσεως κατά χάριν. (07:38)
Αρνούμενοι, λοιπόν, οι αιρετικοί την θέωση της ανθρωπίνης φύσεως που συντελέσθηκε στο πρόσωπο του Χριστού, στην ουσία αποπροσανατολίζονται από τον στόχο της πίστεως, χάνουν τον δρόμο προς την σωτηρία -η οποία βεβαίως δεν είναι σωτηρία μόνο της ψυχής ή μόνον του σώματος, αλλά σωτηρία του όλου ανθρώπου ως συνόλου, ως ενιαίας και αδιαίρετης ψυχοσωματικής οντότητος. (08:05)
Η επόμενη μαρτυρία για το ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός ανελήφθη και εκάθησε στα δεξιά του Πατρός ως άνθρωπος και όχι ως αγγελικό πλάσμα, προέρχεται από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, κεφάλαιο έβδομο (ζ’) και στίχους 55 και 56. Αναφέρεται στο όραμα του πρωτομάρτυρος Στεφάνου που είχε κατά την ώρα της μαρτυρίας του στο συνέδριο λίγο πριν τον καταδικάσουν σε θάνατο δια λιθοβολισμού. Διαβάζουμε: «υπάρχων δε (ο Στέφανος) πλήρης Πνεύματος Αγίου, ατενίσας εις τον ουρανόν είδε δόξαν Θεού και Ιησούν εστώτα εκ δεξιών του Θεού, και είπεν· ιδού θεωρώ τους ουρανούς ανεωγμένους και τον υιόν του ανθρώπου εκ δεξιών του Θεού εστώτα» (Πρ. ζ’ 55 & 56). Ο Στέφανος είδε στον Ουρανό τον άνθρωπο Ιησού Χριστό να κάθεται στα δεξιά του Θεού. Δεν είδε τον Λόγο ή την Σοφία του Πατρός, αλλά τον Υιό του ανθρώπου που έλαβε το ανθρώπινο σώμα του από την παρθένο Μαρία. Ας το ακούσουμε και από το στόμα του Μεγάλου Αθανασίου που λέγει: «Στέφανος λέγει ‘Θεωρώ τον Υιό του ανθρώπου εκ δεξιών εστώτα της δυνάμεως του Θεού’. Ουκ είπεν ‘τον Λόγον ή την Σοφία του Πατρός εωρακέναι’, αλλά ‘τον Υιό του ανθρώπου’, το εκ Μαρίας κυριακόν σώμα, όπερ ο Παύλος λέγει καθήσαι εκ δεξιών του Θεού». (09:54)
- Το προσωνύμιο “Υιός τού Θεού”
Αναφερθήκαμε προηγουμένως στον όρο «Υιός του ανθρώπου» που χρησιμοποιήθηκε από τον ίδιο τον Χριστό κατά τρόπο χαρακτηριστικό και με ιδιαίτερη έμφαση προκειμένου να προσδιορίσει τον εαυτό Του. Ταυτόχρονα, βεβαίως, χρησιμοποιήθηκε και άλλος ένας όρος, συμπληρωματικός του πρώτου που προσδιορίζει την ταυτότητα του Χριστού. Είναι ο όρος «Υιός του Θεού»· και είναι αξιοσημείωτο ότι τον πρώτο όρο («Υιός του ανθρώπου») τον χρησιμοποιούσε αποκλειστικά και συνεχώς ο Ιησούς όταν αναφερόταν στον εαυτό του, ενώ τον δεύτερο («Υιός του Θεού») δεν τον χρησιμοποίησε ποτέ ο ίδιος, διδάσκοντάς μας έτσι την αρετή της ταπείνωσης, ωστόσο όμως, συνεχώς απεδείκνυε την ορθότητα του όρου εν δυνάμει και ποτέ δεν τον αρνιόταν όταν του τον απηύθυναν. (10:51)
Ας δούμε μερικά παραδείγματα από την Καινή Διαθήκη ξεκινώντας από την προσωνυμία «Υιός του Θεού». Κατ’ αρχήν, «Υιό Του» τον απεκάλεσε ο ίδιος Θεός Πατήρ σε αρκετές περιπτώσεις.
Πρώτον, κατά την Βάπτισή Του στον Ιορδάνη: «και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος· και ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί, και είδε το Πνεύμα του Θεού καταβαίνον ωσεί περιστεράν και ερχόμενον επ’ αυτόν· και ιδού φωνή εκ των ουρανών λέγουσα· ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα.» (Μτ γ’ 16-17, Μκ α’ 11).
Δεύτερον κατά την Μεταμόρφωση στο Όρος: «και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και έλαμψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φως. και ιδού ώφθησαν αυτοίς Μωσής και Ηλίας μετ’ αυτού συλλαλούντες. (…) έτι αυτού λαλούντος ιδού νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς, και ιδού φωνή εκ της νεφέλης λέγουσα· ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα· αυτού ακούετε» (Μτ ιζ’ 2,3,5).
Τρίτον έμμεσα όταν θέλησε να Τον δουν οι Έλληνες. Εκεί, επικαλείται τον Θεό Πατέρα Του και Εκείνος επιβεβαιώνει με φωνή τα λόγια του Ιησού. Ο Ιησούς είπε: «πάτερ, δόξασόν σου το όνομα. ήλθεν ουν φωνή εκ του ουρανού· και εδόξασα και πάλιν δοξάσω» (Ιω. ιβ’ 28).
Τέταρτον, προφητικά. Λέγει ο Απόστολος: «τίνι γαρ είπέ ποτε των αγγέλων· υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε; και πάλιν· εγώ έσομαι αυτώ εις πατέρα, και αυτός έσται μοι εις υιόν;» (Εβρ. α’ 5). (13:20)
Για να μην μακρηγορήσουμε όμως, ας δούμε και άλλες αναφορές στον Χριστό ως Υιό του Θεού. Ακόμα και τα δαιμόνια τον ομολογούσαν έτσι: «και ιδού έκραξαν (οι δαιμονισμένοι) λέγοντες· τι ημίν και σοι, Ιησού υιε του Θεού; ήλθες ώδε προ καιρού βασανίσαι ημάς;» (Μτ. η’ 29). Ομολογούσε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής: «καγώ εώρακα και μεμαρτύρηκα ότι ούτός εστιν ο υιός του Θεού» (Ιω. α’ 34). Όμοια και ο Πέτρος, κατ’ αποκάλυψιν του Θεού και Πατρός, τόν απεκάλεσε έτσι: «αποκριθείς δε Σίμων Πέτρος είπε· συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος. και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτώ· μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σάρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι, αλλ’ ο πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς» (Μτ. ιστ’ 16-17). Και όταν στο συνέδριο που δικαζόταν, λίγο προ της Σταυρώσεως ο Αρχιερεύς τον όρκισε να του ομολογήσει εάν πράγματι ήταν ο Υιός του Θεού, Εκείνος με απλότητα και ταπείνωση αποδέχτηκε τον χαρακτηρισμό: «ο αρχιερεύς είπεν αυτώ· εξορκίζω σε κατά του Θεού του ζώντος ίνα ημίν είπης ει συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού. λέγει αυτώ ο Ιησούς· συ είπας» (Μτ κστ’ 63-64 & Μκ ιδ’ 61-62). Και ας προσέξουμε ότι ο χαρακτηρισμός «Υιός του Θεού» έχει το οριστικό άρθρο μπροστά, δηλαδή είναι «ο Υιός του Θεού» και όχι «ένας Υιός του Θεού» όπως ισχυρίζονται κακόδοξα πολλοί. Τί άραγε υποδήλωνε αυτό το μονοσήμαντο και τόσο προκλητικό για τους Ιουδαίους προσωνύμιο του Χριστού «ο Υιός του Θεού», ώστε για αυτό και Τον σταύρωσαν; Μα, τί άλλο από την φυσική σχέση Του με τον Θεό Πατέρα, και όπως ακριβώς ο Υιός του ανθρώπου είναι στην φύση Του άνθρωπος και όχι χαριστικά ή μεταφορικά ή κατ’ αλληγορίαν ή κατ’ επίφασιν. Έτσι και ο Υιός του Θεού είναι Θεός κατά φύσιν, έχει δηλαδή θεϊκή ουσία και θεϊκές ενέργειες. Η προσφώνηση λοιπόν για τον Χριστό «ο Υιός του Θεού» δεν είναι τίτλος ευγενείας ή χαριστικός τίτλος αλλά δηλώνει την φύση του Χριστού ότι είναι η ίδια η φύση του Θεού Πατρός Του. Για αυτό άλλωστε είχαν σκανδαλιστεί οι Ιουδαίοι που ήδη γνώριζαν ότι χαριστικά (κατά χάριν) και οι άγγελοι και οι άνθρωποι είχαν κληθεί «Υιοί Θεού» (Ιω. ι’ 34). (16:30)
- Το προσωνύμιο “Υιός τού ανθρώπου”
Ας έρθουμε τώρα να εξετάσουμε το δεύτερο προσωνύμιο του Χριστού, το οποίο αφορά άμεσα την μελέτη μας. Εννοούμε το προσωνύμιο «ο Υιός του ανθρώπου». Όπως είπαμε και προηγουμένως, ο χαρακτηρισμός αυτός ήταν ιδιαίτερα προσφιλής από τον Ιησού και εχρησιμοποιήτο συχνά από Αυτόν όταν ήθελε να αναφερθεί στον εαυτό Του. Στην συνέχεια θα αναφέρουμε μόνον λίγα παραδείγματα από τα αρκετά σε αριθμό που υπάρχουν στα Ευαγγέλια.
Στις κρυφές σκέψεις των γραμματέων ότι ο Χριστός βλασφημεί όταν είπε στον παραλυτικό «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι» προκειμένου να τον θεραπεύσει, τους είπε: «ίνα δε ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου επί της γης αφιέναι αμαρτίας – τότε λέγει τω παραλυτικώ …» κλπ (Μτ. θ’ 6). Σε κάποια άλλη στιγμή, ρώτησε ο Χριστός τους Μαθητάς του για τον εαυτό Του: «Ελθών δε ο Ιησούς εις τα μέρη Καισαρείας της Φιλίππου ηρώτα τους μαθητάς αυτού λέγων· τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου;» και συνέχισε: «λέγει αυτοίς· υμείς δε τίνα με λέγεται είναι;» (Μτ. ιστ’ 13 & 15). Σε μια άλλη περίπτωση είπε ο Ιησούς στους Μαθητάς Του: «οίδατε ότι μετά δύο ημέρας το Πάσχα γίνεται, και ο υιός του ανθρώπου παραδίδοται εις το σταυρωθήναι» (Μτ. κστ’ 2). Λόγω ελλείψεως χρόνου, απλώς παραθέτουμε και μερικά άλλα παρόμοια χωρία χωρίς όμως να τα διαβάζουμε. Είναι τα Ματθαίος ι’ 23, ια’ 19, ιβ’ 8 & 32, Μάρκος η’ 38, Ματθαίος κ’ 28, Λουκάς στ’ 22, ιθ’ 10, κβ’ 48, Ιωάννης στ’ 27, θ’ 35, ιγ’ 31 και Πράξεις ζ’ 56. Υπάρχουν βεβαίως και αρκετά άλλα που είναι παρόμοια και ισοδύναμα. (19:03)
- Γιατί ο Χριστός αυτοαποκαλείτο συνεχώς “υιός τού ανθρώπου”;
Γιατί όμως ο Ιησούς χρησιμοποιούσε συνεχώς αυτόν τον χαρακτηρισμό όταν αναφερόταν στον εαυτό Του;
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι, εκ των οποίων ο κυριότερος είναι ότι δι’ αυτού του όρου φανέρωνε και υπενθύμιζε συνεχώς την ανθρώπινη φύση Του. Απεκάλυπτε στους ανθρώπους το μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως· ήθελε να δηλώσει ότι παρ’ όλα τα υπερφυσικά σημεία και τα εκπληκτικά σε ποσότητα και ποιότητα θαύματα που επιτελούσε -και έτσι απεδείκνυε την θεϊκή Του φύση-, εν τούτοις, ταυτόχρονα ήταν και άνθρωπος, γεννημένος κατά την ανθρώπινη φύση Του από άνθρωπο, την παρθένο Μαρία, και βεβαίως, ως υιός ανθρώπου ήταν τέλειος άνθρωπος, με ανθρώπινη σάρκα και ψυχή και ανθρώπινη βούληση.
- Γιατί Θεάνθρωπος;
Έτσι, κι οι δύο χαρακτηρισμοί που αναφέραμε προηγουμένως, αλληλοσυμπληρώνονται και ολοκληρώνουν την μία και ενιαία εικόνα του Ιησού Χριστού. Ως Υιός του Θεού, ο Χριστός είναι τέλειος Θεός κατά φύσιν με την πληρότητα της θεϊκής ουσίας και των θεϊκών ενεργειών. Για αυτό ο Απόστολος Παύλος έλεγε αργότερα για τον Χριστό ότι «ότι εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς» (Κολ. β’ 9). Ταυτόχρονα όμως, ως Υιός του ανθρώπου ήτο και τέλειος άνθρωπος κατά την φύσιν όπως προηγουμένως αναφέραμε. Δύο χαρακτηρισμοί λοιπόν, που ταυτόχρονα βρίσκουν εφαρμογή κατ’ αποκλειστικότητα μόνον στον Ιησού Χριστό: Τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος μαζί· ή αλλιώς, η θεϊκή φύση και η ανθρώπινη φύση ενωμένες και οι δύο σε μία υπόσταση, στο πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. (21:08)
Αυτή την υπερφυσική, μοναδική και ανεπανάληπτη ένωση, την έκανε ο Θεός από άπειρη αγάπη και εκουσίως, όχι κινούμενος από δικανική ανάγκη όπως βλάσφημα ισχυρίζονται οι Παπικοί και όλοι οι εξ αυτών αποσχισθέντες Προτεστάντες. Και η ένωση αυτή έγινε με μοναδικό σκοπό την σωτηρία του ανθρώπου, την ανόρθωση της ανθρωπίνης φύσεως που «επ’ ελπίδι» υποτάχθηκε στην δουλεία της φθοράς και του θανάτου εξ αιτίας της πτώσεως των Πρωτοπλάστων. Αυτή την πεσμένη ανθρώπινη φύση έλαβε ο Θεός και συγκεκριμένα ο Υιός και Λόγος του Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος και την ανύψωσε ενώνοντάς την με τον Θεό. Αυτή την «υπέρ λόγον» ένωση της θείας και της ανθρωπίνης φύσεως στο πρόσωπο του Χριστού, φανερώνει και ίδιο το όνομά Του, «Εμμανουήλ», ή «ο Θεός μεθ’ ημών». Το ίδιο φανερώνει και το όνομα του Αγγέλου που υπηρέτησε το μυστήριο της θείας Ενανθρωπήσεως, του Γαβριήλ, διότι Γαβριήλ σημαίνει «άνθρωπος Θεός». (22:28)
Αυτή την θεανθρώπινη φύση Του φανερώνει και ο λόγος του Αποστόλου που αλληγορικά λέχθηκε για τον Μελχισεδέκ «απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος, μήτε αρχήν ημερών μήτε ζωής τέλος έχων, αφομοιωμένος δε τω υιώ του Θεού, μένει ιερεύς εις το διηνεκές» (Εβρ. ζ’ 3). Ονομάζεται λοιπόν εδώ ο Χριστός από τον θείο συγγραφέα ως «απάτωρ» και «αμήτωρ». Κατά ποία έννοια; «Απάτωρ» αποκαλείται ως υιός του ανθρώπου, διότι ο Χριστός κατά την ανθρωπίνη φύση Του δεν έχει πατέρα, είναι υιός του ανθρώπου, και όχι των ανθρώπων· είχε έναν γονέα μόνον, την παρθένο Μαρία, ενώ «αμήτωρ» αποκαλείται ως Υιός του Θεού, διότι ως προς την θεϊκή Του φύση γεννήθηκε αχρόνως από τον Θεό Πατέρα, αλλά στην γέννηση αυτή δεν υπάρχει μητέρα. Ο χαρακτηρισμός λοιπόν αυτός, «απάτωρ» και «αμήτωρ», αποτελεί μία ακόμη μαρτυρία από τις πολλές για το σύνθετο των δύο πλήρων και τελείων φύσεων του Χριστού, της θεϊκής και της ανθρώπινης. Αποτελεί όμως, ταυτόχρονα και ράπισμα εναντίον όλων εκείνων που κακόδοξα δεν παραδέχονται το θεανθρώπινο της φύσεως του Χριστού. (24:02)
- Ο Χριστός αναστήθηκε με την ανθρώπινη φύση Του
Έχοντας λοιπόν αποδείξει ότι ο Χριστός είναι ένα πρόσωπο, μία υπόσταση σύνθετη από δύο φύσεις, την θεϊκή και την ανθρώπινη (περισσότερες αποδείξεις θα προσκομίσουμε αν επιτρέψει ο Κύριος σε μελλοντική εκπομπή με κύριο θέμα το πρόσωπο του Χριστού), θα εξετάσουμε στην συνέχεια αν ο Κύριος Ιησούς απέβαλε κατά την Ανάσταση την μία από τις δύο φύσεις Του (και συγκεκριμένα την ανθρώπινη που μάς ενδιαφέρει στην μελέτη μας) ή αν την μετέβαλε ή την αλλοίωσε σε αγγελική όπως κακόδοξα ισχυρίζονται πολλοί μεταξύ των οποίων και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Για τον σκοπό αυτό θα αναφερθούμε σε μερικά εδάφια που ελέχθησαν από τον ίδιο τον Χριστό ή τους Αποστόλους και που αναφέρονται στο Πρόσωπό Του μετά την Ανάσταση αλλά και μετά την Ανάληψή Του στους Ουρανούς. Στην μελέτη μας αυτή θα χρησιμοποιήσουμε τον όρο «υιός του ανθρώπου» που, όπως δηλώσαμε και προηγουμένως, χαρακτηρίζει την ανθρώπινη φύση του Ιησού Χριστού. (25:08)
Και ας αρχίσουμε εξετάζοντας ποια φύση έπαθε και ετάφη.
Ο ίδιος ο Χριστός προφητικά είχε πει: «ώσπερ γαρ εγένετο Ιωνάς ο προφήτης εν τη κοιλία του κήτους τρεις ημέρας και τρεις νύκτας, ούτως έσται και ο υιός του ανθρώπου εν τη καρδία της γης τρεις ημέρας και τρεις νύκτας» (Μτ. ιβ’ 40). Ως άνθρωπος λοιπόν απέθανε και ετάφη ο Χριστός, και φυσικά, ως άνθρωπος, δηλαδή η ανθρωπίνη Του φύσις έπαθε, διότι η θεία Φύσις είναι εκ φύσεως απαθής. «ούτω και ο υιός του ανθρώπου μέλλει πάσχειν υπ’ αυτών» (Μτ. ιζ’ 12), δηλαδή, έτσι και ο υιός του ανθρώπου μέλλει να πάθει από αυτούς. Αλλά βεβαίως και ως υιός ανθρώπου ο Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών: «και καταβαινόντων αυτών από του όρους ενετείλατο αυτοίς ο Ιησούς λέγων· μηδενί είπητε το όραμα έως ου ο υιός του ανθρώπου εκ νεκρών αναστή (εγερθή)» (Μτ. ιζ’ 9)· και πάλι: «Και ήρξατο διδάσκειν αυτούς (ο Ιησούς τους Μαθητάς Του) ότι δει τον υιόν του ανθρώπου πολλά παθείν, και αποδοκιμασθήναι από των πρεσβυτέρων και των αρχιερέων και των γραμματέων, και αποκτανθήναι, και μετά τρεις ημέρας αναστήναι» (Μκ. η’ 31 & Λκ. θ’ 22). (27:01)
- Ο Χριστός αναλήφθηκε με την ανθρώπινη φύση Του
Αλλά πώς ανελήφθη και εκάθισε στα δεξιά του Θεού;
Πάλι ως άνθρωπος κατά την φύση, ως υιός ανθρώπου και όχι ως άγγελος: «και είπεν (ο Στέφανος)· ιδού θεωρώ τους ουρανούς ανεωγμένους και τον υιόν του ανθρώπου εκ δεξιών του Θεού εστώτα» (Πρ. ζ’ 56). Όμως επίσης ως Θεάνθρωπος θα επανέλθει κατά την Δευτέρα Παρουσία. Όχι μόνον ως Θεός, ούτε βεβαίως ως άγγελος αλλά ως Θεός και ως άνθρωπος, όπως δηλαδή ήταν κατά την Φύσιν και προ του Πάθους: «και τότε φανήσεται το σημείον του υιού του ανθρώπου εν τω ουρανώ» (Μτ. κδ’, 30). Το μοναδικό σημείο με το οποίο γνωρίστηκε ο Χριστός στον κόσμο, με το οποίο και κηρύχθηκε και σφραγίζονται οι μαθητές Του, είναι ο Σταυρός. «και τότε κόψονται πάσαι αι φυλαί της γης και όψονται τον υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού μετά δυνάμεως και δόξης πολλής.» (Μτ. κδ’, 30). «Όταν δε έλθη ο υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού, τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη, και αφοριεί (θα ξεχωρίσει) αυτούς απ’ αλλήλων…» κλπ (Μτ. κε’ 31 & 32). «δια τούτο και υμείς γίνεσθε έτοιμοι, ότι ή ωρα ου δοκείτε ο υιός του ανθρώπου έρχεται» (Μτ. κδ’ 44). «λέγει αυτώ (στον Αρχιερέα) ο Ιησούς· συ είπας· πλήν λέγω υμίν, απ’ άρτι όψεσθε τον υιόν του ανθρώπου καθήμενον εκ δεξιών της δυνάμεως και ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού» (Μτ. κστ’ 64 & Μκ. ιδ’ 62 & Λκ. κβ’ 69). «ώσπερ γαρ η αστραπή εξέρχεται από ανατολών και φαίνεται έως δυσμών, ούτως έσται και η παρουσία του υιού του ανθρώπου» (Μτ. κδ’ 27). (29:37)
- Ο Χριστός θα επανέλθη με την ανθρώπινη φύση Του
Για να μην σας κουράζουμε με περισσότερα χωρία -αν και η ανάγνωση της Αγίας Γραφής είναι πάντοτε πηγή σοφίας και πνευματικής αγαλλιάσεως- είναι πλέον πέρα για πέρα φανερό και ξεκάθαρο, ότι ο Ιησούς όχι μόνον έπαθε, ετάφη, ανεστήθη και ανελήφθη κατά την ανθρώπινη φύση Του, αλλά και μ’ αυτήν ευρίσκεται στους Ουρανούς, και πάλι μ’ αυτήν θα ξανάρθει κατά την Δευτέρα Παρουσία για να κρίνει ζώντας και νεκρούς.
Ως άνθρωπος λοιπόν θα επανέλθει, ενωμένος βεβαίως με την θεϊκή Του Φύση. Σε καμία περίπτωση δεν θα επανέλθει ως άγγελος ή ως άλλο πλάσμα όπως αιρετικά ισχυρίζονται πολλοί. Ο χαρακτηρισμός λοιπόν «υιός του ανθρώπου» για τον Χριστό δεν είναι απλώς σχήμα λόγου όπως εσφαλμένα τον θεωρούν οι αιρετικοί για να ξεφύγουν από τα τεράστια ερμηνευτικά προβλήματα που ορθώνονται εμπρός από την εσφαλμένη δογματική τους, αλλά είναι πολύ κρίσιμος και αποκαλυπτικός διότι δηλώνει την ανθρωπίνη φύση του Ιησού Χριστού με την οποία ενώθηκε ατρέπτως και μονίμως η θεία Φύση του Υιού και Λόγου του Θεού για να την δώσει από την φθορά και τον θάνατο που επέφερε η πτώση. (31:00)
Δυστυχώς, λοιπόν, αρνούμενοι οι αιρετικοί την Ανάσταση της ανθρωπίνης φύσεως και την θέωσή της με την πρόσληψή της από τον Υιό του Θεού, στην ουσία αρνούνται την ίδια την Σωτηρία που προήλθε από την ενανθρώπηση και γενικά την θεία Οικονομία.
Μία ακόμη μαρτυρία των όσων έχουμε αναφέρει μέχρι τώρα είναι και το εδάφιο Απ. α’ 7, το οποίο και διαβάζουμε: «Ιδού έρχεται μετά των νεφελών, και όψεται αυτόν πας οφθαλμός και οίτινες αυτόν εξεκέντησαν, και κόψονται επ’ αυτόν πάσαι αι φυλαί της γης. ναι, αμήν». Είναι φανερό πως το χωρίο αυτό ομιλεί ρητά για τον Χριστό, ο οποίος φυσικά ως άνθρωπος εκεντήθη. Μάλιστα, το χωρίο, από όσα είδαμε και προηγουμένως, αναφέρεται στην Κρίση κατά την Δευτέρα Παρουσία (Ζαχ. ιβ’ 10 & Ιω. ιθ’ 37). «Θα Τον δει» λέγει ο Ευαγγελιστής «πας οφθαλμός»· προφανώς, πας οφθαλμός ανθρώπου. Και εκείνοι που Τον εκέντησαν με την λόγχη και γενικά όλες οι φυλές της γης. Όλοι τους άνθρωποι και με τους ανθρώπινους οφθαλμούς τους θα τον δουν, και επειδή ως άνθρωπος εκεντήθη ο Χριστός, ως άνθρωπο πάλι θα Τον δουν και θα Τον αναγνωρίσουν αυτοί που Τον εξεκέντησαν. (32:39)
- Ο Χριστός μεσιτεύει τώρα ως άνθρωπος στον ουρανό
Θα προχωρήσουμε σε ένα ακόμη χωρίο της Καινής Διαθήκης που και αυτό δηλώνει ρητά και με σαφήνεια ότι ο Χριστός ευρίσκεται στους Ουρανούς ως άνθρωπος και όχι ως άγγελος με σώμα διαφορετικό από το ανθρώπινο. Διαβάζουμε από την πρώτη προς Τιμόθεον επιστολή, κεφάλαιο δεύτερο (β’) και στίχο 5: «εις γαρ Θεός, εις και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς». Αρκετές δεκαετίες μετά την Ανάσταση και Ανάληψη του Ιησού Χριστού στους Ουρανούς, ο Απόστολος Παύλος εξακολουθεί και Τον αποκαλεί «άνθρωπο». Με άλλα λόγια, ο Απόστολος μάς δηλώνει φανερά ότι ο Ιησούς Χριστός δεν απέβαλε ή μετέβαλε την ανθρώπινη φύση Του, αλλά εξακολουθεί να παραμένει άνθρωπος στους Ουρανούς· και επ’ αυτού δεν μάς αφήνει καμία απολύτως αμφιβολία. Μερικοί από τους αιρετικούς χρησιμοποιούν αυτό το εδάφιο για να υποβαθμίσουν τον Χριστό και να Τον υποβιβάσουν στο επίπεδο του κτίσματος ξεκινώντας από την δήθεν διαφοροποίησή Του στον στίχο αυτό από τον Θεό. Ας ασχοληθούμε λοιπόν για λίγο με αυτό αν και θα το ξαναδούμε με λεπτομέρεια στο μέλλον. (34:02)
Εδώ ο Χριστός αναφέρεται ως μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Και ποιού πράγματος έγινε μεσίτης; Της Καινής Διαθήκης, όπως διαβάζουμε από την προς Εβραίους επιστολή: «Και δια τούτο διαθήκης καινής μεσίτης εστίν, όπως, θανάτου γενομένου εις απολύτρωσιν των επί τη πρώτη διαθήκη παραβάσεων, την επαγγελίαν λάβωσιν οι κεκλημένοι της αιωνίου κληρονομίας. όπου γαρ διαθήκη, θάνατον ανάγκη φέρεσθαι του διαθεμένου» (Εβρ. θ’ 15-16).
Δηλαδή, με απλούστερα λόγια, ο Ιησούς είναι μεσίτης της Καινής Διαθήκης αλλά και ταυτόχρονα είναι και ο διαθέτης της, δηλαδή εκείνος που διέθεσε την περιουσία του. Και επειδή για να ισχύσει μία διαθήκη και να μπορεί να γίνει το μοίρασμα της περιουσίας στους κληρονόμους, πρέπει να πεθάνει ο διαθέτης, για αυτό και ο Χριστός έπρεπε να πεθάνει. Ο Χριστός λοιπόν, είναι κατά το εδάφιο αυτό και μεσίτης και διαθέτης της Καινής Διαθήκης.
Λίγο ενωρίτερα, όμως, στην ίδια επιστολή, ο Απόστολος Παύλος παραθέτοντας κατά γράμμα από τον Ιερεμία κεφ. λγ’, μάς λέγει τα εξής σε σχέση με την Καινή Διαθήκη: «ότι αύτη η διαθήκη ην διαθήσομαι τω οίκω Ισραήλ μετά τας ημέρας εκείνας, λέγει Κύριος (Γιαχβέ κατά το εβραϊκό κείμενο)· διδούς νόμους μου εις την διάνοιαν αυτών, και επί καρδίας αυτών επιγράψω αυτούς, και έσομαι αυτοίς εις Θεόν, και αυτοί έσονταί μοι εις λαόν» (Εβρ. η’ 10). Εδώ φανερά ο Απόστολος και ο Προφήτης λέγουν ότι ο διαθέτης της Καινής Διαθήκης είναι ο Γιαχβέ, ο Κύριος ο Θεός. Πώς είναι δυνατόν; Ασφαλώς για τους αιρετικούς αυτό είναι τελείως παράλογο και ασυμβίβαστο, διότι όπως είδαμε ο διαθέτης είναι ο Χριστός, και μάλιστα πεθαίνει για να επικυρώσει την ισχύ της Διαθήκης. Για την Εκκλησία όμως η απάντησις είναι πολύ απλή και λογική. Ο Χριστός είναι μεσίτης και διαθέτης της διαθήκης την οποία επικυρώνει με τον θάνατό Του κατά την ανθρώπινη φύση Του, ενώ ως Θεός υπόσχεται την σύναψη και την εκπλήρωσή της. (36:49)
Επανερχόμενοι λοιπόν στην Α’ προς Τιμόθεον β’ 5, υπενθυμίζουμε ότι αρκετά χρόνια μετά την Ανάληψη, ο Απόστολος Παύλος εξακολουθεί να αποκαλεί ρητά τον Ιησού Χριστό «άνθρωπο», δηλαδή μέτοχο της ανθρωπίνης φύσεως. Το ίδιο επισημαίνει και σε άλλη επιστολή, όπως είδαμε και προηγουμένως, λέγοντας «ότι εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς» (Κολ. β’ 9). Δηλαδή ότι στον Χριστό «κατοικεί» -και όχι «κατοικούσε»- ολόκληρη η πληρότητα της Θείας Φύσεως σε ανθρώπινο σώμα. Μάλιστα, αυτό αποτελεί και θεμελιώδες δόγμα της Πίστεώς μας, ότι δηλαδή ο Θεός ενηνθρώπησε ατρέπτως και μονίμως στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και όπως είναι φυσικό, υπέστη από πολύ ενωρίς τις επιθέσεις του Πονηρού μέσω των αιρετικών που το αρνούνταν με πολλούς και διαφόρους τρόπους.
- Αντίχριστος ο αρνούμενος τον Χριστό “σε σάρκα”
Για ορισμένους από αυτούς που δεν δέχονταν καν ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν όντως άνθρωπος κατά την πρώτη Του παρουσία, έγραφε ο Ευαγγελιστής και Απόστολος Ιωάννης: «Αγαπητοί, μη παντί πνεύματι πιστεύετε, αλλά δοκιμάζετε τα πνεύματα ει εκ του Θεού εστιν, ότι πολλοί ψευδοπροφήται εξεληλύθασιν εις τον κόσμον. Εν τούτω γινώσκετε το πνεύμα του Θεού· παν πνεύμα ό ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ του Θεού έστι· και παν πνεύμα ό μη ομολογεί τον Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ του Θεού ουκ έστι· και τούτό εστι το του αντιχρίστου ό ακηκόατε ότι έρχεται, και νυν εν τω κόσμω εστίν ήδη» (Α’ Ιω. δ’ 1-3). Εδώ λοιπόν λέγει ότι όποιος δεν ομολογεί ότι ο Ιησούς Χριστός έχει έλθει εν σαρκί, δηλαδή ως πραγματικός άνθρωπος, με ανθρώπινη φύση, αυτός είναι ψευδοπροφήτης και έχει το πνεύμα του Αντιχρίστου. Πολύ βαριά κατηγορία.
Στην δεύτερη επιστολή του, πάλι θίγει το ίδιο θέμα, μόνο που τώρα βάλλει όχι μόνον εναντίον εκείνων που αρνούνταν εξ αρχής την Ενανθρώπηση του Σωτήρος, αλλά και εναντίον εκείνων που την αρνούνταν σε οποιαδήποτε φάση, όπως λόγου χάριν μετά την Ανάσταση. Λέγει λοιπόν: «ότι πολλοί πλάνοι εισήλθον εις τον κόσμον, οι μη ομολογούντες Ιησούν Χριστόν ερχόμενον εν σαρκί· ούτός εστιν ο πλάνος και ο αντίχριστος» (Β’ Ιω. 7). Εδώ, με την μετοχή ενεστώτος, ο Απόστολος δεν περιορίζεται μόνον στην πρώτη, ένσαρκο παρουσία του Ιησού Χριστού, αλλά προφανώς και στην δεύτερη. Η ένσαρκη οικονομία, άλλωστε, αποτελεί και το κέντρο της θεολογίας του Ιωάννου που συνοψίζεται στα λόγια: «Και ο Λόγος σαρξ εγένετο» (Ιω. α’ 14).
Ας προσέξουν λοιπόν όσοι ευρισκόμενοι σε πλάνη αρνούνται αφ’ ενός την θεότητα του Χριστού αλλά ακόμα και αυτή την ανθρώπινη φύση Του μετά την Ανάσταση, διότι ο ίδιος Απόστολος πάλι λέγει: «πας ο αρνούμενος τον υιόν ουδέ τον πατέρα έχει, (ο ομολογών τον υιόν και τον πατέρα έχει)» (Α’ Ιω. β’ 23). Μάλιστα δε, όπως είδαμε, χαρακτηρίζει όλους αυτούς ως ψευδοπροφήτες κινουμένους από το πνεύμα του Αντιχρίστου.
Στο σημείο όμως αυτό φτάσαμε στο τέλος και της σημερινής εκπομπής. Σας ευχαριστούμε που μάς παρακολουθήσατε. Ευχαριστούμε και τον Στέφανο Πασχόπουλο που είχε την επιμέλεια του ήχου.
Χαίρετε και ο Θεός μαζί μας.
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: “Ορθοδοξία και Αίρεση“, του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του. Ηχητικό αρχείο Ομιλία No 28 – Απομαγνητοφώνηση: Ευθύμιος, Περιστερά. – Ο Χριστός Θεάνθρωπος σε γη και ουρανό με άφθαρτο ανθρώπινο σώμα (oodegr.com)