π. Στέφανος Στεφόπουλος
Το εσχατολογικό δόγμα της Εκκλησίας μας διακρίνεται στη μερική και την γενική εσχατολογία. Η μερική εσχατολογία εξετάζει τόν φυσικό θάνατο, τη μερική κρίση, τη μέση κατάσταση των ψυχών και τη σχέση ζώντων και κεκοιμημένων. Η γενική εσχατολογία εξετάζει τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, την κοινή ανάσταση των κεκοιμημένων, τη γενική κρίση και τη συντέλεια του κόσμου με την αιώνια ζωή και την αιώνια κόλαση. Στο πρώτο αυτό μέρος θα δούμε πιο αναλυτικά τα σχετικά με τη μερική εσχατολογία.
- Ο φυσικός θάνατος. Είναι η διακοπή λειτουργίας του οργανισμού ως βιολογικού όντος. Συμβαίνει κατά τον χωρισμό ψυχής και σώματος, οπότε η ψυχή μεταβαίνει στη «μέση κατάσταση». Ο θάνατος μπήκε στη ζωή μας λόγω της αμαρτίας-παρακοής του Αδάμ ως πνευματικός θάνατος αρχικά (δηλαδή με την απομάκρυνση-παρακοή των πρωτοπλάστων από το θέλημα του Θεού). Μετά ο Θεός παραχώρησε να μπει ο σωματικός θάνατος στη ζωή του ανθρώπου από αγάπη και ευσπλαχνία προς το πλάσμα Του, ώστε να μη διαιωνιστεί η αμαρτία. Ο θάνατος φθείρει το σώμα του ανθρώπου αλλά δεν εξαφανίζει την ουσία του, την ψυχή του, το πρόσωπό του (ως ιδιαίτερη και ξεχωριστή-μοναδική ύπαρξη) και για το λόγο αυτό λέμε πως ο θάνατος είναι κατά βάσιν κοίμησις (εξ ου και κοιμητήριο αντί νεκροταφείο).
- Η μερική κρίσις. Αμέσως μετά τον θάνατο ο άνθρωπος κρίνεται μερικώς από το Θεό έτσι ώστε η ψυχή του να μετασταθεί σε κατάσταση προαπόλαυσης των μελλόντων αγαθών ή της προγεύσεως των αιωνίων βασάνων. Η μερική κρίση διδάσκεται από τα χωρία Σοφ. Σειράχ 11, 26 – Λουκά 16, 19 – Λουκά 23, 43.
- Η μέση κατάσταση των ψυχών. Είναι η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι ψυχές των ανθρώπων από του σωματικού θανάτου μέχρι της δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου. Μαρτυρία περί της καταστάσεως αυτής μας δίνει η παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Εκεί κατονομάζονται η κατάσταση προαπόλαυσης των αιωνίων αγαθών ως «κόλπος του Αβραάμ» και η κατάσταση πρόγευσης της κολάσεως ως «τόπος της βασάνου» (Λουκ. 16, 22-28). Στή μέση αυτή κατάσταση οι ψυχές διατηρούν την αυτοσυνειδησία τους και ενδιαφέρονται για τους ζωντανούς γνωστούς τους.
- Σχέση ζώντων και κεκοιμημένων. Μεταξύ της στρατευομένης (ζώντες) και της θριαμβεύουσας (κεκοιμημένοι) Εκκλησίας υπάρχει στενή σχέση καθώς οι κοιμηθέντες και ιδιαιτέρως οι άγιοι δέονται και πρεσβεύουν υπέρ των ζώντων. Αλλά και οι ζώντες τιμούν και δέονται υπέρ των κεκοιμημένων, ζητούν τις πρεσβείες τους και τιμούν και προσκυνούν (δεν λατρεύουν όμως καθώς η λατρεία ανήκει μόνο στον Τριαδικό Θεό) τα άγια λείψανά τους. Ακόμη, ως γνωστόν, οι ζώντες τελούν τη Θεία Λειτουργία καθώς και ιερά μνημόσυνα και τρισάγια υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των κοιμηθέντων συγγενών τους. Η ενότητα και πνευματική επικοινωνία ζώντων και κεκοιμημένων φανερώνεται και κατά την Θεία Λειτουργία οπότε μετά την Μετάληψη του ιερέως, όλες οι μερίδες των πιστών (στρατευομένης και θριαμβεύουσας Εκκλησίας) τοποθετούνται μέσα στο Άγιο Ποτήριο όπου «αποπλύνονται» τά αμαρτήματα όλων των ανθρώπων δια του Αγίου Πνεύματος και εφ’ όσον ισχύουν οι κανόνες προετοιμασίας συμμετοχής στο μυστήριο αυτό.
(Κείμενα του Ν.Μητσόπουλου, «Εισ. στην Ορθοδ. Δογματ. και Ηθική Θεολογ.», Αθήνα 1993, σελ. 140-142).
ΕΣΜΑΓ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΩΝ 2005-2006