Από το βιβλίο “ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΜΑΣ”
Όλα τα Ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας μας θεμελιώνονται επάνω στις Ιερές και αλάθητες σελίδες του Ευαγγελίου. Οι Ιδρυτικοί, όπως λέγονται, λόγοι των Μυστηρίων είναι λόγοι αυτού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ή των Ιερών Μαθητών και συνεχιστών του έργου Του. Μέσα σ’ αυτά είναι και το Χρίσμα.
Το Χρίσμα είναι το Μυστήριον πού ακολουθεί μετά το Βάπτισμα, με το οποίον «γεμίζει ο νεοφώτιστος από το Άγιο Πνεύμα, το οποίο τον ενισχύει και τον κατευθύνει στην… πνευματική… ζωή». Το Μυστήριον του Χρίσματος βασίζεται στα εξής θεόπνευστα λόγια: Πρώτον μεν στην διαβεβαίωσι του Κυρίου: «ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεόσουσιν ύδατος ζώντος, τούτο δε είπε περί του Πνεύματος ου έμελλαν λαμβάνειν οι πιοτεύοντες εις αυτόν» (Ίωάν. ζ’ 38-39).
Είπε δηλαδή ο Κύριος ότι, όσοι θα επίστευαν σ΄ Αυτόν, θα έπαιρναν το Άγιον Πνεύμα. Αυτό δε ακριβώς το Άγιον Πνεύμα χορηγείται με το Μυστήριον του Χρίσματος. Δεν δίδεται με το Βάπτισμα, αλλά με το Χρίσμα. Το Βάπτισμα μας εξαγνίζει και μας παρέχει την δυνατότητα να δεχθούμε το Χρίσμα και δι’ αυτού το Άγιον Πνεύμα.
Όπως αναφέρει το βιβλίον των «Πράξεων των Αποστόλων», όταν ένας από τους επτά διακόνους, ο Φίλιππος, πήγε από τα Ιεροσόλυμα στην Σαμάρεια και εκήρυξε το Ευαγγέλιον, επίστευσαν πολλοί και εβαπτίσθησαν. Δεν έλαβαν όμως το Άγιον Πνεύμα. Ήλθαν κατόπιν από τα Ιεροσόλυμα οι Άγιοι Απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης και αφού έβαλαν τα χέρια τους επάνω στους βαπτισμένους, αυτοί «ελάμβαναν Πνεύμα Άγιον», γράφει το Ιερόν Κείμενον (Πράξ. η’ 5-21).
Η επίθεσις αυτή των χειρών των Αγίων Αποστόλων είναι το μέσον, με το όποιον εδίδετο το Άγιο Πνεύμα, και αποτελεί την ορατήν πλευράν του Μυστηρίου του Χρίσματος. Δεν θα έκαμναν δε ποτέ οι Απόστολοι αυτήν την χειροθεσίαν, αν δεν τους την είχεν υποδείξει ο Ίδιος ο Κύριος. Αργότερα όμως, όταν έγιναν πολλοί οι Χριστιανοί, δεν επαρκούσαν πλέον οι Απόστολοι και οι κατά τόπους Επίσκοποι για να βάζουν τα χέρια τους επάνω στους βαπτιζομένους.
Γι’ αυτό καθόρισε η Εκκλησία ενωρίτατα να τελείται το Χρίσμα με χρίσιν δια του Άγιου Μύρου. Η χρίσις άλλως τε ήτο γνωστή και από την Πάλαιαν Διαθήκην, διότι εχρίοντο με μύρον, ειδικόν δηλαδή έλαιον, οι βασιλείς, οι αρχιερείς και οι προφήται, και ελέγοντο «χριστοί Κυρίου» (Βλέπε Λευϊτ. δ’ 5, Α’ Βασ. κδ’ 7, Γ Βασ. ιθ’ 16).
Ο Χριστιανός, πού χρίεται μετά το Βάπτισμα του, γίνεται συγχρόνως και βασιλεύς και ιερεύς και προφήτης κατά χάριν. ‘Ως βασιλεύς ηγεμονεύει με την χάριν του Αγίου Πνεύματος και κυριαρχεί στα πάθη του και στον εαυτόν του. ‘Ως ιερεύς προσφέρει στον Κύριον, ως άλλην ευπρόσδεκτον θυσίαν, τον ίδιον τον εαυτόν του, την ολοπρόθυμη υπακοή και αφοσίωσί του σ΄ Εκείνον. Και ως προφήτης ασχολείται με τα λόγια του Θεού και εξαγγέλλει και σ΄ άλλους ανθρώπους το θέλημα του Θεού.
Υπάρχουν αρχαιότατες μαρτυρίες, πού βεβαιώνουν ότι το Χρίσμα ετελείτο, όπως το τελούμε οι Ορθόδοξοι σήμερα, ενωρίτατα στην Εκκλησία. Η Σύνοδος της Καρθαγένης, πού συνήλθεν επί της εποχής του Αγίου Κυπριανού το έτος 258, καθώρισεν ότι είναι ανάγκη να «χρίεται ο βεβαπτισμένος, ίνα λαβών χρίσμα, μέτοχος γένηται Χριστού». Για να είναι πράγματι δηλαδή Χριστιανός κάποιος, έπρεπε να χρισθή.
Πρόσθετε μάλιστα η Σύνοδος ότι «ο αιρετικός αγιάσαι έλαιον ου δύναται». Δεν μπορούσαν να έχουν άγιον έλαιον οι αιρετικοί, διότι δεν ανήκαν στην Εκκλησία. Και έτσι δεν είχαν «χρίσμα το παράπαν οι αιρετικοί». Για το Χρίσμα επίσης με χρίσιν δι’ αγίου ελαίου ωμίλησε και η Σύνοδος της Λαοδικείας, πού συνήλθε τον 4ον μ.Χ. αιώνα (ΜΗ’ κανών).
Ο δε Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, πού έζησε από το 312 έως το 386, όταν κατηχούσε όσους ήθελαν να γίνουν Χριστιανοί, τους εξηγούσε το κάθε τι και ειδικά για το Χρίσμα έλεγε: «Τω μεν φαινομένω μύρω το σώμα χρίεται, τω δε αγίω και ζωοποιώ Πνεύματι η ψυχή αγιάζεται. Κα! πρώτον χρίεσθε επί το μέτωπον… Είτα επί τα ώτα… Είτα επί την όσφρησιν… Μετά ταύτα επί τα στήθη… Τούτου του αγίου Χρίσματος καταξιωθέντες καλείσθε Χριστιανοί». Ο,τι δηλαδή γίνεται εδώ και χίλια επτακόσια περίπου χρόνια στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, χωρίς καμμιά παραλλαγή.
Με το Χρίσμα παίρνομε κατά κάποιον τρόπο την επίσημη σφραγίδα, ότι ανήκομε στην Αγία Εκκλησία και μπορούμε να μετέχωμε στις δωρεές του Αγίου Πνεύματος.
Γι΄ αυτό και όταν μας χρίη ο ιερεύς, λέγει: «Σφραγίς δωρεάς Πνεύματος Αγίου. Αμήν». Αυτά βεβαίως δεν τα αισθάνονται και δεν τα ζουν οι «Ευαγγελικοί», διότι, όπως ετόνισε και η Σύνοδος της Καρχηδόνος, δεν έχουν καν άγιον έλαιον ως αιρετικοί πού είναι.
Εκτός όμως από τα λόγια του Κυρίου, τα όποια εσημειώσαμε στην αρχή, για την σύστασι του Μυστηρίου του Χρίσματος, υπάρχουν στην Καινή Διαθήκη και άλλα χωρία, πού αναφέρονται στο Χρίσμα και το διακρίνουν μάλιστα από το Βάπτισμα. Το αναφέρουν δε ως κάτι πολύ γνωστόν στους πιστούς.
Να, τι γράφει ο Απόστολος Παύλος στους Κορινθίους: «Ο δε βέβαιων ημάς συν υμίν εις Χριστόν και χρίσας ημάς Θεός, ο και σφραγισάμενος ημάς και δούς τον αρραβώνα του Πνεύματος εν ταίς καρδίαις ημών» (Β’ Κορ. α’ 21-22). Μας στερεώνει δηλαδή και μας στηρίζει ο Θεός, ο Οποίος μας έχρισε με την χάριν του Πνεύματος Του και μας εσφράγισεν ως ιδικούς Του και μας έδωσε το Πνεύμα ως αρραβώνα και εγγύησιν όλων των πνευματικών αγαθών, πού θα απολαμβάνωμε πλησίον Του.
Και προς τους Εβραίους τονίζει: «Διό αφέντες τον της αρχής του Χριστού λόγον επί την τελειότητα φερώμεθα, μη πάλιν θεμέλιον καταβαλλόμενοι μετανοίας από νεκρών έργων, και πίστεως επί Θεόν, βαπτισμών διδαχής, επιθέσεως τε χειρών, αναστάσεως τε νεκρών και κρίματος αιωνίου» (Έβρ. ζ’ 1-2).
Δεν είσθε δηλαδή πλέον αρχάριοι, τους λέγει. Δεν θα βάλωμε πάλι θεμέλια. Αυτά έγιναν στην αρχήν, όταν επιστεύσατε. Δεν πρέπει να αρχίζωμε να λέμε πάλι τι σημαίνει το Βάπτισμα το χριστιανικόν, τι η επίθεσις των χειρών, δηλαδή το Χρίσμα, και τι τα άλλα δόγματα. Αυτά είναι στοιχειώδη και για τους αρχαρίους. Πρέπει να προοδεύωμε προς την τελειότητα.
Από το βιβλίο “ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΜΑΣ”
Εκδόσεις ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ «Ο ΣΩΤΗΡ», 1997