ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΙΕΡΕΜΙΑ ΦΟΥΝΤΑ
26 καὶ εἶπεν ὁ θεός ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ’ ὁμοίωσιν καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς 27 καὶ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς.
1,26-27. Η Ιερατική παράδοση σημειώνει το αποκορύφωμα της δημιουργίας φθάνουσα στον άνθρωπο παριστάνοντας μία θεία σύσκεψη για την δημιουργία του:
Ποιήσωμεν. Στον πληθυντικό αυτό υποδηλώνεται το Τριαδικό δόγμα. Η Γένεση περιέχει τα σπέρματα των Ευαγγελικών αληθειών. Είπαν όμως ότι ο πληθυντικός «ποιήσωμεν», δύναται να δηλώνει μία διάσκεψη του Θεού με την ουράνια αυλή, βλ. 3,5.22, και ότι αυτή η εξήγηση ενέπνευσε την μετάφραση των Ο’ (ακολουθουμένη από την Βουλγάτα) του Ψαλμ. 8,6, η οποία κάνει υπαινιγμό στο κείμενό μας και η οποία επαναλαμβάνεται εις Εβρ. 2,7 με εφαρμογή στον Χριστό: «Ηλάττωσας αυτόν βραχύ τι παρ’ αγγέλους». («Ministri eum paulo minus ab Angelis»). Ως καλλίτερο είναι να πούμε ότι αυτός ο πληθυντικός εκφράζει το μεγαλείο και τον εσωτερικό πλούτο του Θεού, του Οποίου το όνομα συνήθως στα Εβραϊκά είναι σε μορφή πληθυντικού («Ελωχίμ»). Έτσι ξεκινάει η ερμηνεία των Πατέρων περί της Αγίας Τριάδος. Πάντως αποκρούεται εντελώς να έχουμε στον εδώ πληθυντικό μας ίχνος πρωταρχικού πολυθεϊσμού, λαμβανομένης υπ’ όψιν της υψηλής μονοθεϊστικής έννοιας, η οποία επικρατεί σε όλη την διήγηση.
– Άνθρωπον. Εβρ. «αδάμ». Όνομα περιληπτικό, γι’αυτό και ο πληθυντικός «αρχέτωσαν».
– Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν. Οι όροι αυτοί καθορίζουν τον άνθρωπο (τον άνδρα και την γυναίκα, όπως το υπογραμμίζει ο στίχ. 27) στην μεγάλη του σχέση με τον Θεό και τον χωρίζουν από τα ζώα· η θεολογική έννοια των όρων είναι πολύ σκοτεινή. Οι εκφράσεις ευρίσκονται πάλιν εις 5,3 για να εκφράσουν την ομοιότητα ενός υιού προς τον πατέρα. Ήδη σε νουθεσίες ενός Αιγυπτίου βασιλέως προς τον υιόν του, ονόματι Merikate (περίπου το 2000 π.Χ.), διαβάζουμε: «Οι Αιγύπτιοι είναι εικόνες του Θεού, που βγήκαν από τα μέλη του».
Εις το 1,26 το «καθ’ ομοίωσιν» εξασθενεί αυτό που η έκφραση «κατ’ εικόνα» θα μπορούσε να υπαινιχθεί ως κάπως υλικό. Το «καθ’ ομοίωσιν» στον στίχ. 28, όπως και εις Ψαλμ. νοείται ως κυριαρχία του ανθρώπου στο σύνολο της δημιουργίας. Επίσης, ο Ιεζεκιήλ βλέπει στον ουράνιο θρόνο «ομοίωμα ως είδος ανθρώπου» (Ιεζ. 1,26). Η Κ.Δ. ομιλεί περί των νέων υιικών δεσμών μεταξύ του ανθρώπου και του Θεού.
Η έκφραση περί του ανθρώπου ως «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Θεού υποθέτει αυτόν ως πρόσωπο με λογικό, με θέληση και δύναμη. Η έκφραση μας προπαρασκευάζει ακόμη μία περισσότερο υψηλή αποκάλυψη: θέωση δια της θείας Χάριτος.
– Το «κατ’ εικόνα Θεού» αναφέρεται στον όλο άνθρωπο, όπως αυτός εξήλθε από τας χείρας του Δημιουργού του· οι Σημίτες εξ άλλου δεν διχοτομούν τον άνθρωπο στους δικούς μας όρους και τον εννοούν ως πλήρη προσωπικότητα (βλ. Η. Gross, Lex Tua Veritas 89-100).
Άξιον πολλής προσοχής και το εξής πατερικό χωρίο: «Ισχυρισαίμην γαρ εκ της γραφικής ανθρώπου φυσιολογίας ορμώμενον, μη αν ψυχήν μόνον, μήτε σώμα μόνον λέγεσθαι “άνθρωπον” αλλά το συναμφότερον, ον δη και “κατ’ εικόνα” πεποιηκέναι Θεός λέγεται» (Γρηγόριος Παλαμάς, MPG 1361C). Είναι όμως αίρεση να πει κανείς ότι το θείο είναι «ανθρωπόμορφον», επειδή έτσι είναι η εικόνα του ο άνθρωπος. Βλ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου εις την Γένεσιν ομιλία Η ‘, MPG 53,72.
Για ένα θεόπνευστο υπομνηματισμό στην περικοπή των στίχων μας βλ. τον Ψαλμ. 8.
– Και πάσης της γης. Πολλοί ερμηνευτές εκπλήσσονται για την αναφορά αυτή, η οποία διακόπτει την αρίθμηση των ζώων των υποτεταγμένων στον άνθρωπο, και προτείνουν να διαβάσουμε κατά την Συριακή μετάφραση «θηρία της γης», όπως στον στίχ. 25.
1.27. Ο ποιητικός αυτός στίχος προσθέτει την πίστη ότι η διάκριση του φύλου έγινε από τον Θεό και λοιπόν είναι καλή. Η πλήρης έννοια της λ. «άνθρωπος» («Αδάμ») νοείται και ως άνδρας και ως γυναίκα μαζί.
7 καὶ ἔπλασεν ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν
2.7 Το κέντρο του ενδιαφέροντος των θείων ενεργειών είναι ο άνθρωπος («Αδάμ», με συλλογιστική έννοια), ο οποίος συγγενεύει με την γη «αδαμά». Η γη προορίζεται για χρήση του ανθρώπου (στίχ. 5β) και αυτός θα επιστρέψει σ’ αυτήν (3,19). Αλλά ο άνθρωπος επίσης έλαβε από τον Θεό κάτι το ιδιαίτερο, το οποίο τον διακρίνει από όλες τις επίγειες υπάρξεις.
– Έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον. Βλ. Ιερ. 18,11. Είναι γνωστή στην Αίγυπτο η χειρονομία του κεραμοποιού θεού Hnoum, που πλάθει τον άνθρωπο στον πύργο του.
– Τον άνθρωπον. Ο άνθρωπος «Αδάμ» προέρχεται από το έδαφος, «αδαμά», βλ. 3,19 και 23. Αυτό το συλλογιστικό όνομα θα γίνει εις Γεν. 4,25. 5,1 και 3 το κύριο όνομα του πρώτου ανθρώπου, του Αδάμ. Παρατηρούμε στους Ο’ την σκόπιμη εναλλαγή των λέξεων «άνθρωπος» και «Αδάμ», χρησιμοποιουμένης μόνον της λ. «Αδάμ» εκεί όπου πρόκειται να εκφρασθεί ο άνθρωπος ως πρόσωπο. Η εναλλαγή εκφράζει γενικώς τον τρόπο ερμηνείας των Ο’ .
– Από της γης. Ο άνθρωπος («χα αδάμ» με το άρθρο το οποίο στο Εβρ. τίθεται έμπροσθεν των ουσιαστικών) προέρχεται, όπως είπαμε, από το έδαφος «αδαμά», από το οποίο και εξαρτάται η ζωή του.
– Είς ψυχήν ζώσαν. Είναι η εβραϊκή λ. «νέφες», η σημαίνουσα την ζώσα ύπαρξη με μία ζωτική αναπνοή (δηλουμένη επίσης με την λέξη «πνεύμα», «ρούαχ»).
Η πνοή ζωής (νεσαμά) είναι εκείνο που εμψυχώνει το σώμα του ανθρώπου (βλ. Παρ. 20,27. Ιώβ 27,3. 34,14). Άλλα κείμενα ομιλούν για ένα είδος ψυχής (νέφες) με την έννοια της ζωτικής αρχής, η οποία εδρεύει στον λαιμό ή στο αίμα (9,4-5. Λευϊτ. 17,11)· ή ακόμη ομιλούν για ένα «φύσημα» ή για μία «ατμόσφαιρα» (ρούαχ), η οποία είναι έξω από τον άνθρωπο, αλλά «φύσημα» αναγκαίο για την ύπαρξή του και με το οποίο δύναται να ενωθεί (βλ. 6,3. Ιώβ 27,3. 34,14. Ψαλμ. 104,29-30).
Αποσπάσματα από το βιβλίο «ΓΕΝΕΣΙΣ» ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗ ΙΕΡΕΜΙΑ ΦΟΥΝΤΑ, εκδ. Αποστολική Διακονία. σελ. 374-375 & 379-380