ΙΩΗΛ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ –ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Π.ΠΟΥΡΝΑΡΑ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Θέμα : «Αγία Γραφή και Ιερά Παράδοσις»
Ο ΓΕΡΩΝ ΙΩΗΛ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
(1901-1966) (+23 Δεκεμβρίου)
Ο αοίδιμος π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος είχε γεννηθεί στο χωριό Μαθία (Δράγκα) Πυλίας του νομού Μεσσηνίας. Στην Καλαμάτα, οπού μεταφέρθηκαν οι γονείς του, τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο και το Γυμνάσιο. Από μαθητής γνωρίστηκε με τον ασκητή Ηλία Παναγουλάκη, ο οποίος εφάρμοζε στον εαυτό του αλλά και στους μαθητές του αυστηρή ασκητική ζωή. Συχνά επισκεπτόταν το ασκητήριο Παναγουλάκη και παρακολουθούσε το κήρυγμα του. Εκεί σύχναζαν και άλλοι νέοι, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο μετέπειτα γνωστός Ιεραπόστολος στην Αφρική π. Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος.
Τον Ιούλιο του 1924 εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Βελανιδιάς Καλαμάτας και πήρε το όνομα Ιωήλ. Δύο μήνες αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος από τον τότε Μητροπολίτη Μεσσηνίας Μελέτιο Σακελλαρόπουλο. Στο μεταξύ πήρε το πτυχίο της Θεολογικής Σχολής Αθηνών και διορίστηκε καθηγητής, αφού προηγουμένως είχε υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία
Επί 15 χρόνια δίδαξε σε σχολεία της Καλαμάτας, της Μεθώνης, της Αρτεμισίας αλλά και στην Καβάλα Όμως ή αυστηρή νηστεία, η σκληρή ασκητική ζωή, οι αγρυπνίες, η έντονη δραστηριότητα έφθειραν την υγεία του. Γι` αυτό και παραιτήθηκε από την Εκπαίδευση. Αφού υπηρέτησε για ένα χρονικό διάστημα ως εφημέριος και ιεροκήρυκας στον ναό του Αγίου Νικολάου Πευκακίων στην Αθήνα, επέστρεψε στην Καλαμάτα, για να μείνει μέχρι τα τέλη της ζωής του.
Ασκητικός και αφιλοχρήματος, ποτέ δεν τον τράβηξαν τα υλικά αγαθά. Η μοναχική αρετή της ακτημοσύνης ήταν νόμος απαράβατος για τον π. Ιωήλ. Από τα λίγα χρήματα πού έπαιρνε με τη μικρή σύνταξη του, κρατούσε ελάχιστα για το λιτό βίο του και τα υπόλοιπα τα μοίραζε στους ενδεείς ή τα χρησιμοποιούσε για την εκτύπωση των βιβλίων του.
Παρά το γεγονός ότι υπήρξε η πρώτη ιερατική προσωπικότητα στη Μητρόπολη της Μεσσηνίας, με πανελλήνια φήμη, εν τούτοις παρέμεινε ταπεινός, μακριά από θορύβους και διαφημίσεις. Ποτέ δεν επεδίωξε να καταλάβει επισκοπική έδρα Έλεγε ότι η Εκκλησία δεν έχει ανάγκη μόνο από στρατηγούς αλλά και από κατώτερους αξιωματικούς. Η εξαντλητική εργασία του ως ιεροκήρυκα και του ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΥ, η καθημερινή μελέτη και συγγραφή μαζί με την αυστηρή ασκητική ζωή, κλόνισαν την ήδη κλονισμένη υγεία του. Προσβλήθηκε σοβαρά από πνευμονικό οίδημα και έμφραγμα μυοκαρδίου.
Παρά την κρίσιμη κατάσταση του ο π. Ιωήλ ήταν ήρεμος και συνεχώς ψέλλιζε: “Δόξα σοι ο Θεός, δόξα σοι ο Θεός“. Το πρωί της 23ης Δεκεμβρίου του 1966, αφού διάβασε μόνος του τις ευχές της Θείας Μεταλήψεως και κοινώνησε των Άχραντων Μυστηρίων, ειρηνικός, γαλήνιος παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Κυρίου, του οποίου πιστός και αφοσιωμένος λειτουργός υπήρξε σ’ όλη του τη ζωή. Η κηδεία του έγινε την άλλη ημέρα, παραμονή των Χριστουγέννων, με κάθε επισημότητα, χοροστατούντος του Σεβασμιότατου Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου, με τη συμμετοχή πολλών κληρικών και πλήθους πιστών. Με πόνο ψυχής, με δάκρυα στα μάτια, ο ορθόδοξος λαός της Καλαμάτας συνόδεψε στην τελευταία του κατοικία και αποχαιρέτισε τον πνευματικό του πατέρα Το σεπτό σκήνωμα του αναπαύεται κοντά στον Ιερό Ναό του Ησυχαστηρίου “ο προφήτης Ιωήλ”, πού ίδρυσε στην Καλαμάτα, προσδοκώντας, όπως γράφεται στον τάφο του, Ανάστασιν νεκρών.
ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Ο αείμνηστος π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος ήταν άνθρωπος με πλατιά μόρφωση, θεολογική, φιλοσοφική, εγκυκλοπαιδική. Και κριτικό μυαλό. Άριστος απολογητής των δογματικών αληθειών και της παραδόσεως της Ορθόδοξου Πίστεως, δόκιμος ερμηνευτής, συγγραφέας γόνιμος και αρκετά παραγωγικός, αναδείχθηκε ένας από τους πολυγραφότερους Έλληνες κληρικούς. Συνολικά τα βιβλία του υπερβαίνουν τα 40.Στη συγγραφική του εργασία τον είχε βοηθήσει πολύ και η γλωσσομάθεια του. Μόνος του, με τη μελέτη, είχε μάθει καλά τη γερμανική και τη γαλλική, καθώς και την αγγλική, την εβραϊκή και τη λατινική.
Ένα μεγάλο μέρος στο συγγραφικό του έργο κατέχουν τα απολογητικά θέματα, όπως: 1) “Χριστιανισμός – Λογική” (σε δύο τόμους), 2) “Υπάρχει ψυχή;” (Φυσιολογία – Ψυχολογία – Ψυχανάλυσης), 3) “Ό άνθρωπος κατάγεται από τον πίθηκο;” (Βιολογία – Παλαιοντολογία -Ψυχολογία), 4) “Ό Χριστός εις τον “Άδη” (υπάρχει κόλασης;), 5) “Το πρόβλημα τον Ιούδα”, και αλλα.
Αλλά και ο αντιαιρετικός αγώνας τον είχε απασχολήσει, θεωρητικά και πρακτικά Τα βιβλία του “Διάλογος ορθοδόξου και ευαγγελικού”, καθώς και “Διάλογος ορθοδόξου και χιλιοστών”, είναι δείγματα δογματικής κατάρτισης και διαλεκτικής δεινότητας. Μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο είναι το ερμηνευτικό του έργο. Ερμήνευσε τα τέσσερα Ευαγγέλια, τις Πράξεις των Αποστόλων και την Αποκάλυψη. Εκείνο όμως πού τον επέβαλε στη συνείδηση του εκκλησιαστικού πληρώματος ήταν ο ερμηνευτικός υπομνηματισμός πού έκανε και στα 49 βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Οι 26 τόμοι με τις επτά χιλιάδες σελίδες είναι ένας καταπληκτικός άθλος.
Για το έργο του αυτό δέχτηκε τα συγχαρητήρια και τις ευλογίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενώ βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών. O Αρχιμανδρίτης π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος ήταν ένας αληθινός πνευματικός οδηγός. Ήξερε να πλησιάζει τον καθένα και να διαλέγεται με τον διανοούμενο το ίδιο άνετα και φυσικά, όπως και με την απλή γυναίκα του λαού. Ως λειτουργός ήταν άριστος, με την υποδειγματική θεία Λειτουργία πού τελούσε και την τάξη και την ευπρέπεια πού επέβαλλε. Μεγάλο σε έκταση και σημαντικό σε πνευματικό βάθος ήταν το εξομολογητικό του έργο. Το κήρυγμα του απλό, ζωντανό, χωρίς πομπώδεις εκφράσεις, με παραδείγματα από τη ζωή, χριστοκεντρικό και αγιογραφικό, οικοδομούσε την ψυχή και την στήριζε πνευματικά. Γενικά, o μακαριστός Γέροντας π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος δεν ήταν μόνο ένας διακεκριμένος θεολόγος και φωτισμένος κληρικός, αλλά και μια ζωντανή πνευματική προσωπικότητα Μια αναγεννημένη ψυχή και μια μεγάλη καρδιά. Ένας Ορθόδοξος μαχητής πού αγωνιζόταν πάνοπλος στην πρώτη γραμμή της Εκκλησίας. Παράδειγμα ολοκληρωμένου ανθρώπου και κληρικού.
Να έχουμε την ευχή του.
ΔΙΑΛΟΓΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΙΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
Τ0Υ ΙΩΗΛ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ – ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Π.ΠΟΥΡΝΑΡΑ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
ΘΕΜΑ ΠΡΩΤΟΝ: ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ
Ὀρθόδοξος: Κύριε…ὡς πηγήν τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ τί δέχεσθε;
Εὐαγγελικός: Μόνο τήν Ἁγίαν Γραφήν ἤτοι τήν Παλαιάν καί Καινήν Διαθήκην, τόν γραπτόν λόγον τοῦ Θεοῦ.
Ὀρθόδοξος: ἀπορρίπτετε τήν Παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας;
Εὐαγγελικός: Βεβαίως, διότι ὁ Κύριος ρητῶς ὁμιλεῖ ἐναντίον αὐτῆς λέγων: «μάτην σέβονταί με διδάσκοντες διδασκαλίας και ἐντάλματα ἀνθρώπων»Ματθ. 15,9.
Ὀρθόδοξος: Γνωρίζεται ποιά εἶναι τά ἐντάλματα αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων; ……
Εὐαγγελικός: Πᾶσα παράδοσις, ἡ ὁποία εἶναι ἐκτός τοῦ Γραπτοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἁγ. Γραφῆς.
Ὀρθοδόξος: Νομίζω ὄχι. Ὁ Κύριος δύο στίχους προηγουμένως ὁρίζει τήν παράδοσιν ταύτην λέγων τά ἑξῆς: «ἠκυρώσατε τήν ἐντολήν τοῦ, Θεοῦ διά τήν Παράδοσιν ὑμῶν» Ματθ. 15,7. Ἐξ αὐτοῦ φαίνεται, ὅτι ἐκείνη ἡ Παράδοσις εἶναι «ἐντάλματα ἀνθρώπων» καί πρέπει νά ἀπορρίπτεται, ἡ ὁποία «ἀκυροῖ» ἤτοι ἀντιτίθεται ῥητῶς εἰς τήν Ἁγίαν Γραφήν.
Εὐαγγελικός: Παράδοσιν ἡ ὁποία συμφωνεῖ μέ τήν Ἁγίαν Γραφήν, δέχομαι καί ἐγώ. Ἀπορρίπτω παράδοσιν ἡ ὁποία δέν συμφωνεῖ μέ τήν Ἁγίαν Γραφή.
Ὀρθόξοδος: Ὁ Κύριος ὄμως ὄταν λέγῃ «ἠκυρώσατε» Ματθ.15, 9 «τήν ἐντολήν τοῦ Θεοῦ» ὁρίζει Παράδοσιν ἀπορριπτέαν ὄχι ἐκείνην ἡ ὁποία δέν συμφωνεῖ μέ τήν Ἁγία Γραφήν ἀλλά ἐκείνην ἡ ὁποία διαφωνεῖ, ἐκείνη ἡ ὁποία ἀντιτίθεται ῥητῶς εἰς τήν Ἁγίαν Γραφήν.
Εὐαγγελικός: Τό ἴδιον λέγω καί ἐγώ.
Ὀρθόδοξος: Ὄχι. Ἡ διαφορά τῶν ἐννοιῶν εἶναι λεπτότατη τό δέ βάθος πολύ σοβαρόν. Καί ἰδού. Ὁ Κύριος ἀπορρίπτει πᾶσαν Παράδοσιν ἡ ὁποία «ἀκυροῖ» ἀντιτίθεται ῥητῶς εἰς τήν Ἁγίαν Γραφήν. Σεῖς λέγετε ὅτι δέχεσθε πᾶσα Παράδοσιν, ἡ ὁποία συμφωνεῖ μέ τήν Ἁγίαν Γραφήν. Ἑπομένως πᾶσα Παράδοσις ἡ ὀποία δέν ἐμφαίνεται ῥητῶς ἐν τῇ Ἁγίᾳ Γραφῇ ἀλλά ὑπεμφαίνεται ἤ καί σιωπᾶται ὑπ’ αὐτῆς ἀπορρίπτεται ὑφ’ ὑμῶν. Κατά συνέπειαν ἀπορρίπτετε Παράδοσιν τήν ὁποίαν ὁ Κύριος δέν ἀπορρίπτει διά τοῦ Ματθ. 15,9.
Εὐαγγελικός: Οὔτω σκεπτόμενοι σεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι θεωρεῖτε τήν Παράδοσιν δευτέραν Ἁγίαν Γραφήν, συνέχειαν καί ἐπέκτασιν τῆς Γραφῆς.
Ὀθρθόδοξος: Βεβαίως.
Εὐαγγελικός: Πῶς θά ἀποδείξητε τοῦτο βάσει τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τήν ὁποίαν ἐθέσαμε ὡς κοινόν ἔδαφος συζητήσεως;
Ὀρθόδοξος: Ἔχω πέντε λόγους βάσει τῆς Ἁγίας Γραφῆς, οἱ ὁποῖοι ἀποδεικνύουσι, ὄτι ἡ ἱερά Παράδοσις εἶναι Δευτέρα Ἁγία Γραφή, διότι εἶναι ἰσόκυρος πρός αὐτήν.
Εὐαγγελικός: Ἀκούω τόν πρῶτον λόγον σας.
Ὀρθόδοξος: Ἀκούσατε: Ὁ Κύριος εἰς, τό Ματθ. 28,20 λέγει τά ἑξῆς εἰς τούς ἀποστόλους Του: «μεθ’ ὑμῶν εἰμί πᾶσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντέλειας τοῦ αἰῶνος». Ὁ Κύριος δημλώνει ἐνταῦθα, ὅτι θά εἶναι μαζί μέ τούς Ἀποσόλους Του μέχρις νά καταστραφῇ ὁ κόσμος. Ἀφοῦ ὁμιλεῖ ὁ Κύριος περί καταστροφῆς τοῦ κόσμου, ἀναφέρεται εἰς τήν ἐν τῇ γῇ συμπαράστασίν Του καί οὐχί τήν ἐν οὐρανοῖς. Οἱ Ἀπόστολοι ὅμως ἀργά ἤ γρήγορα θά ἀπέθνησκον. Μετά ποίων θά ἦτο ὁ Κύριος μετά τόν θανατόν των μέχρι τῆς «συντέλειας τοῦ αἰῶνος»τῆς καταστροφῆς τοῦ κόσμου τοῦτου; Ἀσφαλῶς μετά τῶν διαδόχων αὐτῶν. Καί σᾶς ἐρωτῶ, κύριε, ποῖοι εἶναι οἱ πραγματικοί διάδοχοι τῶν ἀποστόλων σεῖς οἰ Εὐαγγελιστές ἤ ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι;
Εὐαγγελικός: Ἡμεῖς οἱ Εὐαγγελικοί, διότι ἡμεῖς ἔχομεν τήν ἀλήθειαν.
Ὁρθόδοξος: Ὄχι, δέν ἔχετε σεῖς τήν ἀλήθειαν, διότι δέν ἔχετε τήν Ἀποστολικήν διαδοχήν τήν ὁποίαν ὑπεσχέθη ὁ Κύριος εἰς τούς Ἀποστόλους Του.
Εὐαγγελικός: Πῶς θά μᾶς τό ἀποδείξητε αὐτό;
Ὀρθόδοξος: Ἁπλούστατα : Ἐκ τῆς ἱστορίας εἶναι γνωστόν, ὅτι ἐσεῖς οἰ Εὐαγγελικοί ἀνεφάνητε ἐπί τῆς ἐποχῆς τοῦ Λουθήρου τό 1500 περίπου μ.Χ. Ἑπομένως ἐπί 1500 χρόνων δέν ὑπήρχετε. Ὁ Κύριος ὅμως δέν εἶπε «μεθ’ ὑμῶν ἔσομαι ἀπό τοῦ 1500 μ.χ. καί ἔπειτα», ἀλλά «μεθ’ ὑμῶν εἰμί πάσας τά ἡμέρας μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος». Θέτει τό ρῆμα εἰμί εἰς ἐνεστῶτα χρόνον καί οὐχί εἰς μέλλοντα «ἔσομαι» καί τονίζει «πάσας τάς ἡμέρας» διότι θέλει προφανῶς νά δηλώσῃ ὅτι ἡ Ἀποστολική διαδοχή ἤρχισε εὐθύς ἀμέσως ἀπό τήν Ἀποστολικήν ἐποχήν καί οὐχί βραδύτερον καί εἶναι ἐν συνεχείᾳ «πάσας τάς ἡμέρας» ἄνευ διακοπῆς. Ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχομεν τοιαύτην Ἀποστολικήν διαδοχήν, διότι ἐκεῖνα τά ὁποῖα πιστεύομεν, ἄρχονται -ὅπως θά ἀποδείξωμεν διά τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως- ἀπό τῆς Ἀποστολικῆς ἐποχῆς. Ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὅμως σεῖς πιστεύετε, δέν ἔχουν Ἀποστολικήν διαδοχή, διότι ἀνεφάνητε, ὄπως εἴπαμεν, τό 1500 μ.χ. Ἐπομένως ἡμεῖς ἔχομεν τήν Ἀποστολικήν διαδοχήν, διότι ἡμεῖς ἔχομεν τήν ἀλήθειαν. Τότε θά εἴχετε σεῖς τήν ἀλήθειαν καί τήν Ἀποστολικήν διαδοχήν, ἐάν ὑποθέσωμεν, ὄτι ὁ Κύριος ἐπλανήθη κατά 1500 χρόνια θέσεις τήν Ἀποστολικήν διαδοχήν ἀπό τούς ἀποστόλους καί ὄχι ἀπό τοῦ 1500 ὄτε ἀνεφάνητε σεῖς, ὅπερ ἀσεβέστατον!
Εὐαγγελικός: Καί ἡμεῖς δεχόμεθα τήν Ἀποστολικήν διαδοχήν ἀρχομένην ἀπό τούς ἀποστόλους, ἀλλά δέν περιορίζομεν τήν πραγματικήν ἐκκλησίαν εἰς τήν Ὀρθόδοξον, τήν Καθολικήν, Διαμαρυρομένην. Ἡ ἐκκλησία δι’ ἡμᾶς εἶναι ἀόρατος καί περιλαμβάνει ὅλους τούς ἁγίους Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἀπό τῆς ἐποχῆς τῶν Ἀποστόλων μέχρι τέλους τῶν αἰώνων εἴτε ἀνήκουν εἰς τήν Α ἤ Β ὁρατήν ἐκκλησίαν.
Ὀρθόδοξος: Ξεφύγατε ἀπό τό θέμα μας. Παρεμβάλλετε τήν ἔννοιαν τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῷ ἡμεῖς ὁμιλοῦμεν περί Ἱερᾶς Παραδόσεως. Περί Ἐκκλησίας θά ὁμιλήσωμεν εἰς ἄλλην συζήτησιν. Τώρα δέν πρέπει νά ἐξερχώμεθα τοῦ θέματός μας. Εἰς ἄλλην συζήτησιν θά ὁμιλήσωμεν καί περί Ἐκκλησίας, ἄν αὔτη εἶναι μόνον ἀόρατος, ἀποτελεῖται μόνον ἀπό ἁγίους κ.λ.π. Τώρα εἰς τό θέμα μας. Ὁ λόγος μας εἶναι περί Ἱερᾶς Παραδόσεως.
Εὐαγγελικός: Θά ἤθελα νά μοῦ κάμετε τήν διάκρισιν Ἱερᾶς Παραδόσεως καί Ἐκκλησίας, ὤστε νά πεισθῶ, ὄτι αὐτά εἶναι δύο διάφορα πράγματα καί ἔχουν ἀνάγκην ἰδιαιτέρας ἕκαστον ἐξετάσεως.
Ὀρθόδοξος: Ἱερά Παράδοσις καί Ἐκκλησία δέν εἶναι δύο διάφορα πράγματα, ἀλλά δύο διάφοροι ὄψεις, ἔννοιαι ἑνός καί τοῦ αὐτοῦ πράγματος. Ὅπως ἕνας φακός εἶναι ἀμφίκυρτος ἀπό τήν μίαν ὄψιν, ἀμφίκοιλος ἀπό τήν ἄλλην εἶναι ὅμως ὁ ἴδιος φακός τό ἴδιο πρᾶγμα, οὕτω συμβαίνει καί εἰς τήν Ἱεράν Παράδοσιν καί τήν Ἐκκλησίαν.
Εὐαγγελικός: Ποῖοι εἶναι οἱ δύο διάφοροι αὖται ὄψεις τοῦ αὐτοῦ πράγματος;
Ὀρθόδοξος: Ἱερά Παράδοσις εἶναι τά πιστευόμενα, ἐκκλησία εἶναι οἱ φορεῖς τῶν πιστευομένων. Ἡ Ἱερά Παράδοσις ἀποτελεῖ τό ἀόρατον στοιχεῖον τῆς ἐν τῇ γῇ ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, Ἐκκλησία δέ εἶναι τό ὁρατόν στοιχεῖον τῶν πιστευόντων εἰς τό Χριστόν, τό ὁποῖον ἀποτελεῖται ἀπό ἀνθρώπους, διοικοῦντας και διοικουμένους.
Εὐαγγελικός: Ἐφ’ ὅσον οὕτω θέτετε σεῖς τά ὅρια Ἱερᾶς Παραδόσεως καί Ἐκκλησίας δέχομαι νά χωρίσω τό θέμα περί Ἐκκλησίας, ὥστε νά μή εἴμεθα ἐκτός θέματος. Ἄς συνεχίσωμεν τό περί Ἱερᾶς Παραδόσεως θέμα μας.
Ὀρθόδοξος: Εἴπομεν , ὅτι σεῖς οἱ Εὐαγγελικοί δέν ἔχετε τήν Ἀποστολικήν διαδοχήν δέν ἔχετε καί τήν ἀλήθειαν, διότι ἀνεφάνητε τό 1500 μ.χ.
Εὐαγγελικός: Αὐτά εἶναι σοφιστεῖαι. Ἀφήσετέ τα.
Ὀρθόδοξος: Δέν εἶναι σοφιστεῖαι ἀλλά σοφία, ἀλήθεια, διότι εἶναι Ἁγία Γραφή καί λογική. Θά τό ἀφήσω ὄμως, ἀφοῦ μοῦ τό λέγετε διά νά ἔλθωμεν εἰς ἄλλην ἀπόδειξιν τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως βάσει τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἐπιθυμεῖτε νά ἀκούσετε;
Εὐαγγελικός: Βεβαίως.
Ὀρθόδοξος: Σᾶς ἐρωτῶ: Ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι θεόπνευστος;
Εὐαγγελικός: Βεβαιότατα. Μᾶς τό λέγει ἡ ἰδία ἡ Ἁγία Γραφή: «πᾶσα γραφή θεόπνευστος» Β΄ Τιμοθ. 3,16.
Ὀρθόδοξος: Ἐνταῦθα Γραφή ὁ ἀποστολος Παῦλος ἐννοεῖ τά ἱερά γράμματα τά ὁποία ἀπό βρέφους ὁ Τιμόθεος ἐγνώριζε, ὄπως φανερώνει ὁ προηγούμενος στῖχος. Ἑπομένως ὁμιλεῖ διά τήν θεόπνευστίαν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Πῶς θά ἀποδειχθῇ ὅμως ἡ θεόπνευστία τῆς Καινῆς Διαθήκης;
Εὐαγγελικός: Ὁ Κύριος εἶπεν εἰς τούς Ἀποστόλους Του : «ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει» Λουκ. 10,16 ἑπομένως ὄ,τι ἔγραψαν οἱ Ἀπόστολοι εἶναι λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι θεόπνευστον.
Ὀρθόδοξος: Συμφωνῶ. Ὅ,τι εἶπον οἰ Ἀπόστολοι εἶναι θεῖον, θεόπνευστον. Ἡ Καινή ὅμως Διαθήκη περιέχει καί ἔργα, βιβλία, τά ὁποῖα δέν εἶναι τῶν Ἀποστόλων, ἀλλά τῶν μαθητῶν αὐτῶν. Αὐτά εἶναι τό
κατά Μᾶρκον Εὑαγγέλιον καί τό κατά Λουκᾶν, αἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων τοῦ Λουκᾶ ἡ ἐπιστολή τοῦ Ἰακώβου κ.λ.π. Πῶς δέχεσθε αὐτά ὡς θεόπνευστα ἄν καί δέν εἶναι ἔργα τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου, τῶν Ἀποστόλων;
Εὐαγγελικός: Ὁ Μᾶρκος καί Λουκᾶς ἦσαν μαθηταί τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου. Ὡς μαθηταί λοιπόν ἐκείνων ἕλαβον τό κῦρος καί τά βιβλία των.
Ὀρθόδοξος: Μαθητής τοῦ Ἀποστόλου Ἰωάννου ἦτο ὁ Πολύκαρπος Ἐπίσκοπος Σμύρνης. Ἔγραψε καί αὐτός βιβλίον τι. Τοῦτο δέν εἶναι θεόπνευστον, εἶναι μόνον ἰστορικόν, γνήσιον ἔργον τοῦ Πολυκάρπου.
Εὐαγγελικός: Συμφωνῶ.
Ὀρθόδοξος: Ποῦ στηρίζεσθαι καί δέχεσθε τά μέν Εὐαγγέλια τοῦ Μάρκου καί τοῦ Λουκᾶ ὄχι μόνον γνήσια ἀλλά καί θεόπνευστα του δέ Πολυκάρπου Σμύρνης μόνον γνήσιον ἱστορικῶς οὐχί καί θεόπνευστον, ἀφοῦ καί οἱ τρεῖς οὗτοι, Λουκᾶς, Μᾶρκος καί Πολύκαρπος ἦσαν μαθηταί τῶν ἀποστόλων τοῦ Κυρίου;
Εὐαγγελικός: Σεῖς ποῦ στηρίζεσθε;
Ὀρθόδοξος: Στήν Ἱεράν Παράδοσιν.
Εὐαγγελικός: Αὐτήν τήν προσφοράν τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως τήν δεχόμεθα, ὄχι ὅμως ἄλλην προσφοράν.
Ὀρθόδοξος: Οἱ πατέρες ὅμως χωρίσαντες τά βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὄχι μόνον τά γνήσια ἀπό τά
νόθα ἀλλά καί τά γνήσια ἰστορικά ἀπό τά θεόπνευστα θά ἔπρεπε νά εἶχον ἐνεργήσῃ ὄχι μόνο ὡς ἱστορικοί ἄνδρες ἀλλά καί ὡς θεόπνευστοι τοιοῦτοι. Ἀφοῦ εἶχον οὗτοι τήν θεοπνευσίαν εἰς τόν χωρισμόν τῶν βιβλίων πρέπει νά παραδεχθῶμεν ὄτι εἶχον θεοπνευστίαν καί εἰς τήν ἑρμηνείαν τοῦτων, διότι πῶς θά χωρίσωμεν τήν θεοπνευστίαν αὐτῶν εἰς τόν ἀπαρτισμόν τῶν βιβλίων τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀπό τήν ἐρμηνείαν αὐτῶν; Ἄν δέν σᾶς ἀρέσῃ ἡ λέξις θεοπνευστία τῶν πατέρων εἰς τήν ἑρμηνείαν, λάβετε μίαν ἄλλην λέξιν ἐπιστασίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἤ ὄτι ἦσαν θεοκίνητοι ἤ ἀλλην τινα λέξιν δηλοῦσαν τό κύρος αὐτῶν.
Εὐαγγελικός: Αὐτά εἶναι σοφιστεῖαι. Ἀφήσετά τα.
Ὀρθόδοξος: Εἶναι σοφία καί ἀλήθεια, ἀλλά ἄς τό ἀφήσω, ἴνα ἔλθωμεν εἰς ἄλλην ἀλήθειαν. Ἐπιθυμεῖτε νά ἀκούσετε;
Εὐαγγελικός: Εὐχαρίστως.
Ὀρθόδοξος: Εἴπατε, ὅτι δέχεσθε μόνον τήν Ἁγίαν Γραφήν. Ὁ Κύριος εἰς τήν ἀρχιερατικήν Του προσευχήν παρακαλεῖ τόν Πατέρα Του διά τήν ἑνότητα ὅλων τῶν Χριστιανῶν λέγων: «Οὐ περί τούτων μόνον ἐρωτῶ ἀλλά κάι περί τῶν πιστευσόντων διά τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, ἵνα πάντες ἕν ὧσι, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ, ὅτι Σύ μέ ἀπέστειλας» Ἰωαν. 17,20-21.
Εὐαγγελικός: Συφωνῶ. Ὁ Κύριος προσεύχεται διά τήν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν.
Ὀρθόδοξος: Ἡ ἐνότης τήν ὁποία ηὐχήθη ὀ Κύριος, πῶς ἐπιτυγχάνεται; μέ μόνην τήν Ἁγίαν Γραφήν τήν ὁποίαν ἔχετε σεῖς οἱ Εὐαγγελικοί ἤ μέ τήν Ἁγίαν Γραφήν καί τήν Ἱεράν Παράδοσιν τήν ὁποίαν ἔχομεν ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι; Ἑρμηνεύονταες δηλ. σεῖς τήν Ἁγίαν Γραφήν ἄνευ Ἱερᾶς Παραδόσεως, ὄπως ἕκαστος ἀντιλαμβάνεται ταύτην, ἔχετε περιπέσει εἰς πολλάς αἱρέσεις αἱ ὁποῖαι καταστρέφουν τήν ἑνότητα ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καί οὕτω εἶσθε μακράν τῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου. Ἐνῷ ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχοντες Ἁγίαν Γραφήν καί Ἱεράν Παράδοσιν ἔχομεν ἑνότητα ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ μας καί ἑπομένως εἴμεθα πλησιέστεροι πρός τήν ἑνότητα τήν ὁποίαν ηὐχήθη ὁ Κύριος εἰς τήν ἀρχιερατικήν Του προσευχήν.
Εὐαγγελικός: Καί πάλιν αὐτό εἶναι σοφιστεία. Ἄφησέ το.
Ὀρθόδοξος: Δέν εἶναι σοφιστεία ἀλλά σοφία καί ἀλήθεια. Ἀλλά θά τό ἀφήσω διά νά ἔλθω εἰς τέταρτον καί τελευταῖον ἐπιχείρημα διά την Ἱεράν Παράδοσιν.
Εὐαγγελικός: Ἀκούω.
Ὀρθόδοξος: Εἴπατε, ὅτι δέχσθε μόνον τήν Ἀγίαν Γραφήν.
Εὐαγγελικός: Μάλιστα.
Ὀρθόδοξος: Ἐφαρμόζετε ὅλα ὅσα λέγει ἡ Ἁγία Γραφή καί ἰδίως ἡ Καινή Διαθήκη;
Εὐαγγελικός: Μάλιστα.
Ὀρθόδοξος: Ἡ Καινή Διαθήκη ὁμιλεῖ περί τῶν ἑπτά διακόνων. Παρξ.6,3. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὁμιλεῖ περί τάγματος τῶν χηρῶν Α΄ Τιμοθ. 5,9. Ὁ ἴδιος ὁμιλεῖ περί καλύμματος τῆς κεφαλῆς τῶν γυναικῶν ἐν προσευχῇ εὐρισκομένης. Α΄ Κορινθ. 11,3. Ἐπίσης καί ὁ Κύριος ὅπως συνέστησε τό Κυριακόν Δεῖπνον εἰπών «τοῦτο ποιεῖτε» συνέστησε καί τόν Ἱερόν νιπτῆρα εἰπών: «εἰ οὖν ἐγώ ἔνιψα ὑμῶν τούς πόδας ὁ Κύριος καί ὁ Διδάσκαλός και ὑμεῖς ὀ φ ε ί λ ε τ ε΄ ἀλλήλων νίπτειν τούς πόδας» Ἰωάν. 13,14. Σᾶς ἐρωτῶ: Ἐφαρμοζεται σεῖς οἰ Εὐαγγελικοί τό τάγμα τῶν χηρῶν, τό κάλυμμα τῶν γυναικῶν, τό νίψιμο τῶν ποδῶν καί τήν ἐκλογήν τῶν ἑπτά διακόνων;
Εὐαγγελικός: Ὄχι. Οὔτε καί σεῖς οἰ Ὀρθόδοξοι τηρεῖτε αὐτά.
Ὀρθόδοξος: Σεῖς οἱ Εὐαγγελικοί, οἱ ὁποῖοι ἔχετε μόνον τήν Ἁγίαν Γραφήν ποῦ στηρίζεσθε καί δέν ἐφαρμόζετε τά πράγματα αὐτά τῆς Ἁγίας Γραφῆς;
Εὐαγγελικός: Καί σεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι δέν ἐφαρμόζετε αὐτά. Πού στηρίζεσθε;
Ὀρθόδοξος: Ἡμεῖς ἔχομεν ἐκτός τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τήν Ἱεράν Παράδοσιν. Αὐτή ἡ Παράδοσις εἶναι ἐκείνη ἡ ὀποία δέν μᾶς μετέδωσεν τά πράγματα αὐτά και οὔτω δέν ἔχομεν ταῦτα.
Εὐαγγελικός: Ὁμολογῶ, ὅτι τήν παράλειψιν αὐτῶν τῶν πραγμάτων τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἐλάβομεν ἀπό σᾶς.
Ὀρθόδοξος: Ἑπομένως βεβαιοῦτε και σεῖς, ὅτι ἡ Ἱερά Παράδοσις ἔχει τοιαύτην ἰσχύν, ὥστε ὁρίζει ποῖα πράγματα ἐν τῇ Ἁγία Γραφῇ ἔχουν καιρικόν χαρακτῆρα καί ποῖα μόνιμον.
Εὐαγγελικός: Βεβαίως. Εἰς αὐτό τό σημεῖον δεχόμεθα τήν Ἱεράν Παράδοσιν.
Ὀρθόδοξος: Δέν εἶναι μόνο αὐτό τό σημεῖο ἀλλά καί κάτι ἄλλο.
Εὐαγγελικός: Ὄχι, μόνον αὐτό.
Ὀρθόδοξος: Καί ὅμως! Σᾶς ἐρωτῶ. Δέχεσθε τήν ἁργίαν τῆς Κυριακῆς;
Εὐαγγελικός: Βεβαιότατα.
Ὀρθόδοξος: Ἡ Ἁγία Γραφή ὅμως οὐδαμοῦ ὀμιλεῖ περί ἀργίας Κυριακῆς, ἀλλά μόνο περί ἀργίας τοῦ Σαββάτου. Βλέπετε λοιπόν ὅτι δέχεσθε τήν Παράδοσιν καί εἰς τήν ἀργίαν τῆς Κυριακῆς;
Ὀρθόδοξος: Ἄς ἔλθωμεν εἰς τόν Πέμπτον λόγον. Ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι δύο εἰδῶν, εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία ἐγράφη πρό Χριστοῦ καί ἡ ἄλλη ἡ ὁποία εἶναι μ.Χ. Ἡ πρό Χριστοῦ Παλαιά Διαθήκη, ἡ ὁποία ἐγράφη ὑπό τῶν Ἁγίων ἀνδρῶν Μωϋσέως Προφητῶν κ.λ.π. εἶναι χωρίς φωνήεντα, ἔχει μόνο σύμφωνα. Ἡ Παλαιά ὄμως Διαθήκη, ἡ ὀποία ἔγινε μ.Χ. ἔχει σύμφωνα καί φωνήεντα. Τά φωνήεντα ἔθεσαν εἰς τό κείμενον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης λόγιοι Ἑβραῖοι, μή πιστεύοντες εἰς τόν Χριστόν ὀνομαζόμενοι Μασωρεῖται, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἀπό τοῦ 7ου -10 ου αἰῶνος μ.Χ. Οὗτοι ἐφωνηέντισαν τό παλαιόν Ἐβραϊκόν κείμενον βάσει τῆς προφορικῆς παραδόσεως, ἡ ὁποία ὑπῆρχε μέχρι τῆς ἐποχῆς των, ὠνομάσθησαν δέ Μασωρεῖται διότι Μασώρ ἑβραϊστί σημαίνει παράδοσις.
Ὅλοι Εὐαγγελικοί καί Ὀρθόδοξοι ἔχομεν ὡς κείμενον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὄχι τό Παλαιόν, τό ὁποῖον δέν εἶχε φωνήεντα καί τό ὁποῖο ἐγράφη ὑπό τῶν Ἁγίων ἀνδρῶν, ἀλλά τό νέον τό ὁποῖον ἐφωνηεντίσθη μετά Χριστόν ὑπό Ἐβραίων μή πιστευόντων εἰς τόν Χριστόν, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ὡς εἴπομεν κατά τόν 7 ον -10 ον αἰῶνα. Ἑπομένως δεχόμεθα τήν ἑβραϊκήν παράδοσιν σχετικῶς μέ τήν Παλαιάν Διαθήκην, ἡ ὁποία παράδοσις ὑπῆρχε μέχρι τοῦ 7 ου -10 ου αἰῶνος μετά Χριστόν. Βλέπετε λοιπόν ὄτι οἱ Εὐαγγελικοί λέγετε, ὄτι ἀπορρίπτετε τήν παράδοσιν ἐνῷ δέχεσθε αὐτήν;
Ἀλλά τό τρομερώτερον εἶναι τοῦτο: Δέχεσθε τήν Ἑβραϊκήν παράδοσιν μέχρι τοῦ 10 ου αἰῶνος μετά Χριστόν σχετικῶς μέ τήν ἐρμηνείαν τήν ὁποίαν δίδει ὁ φωνηεντισμός τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὑπό Ἐβραίων μή πιστευόντων εἰς τόν Χριστον καί ἀρνεῖσθε τήν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἔχει ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι πιστεύουσιν εἰς τόν Χριστόν κάι ἡρμήνευσαν τήν Καινήν Διαθήκην! Μέ λίγα λόγια δέχεσθε τήν Ἑβραϊκήν παράδοσιν εἰς τήν ἑρμηνείαν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀρνεῖσθε δέ τήν Χριστιανικήν παράδοσιν εἰς τήν ἑρμηνείαν τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Εὐαγγελικός: Αὐτό δέν τό ἐγνώριζον.
Ὀρθόδοξος: Καί τώρα θά μοῦ ἐπιτρέψῃς νά σοῦ ἀνακεφαλαιώσω τούς λόγους, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἀναγκάζουν νά παραδεχθῶμεν βάσει τῆς Ἁγίας Γραφῆς τήν Ἱεράν Παράδοσιν. Καί πρῶτον εἶναι ἡ Ἀποστολική διαδοχή τήν ὁποίαν ἔχομεν ἡμεῖς καί ὄχι σεῖς. Μαθ. 28,20. Δεύτερον ἡ ἑνότης τήν ὁποίαν ηὐχήθη ὁ Κύριος εἰς τήν ἀρχιερατικήν Του προσευχή Ἰωάν. 17,20 εὐοδοῦται ὑφ’ ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων, οἱ ὀποῖοι ἔχομεν Ἁγίαν Γραφήν καί Ἱεράν Παράδοσιν. Τρίτον. Ἠ θεοπνευστία τῶν βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης μετεδόθη εἰς ἡμᾶς διά τῆς Ἰερᾶς Παραδόσεως. Καί τέταρτον ἡ Ἱερά Παράδοσις εἶναι ἐκείνη, ἠ ὁποία ὥρισεν ποῖα ἐκ τῶν ἐν τῇ Ἁγίᾳ Γραφῇ ἔχουσι προσωρινόν χαρακτῆρα καί ποῖα θά θά ἔχουν αἰώνιον κῦρος. Καί πέμπτον ἡ Παράδοσις τῶν Ἑβραίων ἐν τῇ Π. Διαθήκη εἶναι συνυφασμένη μετ’ αὐτῆς καί δέχεσθε ταύτην.
Ἰδοῦ πῶς ἀποδεικνύεται ἡ Ἱερά Παράδοσις διά τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ὁ Εὐαγγελικός ἐν νευρικότητι καί ἐν ταραχῇ ἐγείρεται ἐκ τῆς θέσεώς του καί μέ καταφανῆ τ ρ έ μ ο υ σ α ν ἔ κ φ ρ α σ ι ν λέγει: σᾶς καταγέλλω ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, διότι δέν δέχεσθαι τόν λόγον τοῦ Κυρίου. (Δημιουργεῖται θόρυβος).
Ὁ Ὀρθόδοξος διατάσσει τήν Εὐαγγελικόν νά ἠρεμήσῃ καί νά ἀνακαλέσῃ τά περί καταγγελίας, διότι εἴπομεν νά συζητήσωμεν καί ὄχι νά ἀλληλοκαταγγελθῶμεν. Ἡ συζήτησις ἔπεραιτώθη ἀφοῦ ὀ Εὐαγγελικός ἀνακάλεσε τά περί καταγγελίας του κ.λ.π.
http://anavaseis.blogspot.com/
Ψηφιοποίηση κειμένων Κατερίνα