π. Στέφανος Στεφόπουλος
Στις μέρες μας συναντάμε πολλούς οι οποίοι αν και υποστηρίζουν ότι είναι πιστοί Χριστιανοί Ορθόδοξοι, στην πράξη φανερώνουν το ανάποδο. Αν τους ρωτήσει κανείς περί της πίστεώς τους θα πουν ασυλλόγιστα και αβασάνιστα ,πολλές φορές, ότι πιστεύουν στον Ιησού Χριστό αλλά “με τον τρόπο τους”! Αυτός ο τρόπος όμως συνηθέστατα είναι απλά και στην πράξη η αναίρεση της ορθοδόξου πίστεως. Πιστεύουν πολλοί σε ένα Θεό απρόσωπο, χωρίς νόημα και ουσία. Δέχονται τον Ιησού Χριστό ως ένα μεγάλο προφήτη (μουσουλμάνοι), ως έναν αναμορφωτή, ως έναν επαναστάτη, μια μεγάλη προσωπικότητα, ή έστω ως ένα Θεό, αλλά όχι τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό τον σαρκωθέντα και παθόντα, σταυρωθέντα και Αναστάντα εκ νεκρών! Αν το πίστευαν αυτό θα ήξεραν ότι ο Θεός είναι προσωπικός μεν Θεός και ότι ο καθένας μας έχει μια διαφορετική εμπειρία της παρουσίας του ανάμεσά μας, αλλά και ότι έχει ένα θέλημα που είναι να τηρούμε τις εντολές Του για να δείχνουμε έτσι ότι Τον αγαπούμε.
Δεν είναι μήπως πραγματικότης καθημερινή να υπακούμε σε κάτι ή σε κάποιον δείχνοντας έτσι ότι το/τον σεβόμαστε και άρα αγαπούμε; Όταν υπακούμε στους νόμους της πολιτείας δεν αποδεικνύουμε ότι σεβόμαστε το κράτος και το Σύνταγμά μας; Όταν φερνόμαστε και πράττουμε κάτι με δημοκρατικό τρόπο αυτό δεν σημαίνει ότι σεβόμαστε και αγαπούμε τη δημοκρατία; Κάπως έτσι και πολύ περισσότερο οφείλουμε σεβασμό και υπακοή στο θέλημα του Κυρίου και τις εντολές Του αφού μάλιστα αυτές ποτέ δεν εναντιώνονται στον άνθρωπο, τις ανάγκες του, το πνευματικό του συμφέρον. Ένας νόμος ως ανθρώπινο κατασκεύασμα ή επινόηση μπορεί στην εφαρμογή του να μην είναι ούτε ακριβώς δημοκρατικός, ούτε να απονέμει ισονομία για όλους τους πολίτες. Ο νόμος του Θεού όμως επειδή ακριβώς δεν αποβλέπει παρά στη σωτηρία της ψυχής και απορρέει από αυτήν την αγάπη του Θεού για το πλάσμα Του, είναι και δημοκρατικός, και δίκαιος και σωτήριος!
Όλα αυτά ήταν αναγκαίο να γραφούν εισαγωγικά για το λόγο ότι πολλές φορές μας ξεφεύγουν τα πλέον αυτονόητα. Έ να από αυτά τα αυτονόητα είναι ότι αν λέμε ότι είμαστε βαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, οφείλουμε και να πράττουμε αναλόγως τα δέοντα. Επίσης, όταν λέμε ότι πιστεύουμε, να πιστεύουμε σωστά και όχι όπως μας βολεύει καλύτερα και μάλιστα επιλέγοντας μεταξύ μυστηρίων! Πως είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να δεχόμαστε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και να μεταλαμβάνουμε τακτικότατα και ταυτόχρονα να απορρίπτουμε το μυστήριο της μετανοίας και εξομολογήσεως; Αυτή είναι μια επικίνδυνη για την ψυχή μας παρεξήγηση και πρέπει να εκλείψει. Θα είδατε την κοσμοσυρροή τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας- ειδικά τη Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο- καθώς και τον Δεκαπενταύγουστο στους ναούς. Έτρεξαν οι άνθρωποι να στριμωχτούν για να κοινωνήσουν απροετοίμαστοι, αμετανόητοι, χωρίς εξομολόγηση, χωρίς ντροπή, βέβαιοι για την αρετή τους και την αναμαρτησία τους! Πολλοί υπολόγισαν μάλιστα την ακριβή ώρα έναρξης της Θείας Κοινωνίας και ήρθαν στους ναούς την τελευταία δυνατή στιγμή για να μην ταλαιπωρηθούν (κι ας ήξεραν ότι φεύγοντας θα συνωστίζονταν στις εθνικές οδούς επί ώρες μέχρι να φτάσουν στον προορισμό τους-αυτή άραγε δεν λογίζεται ως ταλαιπωρία;). Μερικοί άλλοι είχαν το απίστευτο θράσος να τηλεφωνούν στους ναούς για να υποβάλλουν ίσως την πιο προσφιλή τους ερώτηση:”Αύριο, τι ώρα κοινωνάτε;”. Άλλοι τέλος ήρθαν μετά το πέρας της Θ. Λειτουργίας, στήθηκαν στην ουρά, κοινώνησαν και έφυγαν ήσυχοι με τη συνείδησή τους ότι έκαναν αυτό που έπρεπε έτσι,…για το καλό!!!
Αγαπητοί μου, μην έχουμε αυταπάτες. Εν ημέρα κρίσεως θα δώσουμε λόγο στον Κύριο για όλες μας τις πράξεις. Εκείνες τις φρικτές ώρες δεν θα χωράνε επιχειρήματα τύπου: “δεν ήξερα”, “δεν μου είπανε”, “νόμιζα” και τα συναφή, γιατί θα μας πει ο Χριστός: “Καλά, αυτά δεν τα ήξερες και πιθανόν δεν σου τα υπενθύμισε κανείς. Τα άλλα, όπως τις αδικίες, τις πορνείες, τις μοιχείες, τις ψευδορκίες και τις ψευδομαρτυρίες, τις κλεψιές, τις δολοφονίες και παντός είδους αμαρτίες ποιος σου τις έδειξε και τις γνώριζες και μάλιστα με κάθε δυνατή λεπτομέρεια;”.
Ας γνωρίσουμε μια και καλή ότι όπως όταν κανείς απευθύνεται σε μια δημόσια υπηρεσία για την επίλυση κάποιου θέματος, ακολουθεί μια ορισμένη διαδικασία και δεν ζητά να κάνει ότι του αρέσει, έτσι ακριβώς και μέσα στην Εκκλησία υπάρχει για το κάθε τι μια διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσουμε. Σε μια δημόσια υπηρεσία αν μιλήσει κανείς άσχημα επιδιώκοντας να επιβάλλει την άποψή του θα αντιμετωπίσει το μένος των υπαλλήλων και των διευθυντών (που θα έχουν δίκιο). Στην Εκκλησία όμως κανείς δεν διώχνει κανένα γιατί οικοδεσπότης είναι αυτός ο ίδιος ο Θεός! Αυτό όμως δεν εξουσιοδοτεί τον καθένα να κάνει ότι θέλει, όπως και δεν αφαιρεί το δικαίωμα και την υποχρέωση από τους ποιμένες της να νουθετούν και να συμβουλεύουν. Θα συνεχίσουμε όμως την αναφορά μας στις προϋποθέσεις συμμετοχής μας στη Θ. Μετάληψη που είναι κυρίως η μετάνοια και εξομολόγηση, ο εκκλησιασμός και η νηστεία με την καθαρότητα του σώματος.
ΙΙ)
Σε προηγούμενο φύλλο έγινε αναφορά στις προϋποθέσεις συμμετοχής στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Σήμερα, καλό θα ήταν και σκόπιμο να παρουσιαστεί μια από αυτές που είναι η Μετάνοια και Εξομολόγηση. Δυστυχώς στις μέρες μας πολλοί δεν παραδέχονται ότι σφάλλουν σε πολλά θέματα, κυρίως λόγω άκρατου εγωισμού. Πολύ περισσότερο δε, δεν παραδέχονται τον όρο “αμαρτία” αφού όχι μόνο δεν γνωρίζουν τον Θεό αλλά και απορρίπτουν την ύπαρξή του εκ προοιμίου. Δεν θα ασχοληθούμε σήμερα με αυτούς που ως ελεύθεροι άνθρωποι επιλέγουν να μη πιστεύουν, αλλά με αυτούς που πιστεύουν όπως λένε:” με τον τρόπο τους”! Θα τους δείξουμε, με τη βοήθεια του Θεού, ότι δεν υπάρχει “δικός μου” τρόπος, άλλά ένας τρόπος. Αυτός του Ιησού Χριστού. Αν επιλέγουν να πιστεύουν στην ύπαρξη του Τριαδικού Θεού, τότε έπεται ότι πιστεύουν στον Ιησού Χριστό. Και αν πιστεύουν σ’Αυτόν, τότε Τον εμπιστεύονται και Τον αγαπούν. Εκείνος όμως είπε ότι αν τον αγαπούμε πρέπει να τηρούμε τις εντολές του και μια από αυτές είναι και η εντολή της Μετανοίας και Εξομολογήσεως.
Υπάρχουν αυτοί που πιστεύουν και δεν παραδέχονται τις αμαρτίες τους για τους οποίους δεν θα αναφέρουμε τίποτα σήμερα. Εκείνοι που θα μας απασχολήσουν είναι όσοι γνωρίζουν τις αμαρτίες τους αλλά επιλέγουν να μην εξομολογούνται ή εξομολογούνται με τον τρόπο τους. Είναι οι πλέον “επικίνδυνοι” για τη σωτηρία της ίδιας τους της ψυχής. Λένε μερικοί, που φαίνεται ότι αγαπούν το Θεό αλλά αγαπούν περισσότερο τη θάλασσα, ότι ομολογούν τις αμαρτίες τους στην ακροθαλασσιά, στα 40 κύματα! Άλλοι πάλι προτιμούν τα ποτάμια!(Περί ορέξεως…) Κάποιοι άλλοι, πιο ευφυείς, τα λένε στις εικόνες, ίσως γιατί οι εικόνες δεν απαντούν και άρα δεν υπάρχει κίνδυνος αντίρρησης. Και άλλα πολλά βρίσκουν για να προβάλλουν δήθεν εμπόδια όπως η αμαρτωλότητα των κληρικών, το ότι δεν είπε(δήθεν) ο Κύριος ποτέ να εξομολογούμαστε, και άλλα γραφικά και ευφάνταστα. Ας αρχίσουμε όμως από αυτούς που δεν εξομολογούνται καθόλου.
Αυτοί πιστεύουν ότι είναι τόσο άγιοι που δεν έχουν ανάγκη καθαρισμού της ψυχής τους. Αν όμως είναι τόσο καθαροί, είναι και σωσμένοι από τώρα, είναι δίκαιοι και επομένως δεν έχουν ανάγκη Θείας Κοινωνίας. Οι Άγιοι που βρίσκονται στον Παράδεισο, στην αγκαλιά του Θεού, δεν κοινωνούν. Κοινωνούμε εμείς οι αμαρτωλοί για να επικοινωνούμε και να δυναμώνουμε στη ζωή μας από την Ζωή, τον Κύριο δηλαδή. Τότε γιατί αυτοί οι άνθρωποι κοινωνούν; Την απάντηση τη δίνουν οι ίδιοι χωρίς ίχνος ντροπής:”Για το καλό, για να πάει καλά η χρονιά”! Ας το σταματήσουν αυτό γιατί αμαρτάνουν βαρύτατα μεταλαμβάνοντας ηθελημένα απροετοίμαστοι και ακάθαρτοι. Ο Απόστολος Παύλος προειδοποίησε τους Κορινθίους να μην κοινωνούν αμετανόητοι αφού αυτό είναι μεγάλη αμαρτία και στην κυριολεξία προκαλεί την αγάπη και το έλεος του Θεού. Πολλοί κληρικοί καλούν τους πιστούς να μην κοινωνήσουν, ειδικά κατά τις ημέρες των μεγάλων εορτών, αμετανόητοι και χωρίς εξομολόγηση αλλά αυτοί δεν φαίνεται να πτοούνται! Συνεχίζουν αγέρωχα την πορεία τους προς το Άγιο Ποτήριο χωρίς να καταλαβαίνουν ότι κοινωνούν εις κρίμα και κατάκριμα και όχι εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον! Ο Θεός δεν είναι τιμωρός, είναι αντίθετα αγάπη και έλεος σε αυτή τη ζωή. Θα είναι όμως δίκαιος στην άλλη ζωή όπου θα κρίνει ζώντες και νεκρούς και θα αποδώσει :”εκάστω κατά τα έργα αυτού”.
Όσον αφορά αυτούς που αμφιβάλλουν για την εγκυρότητα του μυστηρίου, τους γνωρίζουμε ότι την εντολή της μετανοίας και της εξομολογήσεως ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός την άφησε σε όλους εμάς δια των αγίων Αποστόλων. Στους μαθητές Του έδωσε την εξουσία του “δεσμείν και λύειν”, δηλαδή της αφέσεως ή όχι των αμαρτιών των ανθρώπων. Στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου (κεφάλαιο 18, στίχος 18) διαβάζουμε:”Αμήν λέγω υμίν, όσα αν δήσητε επί της γης έσται δεδεμένα εν ουρανώ και όσα εάν λύσητε επί της γης έσται λελυμένα εν ουρανώ”. Αυτή την εξουσία έδωσε ο Κύριος στους μαθητές και Αποστόλους και αυτοί όταν πλήθυναν οι Χριστιανικές κοινότητες την μεταβίβασαν δια χειροθεσίας(όπως γίνεται μέχρι σήμερα) στους κατά τόπους επισκόπους κι αυτοί στους πρεσβυτέρους. Ή μήπως δεν είχαν τέτοιο δικαίωμα οι Απόστολοι; Μη βιαστείτε να πείτε ότι ο Κύριος την εξομολόγηση την έδωσε μόνο στους Αποστόλους αφού σε αυτούς απηύθυνε τα ιδρυτικά λόγια του Μυστηρίου, γιατί και τη σύσταση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας και τους ιδρυτικούς λόγους:”Λάβετε φάγετε” και “Πίετε εξ αυτού πάντες” ο Κύριος την έδωσε στους Αποστόλους και αυτοί το μετέδωσαν σε όλους εμάς μέχρι σήμερα και μέχρι τη συντέλεια των αιώνων και όχι μόνο το δέχεστε αλλά και πολλοί από εσάς συμμετέχετε σε αυτό αν και δεν το τελούν οι Μαθητές του Κυρίου, αλλά οι αμαρτωλοί σαν κι εσάς ιερείς και επίσκοποι! Μερικοί πάλι επικαλούνται την αναξιότητα ορισμένων κληρικών ξεχνώντας ότι φιλανθρώπως όρισε έτσι ο Κύριός μας αφού ο αμαρτωλός παπάς καταλαβαίνει και συμπαραστέκεται στον αμαρτωλό άνθρωπο ενώ οι άγγελοι (που πολλοί θα ήθελαν για να εξομολογηθούν) δεν καταλαβαίνουν από αμαρτίες αφού αυτοί ως αγαθά πνεύματα δεν αμαρτάνουν. Ας τα σκεφτούμε όλα αυτά και ας προβληματιστούμε και ο Θεός θα μας φωτίσει να πράξουμε το σωστό!
* Κείμενα δημοσιευμένο στην εφημερίδα των Βορείων Προαστίων «Αμαρυσία»