Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου
Στην Γερμανική κατοχή είχε τελειώσει σχεδόν η προμήθεια του σιταριού της Ι. Μονής Φιλοθέου, και οι Πατέρες αποφάσισαν να κόψουν την φιλοξενία. Ένας ευλαβής Γέροντας, ο Γερο‐Σάββας, όταν τόμαθε, πολύ λυπήθηκε και παρακαλούσε την Γεροντία να μην το κάνουν αυτό, γιατί θα λυπήσουν τον Χριστό, και θα φύγη η ευλογία από την Μονή. Τους έλεγε δε και πολλά παραδείγματα από την Αγία Γραφή, όπως της Σωμανίτιδος χήρας με τον Προφήτη Ηλία κ.α., και τελικά τον άκουσαν. Κάθε λίγο και λιγάκι όμως ενοχλούσαν τον Γερο‐Σάββα και του έλεγαν:
‐ Το αλεύρι τελείωσε. Τί θα γίνη;
Ο Γέροντας τους απαντούσε:
‐ Πατέρες μου, αυτό το λίγο που υπάρχει ακόμη, ας το φάμε μαζί με τον κόσμο, και η Παναγία δεν θα μας αφήση.
Είχαν απομείνει πια μόνο είκοσι πέντε οκάδες σιτάρι στην αποθήκη της Μονής και τίποτε άλλο, και άρχισαν οι Πατέρες να διαμαρτύρωνται στο Γερο‐Σάββα κάπως πειραχτικά:
‐ Ε, Γερο‐Σάββα, τελείωσε το σιτάρι. Τί γίνεται τώρα;
Το ευλαβέστατο και πιστό Γεροντάκι απήντησε:
‐ Μη χάνετε, ευλογημένοι, την ελπίδα σας στη Γλυκοφιλούσα μας. Αλέστε και αυτές τις είκοσι πέντε οκάδες σιτάρι, κάντε το ψωμί και μοιράστε το στους Πατέρες και στους λαϊκούς, και ο Θεός θα φροντίση για όλους μας, σαν καλός Πατέρας.
Μόλις λοιπόν τελείωσε το ψωμί τους, πριν ακόμη πεινάσουν, έφθασε ένας Καπετάνιος από την Καβάλα στη Μονή Φιλοθέου και ζήτησε ξυλεία να ανταλλάξη με σιτάρι. Βλέποντας οι Πατέρες τόσο ολοζώντανη την πρόνοια της Παναγίας, που φρόντισε σαν καλή Μάνα τα παιδιά της, δόξασαν όλοι τον Θεό. Περισσότερο φυσικά απ’ όλους δόξασε τον Θεό και ευχαρίστησε την Παναγία ο Γερο‐Σάββας, ο οποίος και την ευχαριστούσε συνέχεια με την αγία του ζωή.
Έλεγε μετά στους Πατέρες ο Γέροντας:
‐ Δεν σας έλεγα, ευλογημένοι, ότι η Παναγία δεν θα μας αφήση;
Αγ. Παϊσίου: Αγιορείται Πατέρες σελ. 77