Μητροπολίτου Καρπασίας Χριστοφόρου Τσιάκα
Η ραγδαία εξάπλωση των ποικιλώνυμων αιρέσεων και παραθρησκευτικών ομάδων και τα πολλαπλά ποιμαντικά προβλήματα που δημιουργούν, μας αναγκάζουν να ενσκύψουμε και να εξετάσουμε την δική μας ποιμαντική δραστηριότητα.
Η αυτοκριτική και η προσαρμογή της ποιμαντικής μας στις σημερινές ανάγκες, θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τα δικά μας ποιμαντικά λάθη, αλλά θα μας βοηθήσει επίσης στην ορθή ποιμαντική μας δραστηριότητα.
Ο σύγχρονος άνθρωπος, είναι γεγονός ότι ζει μέσα σε μια κοινωνία που η προσωπική εμπειρία του μυστηρίου, του αγνώστου έχει μεγάλη ζήτηση. Οι προκλήσεις από όλους τους τομείς αυξάνονται. Οι προσφορές και η ζήτηση όλο και αποκτούν μεγαλύτερες διαστάσεις. Και ο Ορθόδοξος Χριστιανός βρίσκεται και ζει σε μια τέτοια κοινωνία που βάλλεται συνεχώς και ανηλεώς από τα πνευματικά πυρά αναρίθμητων ομάδων, οργανώσεων, ατόμων ποικίλης ιδεολογικής προελεύσεως που είναι έτοιμες να προσφέρουν λύσεις εμπειρικές στους αναζητητές.
Ο άνθρωπος επειδή δε βιώνει τις πνευματικές ανάγκες του και αναζητήσεις στα πλαίσια της εκκλησιαστικής ζωής, ζητά να το κάνει έξω από αυτή. Αυτό οφείλεται πολλές φορές στα δικά μας ποιμαντικά σφάλματα και στις δικές μας ποιμαντικές ελλείψεις. Συχνά ακούμε ανθρώπους να εκφράζουν το παράπονο ότι κανείς από την Εκκλησία δεν τους έχει πλησιάσει για να τους βοηθήσει. Κανείς δεν τους έχει δείξει αγάπη και κατανόηση. «Πήγαινα Εκκλησία και αισθανόμουν σαν ξένος…», «Κανένας δεν με συμβούλευσε να ενσκύψω και να μάθω για την αγάπη του Θεού…», «όταν ήμουν βουτηγμένος στην αμαρτία και κατεστραμμένος, τι κάνατε εσείς για μένα...».
Οι ποικιλώνυμες κινήσεις εκμεταλλευόμενες τα κενά μας αυτά κατορθώνουν να εξαπλώνονται και να προσελκύουν ανθρώπους κάθε φύλου, κοινωνικής τάξεως, ηλικίας και μορφωτικού επιπέδου.
Προβάλλουν το επιχείρημα ότι οι παραδοσιακές θρησκείες και ο υλιστικός ρασιονολισμός έχουν αποτύχει να ικανοποιήσουν τον άνθρωπο δι’ αυτό και «προβάλει η ανάγκη να γνωρίσουν οι άνθρωποι όλα όσα ο αποκρυφισμός, πνευματισμός, υπερβατικοί πειραματισμοί διδάσκουν».
Οι ομάδες αυτές, είτε ονομάζονται χριστιανικές (Πεντηκοστιανοί, θαυματοποιοί, χαρισματικοί, νεοπροτεστάντες κλπ), είτε προέρχονται από τον αποκρυφιστικό χώρο ή ακόμα είναι ομάδες που προσφέρουν πιο δυναμικές εμπειρίες και τεχνικές όπως τα ναρκωτικά, μουσικές, μαγείες κ.λ.π. έρχονται να εισάγουν νέες θρησκευτικές συνήθειες και «αλήθειες» και να ακυρώσουν το Χριστιανικό Ευαγγέλιο. Το γεγονός ότι συχνά χρησιμοποιούν δικούς μας χριστιανικούς όρους, αντιστρέφοντάς τους, για να δηλώσουν την δική τους πίστη και διδασκαλία δημιουργεί στο δικό μας ποιμαντικό έργο μεγάλα προβλήματα.
Αυτό το οποίο προβάλλει σήμερα μπροστά μας ως επιτακτική ανάγκη είναι ότι πρέπει να κατανοήσουμε ότι για να αντιμετωπίσουμε όλες αυτές τις προκλήσεις χρειάζονται λεπτοί ποιμαντικοί χειρισμοί στο όλο θέμα από μέρους μας.
α) Εκκλησιαστική -Ενοριακή ζωή
Κατ’ αρχάς γεννάται ένα πολύ βασικό ερώτημα. Μήπως δεν προσφέρουμε στους ανθρώπους που καταφεύγουν σε τέτοιες ομάδες, στα πλαίσια της ενοριακής εκκλησιαστικής ζωής, εκείνα όσα πρέπει να τους προσφέρουμε για να ικανοποιήσουμε τις πνευματικές τους ανάγκες και αναζητήσεις:
Ο άνθρωπος αναζητά αγάπη και ζεστασιά. Εάν δεν βιώνει αυτή του την ανάγκη μέσα στα πλαίσια της εκκλησιαστικής ζωής σίγουρα θα αναζητήσει να την κορέσει κάπου άλλου. Το πρόβλημα αυτό το κατανοούμε καλύτερα εάν πάρουμε σαν δεδομένο το γεγονός, ότι η προπαγάνδα των κινήσεων αυτών στηρίζεται στον βομβαρδισμό αγάπης και την αποδοχή του άλλου ως έχει. Τα θύματά τους τα οδηγούν στη συγκέντρωση, όπου τους γίνεται θερμή και φιλική υποδοχή με φιλική παρέα και ατμόσφαιρα αδελφική.
Πρόσφατα σε ανοικτή συγκέντρωση με θέμα «μαγεία και σατανισμός» κληρικός έκανε προσωπική επίθεση σε μητέρα ανήλικου κοριτσιού που είχε μπλέξει με την μαγεία και στην συνέχεια αυτοκτόνησε, επιρρίπτοντάς της προσωπικές ευθύνες. Το αποτέλεσμα ήταν να απομακρυνθεί τελείως από την Εκκλησία η γυναίκα και να αποτύχει η προσπάθεια, που είχε αρχίσει άλλος κληρικός, για οικοδομή και επανένταξη της οικογένειας του θύματος στην Εκκλησία.
β) Αποδοχή
Η εκ των προτέρων κατ’ αρχάς αποδοχή του άλλου ως έχει, δηλ. με τα ελαττώματά του, τις αδυναμίες του, την τυχόν εξωτερική εμφάνισή του κ.λ.π. είναι ένας σωστός τρόπος προσέγγισης του άλλου. Αγάπη προς το απολωλός ή τον αδιάφορο θα πρέπει να εκδηλώνεται χωρίς υστεροβουλία. Αυτό που χρειάζεται είναι η περίθαλψη και η απεριόριστη αγάπη και κατανόηση. Δεν μπορούμε για παράδειγμα να δεχθούμε την ενέργεια κυρίας που εφάρμοσε σε νεαρές κοπέλες που παρακολουθούσαν κύκλο Αγίας Γραφής και φορούσαν παντελόνι, λέγοντάς τους ότι «όσες φορούν παντελόνια στα μάτια του Θεού είναι κακές». Το αποτέλεσμα ήταν αυτές οι κοπέλες να καταφύγουν σε αποκρυφιστική οργάνωση.
Πολύ σωστά η Εκκλησία έχει χαρακτηρισθεί ως ένα μεγάλο Νοσοκομείο όπου όλοι, όσο βαριά άρρωστοι και εάν είναι, μπορούν ν’ αποθεραπευθούν.
Πολύ συχνά ακούγεται το παράπονο από πολλούς ανθρώπους ότι οι ποιμένες δεν ακούουν με προσοχή τα παράπονα του ποιμνίου τους. Και μάλιστα αυτό έχει πρωταρχική σημασία, όταν αυτά τα παράπονα – κατηγορώ, αναφέρονται στις δικές μας παραλείψεις και τα δικά μας προσωπικά και ποιμαντικά σφάλματα. Ο άνθρωπος θέλει τον ποιμένα του να είναι κοντά του, να τον αισθάνεται ανάμεσά του, αλλά και ταυτόχρονα πιο ψηλά από αυτόν. «Εσείς λέτε μόνο αλλά δεν εφαρμόζετε… είσαστε αυστηροί με τους άλλους και επιεικείς με τον εαυτό σας… Γιατί δεν θυσιάζετε λίγο χρόνο από την καλοπέρασή σας για να ασχοληθείτε με τα προβλήματά μας…».
Η κατανόηση του ανθρώπινου προβληματισμού βοηθά αυτόν που ασχολείται με την σωτηρία των ανθρώπων, να συμμετάσχει ουσιαστικά στα προσωπικά προβλήματα του ποιμενομένου. «Τις σκανδαλίζεται και ουκ εγώ πυρούμαι;» (Α’ Κορ. 11, 29), γράφει ο Απ. Παύλος συμμετέχοντας στα υπαρξιακά προβλήματα των Κορινθίων. Χωρίς το προσωπικό αυτό πύρωμα, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τον ανήσυχο και ερευνητικό άνθρωπο και κατ’ επέκταση να τον ποιμάνουμε με επιτυχία και θεοφιλώς.
Η δική μας προσωπική συμμετοχή στα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου και η κοινωνία αγάπης που θα πρέπει να δημιουργήσουμε θα μας δώσει την δυνατότητα να οικοδομήσουμε και να εντάξουμε ουσιαστικά τους ανθρώπους στην ποίμνη του Χριστού.
γ) Ποιμαντική αγωνία
Εκείνο το οποίο πολλές φορές απουσιάζει από την ποιμαντική δραστηριότητά μας είναι η ποιμαντική αγωνία. Και αυτό έχει σαν επακόλουθο να δημιουργείται μια ποιμαντική μακαριότητα. Μία βεβαιότητα ότι, όλα έχουν καλώς. Συχνά ακούεται, από εκκλησιαστικούς ανθρώπους ότι το πλήρωμα της Εκκλησίας μας δεν κινδυνεύει από τις αιρέσεις και δεν πρέπει να αγωνιούμε τόσο πολύ. Ένας ασυναίσθητος εφησυχασμός δυστυχώς εμφωλεύει μεταξύ των ποιμένων μας.
Όμως η εξάπλωση των αιρέσεων και της παραθρησκείας και η καμουφλαρισμένη προπαγάνδα της θα πρέπει να μας καλλιεργήσει την ποιμαντική αγωνία. Όχι απόγνωση. Όχι υστερικές και φανατικές ενέργειες. Πνευματική αγωνία για το ποίμνιο της Εκκλησίας μας. Η αγωνία αυτή θα πρέπει να γεννά μέσα στις καρδιές μας την Παύλειον αγωνία με το «τις ασθενεί και ουκ ασθενώ».
Η Εκκλησία είναι κοινωνία ανθρώπων που κοινωνούν με τον Θεό. Είναι «Σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους». Γι’ αυτό και θα πρέπει να αγωνιούμε για τα μέλη του Σώματός μας. Όχι μόνο γι’ αυτά τα μέλη που έχουν θυματοποιηθεί από τις ιδιοτελείς διακηρύξεις των αιρετικών, αλλά και για τα μέλη εκείνα τα οποία βρίσκονται σε κατάσταση πνευματικής ή εάν θέλουμε ακόμα και υλικής ανάγκης. Και μάλιστα αυτά τα μέλη βρίσκονται μέσα στην αυλή της ποίμνης ή και γύρω από αυτή, αλλά δυστυχώς είναι αποίμαντα. Το παράπονο – κατηγορώ των ασθενικών μελών του Σώματος ακούγεται επιτακτικό συχνά. «Όταν ήμουν βουτηγμένος στα ναρκωτικά…, όταν η οικογένειά μου κλυδωνιζόταν χωρίς στήριγμα…, όταν οι τάδε αιρετικοί γυρνούν από πόρτα σε πόρτα για να μας μιλήσουν για την αγάπη του Θεού…, εσείς τι κάνατε για μας;...».
Πολύ σωστά σημειώνει Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών ότι «η δυναμική αλλά και νηπτική προτροπή του Κυρίου “Γρηγορείται…”! δεικνύει σαφώς ότι, χωρίς ποιμαντικήν αγωνίαν το έργον Του μεταβάλλεται απλώς και μόνο εις μίαν μακαριότητα παραλυτικήν και ξένην προς τον λυτρωτικόν δυναμισμόν της σωτηρίας!» (I. Κορναράκη Ποιμαντικά Θέματα, σελ. 32, Θεσ/νίκη 1979).
δ) Εμπειρία της αγάπης
Φυσικά σε ορισμένες περιπτώσεις γίνεται και ένα άλλο ποιμαντικό σφάλμα στην προσπάθειά μας να παρουσιάσουμε προς τα έξω κάποιο ποιμαντικό έργο. Και εδώ μιλούμε για το αξίωμα η «δράσις για την δράση» ή «να γίνεται έργο, απλώς για να γίνεται έργο». Εκείνο που χρειάζεται εκ μέρους μας είναι να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες συνθήκες, μέσα από το εκκλησιαστικό μας έργο, ώστε οι αδελφοί να βιώνουν μίαν εν Χριστώ κοινωνία αγάπης.
Πολύ σωστά ο π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος στο βιβλιαράκι του «Χ.Ο.Ε. ένα ποιμαντικό πρόβλημα» σημειώνει, «αυτό που προσελκύει δεν είναι το περιεχόμενο της πίστεως, αλλά η κατανόηση, η ζεστασιά, η αγάπη. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι από μόνη της η εμπειρία σαν κριτήριο της δογματικής αλήθειας είναι πλάνη. Η σωστή και αληθινή εμπειρία υπάρχει σε ενότητα με την δογματική αλήθεια. Εκείνο που πρέπει να κατανοήσουμε εμείς είναι ότι η βίωση της εν Χριστώ κοινωνίας πρέπει να γίνει κύριο μέλημά μας».
Δεν είναι λίγες οι φορές που δεχόμαστε επικρίσεις και κατηγορίες για λανθασμένες ποιμαντικές επιλογές. Εκείνο το οποίο μας διακατέχει συνήθως είναι «ο ζήλος ο ου κατ’ επίγνωσιν». Γι’ αυτό και οι ποιμαντικές μας ενέργειες πολλές φορές αποβαίνουν μοιραίες.
Θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η Εκκλησία, ως Βασιλεία του Θεού έχει ως σκοπό και αποστολή να δώσει ζωή. Επομένως, μέριμνά μας πρωταρχική δεν είναι να εφαρμόσουμε κάποιες ποιμαντικές θεωρίες προς επίλυση των υπαρξιακών προβλημάτων του ανθρώπου, αλλά να αποκτήσουμε την δυνατότητα που μας παρέχει η Εκκλησία, να μεταγγίζουμε εν Χριστώ ζωή στους έχοντας ανάγκη. Κατανοούμε την ανάγκη της θεωρίας και των πρακτικών μέσων στο όλο ποιμαντικό έργο, αλλά η πνευματική καρποφορία πηγάζει από την βίωση της Εκκλησίας ως κοινωνίας ανθρώπων κοινωνούντων του Τριαδικού Θεού.
Δεν θα πρέπει να λησμονούμε ακόμα ότι ο άνθρωπος ως κοινωνικό ον ζητά πρότυπα που να ανταποκρίνονται στην βαθύτερη ουσία της φύσεώς του. Δεν θα ήθελε ποτέ να συνάψει αληθινές σχέσεις μ’ ένα Θεό εκδικητή και τιμωρό. Αλλά ένα πατέρα που θα τρέξει να συναντήσει το άσωτο παιδί του και να το αγκαλιάσει συντροφικά. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να κάνουμε το ποιμαντικό εκείνο σφάλμα να δίδουμε μία αρνητική εικόνα για το Θεό.
Η θετική εικόνα θα πρέπει να προσφέρεται και για την πνευματική ζωή. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να καλλιεργούμε ένα στείρο ευσεβισμό και να προβάλλουμε προς τα έξω μία ιδεατή εικόνα. Οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι δεν πρέπει, να μένουμε μόνο στα «μη», αλλά να προχωρούμε και στην υπέρβαση αυτών με θετικές θέσεις.
Ένα άλλο σημείο λανθασμένης ποιμαντικής στρατηγικής είναι η άγνοια του αντικειμένου με το οποίο ασχολούμαστε και ο υπέρμετρος και ου κατ’ επίγνωση ζήλος. Η προχειρολογία, ο φανατισμός, η έλλειψη υγειών επιχειρημάτων και η προσπάθεια εξόντωσης και εξουθένωσης του αιρετικού, οδηγούν σε αρνητικά αποτελέσματα.
Ο στόχος μας θα πρέπει να είναι η οικοδομή και όχι η αντιπαράθεση. Πολύ σωστά και πάλιν σημειώνει ο π. Αντώνιος στο βιβλιαράκι του για την Χ.Ο.Ε. ότι ο Ποιμένας θα πρέπει να πορεύεται επί το απολωλός για να το περιθάλπει και όχι για να το δείρει. Πολλές φορές τα επιχειρήματά μας στην προσπάθεια αντιμετώπισης των αιρέσεων γίνονται όπλα στα χέρια των αρχηγών των ομάδων για να πλήξουν το κύρος της Εκκλησίας μας. Γι’ αυτό χρειάζεται εκ μέρους μας να υπάρχει η σωστή και υπεύθυνη κατάρτιση και αντιμετώπιση του όλου προβλήματος και της όλης προβληματικής του αντικειμένου μας. Θα έλεγα ότι πρέπει να γνωρίζουμε άριστα από την μία την δική μας Ορθόδοξη πίστη και από την άλλη το έδαφος πάνω στο οποίο εργάζονται οι αντίπαλοί μας.
Θα ήθελα στο σημείο αυτό να αναφέρω δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα λανθασμένης ποιμαντικής στρατηγικής που έχουν σχέση μ’ αυτά που αναφέρουμε:
- Κληρικός εκλήθηκε σε Ιδιωτικό Ραδιοφωνικό σταθμό για να μιλήσει για τις αιρέσεις. Αναφερόμενος στην «Εταιρεία Σκοπιά» των «Μαρτύρων του Ιεχωβά» τους χαρακτήριζε κατ’ επανάληψη σαν «ανθρώπους του σκότους», «αντίχριστους», «σιωνιστές», «απάτριδες» κ.λ.π. Σε ερώτηση του Συντονιστή, που στηρίζει αυτές τις κατηγορίες – χαρακτηρισμούς ο εν λόγω Κληρικός απάντησε: «Όταν τους γνωρίσεις από κοντά θα καταλάβεις». Και ο συντονιστής σχολίασε την απάντηση του κληρικού: «Πάτερ μου δεν έχουμε το δικαίωμα να κατηγορούμε κανένα χωρίς αποδείξεις»!!!
- Γιατρός που προσεγγίσθηκε από «Μάρτυρες του Ιεχωβά» και άρχισε να προβληματίζεται γύρω από την διδασκαλία τους, ζήτησε από τον υπεύθυνο για θέματα αιρέσεων κάποια συνάντηση προς συζήτηση. Ενώ είχε καθορισθεί η συνάντηση, κάποιος άλλος κληρικός που πληροφορήθηκε ότι ο εν λόγω Γιατρός αντιμετώπιζε αυτό το πρόβλημα, αυτοβούλως έλαβε την πρωτοβουλία να συναντήσει τον Γιατρό. Την επομένη ημέρα τηλεφωνά ο Γιατρός στον υπεύθυνο για θέματα αιρέσεων στη Μητρόπολη και του ανακοινώνει: «Δεν θέλω να συναντηθώ μαζί σας γιατί κατάλαβα ποιοι είναι και τι είναι οι Ορθόδοξοι. Φανατικοί και μισαλλόδοξοι» .
ε) Επιείκεια – Ανοχή
Μια άλλη εσφαλμένη ποιμαντική στρατηγική είναι ο φανατισμός και η επιθετικότητα που εκδηλώνουν πολλοί αδελφοί στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν την πρόκληση των αιρέσεων.
Είναι γεγονός ότι η έκταση της εξάπλωσης των αιρέσεων και τα αθέμιτα προπαγανδιστικά μέσα που χρησιμοποιούν προκαλούν το θρησκευτικό αίσθημα του πληρώματος της Εκκλησίας. Οι απροκάλυπτες και προσηλυτιστικές μέθοδοί τους δοκιμάζουν πολύ την υπομονή των αγωνιζομένων Χριστιανών.
Το πρόβλημα που απασχολεί πολλούς είναι το πως θα αντιμετωπίσουμε το πλήθος και την ποικιλίαν των αιρέσεων και της παραθρησκείας, που αντιδρούν στο έργο του Κυρίου και αρνούνται την λυτρωτική ενέργεια της χάριτός Του.
Δυστυχώς δεν είναι λίγοι εκείνοι οι χριστιανοί που καταφεύγουν στην μέθοδο του φανατισμού και της επιθετικότητας, πιστεύοντας ότι έτσι θα καταστείλουν με επιτυχία την δραστηριότητα των αιρετικών.
Σίγουρα η εκ μέρους μας αντιμετώπιση των αντίχριστων ενεργειών, που έχουν σκοπό να πλήξουν τους αστήρικτους αδελφούς, θα πρέπει να εντάσσεται στους βασικούς σκοπούς του ποιμαντικού μας έργου. Αλλά ούτε ο φανατισμός ούτε η επιθετικότητα αλλά και ούτε η περιφρόνηση είναι το πρώτιστο μέτρο που πρέπει να λάβουμε για την αντιμετώπισή τους. Μήπως η εκδηλουμένη αυτή ενέργεια από πολλούς χριστιανούς κρύβει απλώς μία τάση δικαίωσης των δικών μας ποιμαντικών παραλείψεων; Την αδυναμία να συμβάλουμε θετικά στην σωστή διαποίμανση του ποιμνίου μας; Ή ακόμα εκφράζει την τάση του ανθρώπου εκείνου που αντιδρά και επιτίθεται απλώς και μόνο για να επιτίθεται;
Η λανθασμένη αυτή μέθοδος τις περισσότερες φορές φέρνει αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα. Διότι ο προκατειλημμένος και αλόγιστος φανατισμός κινδυνεύει να αποβαίνει πολέμιος και αυτού ακόμα του σώματος της Εκκλησίας. Ίσως πολλές από τις επιτυχίες των αιρέσεων να ωφείλονται στην αδυναμία τη δική μας να ελέγξουμε τις ποιμαντικές μας επιδιώξεις και προτεραιότητες.
Τι είναι εκείνο που επιδιώκουμε τελικά; Την εξόντωση και εξουθένωση του άλλου, ή την σωτηρία του; Ο Χριστιανός πνευματικός εργάτης σε τελική ανάλυση καλείται να βαδίσει «επί των αιματωμένων ιχνών του Μεγάλου Αρχιποίμενος Χριστού». Ή ακόμα όπως προτρέπει ο Απ. Παύλος «δει τον επίσκοπον επιεική είναι» (Α’ Τιμ. 3, 3). Πρέπει οι εργάτες του Ευαγγελίου να είναι επιεικείς ώστε τα «ασθενήματα των αδυνάτων βαστάζειν, και μη εις εαυτούς αρέσκειν» (Ρωμ. 15, 1). Και η επιείκια έχει ως σκοπόν την επιστροφή και στήριξη του πλανεμένου αδελφού και σίγουρα όχι την δικαίωση και αποδοχή της κακοδοξίας και αποστασίας.
στ) Το μυστήριο
Η επελθούσα στους κόλπους της ποιμαντικής στρατηγικής της Εκκλησίας μας εκλογίκευση, εκκοσμίκευση και νομικοποίηση της πίστεως είναι ακόμα ένα ποιμαντικό σφάλμα.
Τελευταία βλέπουμε να επιχειρείται, ένας ενσυνείδητος συσχηματισμός μετά του κόσμου, με το άστοχο επιχείρημα, «για να κερδίσουμε ή να συγκρατήσουμε τον κόσμο». Γι’ αυτό γίνονται τέτοια ανοίγματα που τελικά οδηγούν στην απομάκρυνση από την αυθεντική χριστιανική ζωή.
Η εκκοσμίκευση και η εκλογίκευση της πίστεως αποξένωσε τον άνθρωπο από την θρησκευτική του φύση, με αποτέλεσμα να τον απογυμνώσει από το «μυστήριο», το οποίο περιβάλλει τη ζωή και την ύπαρξή του. Όλα αυτά έχουν σαν επακόλουθο να καταπιέζουν ζωτικές, δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις του ανθρώπου, γιατί απολυτοποιούν την λογική και βάζουν σαν οδοδείκτη στην πορεία της ζωής τους τον ορθολογισμό. Και επειδή πολλές φορές δεν παρέχεται η δυνατότητα στον άνθρωπο να βιώσει αυτή του την πνευματική ανάγκη μέσα στην Εκκλησία καταφεύγει σε άλλες μεθόδους και τεχνικές. Ας μην ξεχνούμε ότι η λογική δεν είναι η μόνη αρμόδια δύναμη πραγματοποίησης μιας ορθής προσωπικής και κοινωνικής ζωής.
Η δε νομικοποποίση της πίστεως επέφερε τη στατικότητά της και τη μετέβαλλε σ’ ένα νομικό οργανισμό με αποτέλεσμα να εξαφανιστούν οι προφητικές και χαρισματικές δυνάμεις της. Έτσι μ’ αυτόν τον τρόπο αποδυναμώνεται το ζωντανό και δυναμικό στοιχείο της πίστεως με συνέπεια να μεταβάλλεται σε κατεστημένο.
Σαν αποτέλεσμα αυτών των λανθασμένων ποιμαντικών επιλογών μας, σιγά-σιγά, η χριστιανική μας πίστη ξεθωριάζει και παρακμάζει δίνοντας την ευκαιρία να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια οι προλήψεις, οι δεισιδαιμονίες, οι αιρέσεις, οι αρρωστημένοι μυστικισμοί.
Είναι σημαντική για το θέμα μας η διαπίστωση που κάνει αποκρυφιστικό βιβλίο: «Ζούμε, γράφει, όπως από καιρό είχαν προβλέψει οι παραδοσιακές διδασκαλίες, σε μιαν εποχή νέας θρησκευτικότητας. Ύστερα από αιώνες υλιστικού ρασιοναλισμού ο άνθρωπος ξαναρχίζει να νοιώθει ένα μαύρο φτεροκόπημα, ένα ποδοβολητό από μορφές και οντότητες εξώτερες, στην εσχατιά του γνωστού μας σύμπαντος.
Στερημένος ολότελα από την ενδόμυχη σιγουριά που του έδινε στα παλιά χρόνια η συναίσθηση της πνευματικής του υπεροχής, ο άνθρωπος βλέπει σήμερα το άγνωστο να του εμφανίζεται σαν ένας εφιάλτης…. Κατά συνέπεια, προβάλλει ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για όλα όσα ο αποκρυφισμός, πνευματισμός, υπερβατικοί πειρασμοί, μ’ άλλα λόγια Μαγεία» (Πρακτική Μαγεία σετ. 7). Και αυτό γιατί εμείς οι ίδιοι ανατινάξαμε το βάθρο του Χριστοκεντρισμού και στήσαμε το προσωποκεντρικό μνημείο της ψευδώνυμης γνώσης.
ζ) Η ανοιχτή πόρτα
Ένα άλλο ενδεχομένως ποιμαντικό λάθος, το οποίο χρειάζεται διόρθωση είναι εκείνο του ποιμαντικού ωραρίου. Παρατηρείται το φαινόμενο αρκετές φορές να καταφεύγουν άνθρωποι με έντονα υπαρξιακά προβλήματα σε μας για να τους βοηθήσουμε ή αν θέλετε να τους παρηγορήσουμε και αυτοί βρίσκουν την πόρτα της ποιμαντικής μας διάθεσης κλειστή.
«Πάτερ θα ήθελα να σάς ενοχλήσω για λίγο, πνίγομαι, έχω άμεση ανάγκη από την βοήθειά σας». Ακούγεται επιτακτική η παράκληση του αδελφού.
«Μόλις προ ολίγου, αγαπητέ κλείσαμε το γραφείον. Ελάτε, σάς παρακαλώ, αύριον». Η απάντηση του ποιμένος.
Ο πνευματικός εργάτης που αγωνιά και ενδιαφέρεται για τους αδελφούς τους δεν είναι δυνατόν να εντάσσει τον εαυτόν του στην κατηγορία των ανθρώπων που επιδιώκουν τον συνεχή περιορισμό της χρονικής διάρκειας των εργασιών τους. Εργοδότης στην περίπτωση του ποιμαντικού μας έργου είναι αυτός ο ίδιος ο Κύριος. «Ο Πατήρ μου έως άρτι εργάζεται, κάγώ εργάζομαι» (Ιωαν. 5,17). Η διακονία μας στον πνευματικό αμπελώνα του Κυρίου θα πρέπει να έχει χαρακτήρα αδιάλειπτης λυτρωτικής προσφοράς και υπηρεσίας προς τον αδελφό μας».
Στο βιβλίο του Γκεωρκίου, «Από την 25ην ώρα στην αιώνια ώρα», μας δίδεται μια πολύ ωραία απάντηση εν σχέσει με το «συνεχές» ποιμαντικό ωράριο. Εκεί παρουσιάζεται ο γιός του Ιερέα να εκφράζει παράπονο προς τον πατέρα του γιατί δεν βάζει κάποιο ωράριο σε σχέση με τις απαιτήσεις των πνευματικών του παιδιών. «Δεν σε αγαπούν οι γιοί σου και οι θυγατέρες σου εν Χριστώ έλεγα στον πατέρα μου, βλέποντάς τον τσακισμένο από την κούραση. Μόλις επέστρεψες στο πρεσβυτέριο και ήλθαν ξανά να σε φωνάξουν. Μόλις ξάπλωσες και έφθασαν. Σε ξυπνούν…. Όμως ο ιερεύς είναι κι αυτός άνθρωπος, είπα.
– Όχι απάντησε ο πατέρας μου. Ο ιερεύς δεν είναι άνθρωπος, αλλά η θυσία ενός ανθρώπου και προστίθεται στη θυσία του Θεού. Κι αυτό είναι ιερωσύνη… ιερεύς δεν είναι όπως είναι κανείς γεωργός, επάλληλος ή τεχνίτης. Δεν γίνεται κανείς ιερεύς για να έχει ώρες γραφείου με διαλείμματα και μέρες άδειας. Είναι κανείς ιερεύς μόνιμα. Χωρίς διακοπή, χωρίς ρεπό. Χωρίς καμμιά ανάπαυλα. Μέρα και νύχτα…. Η ιερωσύνη, μίμησις της ιερωσύνης του Χριστού, αποκλείει τις διακοπές. Ισχύει μόνιμα και για την αιωνιότητα» (Σελ. 94 εξ.).
η) Εκσυγχρονισμός της Ποιμαντικής μεθόδου
Ο εκσυγχρονισμός των ποιμαντικών μας μεθόδων σήμερα επιβάλλεται νομίζω περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Ζούμε σε μια εποχή που συνεχώς σημειώνονται εξελίξεις και πρόοδοι στον τρόπο ζωής του ατόμου και του κοινωνικού συνόλου. Ο άνθρωπος του σήμερα βομβαρδίζεται ανηλεώς από νέες ιδέες και νέους τρόπους προσέγγισης και διαπαιδαγώγησης.
Η εξέλιξη αυτή υποχρεώνει και μας να επιδιώκουμε κάθε φορά που χρειάζεται να εκσυγχρονίζουμε τις ποιμαντικές μας μεθόδους. Και αυτό για να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε τον σύγχρονο άνθρωπο και να τον επηρεάσουμε ευεργετικά.
Επιβάλλεται να αναζητήσουμε νέους τρόπους και αποτελεσματικούς για να ικανοποιήσουμε τις βαθύτερες πνευματικές ανάγκες του ανθρώπου. Οι χώροι συγκεντρώσεώς μας, για παράδειγμα, θα πρέπει να είναι τέτοιοι ώστε να αισθάνονται οι αδελφοί άνετα και ζεστασιά. Ακόμα μπορούμε να βρούμε τρόπους ενίσχυσης της κοινωνίας αγάπης πέραν των παραδοσιακών.
Πρόσφατα μία ομάδα από 8 αδελφούς, οι οποίοι επέστρεψαν στην Εκκλησία από τον αποκρυφισμό, ομολόγησαν ότι εκείνο που τους έκανε να εμπιστευθούν την Εκκλησία, κατ’ αρχάς, ήταν μία εκδήλωση που έζησαν και ήταν κάπως διαφορετική από αυτή που πίστευαν ότι ζουν οι άνθρωποι της Εκκλησίας. Η εκδήλωση αυτή, πνευματική συνεστίαση όπως ονομάζεται, έγινε σε κάποιο παραλιακό κέντρο. Εκ των προτέρων ελήφθηκε η πρόνοια να είναι σε μία εποχή που να μην υπάρχει πολλή τουριστική κίνηση. Ο χώρος διαμορφώθηκε καταλλήλως για να υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των συνδαιτημόνων. Το πρόγραμμα πέραν του κοινού γεύματος, συμπεριλάμβανε διαφόρους εκκλησιαστικούς ύμνους, τραγούδια και άλλη ψυχαγωγία. Στο τέλος έγινε συζήτηση γύρω από θέματα της Ορθοδόξου Πίστεώς μας.
Φυσικά εδώ χρειάζεται κάποια προσοχή διότι υπάρχει ο κίνδυνος στην προσπάθεια αυτή να επισέλθει στους κόλπους του όλου μας έργου μία αρρωστημένη εκκοσμίκευση όπως την περιγράψαμε πιο πάνω. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι η Εκκλησία δεν είναι απλώς μία κοινωνία ανθρώπων, αλλά κοινωνία ανθρώπων κοινωνούντων του Θεού. Δηλαδή, απαραίτητη προϋπόθεση είναι από την μία, οι άνθρωποι ως μέλη της μίας Εκκλησίας, να βρίσκονται σε κοινωνία αγάπης μεταξύ τους, και από την άλλη να βρίσκονται σε κατά χάριν μυστηριακή κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό.
Η αναζήτηση συγχρόνων μεθόδων δεν πρέπει να οδηγεί σε πλήρη ταύτιση με την νοοτροπία, το πνεύμα και τις επιδιώξεις των ανθρώπων του κόσμου. Γιατί ναι μεν ζούμε στον κόσμο αλλά δεν είμαστε «εκ του κόσμου». Γιατί όπως πολύ σοφά παρατηρεί ο Άγ. Μακάριος ο Αιγύπτιος «οι χριστιανοί άλλην έχουσι προαίρεσιν, άλλον νουν, άλλου αιώνος εισίν, άλλης πόλεως».
Ο εκσυγχρονισμός λοιπόν της ποιμαντικής μας μεθόδου επιβάλλεται τ ότε και μόνο, όταν εξυπηρετεί τον βασικό σκοπό του ποιμαντικού μας έργου. Την πνευματική οικοδομή και την σωτηρία του ανθρώπου.
θ) Οικοδομή – επανένταξη
Τέλος ένα άλλο ποιμαντικό λάθος, θα τολμούσα να πω, ότι είναι εκείνο το οποίο κάνουμε επικεντρώνοντας την όλη προσπάθειά μας μόνο στο να πολεμήσουμε ή να επιστρέφουμε τους αιρετικούς στην ορθή πίστη. Πιστεύω ότι το μεγαλύτερο μέρος της ποιμαντικής μας στρατηγικής θα πρέπει να επικεντρώνεται πάνω απ’ όλα στο να οικοδομήσουμε και να εντάξουμε ουσιαστικά στο Σώμα της Εκκλησίας, τους αδελφούς εκείνους οι οποίοι βρίσκονται είτε πέριξ της Εκκλησίας, ως αδιάφοροι, είτε μέσα σ’ αυτήν χωρίς να βιώνουν στην πραγματικότητα την εν Χριστώ ζωή. Κατά δεύτερο λόγο επιβάλλεται η έγκαιρη και υπεύθυνη ενημέρωση των πιστών για τους κινδύνους που διατρέχουν από τις αιρέσεις και την παραθρησκεία.
Τελειώνοντας θα ήθελα να αναφέρω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το Ημερολόγιο του Αγ. Ιωάννη της Κροστάνδης, που έχει άμεση σχέση με το θέμα μας. Γράφει λοιπόν ο άγιος Ιωάννης: «Για να καθοδηγείς τους άλλους, είναι ανάγκη πρώτα να μάθεις να καθοδηγείς τον εαυτό σου. Για να διδάσκεις τους άλλους είναι ανάγκη ο ίδιος ν αποκτήσεις γνώσεις… Όταν κυριαρχούν μέσα μας τα διάφορα πάθη, καλύτερα να μην ασχολούμεθα στο να καθοδηγούμε τους άλλους. Τον κάθε άνθρωπο που σε πλησιάζει, να τον δέχεσαι με καλωσύνη και με χαρούμενη διάθεση, ακόμα κι αν είναι ένας επαίτης ή μια πτωχή γυναίκα. Εσωτερικά να ταπεινώνεσαι μπροστά σε όλους, θεωρώντας τον εαυτό σου κατώτερο από όλους, διότι εσύ τοποθετήθηκες από τον ίδιο τον Χριστό να είσαι υπηρέτης όλων. Οι αδελφοί σου είναι μέλη Του, ακόμη κι αν, όπως εσύ, φέρουν επάνω τους τα τραύματα των παραπτωμάτων….
Ας μην λησμονούμε ποτέ πως όλοι μας είμεθα ένα σώμα και ας ενθαρρύνουμε ο ένας τον άλλο στην εφαρμογή της αγάπης και στην εκτέλεση των καλών έργων. Ιδιαίτερα εμείς οι ποιμένες ας έχουμε διαρκώς στον νού μας. Εάν η κεφαλή είναι φωτεινή, φωτεινά θα είναι και τα μέλη. Και εάν εμείς σκοτεινιάσουμε ψυχικά από τα πάθη, σκοτεινότερο θα είναι και το σώμα της Εκκλησίας, το ποίμνιό μας. Δυναμώνουμε πνευματικά εμείς; Δυναμώνει και το ποίμνιο. Αδυνατίζουμε εμείς; Αδυνατίζει και το ποίμνιο. Κύριε ελέησόν μας». Αμήν…».
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ π.ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ:
«ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΑΣ
– ΠΡΑΚΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ» ΑΘΗΝΑ 1996