ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ Π. ΣΤΕΡΓΕΛΛΗΣ
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΜΩΝ ΣΤΗ Μ. ΑΣΙΑ
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΗΣ ΦΙΛΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ (1887)*
Α. Η ιστορική πλευρά των προσηλυτισμών.
Περιγραφή και περιεχόμενο του υπομνήματος.
Στη μακρά πορεία των πολιτιστικών σχέσεων του Ελληνισμού του ελλαδικού και μικρασιατικού χώρου με τους λαούς της Δυτικής Ευρώπης, πριν και μετά την Επανάσταση του 1821, παρατηρούνται πολλές θετικές πλευρές (όπως π.χ. ο Ελληνικός Διαφωτισμός), καθώς και αρνητικές. Στις τελευταίες αυτές περιλαμβάνονται τα σοβαρά προβλήματα από τις προσπάθειες προσηλυτισμού που κατέβαλαν καθολικοί και διαμαρτυρόμενοι μισσιονάριοι1 στην Ανατολή, οι οποίοι με διάφορους τρόπους, μεταξύ των οποίων και η εκπαίδευση, επεδίωκαν να κερδίσουν οπαδούς και να διορθώσουν κατά τις θρησκευτικές αντιλήψεις τους τα κακώς κείμενα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στα ζητήματα τα θρησκευτικά, και ειδικότερα του προσηλυτισμού, πολύ συχνά εμπλέκεται και ο πολιτικός παράγοντας, με αποτέλεσμα να γίνεται δύσκολα η διάκριση μεταξύ θρησκευτικής και πολιτικής φύσης των ζητημάτων αυτών, που αποκτούν βάθος και προεκτάσεις άξια πάντα ιδιαίτερης έρευνας. Για την περίοδο στην οποία ανήκει το υπόμνημα που εξετάζομε θα μπορούσαν να αναφερθούν πολλά σχετικά παραδείγματα, καθώς οι θρησκευτικές πεποιθήσεις κατείχαν κυρίαρχη θέση στις συνειδήσεις και τα θρησκευτικά ζητήματα εξακολουθούσαν ακόμη και πολέμους να προκαλούν. Μικρά και μεγάλα κράτη πίστευαν ότι μέσω της θρησκείας μπορούν να επηρεάσουν τους λαούς των χωρών που εποφθαλμιούσαν και να επεκτείνουν την επιρροή τους. Σύμφωνα με δημοσίευμα θρησκευτικής εφημερίδας της εποχής2, τα δυτικά κράτη, πριν αποστείλουν στρατιωτικές δυνάμεις, εξαπέλυαν τους θρησκευτικούς προπαγανδιστές για την προσοικείωση των πληθυσμών, προετοιμάζοντας το έδαφος της πολιτικής ενέργειας.
Κατά το χρόνο σύνταξης του υπομνήματος με το οποίο θα ασχοληθούμε η μέθοδος της πολιτικής διείσδυσης με θρησκευτική κάλυψη ήταν σε χρήσει από όλα τα μεγάλα κράτη. Η Ρωσία π.χ. απέστελλε θρησκευτικούς πράκτορες σε περιοχές όπως το Άγιο Όρος και η Παλαιστίνη3, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται παράπονα και προστριβές μεταξύ ομοδόξων.
Σε απομακρυσμένες περιοχές, όπως η Συρία, η συρρίκνωση του Ελληνισμού και των Ορθοδόξων αποδιδόταν στη δράσει των θρησκευτικών προπαγάνδων. Στη Μακεδονία οι ποικίλες προπαγάνδες (αυστριακή, πανσλαβι- στική, ρουμανική), που κάποτε υπέθαλπαν και οι Καθολικοί, με τους «πολιτικούς ιεραποστόλους», όπως εύστοχα αποκαλούνται οι μισσιονάριοι, προκαλούσαν τις ανησυχίες του ελληνικού στοιχείου και ευκαιριακή προσέγγισή του στην τουρκική εξουσία, που μερικές φορές αισθανόταν κίνδυνο κατά της ασφάλειας και συνοχής του κράτους4.
Σχετικά με τη Μικρά Ασία, νομίζομε ότι η δράσει των μισσιοναρίων εκεί και η αντίδραση των Ελληνορθοδόξων είχαν σοβαρές προεκτάσεις και συνέβαλαν ως ένα βαθμό μαζί με άλλους παράγοντες στα γεγονότα που κατέληξαν στον αφανισμό του μικρασιατικού Ελληνισμού.
Στο αρχείο του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών (ΑΥΕ) σώζεται αντίγραφο μακρού υπομνήματος, σχετικού με το θέμα των προσηλυτισμών, απευθυνόμενο από τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης προς τον Πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη (1908, Α29/3, «Εκπαιδευτικά-Κοινοτικά»). Είναι του Νοεμβρίου 1887, βρίσκεται όμως στα έγγραφα του 1908, γιατί τότε δόθηκε λύση στο ζήτημα που έθετε το υπόμνημα υστέρα από την εκ νέου υποβολή του σε αντίγραφο στο Υπουργείο Εξωτερικών το 1907, και αποτελείται από είκοσι σελίδες. Το πρωτότυπο του υπομνήματος δεν βρέθηκε, παρά τη σχετική έρευνα που έγινε. Έτσι λείπουν τα τμήματα εκείνα στη θέση των οποίων υπάρχουν αποσιωπητικά στο χειρόγραφο του αντιγράφου.
Το υπόμνημα διαιρείται σε πρόλογο και τρία μέρη και έχει το εξής περιεχόμενο περιληπτικά:
Στον πρόλογο επισημαίνεται ο κίνδυνος που διατρέχουν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας από τις προσηλυτιστικές ενέργειες των Γερμανών και Ιταλών μισσιοναρίων, όπως παλαιότερα των Γάλλων και Άγγλων.
Το πρώτο μέρος αναφέρεται στη δράσει που ανέλαβαν οι καθολικοί μισσιονάριοι μετά την αποτυχία του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή στη Βιέννη και την εμφάνιση του Μεγάλου Πέτρου, γεγονότα που ανέκοψαν τους εξισλαμισμούς. Κατόπιν αναφέρεται στην εμφάνιση των Διαμαρτυρομένων και στην αρθρογραφία του ευρωπαϊκού τύπου, ιδιαίτερα του γαλλικού, υπέρ της διάδοσης στην Ανατολή της γλώσσας και της θρησκείας των αρθρογράφων.
Το δεύτερο μέρος αναφέρεται στη χρησιμοποίηση από τους ξένους των σχολείων για την πολιτιστική διείσδυσή τους στη Μικρά Ασία. Σε τρία μεγάλα παρθεναγωγεία με οικοτροφεία που ίδρυσαν, των Αδελφών του Ελέους, των Πρωσσίδων Διακονισσών και τελευταία του Τάγματος της Παναγίας της Σιών, στα οποία φοιτούσε πλήθος κοριτσιών εύπορων ελληνικών οικογενειών, γινόταν αντικείμενο εμπαιγμού ο εθνισμός και η θρησκεία των Ελλήνων. Με πιο έντονο τον προσηλυτισμό στα σχολεία των Καθολικών, τα κορίτσια αποφοιτούσαν έχοντας άγνοια της γλώσσας, της Ιστορίας, της γεωγραφίας και όλων των στοιχείων που εμπνέουν την αγάπη στην πατρίδα. Οι ξένοι ίδρυσαν σε πολλές λαϊκές περιοχές δημοτικά σχολεία, στα οποία χρησιμοποιούσαν Έλληνες δασκάλους. Έδειξαν καθαρά τις προθέσεις τους με την ευκαιρία του σεισμού της Ερυθραίας, Κρήνης και Χίου, οπότε κατέφυγαν στη Σμύρνη πολλά απροστάτευτα ορφανά από τις περιοχές αυτές. Με το πρόσχημα της φιλανθρωπίας οι ξένοι τα περιέθαλψαν και ταυτόχρονα τα δίδαξαν την αρνησιθρησκία, οπότε οι Σμυρναίοι αντέδρασαν. Στον Μπουρνόβα έγιναν σοβαρά επεισόδια λόγω προσηλυτιστικών ενεργειών.
Οι Ιταλοί έκαναν πρόταση που απορρίφθηκε να διδάσκεται δωρεάν στα σχολεία η Ιταλική, ίδρυσαν όμως «δημοτικό» και παρθεναγωγείο με οικοτροφείο και στον Βουτζά καθολικό σεμινάριο. Στο ίδιο χωριό Γαλλίδες καλόγριες ίδρυσαν παρθεναγωγείο.
Στη Μαγνησία Δυτικοί και Διαμαρτυρόμενοι ίδρυσαν σχολεία, όπου φοιτούσαν ελληνόπουλα, και στη Μερσίνα σχεδιαζόταν κάτι παρόμοιο.
Στην Καισαρεία ο Μητροπολίτης, για να αντιμετωπίσει Δυτικούς και Διαμαρτυρομένους, ίδρυσε τη Ροδοκανάκειο Ιερατική Σχολή, γυμνάσιο και παρθεναγωγείο. Το τουρκικό κράτος σκόπιμα αφήνει τους ξένους να δρουν σε βάρος των Ορθοδόξων, που αμύνονται με θάρρος και βελτίωσαν τα σχολεία τους την τελευταία δεκαετία. Οι Σμυρναίοι προσπαθούν στο μέτρο των δυνάμεών τους να βοηθήσουν τους τουρκόφωνους Μικρασιάτες να εκπαιδευθούν στα ελληνικά με ίδρυση σχολείων, αλλά οι οικονομικές δυνάμεις τους δεν επαρκούν.
Στο τρίτο μέρος του υπομνήματος αναφέρεται ο τρόπος αντιμετώπισης μέχρι στιγμής και προτείνονται και άλλα κατάλληλα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν στο εξής. Όταν εκδηλώθηκε προσπάθεια προσηλυτισμού σε βάρος των παιδιών των σεισμοπλήκτων περιοχών (το 1881), οι Σμυρναίοι βοήθησαν στην ανέγερση σχολείων στις κωμοπόλεις που καταστράφηκαν ή πλήρωσαν τους μισθούς των δασκάλων. Στη Σμύρνη με δαπάνη της οικογένειας Κιουπετζόγλου ανοικοδομήθηκε το Κεντρικό Παρθεναγωγείο με τα παραρτήματά του, στο οποίο φοιτούν περισσότερα από 1.500 κορίτσια.
Αλλά το Κεντρικό Παρθεναγωγείο δεν ικανοποιούσε τις ανάγκες των κοριτσιών των εύπορων οικογενειών, που επιθυμούσαν καλύτερη μόρφωση, ξένες γλώσσες και μουσική. Γι’ αυτό και κατέφευγαν πρώτα στα σχολεία των Καθολικών και κατόπιν στο σχολείο των Πρωσσίδων Διακονισσών. Για να τεθεί τέρμα στην κατάσταση, ιδρύθηκε η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία με σκοπό τη σύσταση παρθεναγωγείου με οικοτροφείο, όπως το Αρσάκειο στην Αθήνα και το Ζάππειο στην Κωνσταντινούπολη. Λίγοι Σμυρναίοι κατέβαλαν αθόρυβα χιλιάδες λίρες για την ανέγερση του σχολείου, που σήμερα ονομάζεται «Ομήρειο». Έχει πρόγραμμα πλήρους Γυμνασίου με διδασκαλείο και αναγνωρίσθηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση ισότιμο με το ’Αρσάκειο. Απέσπασε όλες τις Ελληνίδες από το παρθεναγωγείο των Πρωσσίδων Διακονισσών και επέτυχε απόλυτα να τους εμπνεύσει τα ιδανικά που θα πρέπει να έχουν όταν γίνουν μητέρες.
Οι επόμενοι στόχοι της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας είναι: η ίδρυση στη Σμύρνη δημοτικών σχολείων που θα λειτουργήσουν κοντά στα ξένα, για τα άπορα παιδιά, στα οποία θα μοιράζονται δωρεάν τα βιβλία τους, κατά την τακτική των Διαμαρτυρομένων και η χορήγηση υποτροφιών σε μαθήτριες του εσωτερικού της Μικράς Ασίας, για να σπουδάσουν δασκάλες, να διδάξουν κατόπιν δωρεάν στις πατρίδες τους και να μεταδώσουν τα ελληνικά στους τουρκόφωνους Έλληνες, ιδίως στα κορίτσια, που προορίζονται να αναθρέψουν παιδιά. Τη διδασκαλία αυτή μόνο Μικρασιάτισσες μπορούν να την αναλάβουν.
Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία δεν έχει τα οικονομικά μέσα για την πραγματοποίηση των δύο αυτών σκοπών, που θα περιόριζαν τη δράσει των προσηλυτιστών γι’ αυτό προτείνει στην Ελληνική Κυβέρνηση να διαθέσει αυτή τα απαιτούμενα ποσά για είκοσι οικότροφες μαθήτριες από το εσωτερικό της Μικράς Ασίας, για τη δημιουργία 4-5 δημοτικών σχολείων χάριν των άπορων τάξεων και για την επιχορήγηση μερικών από αυτά που υπάρχουν. Για τους σκοπούς αυτούς θα χρειάζονταν τον πρώτο χρόνο 50.000 φράγκα και κατόπιν 40.000. Αν η Ελληνική Κυβέρνηση, που αποτελεί τη μοναδική ελπίδα, δεχθεί, θα πρέπει να τηρηθεί απόλυτη μυστικότητα για το φόβο της προδοσίας.
Β. Δράσει των μισσιοναρίων και πνευματική κατάσταση του μικρασιατικού Ελληνισμού.
Στη Μικρά Ασία κατά τα τέλη του 19ου αι. παρατηρείται μεγάλη άνθηση του ελληνικού στοιχείου, αλλά για τη θρησκευτική κατάστασή του δημοσιεύονται δυσμενή σχόλια5. Η αίτια αποδίδεται στην αδράνεια μητροπολιτών και γι’ αυτό προτείνεται στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως να σταλούν στις μητροπόλεις μητροπολίτες γνώστες της γλώσσας του τόπου και της τουρκικής. Εξάλλου οι οικονομικές δυσχέρειες και οι άλλες αδυναμίες του τουρκικού κράτους δημιουργούν προσδοκίες για αλλαγή στην πολιτική κατάσταση, ενώ ταυτόχρονα τα ισχυρά ευρωπαϊκά κράτη ενδιαφέρονται για την άμεση εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, που, καθώς προσπαθεί να εκσυγχρονισθεί, έχει την ανάγκη του ευρωπαϊκού κεφαλαίου για να το επιτύχει6. Χρεοκοπία και εξάρτηση συνθέτουν την κατάσταση της Τουρκίας την εποχή αυτή.
Η πολιτική της ανοχής για τις θρησκευτικές ιδέες που κυκλοφορούσαν στη χώρα παλαιότερα, εφόσον δεν έθιγαν τη μουσουλμανική θρησκεία, δημιουργούσε ευχέρεια εγκατάστασης και διακίνησης των μισσιοναρίων, που δίδασκαν, άνοιγαν σχολεία και προσηλύτιζαν ελεύθερα, με τον όρο να μη δημιουργούν πρόβλημα για την ασφάλεια του κράτους7. Στόχος των ενεργειών αυτών ήταν οι χριστιανικοί πληθυσμοί, που, κατά την άποψη Προτεσταντών μισσιοναρίων, ήταν λογικό και χριστιανικό να φωτισθούν και να αλλάξουν ζωή, για να μπορέσουν να προσελκύσουν τους Μουσουλμάνους8. Όσοι δέχονταν το ξένο κήρυγμα —και δεν ήταν πρόθυμοι σ’ αυτό οι ελληνικής καταγωγής πληθυσμοί— προσελκύονταν και από τα ιδιαίτερα προνόμια που απολάμβαναν τα άτομα που είχαν την προστασία ξένης δύναμης ή πρέσβευαν δόγμα μη ορθόδοξο (Φραγκολεβαντίνοι και Λατινοραγιάδες)9.
Σε ό,τι αφορά τους Καθολικούς, η προσπάθεια διεύρυνσης του πυρήνα που υπάρχει στην Ανατολή από τα χρόνια της Φραγκοκρατίας αρχίζει από τον 16ο αι. με τις πρώτες διομολογήσεις μεταξύ Παρισίων και Κωνσταντινούπολης. Από την Καθολική Εκκλησία δημιουργούνται οι θεσμοί (Κολλέγιο Αγίου Αθανασίου και αργότερα η Propaganda Fide) που της έδιναν τη δυνατότητα να αναλάβει το έργο της διάδοσης των θρησκευτικών ιδεών της στην Ανατολή. Η παρουσία των Καθολικών ήταν ιδιαίτερα έντονη στην κοσμοπολίτικη Σμύρνη, που προσφερόταν για δράσει όλων των εθνοτήτων και των δογμάτων. Η πόλη, με τον Φραγκομαχαλά της10, ήταν γνωστό κέντρο δράσης Καθολικών από τις αρχές του 17ου αι. Διέθετε αρχιεπισκοπή, πολλές καθολικές εκκλησίες, σχολή προπαγάνδας και ινστιτούτο Καπουτσίνων για ανατολικές ιεραποστολές11. Τα περισσότερα φραγκοχιώτικα βιβλία εκδίδονται στη Σμύρνη12.
Χάρις στην τακτική της Αγίας Έδρας και των καθολικών κρατών, πρώτα της Γαλλίας, που είχε την προστασία των Καθολικών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, και πολύ αργότερα της Ιταλίας, καθολικοί μοναχοί ασκούσαν, εκτός από τα θρησκευτικά, και εκπαιδευτικά καθήκοντα, κάτω από τα οποία συγκαλύπτονταν άλλοι σκοποί. Αρχίζοντας από το 1638, οπότε ιδρύεται στη Σμύρνη από Ιησουίτες το πρώτο καθολικό σχολείο13, τα σχολεία των ετεροδόξων γνωρίζουν με το πέρασμα του χρόνου άνθηση.
Η παρουσία διαμαρτυρομένων μισσιοναρίων στον ελλαδικό και μικρασιατικό χώρο καθυστερεί σε σχέση με τους Καθολικούς. Το 1820 εμφανίζονται στη Σμύρνη μισσιονάριοι της American Board of Commissioners for Foreign Missions (ABCFM)14 και η Σμύρνη γίνεται σιγά σιγά, παρά το ότι το υπόμνημά μας δεν κάνει λόγο για δράσει Αμερικανών μισσιοναρίων, ένα από τα κύρια ορμητήρια Αμερικανών Διαμαρτυρομένων στη Μεσόγειο15 (όπως η Μάλτα, η Κέρκυρα, η Σύρος)· η εκλογή της οφειλόταν στο γεγονός ότι είχαν συνειδητοποιηθεί οι λόγοι για τους οποίους η Σμύρνη προσφερόταν καλύτερα από οποιαδήποτε ελλαδική πόλη για την ανάπτυξη της εκπαιδευτικής δράσης τους16. Η πρώτη ελληνική εφημερίδα της Σμύρνης Ο Φίλος των Νέων εκδόθηκε από Άγγλοαμερικανούς μισσιοναρίους το 183017. Αν ληφθεί υπόψιν και το γεγονός ότι τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια οι διαμαρτυρόμενοι μισσιονάριοι ασκούσαν στην ελληνική εκπαίδευση αποφασιστική επίδραση, εξηγείται γιατί λαϊκοί και εκκλησιαστικοί αντιδρούσαν έντονα στις κινήσεις των «Λουθηροκαλβίνων», όπως αποκαλούσε τους Διαμαρτυρομένους πατριαρχική εγκύκλιος του 183618. Το Πατριαρχείο υπέδειξε τη σύσταση πνευματικών εκκλησιαστικών επιτροπών κατά επαρχίες και κεντρικής πατριαρχικής επιτροπής, που θα επέβλεπαν σε όλα τα πνευματικά ζητήματα19. Στη Σμύρνη ξέσπασε τον ίδιο χρόνο πολεμική με φυλλάδια μεταξύ Αμερικανών μισσιοναρίων και της εκκλησιαστικής επιτροπής της πόλης20. Η δράσει των Αμερικανών μισσιοναρίων (που καλύπτει και την αγγλική πλευρά) συνεχίσθηκε ως τη μικρασιατική καταστροφή, είχε όμως επιτυχίες κυρίως μεταξύ των Αρμενίων. Η κίνηση των Διαμαρτυρομένων ενισχύθηκε από το 1847, οπότε απέκτησαν εκκλησιαστική ανεξαρτησία και σωματειακή οντότητα οι Αρμένιοι Διαμαρτυρόμενοι21.
Μετά τους Αμερικανούς παρουσιάζονται Γερμανοί μισσιονάριοι, που ίδρυσαν νοσοκομείο στην Πόλη και το 1853 γυμνάσιο των Διακονισσών στη Σμύρνη για εσωτερικές μαθήτριες22 23, όπως αναφέρεται και στο υπόμνημα23, οι ίδιοι το 1875 ίδρυσαν στη Βόννη σύλλογο θεολόγων και λογιών για ιεραποστολές στην Ανατολή24. Ακολουθεί το 1883 η ίδρυση του Ευαγγελικού Συνδέσμου Σμύρνης, που είχε στενές σχέσεις με τους Αμερικανούς μισσιοναρίους και έπαιρνε από αυτούς ετήσιο επίδομα25.
Σε σχέση με τους Καθολικούς, η σφοδρή πολεμική μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας που προϋπήρχε συνεχίζεται όλο τον 19ο αι. με αντιρρητικά φυλλάδια, πατριαρχικές και παπικές εγκυκλίους26 κ.α. Το 1838 εκδίδεται εγκύκλιος της Πατριαρχικής Συνόδου Κωνσταντινουπόλεως κατά των παπικών καινοτομιών, για την οποία ήσαν σύμφωνα τα τέσσερα Ορθόδοξα Πατριαρχεία της Ανατολής, αλλά η προσπάθεια διείσδυσης της Καθολικής Εκκλησίας δεν σταματά με τη μορφή της ίδρυσης σχολείων από μοναχικά τάγματα27. Στον τομέα των θηλέων της Σμύρνης τα γνωστότερα είναι τα αναφερόμενα στο υπόμνημα παρθεναγωγεία των Αδελφών του Ελέους (το λεγόμενο της Πρόνοιας, 1839;) και των Μοναχών της Σιών, που ιδρύθηκε από τον Καθολικό Αρχιεπίσκοπο της Σμύρνης το 1875. Η τάση της δημιουργίας σχολείων ενισχύθηκε μετά το Χάττι Χουμαγιούν (1856) και τον γαλλογερμανικό πόλεμο του 1870, οπότε τα μοναχικά τάγματα αναγκάσθηκαν να καταφύγουν στην Ανατολή. Εκτός από τους μοναχούς των άλλων ταγμάτων, ιδιαίτερο τάγμα αποτελούσαν οι Freres des Εcoles Chretiennes, που διατηρούσαν το 1882 τρία κατώτερα σχολεία και λύκειο στην Πόλη28. Αλλά και εκτός από την Πόλη, κάθε μεγάλο αστικό κέντρο της Αυτοκρατορίας είχε Λατίνους μισσιοναρίους29.
Από την πλευρά της Γαλλικής Κυβέρνησης ιδρύεται το 1883 η Alliance Franfaise, με σκοπό τη διάδοση της γαλλικής γλώσσας, του γαλλικού πολιτισμού, και κατά συνέπεια της γαλλικής επιρροής στο εξωτερικό. Παράλληλα, τόσο η Γαλλική Κυβέρνηση, όσο και ο Πάπας, ενισχύουν την προσπάθειά τους στην Τουρκία με επιχορηγήσεις σχολείων.
Όσο για την Ιταλία, που εκδηλώνει σχετικά καθυστερημένα το ενδιαφέρον της για τον μικρασιατικό χώρο30, το 1887 εκπαιδευτική αποστολή από εννέα μοναχές του τάγματος της Άσπιλης Σύλληψης ιδρύει τέσσερα σχολεία στη Σμύρνη, που επιχορηγούνται και καθοδηγούνται από την Ιταλική Κυβέρνηση και την Propaganda Fide31.
Τα σχολεία των Δυτικών στη Σμύρνη, κυρίως γαλλικά, σύμφωνα με πηγή σύγχρονη προς το υπόμνημα που εξετάζομε32, φθάνουν τα δεκατέσσερα. Σε ένα μόνο γαλλικό σχολείο αναφέρεται το 1887 εγγραφή πάνω από 200 Ελλήνων μαθητών, από τους οποίους 70 οικότροφοι33.
Εκπαιδευτική ή προσηλυτιστική κίνηση Καθολικών και Διαμαρτυρομένων κατά την εποχή στην οποία αναφερόμαστε, εκτός από την Πόλη και τη Σμύρνη, υπήρχε στη Μαγνησία34, στη Φιλαδέλφεια35, στο Ικόνιο36, σε πόλεις της Καππαδοκίας37 και Κιλικίας38. Από το 1885 δημιουργήθηκαν στον Πόντο οι ελληνικές προτεσταντικές κοινότητες της περιοχής39. Στην επαρχία Προύσας δρούσε επί Ίωνα Κίνγκ και αργότερα με επιτυχία η αμερικανική προτεσταντική προπαγάνδα40.
Η πολιτική του τουρκικού κράτους απέναντι στα ξένα σχολεία την εποχή του υπομνήματος, σε σχέση με την παλαιότερη41, δεν φαίνεται να ήταν σαφής και ενιαία σε όλους τους φορείς της κρατικής εξουσίας. Η κεντρική αρχή αντιλαμβανόταν ότι η ανεξέλεγκτη λειτουργία των ξένων σχολείων δημιουργούσε προβλήματα. Το 1887 έκλεισε για σύντομο διάστημα τα ιησουϊτικά σχολεία της Μικράς Ασίας και τα αμερικανικά της Συρίας42 και μέσα στον ίδιο χρόνο με επιτροπή που συνέστησε στο υπουργείο Δημοσίας Εκπαίδευσης ασχολήθηκε με το ζήτημα των ξένων σχολείων που λειτουργούσαν στην Αυτοκρατορία43. Στο νομό Αϊδινίου, όπου υπαγόταν η Σμύρνη, διορίσθηκε Έλληνας επιθεωρητής των μη μουσουλμανικών σχολείων44. Στην ίδια τάση οφείλεται και το κλείσιμο Ευαγγελικής αίθουσας στη Σμύρνη45. Στην αντίθετη τάση οφείλεται ότι ο Γενικός Διοικητής Σμύρνης τον ίδιο χρόνο έστειλε εγκύκλιο στους Γενικούς Προξένους της πόλης για το θέμα των ξένων σχολείων, στην οποία χαρακτήριζε τα σχολεία των δυτικών θρησκευτικών οργανώσεων προνομιούχα. Ο Έλληνας Γενικός Πρόξενος ανησύχησε και φοβήθηκε μήπως αρχίσει να ασκείται έλεγχος στα ελληνικά σχολεία46.
Αλλά εκτός από τα θρησκευτικά προβλήματα στη Μικρά Ασία, και πολύ περισσότερο στο εσωτερικό της, υπάρχουν βέβαια και τα προβλήματα αλλοίωσης και εκφυλισμού της ελληνικής γλώσσας, καθώς και της διδασκαλίας της. Οι Έλληνες χρησιμοποιούν την τουρκική σε μέγιστο βαθμό και εκεί όπου δεν θα περίμενε κάποιος, όπως για βιβλία θρησκευτικού ή διδακτικού περιεχομένου. Φθάνει στο σημείο η ελληνική να διδάσκεται μέσω της τουρκικής47. Γεγονός είναι πάντως ότι η χρήσει της τουρκικής με ελληνικούς χαρακτήρες (καραμανλίδικα) σημαίνει άγνοια της τουρκικής γραφής και όχι γνώση της ελληνικής γλώσσας. Τα βιβλία που έχουν εκδοθεί στη μεικτή αυτή γλώσσα είναι πολλά· από τους 464 τίτλους του 19ου αι. που έχουν καταγραφεί 354 ανήκουν στο δεύτερο μισό του αιώνα48.
Γ. Ελληνική αντίδραση και συγκυρία.
Η ελληνική αντίδραση στην κατάσταση αυτή, που δημιουργούσε κινδύνους για την εθνικοθρησκευτική ενότητα του Ελληνισμού, εκδηλωνόταν με πολλούς τρόπους: με τη φροντίδα των κοινοτήτων για καλύτερη εκπαίδευση, με εκκλησιαστική διδαχή, με συγγραφή αντιρρητικών έργων και άλλες μορφές αντίκρουσης των κακοδοξιών από την εκκλησιαστική ηγεσία (όπως έγινε ήδη λόγος), με τη δημιουργία φιλανθρωπικών, φιλεκπαιδευτικών και εκκλησιαστικών συλλόγων, που σκοπό τους είχαν το άνοιγμα καινούργιων σχολείων, όπου απαιτούσε η ανάγκη, και τη βελτίωση της εκπαίδευσης49. Μετά το Χάττι Χουμαγιούν και τους «Γενικούς Κανονισμούς» του Πατριαρχείου που ακολούθησαν (1858-1860) και καθόριζαν τον τρόπο διοίκησης των ξένων κοινοτήτων δημιουργήθηκαν συνθήκες ευνοϊκές για την τεράστια ανάπτυξη των συλλόγων50. Το 1881 οι ελληνικοί εκπαιδευτικοί σύλλογοι και αδελφότητες της Ευρωπαϊκής Τουρκίας και Μικράς Ασίας φθάνουν τους 125· σχεδόν κάθε κωμόπολη και πόλη της Μικράς Ασίας διαθέτει την εποχή αυτή έναν μικρό σύλλογο. Τα εκπαιδευτικά σωματεία αναλαμβάνουν εκπολιτιστική δράσει μεταξύ των άλλων και για την εκμάθηση της ελληνικής στις τουρκόφωνες περιοχές. Ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως μέσω της Εκπαιδευτικής Επιτροπής του και οι δύο πατριαρχικές επιτροπές, η Κεντρική Εκκλησιαστική και η Κεντρική Εκπαιδευτική από το 1873, η Εκπαιδευτική και Φιλανθρωπική Αδελφότητα «Αγαπάτε αλλήλους» από το 1880, αναλαμβάνουν το έργο της εποπτείας και του συντονισμού των σχολείων του αλύτρωτου Ελληνισμού51. Η συλλογική αυτή δραστηριότητα ενισχυόταν από την ανάλογη ελλαδικών συλλόγων, κυρίως της «Ανατολής», που ακολούθησε το 1891 και έλαβε μέρος στην οργάνωση και τον συντονισμό της εκπαιδευτικής κίνησης στη Μικρά Ασία με εντυπωσιακά αποτελέσματα52.
Το επίσημο ελληνικό κράτος διέθετε ιδιαίτερο κονδύλιο από τον ετήσιο λογαριασμό του Υπουργείου Εξωτερικών για την ενίσχυση των ελληνικών σχολείων της Τουρκίας53. Υπήρχε όμως και τροφοδότηση με έμψυχο υλικό από παλαιότερα: Ήδη από το 1855, στη διάρκεια συζήτησης στη Βουλή για αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Αθηνών είχε εξαρθεί η τοποθέτηση σε σχολεία της Τουρκίας δασκαλισσών αποφοίτων του Αρσάκειου54. Στο υπόμνημα, λοιπόν, με το οποίο ασχολούμαστε, προτείνεται στην Ελληνική Κυβέρνηση να ενισχύσει οικονομικά την προσπάθεια δημιουργίας από τους ίδιους τους Έλληνες της Μικράς Ασίας των πνευματικών δυνάμεων που θα ανέπτυσσαν την εθνική, θρησκευτική και γλωσσική συνείδηση των Μικρασιατών. Μέσο κατάλληλο για τη σπουδαία αποστολή θεωρείται ο ρόλος της γυναίκας, διότι «δια της μητρός μόνης ευχερέστερον εξοικειούνται οι εν τω οίκω να όομιλώσιν ελληνιστί»55. Δεν είναι ίσως άσκοπο να αναφέρουμε ότι και οι μισσιονάριοι μεριμνούσαν ιδιαίτερα για την εκπαίδευση των κοριτσιών, γιατί θεωρούσαν τη γυναίκα σταθερό φορέα του λαϊκού πολιτισμού56.
Στον μικρασιατικό χώρο η εκπαίδευση των κοριτσιών ήταν αντικείμενο ιδιαίτερης προσοχής. Η άνοδος της γυναίκας επιδιωκόταν και στην κυρίως Ελλάδα με την ενεργό συμμετοχή της στην πνευματική ζωή, τη δημιουργία γυναικείων συλλόγων και τη διαπραγμάτευση από τους λογίους θεμάτων γυναικείου ενδιαφέροντος. Στην Πόλη και στη Σμύρνη είχε προηγηθεί η ίδρυση γυναικείων συλλόγων57 και μέσω των στηλών των εφημερίδων οργανώνονταν συζητήσεις για την εκπαίδευση των γυναικών58. Η γυναίκα βελτίωνε τη θέση της στην ελληνική κοινωνία συντελώντας αποφασιστικά στη διαπαιδαγώγηση της νεολαίας. Εξάλλου η επιτυχημένη λειτουργία της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας της Αθήνας στον τομέα της γυναικείας εκπαίδευσης από το 1837 δημιούργησε πεδίο στο οποίο επιθύμησαν να εργασθούν ανάλογα οι Σμυρναίοι.
Το παράδειγμα της αθηναϊκής εταιρείας άσκησε επίδραση στους διευθύνοντες της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Σμύρνης και σ’ έναν άλλο τομέα: Στην Αττική (και τα γειτονικά νησιά) υπήρχαν αλβανόφωνοι, τη γλώσσα των οποίων η Φιλεκπαιδευτική της Αθήνας προσπάθησε να εξελληνίσει ιδρύοντας στις περιοχές τους παρθεναγωγεία59. Αλλά και οι κανονισμοί λειτουργίας των δύο μεγάλων παρθεναγωγείων της Πόλης, Ζαππείου και Παλλάδος, προέβλεπαν επέκταση της εκπαιδευτικής δραστηριότητας στο εσωτερικό του οθωμανικού κράτους, όπου επέβαλλαν οι εθνικές άνάγκες60. Στις περιπτώσεις των σχολείων αυτών ρητά αναφέρεται το καταστατικό της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Σμύρνης61. Διευθύντρια του Ομηρείου Παρθεναγωγείου διορίσθηκε η υπότροφος της Φιλεκπαιδευτικής Αθηνών Ελένη Λοΐζου, που παρέμεινε με την ιδιότητα αυτή ως την Καταστροφή.
Το έτος 1887, κατά το οποίο συντάσσεται το υπόμνημα, μερικά αξιοσημείωτα περιστατικά στη Σμύρνη και στην κυρίως Ελλάδα συντελούν στη δημιουργία της ατμόσφαιρας που γίνεται αντιληπτή στο υπόμνημα της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.
Η Σμύρνη την εποχή αυτή ήταν ακμαίο οικονομικό και συγκοινωνιακό κέντρο με ολοένα αυξανόμενο ελληνικό πληθυσμό, ενώ ο τουρκικός μειωνόταν62. Οι Έλληνες της Σμύρνης διέθεταν ακμαία εθνική και θρησκευτική συνείδηση και δεν δίσταζαν να πάρουν ακόμη και μαχητική στάση στα θρησκευτικά ζητήματα που τους απασχολούσαν63. Τον Μάρτιο του 1887 διαδήλωσαν με συλλαλητήριο την αντίθεσή τους στο κήρυγμα των Ευαγγελικών που γινόταν σε αίθουσα της πόλης τους και δημιούργησαν θόρυβο, που ανάγκασε τον Γενικό Διοικητή να κάνει παράσταση στον Άγγλο Γενικό Πρόξενο και να τον καταστήσει υπεύθυνο, αν δεν διακόπτονταν τα κηρύγματα του Ευαγγελικού ιερέα64.
Τον Ιούνιο του ίδιου έτους δημιουργήθηκε σοβαρό επεισόδιο μεταξύ του Μητροπολίτη Σμύρνης Βασιλείου και του Τούρκου Γενικού Διοικητή, ο οποίος διέταξε το κλείσιμο αίθουσας της Φιλαναγνωστικής Αδελφότητας, όπου γινόταν ορθόδοξο κήρυγμα65. Οι σχέσεις των δύο ανδρών αποκαταστάθηκαν με δυσκολία και θα πρέπει να δημιουργήθηκε στους Έλληνες έντονη διάθεση για αντίδραση στην προσβλητική συμπεριφορά του Τούρκου Γενικού Διοικητή. Στο επεισόδιο είχε ανάμειξη και ο Γενικός Πρόξενος της Ρωσίας.
Στην κυρίως Ελλάδα το 1887 συνέβαινε κάτι το ιδιαίτερα σημαντικό, ο εορτασμός των πενήντα χρόνων από την ίδρυση του Εθνικού Πανεπιστημίου, με συμμετοχή εκπροσώπων σχολείων και πνευματικών προσωπικοτήτων του αλύτρωτου Ελληνισμού, που είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν τους πόθους τους για τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και παιδείας στην Ανατολή. Τους πόθους αυτούς εξέφρασαν και ο Διευθυντής της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης στην προσφώνησή του στον Πρύτανη του Εθνικού Πανεπιστημίου κατά τον εορτασμό της επετείου και ο εκπρόσωπος του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως Ηρακλής Βασιάδης. Ο τελευταίος χαιρέτισε την επέτειο λέγοντας μεταξύ των άλλων ότι το Πανεπιστήμιο συνέβαλλε στην εκπλήρωση του εθνικού προορισμού, στη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων στην Ανατολή με την ελληνική γλώσσα διεθνές όργανο και γέφυρα που συνέδεε στενά τη Δύση με την Ανατολή66. Λόγιοι και ανώτατο εκπαιδευτήριο εργάζονταν προς την κατεύθυνση της πραγματοποίησης της Μεγάλης Ιδέας. Ο Πρύτανης, εναρμονισμένος στο πνεύμα αυτό, ευχήθηκε απαντώντας να συνεορτάσουν όλοι γρήγορα όχι με αντιπροσώπους από την έσω και έξω Ελλάδα, «άλλ’ εκ της μιας μεγάλης και ηνωμένης Ελλάδος». Με την ευκαιρία της επετείου έγινε και σύσκεψη στο Βαρβάκειο για τη βελτίωση της Μέσης Εκπαίδευσης μεταξύ καθηγητών του εσωτερικού και εξωτερικού67.
Δ. Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. Εξέλιξη του ζητήματος του υπομνήματος.
Στη Σμύρνη την εποχή αυτή παρουσιάζει έξαρση η εκπαιδευτική προσπάθεια των Ελλήνων. Στη δεκαετία 1881-91 δημιουργούνται έξι ιδιωτικά παρθεναγωγεία με οικοτροφείο68. Το 1887 ανεγείρονται τα νέα κτίρια του Κεντρικού69 και του Ομηρείου Παρθεναγωγείου70. Η Ελληνική Κοινότητα Σμύρνης ζήτησε τον ίδιο χρόνο να της παραχωρηθεί το οικόπεδο της Μ. Βουλκάνου Μεσσηνίας που βρισκόταν στη συνοικία Φασουλά, όπου είχε το κέντρο της η καθολική προπαγάνδα, για να ιδρύσει σχολείο71. Είναι θαυμαστή η πίστη των Σμυρναίων στην αξία της παιδείας για τον Ελληνισμό. Άλλωστε η εποχή αυτή χαρακτηρίζεται για την προσπάθεια εξελληνισμού της Μικράς Ασίας με την εκπαίδευση72.
Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης, από τους περιφανέστερους μικρασιατικούς συλλόγους73, δημιουργήθηκε το 1881 με την πρωτοβουλία ομάδας μορφωμένων Σμυρναίων, που ανησυχούσαν για την άσκηση προσηλυτισμού σε βάρος των ορφανών από τους σεισμούς της 22ας Μαρτίου 188174 στη Χίο και στην Ερυθραία75. Σκοπός της Εταιρείας, σύμφωνα με το καταστατικό της76, που κατατέθηκε στο ελληνικό Γενικό Προξενείο της Σμύρνης την 1η Ιουλίου 1881, ήταν «η σύστασις ελληνικού παρθεναγωγείου… και η εν αυτώ Ελληνοπρεπής ανατροφή και εκπαίδευσις θυγατέρων των ενταύθα και αλλαχού ευπορουσών οικογενειών δια της εκμαθήσεως της Ελληνικής γλώσσης, καταβαλλομένης επίσης ιδιαιτέρας μερίμνης προς εκμάθησιν και των συνηθεστέρων ευρωπαϊκών». Ξένες γλώσσες υποχρεωτικές ήταν η γαλλική και σε μικρότερο βαθμό η αγγλική και προαιρετικές η γερμανική, ιταλική και αρμενική. Ιδιαίτερος λόγος γίνεται για τα μαθήματα Ελληνικά, ιχνογραφία, καλλιγραφία, εργόχειρο, φωνητική μουσική, χορό και γυμναστική77. Το παρθεναγωγείο, που έφθασε να περιλαμβάνει διετές νηπιαγωγείο, πέντε τάξεις Ελληνικού σχολείου, τέσσερεις γυμνασίου και από το 1886, οπότε μετονομάσθηκε σε Ομήρειο, μία τάξει διδασκαλείου, το 1885 αναγνωρίσθηκε ως ισότιμο με το Αρσάκειο.
Ο χρόνος υποβολής του υπομνήματος δεν κρίθηκε κατάλληλος και δεν δόθηκε απάντηση από τον X. Τρικούπη. Πρόσφατα είχε προηγηθεί η κρίσει της Ανατολικής Ρωμυλίας και οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν επιβάλει τον προηγούμενο χρόνο στην Ελλάδα αποκλεισμό των παραλίων της, για να θέσουν τέρμα στην επιστράτευση και στην απειλή ελληνοτουρκικού πολέμου. Η χώρα είχε περιέλθει σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση και έφθασε ως την πτώχευση το 1893. Ακολούθησε ο ατυχής πόλεμος του 1897. Κάτω από τις συνθήκες αυτές ήταν αδύνατο να μπει σε εφαρμογή το πρόγραμμα που ζητούσε το υπόμνημα και αναμένονταν οι κατάλληλες περιστάσεις, που δημιουργήθηκαν σιγά σιγά τα επόμενα χρόνια.
Στο μεταξύ οι συνειδήσεις ωρίμαζαν, καθώς τα μεγάλα εθνικά ζητήματα της εποχής, το Κρητικό και το Μακεδονικό, άφηναν την εντύπωση, παρ’ όλες τις παλινδρομήσεις, ότι όδευαν προς κάποια λύση.
Οι ελπίδες για την εθνική ολοκλήρωση αναπτερώνονταν παράλληλα με τη βελτίωση των γενικών συνθηκών. Η αναδιοργάνωση του στρατού που είχε αρχίσει να πραγματοποιεί ο X. Τρικούπης σε όλους τους τομείς προχώρησε ακόμη περισσότερο στα χρόνια της πρωθυπουργίας του Γ. Θεοτόκη. Σειρά σχετικών νόμων ψηφίσθηκε τότε και αναδιοργανώθηκαν το Ταμείο Εθνικού Στόλου και το Ταμείο Εθνικής Άμύνης106, το 1900 και 1904 αντίστοιχα. .
Αλλά και οι πνευματικές συνθήκες στη μακρόχρονη αυτή περίοδο έχουν βελτιωθεί πολύ χάρις στις εταιρείες εθνικού προβληματισμού που ιδρύονται και στις αξιόλογες περιοδικές εκδόσεις τους. Η «Ανατολή» για την οποία έγινε ήδη λόγος107, με το περιοδικό της Ξενοφάνης (1896-1910) επιδιώκει την αφύπνιση του ενδιαφέροντος για τα μικρασιατικά πράγματα, ενώ η εταιρεία «Ελληνισμός» με την ομώνυμη έκδοσή της, στα ελληνικά και γαλλικά, επιδιώκει τον γενικότερο εθνικό φρονηματισμό, τη στρατιωτική προετοιμασία και την επαγρύπνηση για τα δίκαια όλων των άλύτρωτων Ελλήνων με τα γεμάτα εύγλωττία άρθρα του Προέδρου της καθηγητή Νεοκλή Καζάζη108. Η εταιρεία συγκροτούσε και συλλαλητήρια, όταν το επέβαλλαν οι περιστάσεις, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Εξάλλου η κινητοποίηση του εκπαιδευτικού κόσμου για τα προβλήματα της εθνικής εκπαίδευσης εκδηλώνεται έντονα το 1904 με την οργάνωση ειδικού συνεδρίου στην Αθήνα και συγκεντρώνει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για τα εκπαιδευτικά προβλήματα109 110.
Τέλος, σημειώνεται αξιόλογη πρόοδος στη γνώση της μικρασιατικής πραγματικότητας όχι μόνο με την έκδοση του περιοδικού Ξενοφάνης, άλλα και με άλλες εκδόσεις. Αναφέρομε το έργο του πολιτευτή Κ. Παπαμιχαλό- πουλου Περιήγησις εις τον Πόντον (Αθήνα 1903) και του Γενικού Προξένου της Ελλάδας στη Σμύρνη Σταμ. Αντωνόπουλου Μικρά Ασία (Αθήνα 1907)”°.
Το πρόβλημα των προσηλυτισμών παρέμενε πάντα έντονο και επίκαιρο, αλλά η ικανοποίηση του αιτήματος για το οποίο μιλούσε το υπόμνημα αναβλήθηκε ως το 1907, οπότε αυτό υποβλήθηκε δεύτερη φορά, όπως φαίνεται από τα έγγραφα που το συνοδεύουν, και ύστερα από συνεννόηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ομηρείου και της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Το έγγραφο του Ομηρείου, από 27 Μαρτίου 1907, υπογράφουν ο Γενικός Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου Κ. Ψαλτώφ και ο Πρόεδρος Δ. Μαρκόπουλος. Το Υπουργείο Εξωτερικών ενέκρινε την πρόταση, αφού όμως περιορίσθηκε ο αριθμός των υποτρόφων κοριτσιών του διδασκαλείου από είκοσι, που είχε ζητήσει το 1887 το Ομήρειο, σε δέκα στην αρχή εφαρμογής του προγράμματος. Στο σχετικό έγγραφο του Γενικού Προξένου της Σμύρνης προς το Υπουργείο Εξωτερικών111 δεν γίνεται λόγος και για την ίδρυση δημοτικών σχολείων και την ενίσχυση άλλων, όπως είχε ζητήσει το Ομήρειο. Αυτοί οι περιορισμοί είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθεί η απαιτούμενη δαπάνη (είχαν ζητηθεί πενήντα χιλιάδες φράγκα και χορηγήθηκαν έξι χιλιάδες δραχμές). Αργότερα ο αριθμός των κοριτσιών και η απαιτούμενη δαπάνη αυξήθηκαν. Άλλο νέο στοιχείο που προστέθηκε στην εξέλιξη της υπόθεσης ήταν η επιλογή των μαθητριών ύστερα από συνεννόηση με τον Γενικό Πρόξενο και η εκτέλεση του όλου προγράμματος με την επίβλεψή του. Ύστερα από τις τροποποιήσεις αυτές ανακοινώθηκε από το Ομήρειο στον Γενικό Πρόξενο της Σμύρνης η επιλογή των πρώτων δέκα μαθητριών από το εσωτερικό της Μικράς Ασίας τον Νοέμβριο του 1907.
1 Με τον όρο «μισσιονάριοι», που χρησιμοποιεί και το υπόμνημα που σχολιάζομε και εκδίδομε, εννοούμε τους ιεραποστόλους της Δύσης που προσπαθούν στην Ανατολή να προσηλυτίσουν τους Ορθοδόξους στο δόγμα τους, σε αντίθεση με τους Ιεραποστόλους που εργάζονται για την προσέλκυση οπαδών άλλων θρησκευμάτων στον Χριστιανισμό. Για τη δράσει των καθολικών και διαμαρτυρομένων μισσιοναρίων στην Ανατολή, και ειδικότερα στην Ελλάδα και Μικρά Ασία, τον 19ο αι. βασικές πηγές είναι οι εκκλησιαστικές ιστορίες των Α. Διομήδη Κυριακού, Χρυσ. Παπαδοπούλου, Φιλ. Βαφείδη, Β. Στεφανίδη. Πολλές βιβλιογραφικές πληροφορίες για το θέμα παρέχει η διδακτορική διατριβή του καθηγητή Γ. Μεταλληνού, Το ζήτημα της μεταφράσεως της Αγίας Γραφής εις την Νεοελληνικήν κατά τον ΙΘ’ αι., Αθήνα 1977. Βλ. και Α. Διομήδης Κυριακός, Αντιπαπικά, τ. Α’ (Βιβλιοθήκη του Συλλόγου των Μικρασιατών «Ανατολή»), Αθήνα 1893 Χρυσ. Παπαδόπουλος, «Η λατινική προπαγάνδα εν Κωνσταντινουπόλει», Πάνταινος, τ. 14 (1922), σ. 340 κ.έ.· Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΓ’, σ. 432· Ch. Frazee, Catholics and Sultans, The Church and the Ottoman Empire (1453-1923), Λονδίνο 1983. Στον ελληνικό τύπο του τέλους του 19ου αι. το θέμα των προσηλυτισμών συναντάται σε πολλά άρθρα και μελέτες. Για την παρούσα μελέτη είδαμε κυρίως τις εφημερίδες του 1887 Νέα Σμύρνη της Σμύρνης, Βυζαντίς και Νεολόγος της Κωνσταντινούπολης και τη θρησκευτική εφημερίδα Ανάπλασις της Αθήνας· επίσης τα περιοδικά Ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως, Εκκλησιαστική Αλήθεια και Ξενοφάνης.
- Ανάπλασις, 1 (1887), σ. 45. Πβ. «Ο αγγλικός θρησκευτικός προσηλυτισμός και τα αποτελέσματα αυτού», έφημ. Νέα Σμύρνη, 4 Νοεμ. 1887 (άρ. 3534), σ. 3.
- D. Hopwood, The Russian Presence in Syria & Palestine 1843-1914, Οξφόρδη 1969, καθώς και Νεολόγος, 18 Μαρτ. 1887 (άρ. 5334), σ. 2, στ. 1, και 12 Νοεμ. 1887 (άρ. 5525), σ. 2, στ. 1-2.
- Νεολόγος, 30 Όκτ. 1887 (άρ. 5514), σ. 2, στ. 1-5 — 2 και 5 Δεκ. 1887 (άρ. 5541 και 5544), σ. 2, στ. 4-5 και σ. 2-3, στ. 4-1 άντίστοιχα· πβ. Βυζαντίς, 13 Όκτ. 1887 (άρ. 5182), σ. 2, στ. 4.
- Βλ. στον Νεολόγο, 1 Ίουν. 1887 (άρ. 5390), σ. 2, στ. 1 τις απόψεις του εκδότη της καραμανλίδικης εφημερίδας Ανατολή.
- Για τα μεγάλα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας βλ. Εταιρεία προς διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων εν Μ. Ασία, Λογοδοσία 1879-1881, Σμύρνη 1881, σ. 4· Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΔ’, σσ. 367, 369· J. Thobie, Interets et imperialisms frangais dans l’empire ottoman (1895-1914), Παρίσι 1977, σσ. 59-62, 210″ βλ. και τη συναγωγή μελετών με επιμέλεια Μ. Kent, The Great Powers and the End of the Ottoman Empire, Λονδίνο 1984, σσ. 11, 53, 112, 118.
- Βλ. την εγκύκλιο του Υπουργού των Εξωτερικών Φουάτ Πασά προς τους πρεσβευτές της Τουρκίας από 25 Μαρτίου 1867, Σ. Αντωνόπουλος, Μικρά Ασία, Αθήνα 1907, σ. 60. Σχετικά βλ. και «Συμβολαί εις την Ιστορίαν του προσηλυτισμού εν Μ. Ασία», Ξενοφάνης, τ. 2 (1904-5), σ. 353. Το τουρκικό κράτος έπαυσε να τηρεί την ίδια ευνοϊκή στάση απέναντι στους μισσιοναρίους την εποχή του υπομνήματος (βλ. παρακάτω).
- Φυλλάδιο του Αγγλικανού μισσιοναρίου Η. Η. Jessup, The Greek Church and Protestant Mission, Βηρυττός 1891, σ. 9. Επίσης I. Σκαλτσούνης, «Οι Ιεραπόστολοι του Προτεσταντισμού», Ανάπλασις, έτος 9 (1896), σ. 145, και Μεταλληνός, σ. 96 κ.έ.
- Η κατά την Ανατολήν Δύσις, ήτοι ιστορικοκριτική θεωρία των ενεργειών των εν τη Ανατολή δυτικών Ιεραποστόλων (μετάφραση από τα ρωσικά), Αθήνα 1860, σ. 37· Π. Κοντογιάννης, ΟΙ προστατευόμενοι, Αθήνα 1917· Φ. Φάλμπος, Ο Φραγκομαχαλάς της Σμύρνης, Αθήνα 1969, σσ. 222-3 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΔ’, σ. 371.
- Βλ. το βιβλίο του Φάλμπου για τον Φραγκομαχαλά και τη μελέτη του ίδιου «Ο Φραγκομαχαλάς της Σμύρνης και τα φραγκοχιώτικα βιβλία», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 8 (1959), σσ. 173-226.
- Φάλμπος, «Ο Φραγκομαχαλάς της Σμύρνης και τα φραγκοχιώτικα βιβλία», σσ. 185, 187· X. Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, Αθήνα 1961, σ. 13 Φάλμπος, Ο Φραγκομαχαλάς της Σμύρνης, σσ. 89, 92- Frazee, σ. 229.
- Ε. Dalleggio, «Bibliographic analytique d’ouvrages religieux en grec imprimes avec des caractferes latins», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 9 (1961), σ. 389 κ.έ.
- Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σ. 375.
- Ρ. Shaw, American Contacts with the Eastern Churches 1820-1870, Σικάγο 1937, σ. 71.
15 Καρμίρης, Ορθοδοξία και Προτεσταντισμός, Αθήνα 1937, σ. 281 κ.έ.· Κ. Λαμπρύλος Χ”Νικολάου, Ο μισσιοναρισμός και Προτεσταντισμός εις τας Ανατολάς…, Σμύρνη 1837 (και Αθήνα 1837)· Μεταλληνός, σσ. 58-62, 78.
- Shaw, σσ. 116-7.
- Λαμπρύλος Χ”Νικολάου, σ. 23· X. Σολομωνίδης, Η δημοσιογραφία στη Σμύρνη (18211922), Αθήνα 1959, σσ. 10-1.
- Μ. Γεδεών, Κανονικοί διατάξεις, επιστολαί, λύσεις, θεσπίσματα των Αγριότατων Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως από Γρηγορίου του Θεολόγου μέχρι Διονυσίου του από Αδριανουπόλεως, τ. Β’, Κωνσταντινούπολη 1889, σ. 273.
- Κ. Μαμώνει, «Αγώνες του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατά των μισσιοναρίων», Μνημοσύνη, τ. 8 (1980-1), σσ. 182-4.
- Εκτός από το έργο πολεμικής του Κ. Λαμπρύλου X”Νικολάου που αναφέρθηκε βλ. και Κ. Παπαδόπουλος, «Οι διευθυνταί της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης Νεοκλής Παπάζογλους και Βενέδικτος Κωνσταντινίδης», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 10 (1963), σ. 427 κ.έ.
- Shaw, σ. 91· C. Hamlin, Among the Turks, N. Ύόρκη 1878, σ. 134.
- Ημερολόγιον και οδηγός της Σμύρνης…, Σμύρνη 1888, σσ. 275 και 288· J. Richter, A History of Protestant Missions in the Near East, Εδιμβούργο 1910, σσ. 161-2.
- Βλ. σ. 228.
- Καρμίρης, δ.π., σ. 277.
- Κ. Μαμώνει, «Σωματειακή οργάνωση του Ελληνισμού στη Μ. ’Ασία, Β’, Σύλλογοι της Ιωνίας», ΔΙΕΕ, τ. 28 (1985), σ. 92.
26 Καρμίρης, Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της ’Ορθοδόξου Καθολικής ‘Εκκλησίας, τ. Β’, ’Αθήνα 1953, σ. 893 κ.έ.· Π. Γρηγορίου, Σχέσεις Καθολικών και Ορθοδόξων, ’Αθήνα 1958, σ. 410· Frazee, δ.π., σσ. 227, 234.
- Ημερολόγιον και οδηγός της Σμύρνης…, Σμύρνη 1888, σσ. 284-6· F. Belin, Histoire de la Latinitede Constantinople…, Παρίσι 18942, σ. 367· Φάλμπος, Ο Φραγκομαχαλάς της Σμύρνης, ’Αθήνα 1969, σσ. 77-8- Frazee, δ.π., σσ. 226, 229.
- Ημερολόγιον της Ανατολής… υπό Α. Παλαιολόγου, Κωνσταντινούπολη 1882, σ. 162. Από το επίσημο ημερολόγιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (σαλναμές) του μουσουλμανικού έτους 1297 (=1880) αναφέρεται ότι στην πρωτεύουσα και στα περίχωρα υπάρχουν 264 οθωμανικά σχολεία, 66 ελληνικά, 45 αρμενικά, 9 των Δυτικών, 34 ισραηλιτικά, 3 βουλγαρικά, 11 προτεσταντικά· Νεολόγος, 23/4 Φεβρ. 1880 (άρ. 3285), σ. 2, στ. 5, «Διάφορα».
- Frazee, δ.π., σσ. 228, 230· για τη δράσει των γαλλικών ιεραποστολών βλ. G. Deschamps, Surles routes d’Asie, Παρίσι 1894, μετάφραση: Στους δρόμους της Μικρασίας, ’Αθήνα 1990, σσ. 20, 151-2.
30 R. Β. Bosworth, «Italy and the End of the Ottoman Empire», The Great Powers and the End of the Ottoman Empire, δ.π., σ. 53.
31 Le RR. Suore dell’ Immacolata Concezione d’lvrea a Smirne nel 50o anno di loro apostola- to 1887-1937, Πάρμα 1937, σσ. 10, 15.
32 Ημερολόγιον και οδηγός της Σμύρνης…, Σμύρνη 1888, σσ. 284-6.
33 Νέα Σμύρνη, 7 Όκτ. 1887 (άρ. 3519), σ. 1, στ. 4· πβ. Deschamps, δ.π., σ. 151.
34 Ισιδωρίδης Σκυλίτσης, «Αι ετεροδιδασκαλίαι», Ανατολικός Αστήρ Κων/πόλεως, 22 Ίουλ. 1887 (άρ. 43), σ. 334· Ανάπλασις, τ. 9 (1896), σ. 148– Χρυσ. Παπαδόπουλος, «Εκ της ιστορίας της Εκκλησίας Κων/πόλεως κατά τον ΙΘ’ αιώνα», (άνάτ. περ. Θεολογία, 1949), ’Αθήνα 1950, σ. 19.
35 Νεολόγος, 2 Σεπτ. 1887 (άρ. 5467), σ. 2, στ. 4.
36 (Ν. Λεοντιάδης), «Σύμβολα! εις την ιστορίαν του προσηλυτισμού εν Μ. Ασίμ», Ξενοφάνης, τ. 3 (1905-6), σσ. 82-5.
37 Ο.π., σσ. 249-55, 343-51, 403-10 Βυζαντίς, 26 Μαΐου 1887 (άρ. 482), σ. 2, στ. 1, και 13 Ίουν. 1887 (άρ. 490), σ. 3, στ. 3– Νέα Σμύρνη, 29 Μαΐου 1887 (άρ. 3451), σ. 2, στ. 2· Ιστορία του Έλλην. Έθνους, τ. ΙΓ’ (1833-81), σ. 432.
38 Μ. Γεωργιάδης, «Περί της Κιλικίας καθόλου και Αδάνων», Ξενοφάνης, τ. 1 (1896), σ. 273 κ.έ.
39 I. Αγαπίδης, Ευαγγελικοί κοινότητες Πόντου, Θεσσαλονίκη 1948, σ. 7. Σχετικά βλ. και Κ. Παπαμιχαλόπουλος, Περιήγησις εις τον Πόντον, Αθήνα 1903, σσ. 293-303 (εντυπώσεις που δημοσιεύθηκαν πρώτα στην έφημ. Κράτος).
40 Β. Αδαμαντιάδης, «Η εκκλησιαστική επαρχία Προύσης», Μικρ. Χρονικά, τ. 8 (1959), σσ. 116-7· Ε.Θ.Κ., «Σάββας Ιωαννίδης», Ξενοφάνης, τ. 7 (1910), σσ. 383-4· Β. Χασιώτη, «Τα κατάλοιπα του Στεφάνου Ξένου», ’Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τ. 20 (1981), σ. 473.
- Βλ. παραπάνω, σ. 3.
- Νέα Σμύρνη, 28 Φεβρ. 1887 (άρ. 3405), σ. 1, στ. 5· Νεολόγος, 14 Δεκ. (άρ. 5551), σ. 2, στ. 7.
- Νεολόγος, 26 Σεπτ. 1887 (άρ. 5486), σ. 2, στ. I 29 Σεπτ. (άρ. 5488), σ. 2, στ. 1-2– 28 Δεκ. (άρ. 5561), σ. 3, στ. 1.
- Ό.π., 18 Μαρτ. (άρ. 5334), σ. 2, στ. 1.
- Ό.π., 23 Σεπτ. (άρ. 5483), σ. 3, στ. 1.
- Γεν. Πρόξενος Σμύρνης Ν. Μίχος προς Ελλην. Πρεσβεία Κων/πόλεως, 12 Μαΐου 1887: ΑΥΕ, Κεντρ. Υπηρεσία – Συμπλήρωμα, 1887, «Επιτροπή Παιδείας».
- Εταιρεία προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων εν Μ. Ασία, Λογοδοσία 1879
1881, Σμύρνη 1881, σσ. 8-9· βλ. και εισαγωγικά Μ. Κουρουπού, «Βιβλιογραφία εντύπων των μικρασιατικών ιδρυμάτων και συλλόγων, 1846-1922», Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τ. 3 (1982), σ. 151-2. ·
- S. Salaville – Ε. Dalleggio, Karamanlidika, Bibliographic analytique d’ouvrages en langue turque imprimes en caractbres grecs, I (1584-1850), Collection de l’lnstitut Fran^ais d’Athenes, ’Αθήνα 1958 — II (1851-65), ’Αθήνα 1966 και III (1866-1900), Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός, Αθήνα 1974· συμπληρωματικά Ε. Balta, Kafamanlidika, Additions (1584-1900), Bibliographic analytique, Centre d’litudes d’Asie Mineure, Αθήνα 1987.
49 Ειδικά για το τελευταίο θέμα βλ. όσα αναφέρει η Εκπαιδευτική Επιτροπή του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως σε έκθεσή της της 12ης Μαΐου 1885, Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος, τ. 20 (1885-7), Κων/πολη 1891, σ. 100.
50 Σ. Παπαδόπουλος, «Εισαγωγή στην Ιστορία των ελληνικών φιλεκπαιδευτικών συλλόγων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τον 19ο και 20ό αι.», Παρνασσός, τ. 4 (1962), σσ. 248, 252– Κουρουπού, ο.π: Κ. Μαμώνει, «Σωματειακή οργάνωση του Ελληνισμού στη Μ. Ασία, Α’», και «Β’, Σύλλογοι της Ιωνίας», ΔΙΕΕ, τ. 26 (1983), σσ. 63-114, και τ. 28 (1985), σσ. 57-147 — «Γ’, Σύλλογοι Καππαδοκίας και Πόντου», Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τ. 6 (1986-7), σσ. 155-225.
51 Μαμώνει, ο.π., Γ’, σ. 183. Η ίδια, «Η Εκπαιδευτική και Φιλανθρωπική Αδελφότης Κωνσταντινουπόλεως και τα σχολεία της Θράκης», Πρακτικά Συμποσίου Η Ιστορική, αρχαιολογική και λαογραφική έρευνα για τη Θράκη, έκδ. Institute For Balkan Studies, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 213. Κατά την ίδρυση της-Αδελφότητας αυτής (Ιανουάριος – αρχές Μαΐου 1880 ν.η.) γίνεται ζωηρότατος και ενδιαφέρων διάλογος μεταξύ του Πατριαρχείου και κοινωνικών φορέων για τη χρησιμότητά της και τους σκοπούς της. Στη συζήτηση, που παρακολουθούμε από τις στήλες του Νεολόγου, γίνεται λόγος και για την ίδρυση στην Κωνσταντινούπολη πανεπιστημίου, που καταλήγει στην πρόταση για ίδρυση πολυτεχνείου, δύο γυμνασίων και διδασκαλείου.
- Κ. Μαμώνει, «Το αρχείο του μικρασιατικού συλλόγου Ανατολή», Μνημοσύνη, τ. 7 (1978-9), σσ. 122-50.
- Κ. Τσέστον (Ch. Cheston), Η Ελλάς τφ 1887 (μεταφρασθέν εκ του αγγλικού), Αθήνα 1887, σ. 93.
- Ε. Φουρναράκη, Εκπαίδευση και αγωγή των κοριτσιών. Ελληνικοί προβληματισμοί 1830-1910, (έκδ. Γεν. Γραμματείας Νέας Γενιάς), Αθήνα 1987, σ. 38, ύποσ. 3.
- Υπόμνημα, σ. 22.
- Μεταλληνός, σ. 77· Σιδ. Ζιώγου-Καραστεργίου, Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα (1830-1893), (Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Γεν. Γραμματεία Νέας Γενιάς, άρ. 2), Αθήνα 1986, σ. 60 κ.έ.
- Κ. Ξηραδάκη, Από τα αρχεία του ’Ελεγκτικού Συνεδρίου. Παρθεναγωγεία και δασκάλες του υπόδουλου Ελληνισμού, Αθήνα 1972, σ. 41· Ζιώγου-Καραστεργίου, σ. 305 κ.έ.
- X. Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, Αθήνα 1961, σσ. 234, 242.
- Γ. Βιώνης, Λόγος εκφωνηθείς εν τη εορτή της πεντηκονταετηρίδος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, Αθήνα 1886, σ. 41.
- Κανονισμός τον Ζαππείου… ιδρυθέντος τω 1875, Κωνσταντινούπολη 1879, άρθρο 2 (§α\ ζ’), 96, 100, και Κανονισμός της εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικής Φιλομούσου Εταιρίας Η Παλλάς, Κωνσταντινούπολη 1874, άρ. 2, 3.
- Καταστατικόν της εν Σμύρνη Φιλεκπαιδευτικής Εταιρίας, Σμύρνη 1881, ορ. 4.
- Στις εκτιμήσεις των πηγών για τον ελληνικό πληθυσμό της Σμύρνης την εποχή αυτή παρατηρούνται σημαντικές διαφορές. Από τις πηγές που παραθέτει ο X. Σολομωνίδης (Το θέατρο στη Σμύρνη, 1657-1922, Αθήνα 1954, σ. 18) προκύπτει, με εξαίρεση την τουρκική πηγή, συνολικός πληθυσμός 190.000-200.000, από τον οποίο ο Ελληνικός, 100.000, διπλάσιος του τουρκικού, αλλά ο Π. Κοντογιάννης (Η ελληνικότης των νομών Προύσσης και Σμύρνης, Αθήνα 1919, σ. 12) αναφέρει για το 1888 80.000 Έλληνες. Κατά την Αρμονία της Σμύρνης οι Ορθόδοξοι ανέρχονταν σε 40.200 και οι ελληνικής υπηκοότητας σε 25.000 σε σύνολο πληθυσμού 186.510 (Βυζαντίς, 10 Ίαν. 1887 (άρ. 3217), σ. 3, στ. 4), ενώ κατά την Αμάλθεια ο Ελληνικός πληθυσμός στη Σμύρνη και την περιοχή της έφθανε τις 160.000-170.000 (Νεολόγος, 8 Ίουλ. 1887 (άρ. 5421), σ. 2, στ. 4). Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός στις πηγές που παραθέτει ο Σολομωνίδης αναφέρεται για το 1886 25.000, ενώ κατά απογραφή του Αγγλικού Προξενείου Σμύρνης το 1891 ήταν συνολικά 12.700. Βλ. και Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΓ’, σ. 426, και ΙΔ\ σ. 370.
- Για τον ελεύθερο τρόπο ζωής των Ελλήνων της Σμύρνης βλ. μαρτυρία του Deschamps. δ.π., σ. 157 κ.έ.
- Νέα Σμύρνη, 9 Μαρτ. 1887 (άρ. 3410), σ. 1, στ. 1, και Νεολόγος, 19 Μαρτ. (άρ. 5335), σ. 2, στ. 3.
- Γεν. Πρόξενος Σμύρνης Ν. Μίχος προς Έλλην. Πρεσβεία Κων/πόλεως, 15 Ίουν. 1887- Α ΥΕ, Κεντρ. Υπηρεσία – Συμπλήρωμα 1887, «Επιτροπή Παιδείας». Η υπόθεση, όσο διαρκεί, απασχολεί συνεχώς την έφημ. Νεολόγος· βλ. τα φύλλα της 17, 22, 25 Ίουν., 1 και 6 Ίουλ. 1887. Αντίθετα οι σμυρναϊκές εφημερίδες, όσο μπορέσαμε να ερευνήσουμε, τηρούν σιγή.
- Τα κατά την εορτήν της πεντηκονταετηρίδος του Εθνικού Πανεπιστημίου, επιμέλεια Γεωργίου Καραμήτσα, Πρυτάνεως τφ 1886-7, ’Αθήνα 1888, σσ. 15, 19, 21.
- Νέα Σμύρνη, 29 Μαΐου 1887 (άρ. 3451), σ. 1, στ. 3′ Νεολόγος, 30 Μαΐου (άρ. 5389), σ. 2, στ. 7.
68 (Α. Λεβίδης), «Συμβολή εις την Ιστορίαν του προσηλυτισμού εν Μικρά Ασία», Ξενοφάνης, τ. 2 (1904-5), σ. 356.
69 Νέα Σμύρνη, 16 Ίουν. 1887 (άρ. 3383), σ. 1, στ. 2– περιγραφή του κτιρίου βλ. Σολομωνί- δης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σ. 242.
70 Νεολόγος, 24 Σεπτ. 1887 (άρ. 5484), σ. 1, στ. 5-7 και 21 Όκτ. (άρ. 5507), σ. 1, στ. 6-7 (λόγος Δ. Μαρκόπουλου για τα έγκαίνια).
71 Υπουργείο Εξωτερικών προς Υπουργείο Εκκλησιαστικών, 16 Όκτ. 1887, A ΥΕ, 1887, 29 Β3, «Εκπαιδευτικά». Πβ. Δ. Βαγιακάκος, «Η εν Ιθώμη Μονή του Βουλκάνου και το εν Σμύρνη μετόχιον αυτής», Θεολογία, τ. 26 (1956), σσ. 270-1.
72 Deschamps, δ.π., σσ. 17-20, 170 κ.έ. Γενικότερα για την εξάπλωση του ελληνικού στοιχείου στη Μικρά Άσία βλ. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ο.π.
73 Παπαδόπουλος, ό.π., σ. 257. Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στη Σμύρνη αναφέρεται και το 1864· βλ. Κ. Βουλόδημος, Το κυριώτατον του Ελληνόπαιδος μάθημα, Λόγος εκφωνηθείς εν τω Ελληνικώ Παρθεναγωγείω της εν Σμύρνη Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας κατά την έναρξιν των δημοσίων εξετάσεων της 14 Ιουνίου 1864, Σμύρνη 1864.
74 Γ. Ζολώτας, Ιστορία της Χίου συνταχθείσα επιμελεία της θυγατρός αυτού Αιμιλίας Κ. Σύρου…, τ. Γ’, μέρος δεύτερο, Αθήνα 1928, σ. 707· αντίθετα ο Α. Αθηνογένης, «Το Ομήρειον Παρθεναγωγείον της Σμύρνης», Μικρασιατικά Χρονικά, τ. 1 (1938), σ. 146, αναφέρει ως χρόνο του σεισμού την 23η Μαρτίου 1880 τούτον ακολουθεί ο X. Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, Αθήνα 1961, σ. 256.
75 Εκτός από το καταστατικό της Εταιρείας και τον κανονισμό λειτουργίας του παρθεναγωγείου, που εκδόθηκε πολλές φορές, βλ.: Ελληνικόν Παρθεναγωγείον μετ’ οικοτροφείου, Λόγοι εκφωνηθέντες κατά τας θερινάς εξετάσεις εντός τριετίας 1882-1884, Σμύρνη 1884 (λόγοι των Γ. Λάτρη, Δ. Μαρκόπουλου, Ε. Λοΐζου, Φ. Βουτζινά)· Νεολόγος, 24 Σεπτ. 1887 (άρ. 5484), σ. 1, στ. 5-7, και 21 Όκτ. (άρ. 5507), σ. 1, στ. 6-7 (λόγος του Δ. Μαρκόπουλου στα εγκαίνια του Ομηρείου) Κ. Ψαλτώφ, Λόγος εκφωνηθείς έν τω Ομηρείω τη 12 Μαΐου 1896, Σμύρνη 1896· Δ. Μαρκόπουλος, Το Ομήρειον Ανώτατον Ελληνικόν Παρθεναγωγείον μετ’ οικοτροφείου, ιδρυθέν εν Σμύρνη εν έτει 1881, Αθήνα 1908· Ανώνυμος, «Η εκπαίδευσις των Ελληνίδων εν Σμύρνα», Ανατολικόν Ημερολόγιον δια το έτος 1913, έπιμ. Θρ. Μάλης, Σμύρνη, σσ. 275-8· Αθηνογένης, σσ. 137-58· Σολομωνίδης, δ.π., σσ. 252-76· Παπαδόπουλος, δ.π., σ. 255· Κ. Μαμώνει, «Σωματειακή όργάνωση του Ελληνισμού στη Μικρά ’Ασία, Β ’, Σύλλογοι της Ιωνίας», ΔΙΕΕ, τ. 28 (1985), σσ. 74-5. Σε καμιά από τις εργασίες δεν έχουν ληφθεί υπόψιν το καταστατικό και ο κανονισμός λειτουργίας του παρθεναγωγείου.
76 Περιγραφή του βλ. εις Κουρουπού, δ.π., άρ. 47, με τα ονόματα των ιδρυτικών μελών.
77 Νέα Σμύρνη, 16 Ίουλ. 1881 (άρ. 2105), σ. 3 (και 18 Ιουλίου, άρ. 2107) με πεντάστηλη ανακοίνωση για την ίδρυση του παρθεναγωγείου.
78 Πβ. Αθηνογένης, σ. 149.
- Κ. Ψαλτώφ, Λόγος εκφωνηθείς εν τω Ομηρείω τη 12 Μαΐου 1896, Σμύρνη 1896, σ. 22.
- Στο καταστατικό υπάρχουν μόνο τα ονόματα των εννέα Ιδρυτών βλ. και Κουρουπού, δ.π., σ. 167· οι υπόλοιποι στον κανονισμό.
- X. Σολομωνίδης, Η δημοσιογραφία στη Σμύρνη, Αθήνα 1959, σ. 12.
- Ν. Καραράς, «Η οικογένεια των Ομήρων της Σμύρνης», Μικρ. Χρονικά, τ. 7 (1957), σσ. 184-6.
- Μ. Παρανίκας, ‘Ιστορία της Ευαγγελικής Σχολής, Αθήνα 1885, σσ. 39, 81, 82, 205- Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σσ. 78, 101, 162, 174, 204, 211.
- Μαμώνει, «Σωματειακή οργάνωση του Ελληνισμού στη Μ. Άσία, Β’», σ. 73.
- Νεολόγος, 28 Ίουλ. 1887 (άρ. 5438), σ. 2, στ. 5.
- Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σ. 174, χωρίς να αναφέρει την προέλευση της πληροφορίας.
- Νέα Σμύρνη, 1 Ίουλ. 1881 (άρ. 2092), σ. 1, στ. 3· Νεολόγος, 7 Ίουλ. 1881 (άρ. 3688), σ. 2, στ. 6-7· Παρανίκας, σσ. ζ’, θ’-ιδ’, 67, 72-3, 83· Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σσ. 126-130.
- Σολομωνίδης, Η δημοσιογραφία στη Σμύρνη, σ. 90.
- Εταιρεία προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων εν Μ. Ασία, Λογοδοσία του έτους 1879-81, Σμύρνη 1881, σ. 17. Βλ. και Νεολόγος, 30/12 Όκτ. 1880 (άρ. 3463), σ. 2, στ. 4.
- Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σ. 211.
- Εταιρεία προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων εν Μ. Ασία, δ.π.
- Σολομωνίδης, ο.π., σσ. 128, 174, 234· Παρανίκας, σσ. 73, 84, 186.
- Παρανίκας, σσ. ζ’, 83, 206– Σολομωνίδης, Η δημοσιογραφία στη Σμύρνη, σσ. 190, 196, 301, και του ίδιου, Η παιδεία στη Σμύρνη, σσ. 19, 109, 112,174,197,208,210,211,214,217,221, 234, 250· Deschamps, δ.π., σ. 176.
- Εταιρεία προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων εν Μ. Ασία, δ.π.
- Παρανίκας, σσ. 62, 63, 149-150· Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σσ. 103, 104,105, 178, 253, 260.
- Ό.π., σ. 17.
- Σολομωνίδης, Η δημοσιογραφία στη Σμύρνη, σσ. 31-50.
- Παρανίκας, σσ. 82, 83 Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σσ. 165, 174.
- Μαμώνει, «Σωματειακή οργάνωση, Β’», σ. 72.
- Παρανίκας, σσ. 83, 84, 206 Σολομωνίδης, Η ιατρική στη Σμύρνη, Αθήνα 1955, σσ. 115-6, 118, και Η παιδεία στη Σμύρνη, σσ. 174, 242.
- Νέα Σμύρνη, 18, 20, 21, 22, 23 και 24 Ίουλ. 1881 (άρ. 2107,2108, 2109, 2110, 2111,2112).
- Παρανίκας, σ. 84· Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη (βλ. εύρετήριο). Αναγραφή λόγων του σε έορτές του Όμηρείου βλ. στη σχετική βιβλιογραφία του Ομηρείου.
- Παρανίκας, σσ. 73, 84- Σολομωνίδης, Στις όχθες του Μέλη, Αθήνα 1951, σσ. 112-3· Η δημοσιογραφία στη Σμύρνη, σσ. 119, 120, 296, 302-6, 325′ και Η παιδεία στη Σμύρνη, σσ. 128, 135, 164, 173, 174, 197, 225, 247, 275.
- Κανονισμός του Ομηρείου Ανώτατου Ελληνικού Παρθεναγωγείου περιλαμβάνοντας νηπιαγωγείον, Ελληνικόν σχολείον, πλήρες γυμνάσιον και διδασκαλείον…, Σμύρνη 1886· βλ. και Κουρουπού, δο.π., σ. 169.
105.Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σσ. 109, 207, 210, 211.
- Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΔ’, σσ. 186-190· βλ. και Α. Στεργέλλης, «Πατριωτικές εισφορές της Λέσβου πριν από τους Βαλκανικούς πολέμους», περ. Αιολικά Χρονικά, Β’ Διεθνές Συμπόσιο Αιγαίου, Μυτιλήνη 1981, σ. 320. (Ύπαρξη Ταμείου Εθνικής αμύνης αναφέρεται και το 1877· Κ. Γαλλής, «Τα πρώτα χρόνια του Γυμνασίου Λαμίας (1846-75)», περ. Φθιωτικά Χρονικά, Λαμία 1988, σ. 75).
- Βλ. παραπάνω, σ. 6.
- Θ. Αναγνωστόπουλος-Παλαιολόγος, «Περί Ηπείρου και Αλβανίας εις την μηνιαίαν επιθεώρησιν “Ό Ελληνισμός”, 1898-1914 και 1928-32», περ. Νέος Κουβαράς, τ. 3 (1966), σσ. 5-6· Στεργέλλης, ο.π. Ρ. Αργυροπούλου, «Ο φιλελευθερισμός του Νεοκλή Καζάζη», Λεσβιακά, τ. 13 (1991), σ. 42 (βιβλιογραφία).
- Πρώτον Ελληνικόν Εκπαιδευτικόν Συνέδριον εν Αθήναις, 31 Μαρτίου – 4 Απριλίου 1904, Αθήνα 1904.
- Ιστορία τον Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΔ’, σ. 376.
- Έγγραφο της 12ης Μαΐου 1907, ΑΥΕ, 1908, Α29/3, «Εκπαιδευτικά-Κοινοτικά».
112 Πρόκειται για τον λόγιο Μητροπολίτη Καισαρείας Ιωάννη Αναστασιάδη (1833-1902), ο οποίος συνεχίζει στον τομέα της καταπολέμησης των προσηλυτισμών την τακτική των προκατό- χων του Μητροπολιτών Καισαρείας Παϊσίου και Ευσταθίου. Μετά από λαμπρές θεολογικές σπουδές έγινε Μητροπολίτης Καισαρείας το 1878. Εργάσθηκε για την ανόρθωση της παιδείας και την αντιμετώπιση οργανωτικών και κοινωνικών προβλημάτων της Μητρόπολής του· βλ. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 7, σ. 49.
113 Αναφέρεται στην ολοκλήρωση της οικοδόμησης του κτιρίου της Ακαδημίας Αθηνών (1885).
114 Οι αδελφοί Δημήτριος και Σοφία Κιουπετζόγλου. Εκτός από τις ευεργεσίες τους προς την Ευαγγελική Σχολή (Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη, σσ. 108-9, 141, 278), χρηματοδότησαν και την ανέγερση του Κεντρικού Παρθεναγωγείου (ο.π., σ. 246, και Ημερολόγιον και Οδηγός της Σμύρνης…, Σμύρνη 1888, σ. 282). Η κατάθεση του θεμελίου λίθου έγινε στις 18 Ίαν. 1887 (έφημ. Νέα Σμύρνη, 16 Ίαν. 1887 (άρ. 3383), σ. 1, στ. 2).
115 Χφ. Εξοχότατος.
Στεργελλής, Αρ. (1993). Το πρόβλημα των προσηλυτισμών στη Μ.Ασία με αφορμή υπόμνημα της φιλεκπαιδευτικής εταιρείας Σμύρνης (1887). Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, 10, 205-234. https://doi.org/10.12681/deltiokms.99 http://epublishing.ekt.gr
Φωτογραφία άρθρου: Καθηγητές και απόφοιτοι της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης το 1878 με τον Ματθαίο Παρανίκα.
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ