Ιερεμίας Φούντας (+)
Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως
Γένεση κεφ. 3:
Η πτώση του ανθρώπου
Στο 3ο κεφάλαιο της Γένεσης διαβάζουμε για το φίδι που παρέσυρε τους πρωτοπλάστους να παρακούσουν την εντολή του Θεού και να φάνε από τον απαγορευμένο καρπό, το δέντρο της «γνώσεως του καλού και του κακού». Το κεφάλαιο αυτό δεν λέει για τον Διάβολο ή τον Σατανά, όπως λέγεται. Η χριστιανική όμως παράδοση θεώρησε πάντοτε το φίδι, που παρέσυρε τους πρωτοπλάστους, ως ένα σύμβολο του Διαβόλου. Και, πραγματικά, άλλες περικοπές της Αγίας Γραφής, όταν μιλάνε για τον Διάβολο, τον ταυτίζουν με το φίδι του κήπου της Εδέμ (βλ. Σοφ. Σολ. 2, 24. Ιωάν. 8, 44. Αποκ. 12, 9 και 20, 2). Πριν από την δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου ένας από τους αγγέλους του Θεού (αναφερόμενος μερικές φορές ως Εωσφόρος) θέλησε να πάρει την θέση του Θεού και παρέσυρε και άλλους αγγέλους σε επανάσταση κατά του Θεού. Η επανάσταση όμως αυτή καταρρίφθηκε από τον αρχάγγελο Μιχαήλ και την στρατιά του και οι επαναστάτες άγγελοι ρίφθηκαν από τον ουρανό. Από τότε και μετά ο αρχηγός των πεπτωκότων αγγέλων μας είναι γνωστός ως Σατανάς (δηλαδή, ο αντίπαλος, ο εχθρός) και ως Διάβολος (δηλαδή, αυτός που μας διαβάλλει, που μας κατηγορεί).
Παλαιές ιουδαϊκές και χριστιανικές παραδόσεις λένε ότι ο Σατανάς ήταν πρώτα ο άγγελος που διορίστηκε από τον Θεό να φυλάει την γη και ιδιαίτερα τον κήπο της Εδέμ (βλ. Ιεζ. 28, 11-19). Και ο Θεός, για λόγους που Αυτός ξέρει, εξακολούθησε να επιτρέπει στον Σατανά και τους αγγέλους του (που μας είναι γνωστοί ως δαίμονες) να επεμβαίνουν και να επηρεάζουν τις γήινες υποθέσεις.
Είπαμε προηγουμένως ότι ο Σατανάς ήταν πρώτα άγγελος του Θεού και επαναστάτησε εναντίον Του, για να καταλάβει την θέση Του. Κατά μερικούς όμως Πατέρες της Εκκλησίας, σαν τον Ειρηναίο της Λυώνος και τον Γρηγόριο Νύσσης, ο Σατανάς επαναστάτησε κατά του Θεού από φθόνο προς τον άνθρωπο, τον οποίο ο Θεός προόρισε να πετύχει την θέωση και να ανυψώσει την φύση του πάνω από τους αγγέλους με την σάρκωση και ανάληψη του Ιησού Χριστού. Τα τροπάρια της Εκκλησίας μας στην εορτή της Ανάληψης του Κυρίου μας παρουσιάζουν τους αγγέλους να εκπλήσσονται και να θαυμάζουν, γιατί βλέπουν την ανθρώπινη φύση πάνω από αυτούς. Στην περίπτωση όμως εδώ των πεπτωκότων αγγέλων, κατά την ερμηνεία που καταχωρούμε, δεν θαύμασαν για το υψηλό σχέδιο του Θεού σχετικά με τον άνθρωπο, αλλά φθόνησαν και στράφηκαν εναντίον του Θεού, γι’ αυτό και έπεσαν από την αγγελική τάξη τους. Το αμάρτημα, δηλαδή, των πεσόντων αγγέλων είναι ότι δεν αναγνώρισαν την τιμή που έκανε ο Θεός για τον άνθρωπο, να τον κάνει «κατ’ εικόνα» και «καθ’ ομοίωσίν» Του.
Αν αυτή η ερμηνεία είναι σωστή, τότε η πρόταση του Διαβόλου στους πρωτοπλάστους να φάνε από τον απαγορευμένο καρπό για να γίνουν «ως θεοί» (3, 5), μπορεί να ερμηνευθεί, για να γίνουν «ως άγγελοι»· όχι δηλαδή να πετύχουν την ένωσή τους με τον Θεό και να γίνουν έτσι παραπάνω από τους αγγέλους, αλλά να γίνουν απλά ως άγγελοι, μέλη της ουράνιας αυλής του Θεού, όπως ήταν πρώτα ο Διάβολος, ή όπως είναι τώρα αυτός ως πνεύμα μόνο (κακό πνεύμα).
Όπως και να ερμηνεύεται η συμβουλή του Διαβόλου στον Αδάμ και την Εύα να φάνε από τον απαγορευμένο καρπό για να γίνουν θεοί, πάντως μπορούμε να πούμε με θετικότητα ότι αυτός «πάτησε πολύ γερά», για να απατήσει τους πρωτοπλάστους· γιατί μεταχειρίστηκε ως δέλεαρ την θεότητα («φάτε και θα είστε σαν θεοί» 3, 5) για την οποία πραγματικά ήταν πλασμένος ο άνθρωπος και την επιθυμούσε. Ο Σατανάς πρόσφερε με τέχνη τον πειρασμό και ο όφις, που χρησίμευσε για όργανό του και έγινε το σύμβολό του, «ήταν το ευφυέστερο από όλα τα θηρία της γης, που έπλασε Κύριος ο Θεός» (3, 1).
Στην διαβεβαίωση του Κυρίου προς τον Αδάμ ότι, αν φάνε από τον απαγορευμένο καρπό, θα πεθάνουν (2, 17), ο Διάβολος προσπάθησε να δημιουργήσει υποψία και αμφιβολία και πέτυχε να κλονίσει την εμπιστοσύνη τους στην αλήθεια των λόγων του Θεού. «Καθόλου δεν θα πεθάνετε», είπε στους πρωτοπλάστους (3, 4), αντίθετα ακριβώς από την διαβεβαίωση του Κυρίου. Και υποσχέθηκε σ’ αυτούς ότι αν γευθούν από τον απαγορευμένο καρπό — που φαινόταν «ευχάριστος στην γεύση και ωραίος στην θέα και επιθυμητός» (3,6) – θα υψωθούν, θα ανεβούν στις τάξεις των αγγέλων, θα γίνουν θεοί.
Έτσι, ο Διάβολος πέτυχε να κάνει τους πρωτοπλάστους να πιστέψουν ότι η υπακοή στην εντολή του Θεού δεν είναι προς το συμφέρον τους, γιατί θα τους στερήσει την πρόοδό τους, την ανύψωσή τους. Και τους πρότεινε να φροντίζουν για την «πρόοδό» τους αυτή μόνοι τους, δια των ιδίων δυνάμεων, αποκοπτόμενοι από τον Θεό· δηλαδή ο Διάβολος πρότεινε στον άνθρωπο άλλο δρόμο θεώσεως, αντίθετο προς εκείνον που πρότεινε ο Θεός. Ο Θεός πρότεινε την υπακοή και ο Διάβολος την ανυπακοή.
Τον ίδιο τρόπο πειρασμού βλέπουμε να μεταχειρίζεται ο Διάβολος και προς τον Κύριό μας Ιησού Χριστό στην έρημο (βλ. Ματθ. 4, 1-11 και Λουκ. 4, 1-13). Αλλά ο Χριστός αντιστάθηκε με επιτυχία στον Διάβολο και τα δελεάσματά του. Πραγματικά στον Χριστό κερδίσαμε ό,τι χάσαμε στον Αδάμ.
Η φύση της αμαρτίας και του κακού.
Το κεφ. 3 της Γένεσης μας μιλάει για την φύση της αμαρτίας και του κακού. Η αμαρτία και το κακό δεν είναι καμμιά ξεχωριστή οντότητα, αλλά είναι μια λανθασμένη δική μας στάση σ’ αυτό που από την φύση του είναι καλό. «Η πηγή του κακού βρίσκεται επομένως στην ελεύθερη θέληση των πνευματικών υπάρξεων, που είναι προικισμένες με ηθική εκλογή και που χρησιμοποιούν αυτή τη δύναμη της εκλογής λανθασμένα… Η Εύα ελκύστηκε από τον «όφιν», αλλά ήταν ελεύθερη ν’ αποκρούσει τις προτάσεις του. Το δικό της και του Αδάμ το αμάρτημα, το λεγόμενο «προπατορικό αμάρτημα», ήταν μια συνειδητή πράξη ανυπακοής, μια εσκεμμένη απόκρουση της αγάπης του Θεού, μια ελεύθερα διαλεγμένη στροφή από το Θεό στον εαυτό μας (Γεν. 3, 2. 3. 11)» (Επίσκοπος Κάλλιστος Γουέαρ).
Ο Θεός έκανε τους αγγέλους και τον άνθρωπο ελεύθερα όντα, για να προαχθούν πνευματικά, γιατί αν δεν υπάρχει ελευθερία δεν νοείται πνευματική προαγωγή. Το κακό εδώ είναι μόνο σαν μια υφιστάμενη δυνατότητα να ενεργήσουν τα ελεύθερα όντα και αντίθετα προς την θέληση του Θεού. Και πραγματικά έτσι ενήργησε ένα τάγμα των αγγέλων και ο άνθρωπος. Έτσι το κακό έγινε τώρα μια υπαρκτή πραγματικότητα, ακριβώς από την κατάχρηση της ελευθερίας του πεσόντος τάγματος των αγγέλων και του ανθρώπου και δεν προήλθε από τον Θεό· είναι βλασφημία να το πούμε αυτό.
Οι συνέπειες της αμαρτίας. Η ανυπακοή των πρωτοπλάστων στην εντολή του Θεού έφερε οδυνηρά αποτελέσματα. Το πρώτο αποτέλεσμα της αμαρτίας ήταν η ντροπή. Ο Αδάμ και η Εύα μετά την αμαρτία τους «άνοιξαν
τα μάτια τους και είδαν ότι ήσαν γυμνοί» (στίχ. 7). Τα σώματά τους έδειχναν σημάδια ότι βασίλευε η αμαρτία στα μέλη τους και φοβήθηκαν την αποκάλυψη όχι μόνο ο ένας στον άλλο, αλλά και ενώπιον του Δημιουργού τους (Ρωμ. 6, 12-14. 7, 4. 8. Κολ. 3, 5).
Όταν η ψυχή, λέει ο ιερός Αυγουστίνος, άρχισε να επαναστατεί εναντίον του Θεού, το σώμα άρχισε να επαναστατεί εναντίον του κυρίου του, της ψυχής του. Η γυμνότητα του Αδάμ και της Εύας πριν από την πτώση δήλωνε την αθωότητά τους (2, 25) και ανάμεσά τους και απέναντι του Θεού. Αυτή όμως η γυμνότητά τους είναι τώρα ένα σημείο της ενοχής τους. Και για να καλύψουν την γυμνότητά τους ο Αδάμ και η Εύα «έρραψαν φύλλα συκιάς και έκαναν τα περιζώματά τους» (3, 7). Έντυσαν τους εαυτούς τους με τις ψεύτικες υποσχέσεις της αμαρτίας, αλλά είναι φανερή πια η πνευματική τους φτώχεια…
Για την αμαρτία του ο Αδάμ κατηγορεί την Εύα, που τον παρέσυρε (στίχ. 12), και η Εύα στην συνέχεια κατηγορεί τον όφι (στίχ. 13). Στην πραγματικότητα ο Αδάμ, όπως εκφράζεται, κατηγορεί τον Θεό, γιατί λέει: «Η γυναίκα που μου έδωσες . . . Αυτή μου έδωσε από το δέντρο και έφαγα» (στίχ. 12). Αντί να κατηγορήσει τον εαυτό του για την αμαρτία του μεταθέτει το βάρος της ενοχής στην Εύα και τελικά στον Θεό που του έδωσε την Εύα. Συμβαίνει αυτό συχνά με μας τους ανθρώπους: δεν ελέγχουμε τον εαυτό μας με ειλικρινή μετάνοια για τις πτώσεις μας, αλλά ενοχοποιούμε άλλους γι’ αυτές και στο βάθος, αφού δεν αναζητούμε τον Θεό, στρεφόμαστε και εναντίον του λέγοντας, «γιατί ο Θεός να μας το κάνει αυτό». . .
Η δικαιολογία του Αδάμ και της Εύας δεν «έπιασε». Ο Θεός δεν εμπαίζεται με τα «φύλλα συκής» και τις ψεύτικες δικαιολογίες. Οι ένοχοι κρίθηκαν και καταδικάστηκαν. Η γυναίκα έλαβε τριπλή καταδίκη· ο Θεός της είπε:
α) «Θα κάνω πολλές τις λύπες σου και τα βάσανά σου» (στίχ. 16α)· β) «με κόπους να γεννάς παιδιά» (στίχ. 16β)· γ) «να είσαι εξαρτημένη από τον άνδρα σου και αυτός να σε εξουσιάζει» (στίχ. 16γ).
Με αυτή την τελευταία παιδαγωγική τιμωρία χάθηκε η ισοτιμία των δύο φύλων, όπως είχε γίνει από την αρχή. Κατά την πτώση η γυναίκα επιβλήθηκε στον άνδρα, τον υπέταξε, γιατί τον έπεισε να φάει και αυτός από τον απαγορευμένο καρπό. Και για παιδαγωγική της τιμωρία υποτάσσεται τώρα η γυναίκα στον άνδρα. Με την σάρκωσή Του όμως ο Υιός του Θεού στην Κοιλία της Παρθένου Μαρίας έφερε πάλι μέσα στην Εκκλησία Του, τον νέο αυτό Παράδεισο, την χαθείσα ισοτιμία των δύο φύλων, του άνδρα και της γυναίκας.
Με την αμαρτία των πρωτοπλάστων διαταράχτηκε η τάξη του σύμπαντος (βλ. Ρωμ. 8, 19 εξ.), ήρθε το λεγόμενο «φυσικό κακό». Η γη, που έδινε πρώτα άφθονα τους καρπούς της, τώρα θα έχει δυστοκία και ο Αδάμ θα πρέπει να την ποτίζει με τον ιδρώτα του προσώπου του, για να του δίνει καρπούς (βλ. Στίχ. 17-19).
Το πιο θλιβερό αποτέλεσμα της αμαρτίας είναι η αποξένωση από τον Θεό και η στέρηση, λοιπόν, της αιώνιας ζωής. Η αρχική δυνατότητα του ανθρώπου να πεθάνει, που θα υπερνικόταν με την αναγωγή του «κατ’ εικόνα» σε «καθ’ ομοίωση», έγινε τώρα μια μόνιμη κατάσταση (βλ. Στίχ. 19). Αυτό ήταν φυσικό επακόλουθο της αμαρτίας (βλ. 2, 17). Το κεντρί του θανάτου είναι η αμαρτία, γιατί η αμαρτία όπλισε τον θάνατο εναντίον του ανθρώπου (Α’ Κορ. 15, 55. 56).
Γενικά λέμε ότι τα αποτελέσματα της πτώσης του ανθρώπου ήταν και φυσικά και ηθικά. Ως φυσικά νοούμε
τον πόνο, την αρρώστια και τον θάνατο. Ως ηθικά δε νοούμε την απογοήτευση και την πλήξη, το αδυνάτισμα της θέλησής μας, την διάσπαση του ίδιου του εαυτού μας (βλ. Ρωμ. 7, 18. 19. 24). Πολλές φορές, πραγματικά, νοιώθουμε τους εαυτούς μας τσακισμένους και ηθικά παραλυμένους, αδύνατους να πράξουμε το καλό που θέλουμε και αιχμαλωτισμένους στο κακό.
Η ορθόδοξη θεολογία μας όμως πιστεύει ότι παρά τα οδυνηρά αποτελέσματα της πτώσης του ανθρώπου, δεν χάθηκε η εικόνα του Θεού απ’ αυτόν (το «κατ’ εικόνα»), όπως το πιστεύουν οι Καλβινιστές. «Η θεϊκή εικόνα μέσα στον άνθρωπο έχει κρυφτεί, αλλά δεν έχει εξαφανιστεί. Η ελεύθερη εκλογή του έχει περιοριστεί στην εξάσκησή της, αλλά δεν έχει καταστραφεί. Έστω και μέσα σ’ ένα κόσμο πεπτωκότα ο άνθρωπος διατηρεί ακόμη κάποια γνώση του Θεού και με τη θεία χάρη μπορεί να επικοινωνήσει μαζί του» (πατήρ Κάλλιστος Γουέαρ).
Το αμάρτημα των πρωτοπλάστων λέγεται, όπως είπαμε, «προπατορικό» αμάρτημα. Σε τι συνίσταται το αμάρτημα αυτό; Συνίσταται στην ανυπακοή στο θέλημα του Θεού· στην αποκοπή από τον Θεό και στην στροφή του ανθρώπου στον εαυτό του και σ’ αυτά τα κτίσματα από τα οποία ζητάει να ανυψωθεί και να «θεωθεί». Όλα όσα υπήρχαν στον Παράδεισο ήταν για τον Αδάμ και την Εύα αναγωγικά προς τον Θεό. Κάποτε όμως στάθηκαν και οι δυο τους σ’ ένα δέντρο και ζήτησαν να θεωθούν απ’ αυτό αποκοπτόμενοι από τον Θεό. Αυτό είναι η πτώση τους. Και στην καθημερινή μας ζωή η αμαρτία μας συνίσταται σ’ αυτό ακριβώς: δεν βλέπουμε τα γύρω μας, πρόσωπα ή πράγματα, σαν αφορμή δοξολογίας του Θεού και ανάβασής μας προς Αυτόν, αλλά τα βλέπουμε ξέχωρα από τον Θεό και ζητάμε την ευτυχία μας και ευδαιμονία μας απ’ αυτά. Δηλαδή, στο βάθος το προπατορικό αμάρτημα είναι να αυτονομούμε τον εαυτό μας ή τα γύρω μας πρόσωπα και πράγματα· να μην βλέπουμε τον Θεό απ’ αυτά, αλλά να βλέπουμε αυτά σαν Θεό.
Ως εξής εννοεί το προπατορικό αμάρτημα ο Επίσκοπος πατήρ Κάλλιστος Γουέαρ: «Το “προπατορικό αμάρτημα” του ανθρώπου, η στροφή του από το θεοκεντρισμό στον εγωκεντρισμό, σήμαινε πρώτο και κύριο ότι δεν κοίταζε πια τον κόσμο και τις άλλες ανθρώπινες υπάρξεις μ’ έναν ευχαριστιακό τρόπο, σαν ένα μυστήριο επικοινωνίας με το Θεό. Έπαψε να τις θεωρεί ένα δώρο που θ’ αντιπροσφερόταν μ’ ευγνωμοσύνη στο Δοτήρα και άρχισε να τις μεταχειρίζεται σαν ιδιοκτησία του, από την οποία μπορούσε να επωφελείται, να την εκμεταλλεύεται και να τη ρημάζει. Έτσι δεν έβλεπε πια τ’ άλλα πρόσωπα και πράγματα όπως είναι πράγματι μέσα τους και μέσα στο Θεό, αλλά τους έβλεπε μόνον υπό τον όρο της ευχαρίστησης και της ικανοποίησης που θα μπορούσαν να του δώσουν. Και το αποτέλεσμα αυτού ήταν ότι πιάστηκε στο φαύλο κύκλο της δικής του ακολασίας, που γινόταν όλο και πιο αχόρταγη όσο την ικανοποιούσε. Ο κόσμος έπαψε να είναι διάφανος – ένα παράθυρο απ’ όπου αντίκριζε το Θεό κι έγινε σκοτεινός· έπαψε νάναι ζωογόνος κι άρχισε να υπόκειται στη φθορά και στο θάνατο. Ότι ‘γη ει και εις γην απελεύση’ (Γεν. 3, 19). Αυτό αληθεύει για τον πεπτωκότα άνθρωπο και για κάθε δημιούργημα, μόλις αποκοπεί από τη μόνη πηγή ζωής, τον ίδιο το Θεό».
Επειδή ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατά την εικόνα του Τριαδικού Θεού, γι’ αυτό συνυπάρχει με άλλα πρόσωπα και έχει αλληλεξάρτηση μ’ αυτά. Γι’ αυτό και το προπατορικό αμάρτημα του Αδάμ και της Εύας επηρέασε όλη την ανθρώπινη φύση. Όπως ωραία το λέει ο Επίσκοπος πατήρ Κάλλιστος Γουέαρ «οι άνθρωποι φτιαγμένοι κατά την εικόνα του Τριαδικού Θεού, αλληλεξαρτώνται και είναι συγκληρονόμοι. Κανείς άνθρωπος δεν είναι ένα νησί. Είμαστε “αλλήλων μέλη” (Εφεσ. 4, 25), κι έτσι κάθε πράξη που διαπράττει οποιοδήποτε μέλος του ανθρώπινου γένους, επηρεάζει αναπόφευκτα όλα τ’ άλλα μέλη. Ακόμη κι αν δεν είμαστε, με την στενή έννοια, ένοχοι για τις αμαρτίες των άλλων, κατά κάποιο τρόπο είμαστε πάντοτε ανακατεμένοι».
Η ενότητα, λοιπόν, της ανθρώπινης φύσης είναι η βάση για την μετάδοση των αποτελεσμάτων του προπατορικού αμαρτήματος σ’ όλους τους ανθρώπους. Προσοχή: Δεν είμαστε ένοχοι για την αμαρτία του Αδάμ και δεν τιμωρούμαστε γι’ αυτό, γιατί δεν ενοχοποιούμαστε για τις αμαρτίες των άλλων· συμμετέχουμε όμως στις συνέπειες και τα αποτελέσματα της αμαρτίας του Αδάμ. Είναι πολύ φυσικό από ένα χαλασμένο δέντρο να προέλθουν χαλασμένοι καρποί. Έτσι και η φύση μας, ως προερχόμενη από τον Αδάμ και την Εύα, είναι πεπτωκυϊα, έχει μέσα της την αμαρτία. Ο άνθρωπος γεννιέται με κλίση και ροπή στην αμαρτία (βλ. Ψαλμ. 50, 5), έρχεται σ’ έναν κόσμο χαλασμένο από την αμαρτία και ασφαλώς επηρεάζεται απ’ αυτόν.
Το «Πρωτο-ευαγγέλιο». — Υπόσχεση του Θεού για λύτρωση.
Αν και το 3ο κεφ. της Γένεσης μιλάει για την έξωση των πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, όμως το κείμενο μας λέει ότι ο Θεός θα εξακολουθήσει να ενδιαφέρεται για την ευδαιμονία των ανθρώπων.
Στον στίχ. 3, 15 ο Θεός λέει στον όφι: «Θα στήσω έχθρα μεταξύ σου και της γυναίκας, μεταξύ του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής. Αυτός θα σου συντρίψει την κεφαλή και εσύ θα του κεντήσεις την πτέρνα του». Αυτός ο στίχος από τους θεολόγους της Εκκλησίας μας θεωρείται σαν μια «σκιά» του Ευαγγελίου του Χριστού, σαν ένα «Πρώτο-ευαγγέλιο». Εδώ έχουμε την πρώτη προφητεία για την έλευση του Λυτρωτή, του Μεσσία.
Ο Μεσσίας θα συντρίψει την κεφαλή του όφεως, θα καταλύσει, δηλαδή, τα έργα του Διαβόλου (Εβρ. 2, 14. Α’ Ιω. 3, 8), αλλά και ο Διάβολος θα κεντήσει την «πτέρνα» του Ιησού. Με την λέξη «πτέρνα» θα εννοήσουμε την ανθρώπινη φύση του Κυρίου· ο Διάβολος έβαλε τα όργανά του, τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, και «κέντησαν» την «πτέρνα» του Ιησού, σταύρωσαν, δηλαδή, την ανθρώπινη φύση Του. Ο στίχος προϋποθέτει τον Μεσσία και ως άνθρωπο, αλλά και ως Θεό, ώστε να μπορεί να συντρίψει την κεφαλή του όφεως. Μια περίεργη έκφραση παρατηρούμε εδώ στον στίχο μας, που υποδηλώνει πάλι την θεία φύση του Μεσσία: Ο Μεσσίας θα είναι «σπέρμα» της Γυναικός· εδώ η Γραφή καινοτομεί, γιατί ο άνθρωπος είναι σπέρμα ανδρός· άρα δεν πρόκειται περί φυσικής γεννήσεως. Εδώ έχουμε προφητεία για την παρθενική γέννηση του Χριστού και έτσι ερμηνεύτηκε η έκφραση από παλαιά.
Αν δεν δινόταν η υπόσχεση αυτή του Θεού για ερχομό Λυτρωτού, το ανθρώπινο γένος θα είχε ατέλειωτη απελπισία. Το υπόλοιπο μέρος της Παλαιάς Διαθήκης εκθέτει σταδιακά το σχέδιο του Θεού για την απολύτρωση των ανθρώπων, για την εκπλήρωση, δηλαδή, του Πρωτο- ευαγγελίου, της προφητείας του στίχ. 3, 15 της Γένεσης.
Κατά κάποια ερμηνεία το Πρωτο-ευαγγέλιο παρουσιάζεται επίσης στο Γεν. 3, 21, όπου ο Θεός, αναγνωρίζοντας την χαμένη αθωότητα του ανθρώπου και τις ηθικές συνέπειες της πτώσης του, ενδύει τον Αδάμ και την Εύα με δερμάτινους χιτώνες. Αυτό είναι ένα άλλο δείγμα ότι χάθηκε η αρμονία μεταξύ του Θεού, του ανθρώπου και της φύσης, γιατί βλέπουμε ότι πρέπει να πεθάνουν τα ζώα, για να ζήσει ο άνθρωπος.
Ο στίχος όμως 3, 21 της Γένεσης έχει ερμηνευθεί ως ένα σύμβολο της συνεχιζόμενης πρόνοιας του Θεού για τον άνθρωπο, ακόμη και τώρα στην κατάσταση της πτώσης του. Οι «δερμάτινοι χιτώνες» (δοσμένοι από τον Θεό και όχι καμωμένοι από άνθρωπο, σαν τις ποδιές με τα φύλλα συκής) θεωρήθηκαν σαν μια τυπολογική εικόνα του Χριστού. Όταν ο άνθρωπος θα επιστρέψει κάποτε στην παρουσία του Θεού, πρέπει να βγάλει από πάνω του την παλαιά φύση του (Εφεσ. 4, 22) και να «ενδυθεί τον Κύριον Ιησούν Χριστόν» (Ρωμ. 13, 14).
Ο αμαρτωλός άνθρωπος πρέπει να ενδυθεί με την δικαιοσύνη του Χριστού, για να ανακτήσει την θέση του στην θεία τάξη. Έτσι τα χωρία Γεν. 3,15 και 21 είναι το Πρωτο- ευαγγέλιο, η πρώτη υπόσχεση του Θεού για λύτρωση του ανθρώπου και του κόσμου από την σατανική δουλεία.
ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΕΣ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (Περιεχόμενο και Θεολογία της)
Υπό Ιερεμίου Φούντα Αρχιμανδρίτου
ΜΑΝΔΡΑ ΑΤΤΙΚΗΣ 1991
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ
Γένεση κεφ. 4-8: Η εξάπλωση του κακού και ο μέγας κατακλυσμός (Ελωχίμ-Νεφιλίμ)