ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΥ
Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ π. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΗ
Δυστυχώς, σήμερα πολλοί βλέπουν την Εκκλησία μέσα από την ηθική, κοινωνική και θρησκευτική προοπτική- να γίνουν δηλαδή οι άνθρωποι ηθικοί, καλοί πολίτες και οικογενειάρχες και καλοί θρησκευόμενοι άνθρωποι, ώστε και εδώ να ζουν καλά, αλλά και μετά θάνατον να εξευμενίσουν τον Θεό και να κερδίσουν τον Παράδεισο.
«Έχει επικρατήσει η άποψη ότι ο σκοπός της θεολογίας είναι βέβαια και η θεραπεία, αλλά εξ επόψεως της μελλοντικής ζωής.
Δηλαδή εφαρμόζουμε μία μέθοδο θεραπευτικής σήμερα, αλλά τα αποτελέσματα της θεραπείας θα φανούν μετά τον θάνατο η κατά την ώρα του θανάτου. Δηλαδή, είμαστε καλά παιδιά τώρα, τηρούμε τις εντολές και έχουμε μέθεξη στην κάθαρση, υπό την έννοια ότι αποφεύγουμε τα αμαρτήματα -και συνήθως στην Ελλάδα αποφεύγουν “ορισμένα” αμαρτήματα, που έχουν πάρα πολύ συγκεκριμένη σημασία- και φθάνουμε στον θάνατο, και επειδή είμαστε “καλά παιδιά” και επειδή είμαστε ηθικά παιδιά, πάμε στον Παράδεισο, επειδή βραβευόμαστε για την καλή μας διαγωγή κατά την ζωή αυτή».
Απαιτείται όμως η θεραπεία της νοσούσης προσωπικότητος του ανθρώπου. Πρέπει να γίνη η κάθαρση της καρδιάς και ο φωτισμός του νου. Ο νους είναι το όργανο εκείνο, ο φακός που αμαυρώθηκε, σκοτείνιασε, και τώρα πρέπει να καθαρισθή και φωτισθή, για να λειτουργή καλά και στην ζωή αυτή και να μπορή να δη το Φως του Θεού κατά την Δευτέρα Παρουσία και έτσι ο Θεός να γίνη Φως για τον άνθρωπο.
«Εάν όμως θα αποκαλυπτόταν στον άνθρωπο έξαφνα το φως χωρίς να έχη προετοιμασθή και χωρίς να γυαλισθή ο φακός του, αντί να βλέπη τον Θεό ως Φως θα τον δη ως φωτιά. Και ένας τυφλός, ο οποίος ζη όλα τα χρόνια του μέσα στο σκοτάδι και βέβαια τα όργανα του ματιού του είναι φυσιολογικά, αλλά δεν έχει εκγυμνασθή το μάτι του από την όραση του φωτός και, κατ’ ουσίαν, ο άνθρωπος αυτός είναι τυφλός, εάν έξαφνα τον βγάλουμε έξω ένα μεσημέρι στην Ελλάδα, το καλοκαίρι που δεν υπάρχουν σύννεφα στον ουρανό, αυτή η απότομη έκθεση αυτού του ανθρώπου στις ακτίνες του ήλιου και αντιμετωπίζοντας τον ήλιο, κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να πάθουν τα μάτια του. Εξ άπαντος θα πάθουν μια ζημιά και, πιθανόν, ο άνθρωπος αντί να βλέπη, να καταντήση πλέον σε όλη την ζωή του να είναι τυφλός.
Γι’ αυτόν τον λόγο χρειάζεται σιγά-σιγά να εκγυμνασθή και να συνηθίσουν τα μάτια και, αφού συνηθίσουν, μετά να μπορή να κάνη περιπάτους μέσα στον ήλιο. Εάν θέλη κανείς ποτέ να τυφλωθή, ας βάλει σελοτέιπ στα μάτια του, να αναγκάση τα μάτια του να μείνουν ανοιχτά και να καθίση ανάσκελα βλέποντας τον ήλιο το μεσημέρι σε μια ατμόσφαιρα όπου δεν υπάρχει πολλή βαρομετρική πίεση και θα δήτε ότι μέσα σε ορισμένα λεπτά θα καταστρέψη τα μάτια του. Γι’ αυτόν τον λόγο το να βλέπη κανείς τον ήλιο, είναι καλό πράγμα, αλλά είναι και συγχρόνως επικίνδυνο. Ο ήλιος είναι και καλός, αλλά ο ήλιος μπορεί να είναι και κακός, ανάλογα με την χρήση που κάνει ο άνθρωπος».
Ο Χριστός ενηνθρώπησε, προσέλαβε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση, για να την θεραπεύση, γιατί, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, «το απρόσληπτον και αθεράπευτον». Το Βάπτισμα, το Χρίσμα και η θεία Ευχαριστία συντελούν στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση, αν βέβαια ο άνθρωπος ανταποκριθή στην ενέργεια του Θεού με την δική του συνέργεια. Οι Κληρικοί είναι θεραπευτές που ασκούν την θεραπευτική αγωγή με την μέθοδο του ησυχασμού και τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Σε αυτό δίνουμε μεγάλη σημασία.
Η Εκκλησία είναι το πραγματικό πνευματικό θεραπευτήριο. Με αυτήν την προοπτική μπορούμε να κάνουμε λόγο για την θεραπεία.
Ο ησυχασμός δεν είναι κάτι μεταγενέστερο που αναπτύχθηκε από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο και τους Πατέρες του 13ου και 14ου αιώνος, αλλά η αυθεντική παράδοση των αγίων, δια του οποίου συμμετέχουμε, αξίως, στα Μυστήρια της Εκκλησίας.
«Η ουσία αυτής της παραδόσεως ήταν η ασκητική παράδοση των Πατέρων που είχε διατηρηθή μέσω των αιώνων, ιδίως στα Μοναστήρια, και κυρίως μετά τον Συμεών τον Νέο Θεολόγο, ο οποίος είχε κάμει μια τεράστια επανάσταση στην εποχή του και μου φαίνεται πάρα πολύ μεγάλη ανάγκη να γίνη πάλι η ίδια επανάσταση σήμερα.
Γι’ αυτό είναι διαστροφή της ιστορικής πραγματικότητας να μιλάμε για Μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας και να τους χωρίζουμε από τους νηπτικούς Πατέρες και όταν μιλάμε γι’ αυτούς σαν να ήταν κάτι διαφορετικό από τους άλλους Πατέρες.
Όλοι οι Πατέρες ήσαν νηπτικοί, ήσαν ασκητικοί. Ακόμα και όταν ο Απόστολος Παύλος λέει «νήφε εν πάσι» (Β’ Τιμ. δ’, 5) κλπ., δεν εννοεί μόνο μερικούς καλογήρους, εννοεί όλους τους Χριστιανούς. Διαβάζοντας σήμερα τον Απόστολο Παύλο και την Αγία Γραφή έχει πλέον αποδειχθή ότι αυτή η ασκητική παράδοση είναι η ουσία της Αγίας Γραφής».
Οι Δυτικοί μελετούν τον ησυχασμό μέσα από τον ανατολικό μυστικισμό. Όμως, δεν έχει καμμία σχέση ο γνήσιος ησυχασμός των Πατέρων, που αποβλέπει στην θεραπεία ολοκλήρου του ανθρώπου, ο οποίος αποτελείται από ψυχή και σώμα, και οδηγεί τον άνθρωπο όχι σε μια αφηρημένη κατάσταση, αλλά στην κοινωνία του με τον Θεό, με τον ανατολικό μυστικισμό, που αποβλέπει στην έξοδο της ψυχής από το σώμα και την είσοδό της στο υπερπροσωπικό απόλυτο.
«Οι ησυχαστές θεολόγοι, όπως ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, εξέφρασαν αυτές τις απόψεις, μερικές φορές, μάλιστα, όχι κατά τρόπο αναλυτικό, αλλά κατά τρόπο αποφθεγματικό. Τα αποφθέγματα των ησυχαστών Πατέρων, έχουν εκληφθή από δυτικούς θεολόγους, οι οποίοι έχουν φθάσει στο συμπέρασμα, ότι αυτοί οι “μυστικισταί” (οι μυστικοί) της Ανατολής δεν σέβονται την Αγία Γραφή, ως το θεμέλιο της πίστεως και ούτε δίνουν και πολύ μεγάλη σημασία στην ενσάρκωση ούτε στα Μυστήρια της Εκκλησίας. Νομίζω ότι, όταν κανείς έχη αυτά υπ’ όψη τα οποία έχουμε αναπτύξει, τότε κανείς καταλαβαίνει ότι ο σκοπός των Μυστηρίων είναι ο φωτισμός και η θέωση».
Η ησυχαστική παράδοση συνδέεται στενά με την μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας και τα δύο μαζί οδηγούν τον άνθρωπο στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση, οπότε βιώνεται στην πράξη η εμπειρική δογματική, το δόγμα γίνεται εμπειρία .
Αυτή η ησυχαστική παράδοση, συνδυασμένη με την μυσταγωγία της Εκκλησίας -την μυστηριακή ζωή της- διατήρησε τους Ορθοδόξους στις δύσκολες ημέρες της δουλείας τους. «Στην εποχή της καταστροφής του Βυζαντίου η επιτυχία της Εκκλησίας ήταν μεγάλη. Ήταν ακμαία η Εκκλησία όταν έπεσε το Κράτος. Παντού τότε είχαν επικρατήσει Επίσκοποι που είχαν νοερά προσευχή, γιατί είχε επικρατήσει ο ησυχασμός. Και από αυτόν τον λόγο σώθηκε το έθνος. Διότι, αν στην Τουρκοκρατία δεν υπήρχαν οι ησυχαστές Επίσκοποι, δεν θα υπήρχε τόσο έντονο αυτό το φαινόμενο των Νεομαρτύρων και των Μουσουλμάνων που έγιναν Ορθόδοξοι και ύστερα πήγαν και μαρτύρησαν. Τώρα, θα ήμασταν όλοι Μουσουλμάνοι, όπως έπαθαν οι Ορθόδοξοι στην Μέση Ανατολή, που έχουν μείνει μια χούφτα μόνο. Στον χώρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που δέσποζε το Άγιον Όρος, έμειναν πολλοί Ορθόδοξοι. Όλα τα Βαλκάνια είναι Ορθόδοξοι».
Επομένως, η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το πραγματικό θεραπευτήριο, που βοηθάει τον άνθρωπο να αποβάλη την φιλαυτία και να αποκτήση φιλοθεΐα και φιλανθρωπία, να αποκτήση ανιδιοτελή αγάπη. Εάν ο άνθρωπος αποκτήση θεοπτικό όμμα, θα δη την δόξα του Θεού ως Φως και αυτό θα είναι γι’ αυτόν Παράδεισος και Βασιλεία του Θεού. Αυτό δείχνει ότι η Εκκλησία δεν είναι μια απλή θρησκεία ούτε ένα κοινωνικό, ηθικό και φιλανθρωπικό σύστημα, αλλά είναι η ελπίδα του κόσμου, του παρόντος και του μέλλοντος.
ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ THΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ π. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΗ Τόμος Β’
(Δόγμα – Ηθική – Αποκάλυψη) Κριτική παρουσίαση
Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας)
Σελ. 483-486 ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ