ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΥ
Η ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ
ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ π. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΗ
Με τον βιολογικό θάνατο χωρίζεται η ψυχή από το σώμα. Θα έλθη, όμως, ο χρόνος εκείνος που θα γίνη η ανάσταση των σωμάτων όλων των ανθρώπων και θα κριθούν από τον Χριστό κατά την Δευτέρα Του Παρουσία.
Μετά τον θάνατο οι ψυχές ζουν χωρίς τα σώματα και αυτό λέγεται μέση κατάσταση των ψυχών.
«Μεταξύ πρώτης και δευτέρας αναστάσεως και πρώτου και δευτέρου θανάτου υπάρχει η μερική κρίση, στην οποία συγκαταλέγονται: Πρώτον οι άγιοι, που προγεύονται την δόξα του Χριστού ως Φωτός, και ως φίλοι του Χριστού, έχουν παρρησία στον Θεό υπέρ των αδελφών τους. Δεύτερον, όσοι πιστοί δεν έφθασαν από την ζωή αυτήν στην θέωση συνεχίζουν την πνευματική τους προετοιμασία για την ημέρα του Κυρίου, προγευόμενοι και αυτοί των μελλοντικών καρπών της θεώσεως και γι’ αυτό χαίρονται. Και τρίτον, όσοι απέθαναν τον πρώτο θάνατο και γνωρίζουν ότι το αιώνιον πυρ θα είναι γι’ αυτούς αιώνιον πυρ, επειδή σκληρύνθηκαν οι καρδιές τους στην φιλαυτία και δεν επιδέχονται πλέον την πνευματική τελείωσή τους προς την αγάπη, η οποία “ου ζητεί τα εαυτής” και η οποία αποτελεί την προϋπόθεση της θείας δόξης του Θεού ως Φωτός».
Οι θεούμενοι, μετά τον θάνατό τους, «μετέχουν στην δόξα του Θεού», στην θεοπτία, ενδιαφέρονται για μας, προσεύχονται και εμείς επικαλούμαστε τις πρεσβείες τους. «Επικαλούμεθα τους αγίους ως μεσίτες, δηλαδή, να μεσιτεύσουν, εφ’ όσον ξέρουμε ότι οι φίλοι του Θεού έχουν το δικαίωμα η και το θάρρος η και το θράσος να μαλώνουν με τον Θεό, διότι έχουν παρρησία παρά τω Θεώ.
Και ξέρουμε ότι οι έχοντες παρρησία με τον Θεό μπορούν να μας βοηθήσουν. Και έχουμε παράδειγμα εκεί για τα Σόδομα και Γόμορα, ο Αβραάμ συζητούσε με τον Θεό και λέει αν υπάρχουν τόσοι δίκαιοι θα καταστραφούν και αν υπάρχουν τόσοι και ξέρω ’γώ τι, και αν είναι δέκα, κ.ο.κ. Και βλέπουμε με παρρησία να συζητά με τον Θεό υπέρ του λαού αυτού. Και τον Μωϋσέα βλέπουμε με παρρησία να λέγη στον Θεό: “εάν διαγράψης από την βίβλο Σου τον λαό αυτό, και μένα να διαγράψης”. “Αυτούς θα τους καταστρέψης; Κατέστρεψε και εμένα” (πρβλ. Εξ. λβ’, 30-34). Και μαλώνει με τον Θεό.
Λοιπόν, αυτήν την παρρησία την έχει ο φίλος του Θεού. Και φίλος του Θεού ποιος είναι; Εκείνος ο οποίος έχει φθάσει στην φώτιση και ο οποίος εκδημεί προς Κύριο και γίνεται άγιο λείψανο, δηλαδή άγιος της Εκκλησίας· αυτός έχει παρρησία πάρα τω Θεώ και γι’ αυτόν τον λόγο και εμείς, αφού είναι γεγονός ότι μετέχουν στην πρώτη ανάσταση αυτοί οι άγιοι, γι’ αυτό τον λόγο και πιστεύουμε ότι αυτοί προσεύχονται για μας όπως εμείς προσευχόμαστε γι’ αυτούς. Βέβαια, κατά διαφορετικό τρόπο, αλλά πάντως αυτοί προσεύχονται για εμάς και επικαλούμαστε και τις προσευχές τους και την βοήθειά τους. Και έχουμε παραδείγματα που εμφανίζονται οι άγιοι στους ανθρώπους και τους βοηθούν.
Όλοι οι βίοι των αγίων είναι γεμάτοι από τέτοια παραδείγματα.
Λοιπόν, αυτή είναι μια εμπειρική πραγματικότητα, που δεν προέρχεται από καμμιά φιλοσοφία, εκτός από την κοινωνία των αγίων και ημών, που είμαστε εντεύθεν του τάφου».
Βεβαίως, υπάρχουν και οι πεπωρωμένοι, οι οποίοι δεν βλέπουν την δόξα του Θεού.
Υπάρχουν και εκείνοι που «δεν ήσαν έτοιμοι, διότι αν δουν την δόξα του Θεού στην κατάσταση που βρίσκονται, θα την δουν ως πυρ καταναλίσκον και όχι ως φως φωτίζον, και επειδή δεν είναι έτοιμοι, ο Θεός δεν αποκαλύπτει την δόξα Του σε αυτούς τους ανθρώπους».
Επομένως, ως μέση κατάσταση των ψυχών λέγεται η κατάσταση των ψυχών των ανθρώπων μετά την έξοδό τους από το σώμα και πριν από την ανάσταση των σωμάτων κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Ακόμη, ως μέση κατάσταση των ψυχών εννοείται και η ολοκλήρωση της μετανοίας των ψυχών εκείνων που ήδη είχαν εισέλθει στο στάδιο της μετανοίας, αλλά δεν είχαν προλάβει να την ολοκληρώσουν.
Οι Χριστιανοί προσεύχονται για όλους τους κεκοιμημένους, αλλά προσεύχονται κατά διαφορετικό τρόπο για καθένα. Προσεύχονται στους αγίους, για τους οποίους γνωρίζουν, από το λείψανό τους και τα θαύματα που επιτελούν, ότι είναι φίλοι του Θεού και γι’ αυτό ζητούν τις πρεσβείες τους. Και προσεύχονται στον Θεό για τους άλλους, να βρουν έλεος παρά Κυρίου. «Η προσευχή είναι η προσευχή του Σώματος του Χριστού, είναι η προσευχή της Εκκλησίας. Και όταν γινόμαστε μέλη της Εκκλησίας προσευχόμαστε ως ένα μέλος της Εκκλησίας. Γι’ αυτόν τον λόγο, όταν είναι ο παπάς παρών, ο παπάς θα προσεύχεται. Δεν θα πούμε στην κυρα-Μαρίκα να πη την προσευχή, θα την πη ο παπα-Κώστας, θα την πη ο Δεσπότης, ο οποίος είναι παρών. Γιατί; Διότι προσευχόμαστε όλοι μαζί. Ως τι; Ως ένα σώμα, γιατί είμαστε ένα Σώμα του Χριστού κλπ. Γι’ αυτόν τον λόγο η προσευχή έχει κατ’ εξοχήν συλλογική σημασία.
Γι’ αυτόν τον λόγο κάθε Σάββατο αφιερώνεται στις ψυχές των κεκοιμημένων και η ακολουθία του Σαββάτου είναι για τους κεκοιμημένους. Τότε γινόντουσαν τα μνημόσυνα και γι’ αυτό έγινε και ολόκληρη διαμάχη αν πρέπει να γίνεται το μνημόσυνο την Κυριακή. Και βέβαια δεν πρέπει να γίνεται την Κυριακή, γιατί ημέρα των μνημοσύνων είναι το Σάββατο. Εφ’ όσον η Εκκλησία ως συλλογικό όργανο προσεύχεται για τους πεθαμένους, προσεύχεται για όλο το Σώμα του Χριστού, που είναι το σώμα των κεκοιμημένων. Σε αυτό το μέρος του Σώματος του Χριστού συμπεριλαμβάνονται και οι κεκοιμημένοι που λέγονται και άγιοι της Εκκλησίας και ακόμα και η Παναγία.
Οπότε, για τον καθένα έχουμε και την ανάλογη προσευχή.
Η προσευχή βέβαια είναι μια εκδήλωση αγάπης για όλα τα μέλη του σώματος, επειδή η Εκκλησία δεν διακρίνει μεταξύ της Εκκλησίας μετά τον θάνατο και της Εκκλησίας προ του θανάτου, και όλα αυτά μαζί -και οι πέραν του τάφου και οι εντεύθεν του τάφου- είναι μία Εκκλησία. Δεν υπάρχουν δύο Εκκλησίες. Δεν είναι μία αόρατη Εκκλησία και μία ορατή Εκκλησία· είναι μία Εκκλησία, ένα Σώμα του Χριστού είναι αυτό το πράγμα.
Επομένως, εφ’ όσον η προσευχή είναι συλλογική και προσευχόμαστε δι’ αλλήλους, προσευχόμαστε ο καθένας για τον άλλο, γι’ αυτόν τον λόγο πιστεύουμε ότι και οι πέραν του τάφου προσεύχονται για μας, και εμείς προσευχόμαστε για τους πέραν του τάφου, ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός και ανάλογα με την κατάσταση την πνευματική στην οποία βρίσκεται ο καθένας. Και έτσι είναι ταξινομημένες όλες οι ακολουθίες της Εκκλησίας.
Λοιπόν, εκείνο που προέχει, εκτός από αυτό, είναι το θέμα της τελειότητος, ότι η τελειότητα είναι μία ατελεύτητη κίνηση προς τα πάνω, είναι ατελεύτητη κίνηση και αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία».
Γι’ αυτόν τον λόγο τελούμε τα ιερά μνημόσυνα. «Το μνημόσυνο είναι έκφραση αγάπης των ζώντων που προσεύχονται για τους κεκοιμημένους. Ναι, η Εκκλησία προσεύχεται για να σωθούν όλα τα μέλη της. Αυτό λέμε “άνάπαυσον εν χώρα ζώντων” κλπ. Με τις προσευχές προσευχόμαστε αυτός να φθάση να γίνη άγιος, δηλαδή αυτό λέμε “Μετά των αγίων ανάπαυσον”. Τι σημαίνει αυτό; Να γίνη άγιος, αυτό προσευχόμαστε. Αλλά αυτό, αν γίνη αυτήν την στιγμή, αν γίνη έπειτα από πενήντα χρόνια ή σε έναν αιώνα, είναι άλλο θέμα αυτό».
Μνημόσυνα κάνουμε για όλους τους κεκοιμημένους, αγίους και αμαρτωλούς, και προσφέρουμε κόλλυβα για όλους. Όμως, διαφορετική είναι η προσευχή που κάνουμε για τον καθένα. Για τους αγίους ζητάμε τις πρεσβείες τους και προσευχόμαστε να αποκτήσουν περισσότερη δόξα, και για τους αμαρτωλούς να ολοκληρωθή η μετάνοιά τους. «Έχουμε κόλλυβα για όλον τον κόσμο· έχουμε κόλλυβα στα μνημόσυνα και για τους πεθαμένους: φίλους, συγγενείς, γνωστούς κ.ο.κ., αλλά υπάρχουν κόλλυβα και για τους αγίους, υπάρχουν κόλλυβα και για την Παναγία και σχετικές ευχές υπάρχουν. Τα κόλλυβα δεν είναι μόνον για τους μη αγίους, είναι και για τους αγίους.
Βέβαια, δεν λέμε την ίδια προσευχή. Γιατί δεν λέμε την ίδια προσευχή; Και σ’ αυτό θα πρέπει να πάρετε του Συμεών του Νέου Θεολόγου τα περί προσευχής, κάτι ωραίες ομιλίες που έχει και λέει το εξής: Δεν μπορεί κανείς στα κουτουρού να προσεύχεται. Όταν προσεύχεται κανείς, πρέπει να προσεύχεται με επιστημονική ακρίβεια· η προσευχή δεν είναι πεταμένες λέξεις τις οποίες πετάμε στο κενό, ελπίζοντας μήπως επιτύχουμε κάτι».
Η προσευχή για τους κεκοιμημένους είναι απαραίτητη, γιατί υπάρχει κάποια πρόοδος και προκοπή στην μέση κατάσταση των ψυχών, γι’ αυτούς που ήδη έχουν εισέλθει τουλάχιστον στο στάδιο της μετάνοιας. «Μετά τον θάνατο δεν υπάρχει μετάνοια, αλλά μετά τον θάνατο όμως υπάρχει τελειοποίηση της μετάνοιας. Άλλο το ένα, άλλο το άλλο. Εδώ αρχίζει η μετάνοια και τελειώνει εκεί. Και συνεχίζει μέχρι την θέωση. Έτσι είναι. Αυτά είναι εμπειρία των αγίων».
«Στους Πατέρες της Εκκλησίας, επειδή υπάρχει αυτή η διδασκαλία περί αιώνιας προόδου, θα βρήτε επίσης κατεσπαρμένες αναφορές στους Πατέρες ότι μετά τον θάνατον ο άνθρωπος προοδεύει, δεν σταματάει την πρόοδό του. Επομένως, άλλο είναι η μετάνοια και άλλο είναι η συνεχιζομένη πρόοδος· άλλο το ένα άλλο το άλλο.
Κατά τους Πατέρες, για τους αμετανόητους, αφ’ ότου δεν μετανοήσουν στην ζωή αυτή, δεν υπάρχει μετάνοια μετά τον θάνατο. Επομένως, εδώ είναι η μετάνοια, αλλά αφού εδώ μετανοήσει ο άνθρωπος, δεν σημαίνει ότι από την μετάνοια πηδάει κατ’ ευθείαν στην τελειότητα· δεν κάνει πήδημα, δεν πηδάει στην τελειότητα, αλλά υπάρχει προκοπή».
«Πάντως, προέκυψε στην ορθόδοξη δογματική μια μέση κατάσταση των ψυχών. Η μέση κατάσταση είναι: περιμένουν την κρίση και εκείνος που είναι κολασμένος ξέρει ότι θα καταδικασθή, και εκείνος που θα σωθή, έχει την παρηγοριά. Υπάρχει αυτή η μέση κατάσταση. Τώρα, έπρεπε να γίνη μια έρευνα για να δούμε από που προέρχεται αυτή η μέση κατάσταση σε ορισμένους Πατέρες της Εκκλησίας κλπ., και υπάρχει και στην εμπειρία της Εκκλησίας.
Έχουμε και τον θάνατο των νηπίων και μερικές φορές οι άνθρωποι βλέπουν στα όνειρά τους τα παιδιά αυτά να μαθητεύουν ας πούμε σε ένα μέρος και να ετοιμάζονται, ας πούμε, για τον Παράδεισο κλπ. Υπάρχει σχολείο, δηλαδή, γι’ αυτούς που έχουν ανάγκη από σχολείο.
Πάντως, εκείνο που φαίνεται είναι ότι μετά τον θάνατο υπάρχει κάποια προκοπή. Βέβαια μεταξύ των αγίων, πηγαίνουν συνέχεια από δόξης εις δόξαν και αιωνίως υπάρχει προκοπή. Σε αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία, διότι η τελειότητα είναι ατελεύτητη· ατελευτήτως υπάρχει τελειότητα. Ακόμα και στον Διονύσιο Αρεοπαγίτη, αν τον διαβάσουμε προσεκτικά, θα δούμε εκεί ότι και οι άγγελοι τελειοποιούνται συνεχώς. Και εκεί, Θρόνοι, Κυριότητες, οι Άγγελοι, Χερουβείμ, Σεραφείμ. Πάντως, οι άγγελοι τελειοποιούνται. Και υπάρχει βέβαια δυνατή παράδοση ότι η Θεοτόκος ακόμα τελειοποιείται, οπότε οι θεούμενοι τελειοποιούνται.
Αυτοί που δεν έχουν φθάσει στην θέωση τι γίνονται, εκτός από τους κολασμένους για τους οποίους ουκ έστι μετάνοια μετά θάνατον; Φαίνεται ότι για τους μεν πεπωρωμένους δεν υπάρχει μετάνοια μετά τον θάνατον, διότι είναι πεπωρωμένοι. Για τους άλλους, όμως, φαίνεται επειδή βρίσκονταν σε κατάσταση μετάνοιας όταν πέθαναν, θα καταταχθούν και αυτοί, όχι αμέσως όπως προσευχόμαστε, διότι εδώ προσευχόμαστε να γίνη αμέσως.
Ας πούμε, λέμε “κατάταξον”, δηλαδή, δεν λέμε “εν καιρώ κατάταξον”, “στην Δευτέρα Παρουσία κατάταξον” κλπ. Εμείς λέμε τώρα “κατάταξον”. Λοιπόν, από ’κει φαίνεται η διδασκαλία, σαφώς, που είπαμε στην αρχή από όλη την ακολουθία της κηδείας. Και, πάντως, υπάρχει η άποψη ότι υπάρχει προκοπή μετά τον θάνατο».
Είναι δυνατόν ακόμη και ο μη Χριστιανός να γνωρίση τον Χριστό μετά θάνατον. «Και ένας ο οποίος είναι εκτός της παραδόσεως, εάν είναι ισχυρή η θετική του ανταπόκριση προς την ενέργεια του Θεού, είναι δυνατόν να ξεπεράση και την κατάσταση της αρετής και να φθάση σε κάτι υψηλότερο. Ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί μετά τον θάνατο να διδαχθή τον Χριστιανισμό, εφ’ όσον βλέπει πλέον την άκτιστη ενέργεια του Θεού, και εφ’ όσον είναι επιδεκτικός. Αντί να μείνη πεπωρωμένος στην καρδιά του, να είναι επιδεκτικός προόδου και να γίνη οπαδός του Χριστού μετά τον θάνατο, όπως έγινε στην εις Άδου Κάθοδον του Χριστού και πίστευσαν όσοι ήσαν προετοιμασμένοι και τώρα συγκαταλέγονται μεταξύ των αγίων».
Αυτήν την πατερική διδασκαλία περί τελειώσεως της μετάνοιας μετά θάνατον, με την προσευχή της Εκκλησίας, οι Δυτικοί, χωρίς να την ερμηνεύσουν σωστά, την έκαναν αιρετική διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός, ότι δηλαδή οι αμαρτωλοί πρέπει να τιμωρηθούν με το κτιστόν πυρ και έπειτα να σωθούν. Για τους αγίους Πατέρες μας, η κάθαρση τελειούται με την άκτιστη Χάρη του Θεού, η οποία καθαρίζει τον άνθρωπο με την προσευχή της Εκκλησίας. «Παίρνουν, τώρα, οι Φράγκοι τα πατερικά κείμενα και διαβάζουν εκεί περί προόδου μετά τον θάνατο και αυτήν την μετά τον θάνατο πρόοδο την εκλαμβάνουν ως καθαρτήριον πυρ. Γιατί; Διότι οι Πατέρες λένε ότι ο άνθρωπος συνεχίζει την κάθαρση και τον φωτισμό, για να φθάση στην θέωση και μετά τον θάνατο.
Οπότε, εκεί που ο Θεός είναι Φως, είναι και φωτιά· ως φωτιά καθαρίζει τον άνθρωπο, όπως καθαρίζει η φωτιά τον χρυσό και τον λιώνει τον χρυσό, για να καθαρισθή από τις ακαθαρσίες και να λάμπη και να είναι ωραίος και καθαρός κλπ. Λοιπόν, υπάρχουν κάτι παρομοιώσεις τέτοιες μεταξύ χρυσού, μεταξύ διαφόρων υλικών κλπ., και με την κάθαρση που επιτελείται στον άνθρωπο και μετά τον θάνατο. Οπότε, αφού εδώ μετανοεί ο άνθρωπος, δεν σημαίνει ότι ως μετανοημένος έχει περάσει το στάδιο της καθάρσεως, διότι, για να το περάση το στάδιο της καθάρσεως, πρέπει να είναι κάθαρση του νοός». «Οι Φράγκοι πήραν τα πατερικά κείμενα και δεν μπόρεσαν να διακρίνουν σωστά τα πράγματα και το άκτιστο πυρ το έκαναν κτιστό και την προκοπή την μετέφρασαν ότι είναι τιμωρία από τον Θεό, για να πληρώσουν τα αμαρτήματα τους. Ήσαν επιχειρηματίες Χριστιανοί και κατάλαβαν τον Χριστιανισμό σαν μια επιχείρηση, δηλαδή, και κάθε τι που κάνεις, παίρνεις και ένα βραβείο».
ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ THΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ π. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΗ Τόμος Β’
(Δόγμα – Ηθική – Αποκάλυψη) Κριτική παρουσίαση
Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας)
Σελ. 464-471 ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ