Της κ. Άννας Κυριαζή
μέλους της Πανελλήνιας Ένωσης Γονέων
ΙΡΙΔΟΛΟΓΙΑ
Η Marilyn Ferguson, μαθήτρια της Θεοσοφίστριας Alice Bailey και μία από τους κυριότερους εκφραστές του κινήματος της «Νέας Εποχής» εξηγούσε πώς «η ιατρική θα επανεφευρισκόταν ώστε η βάση της να μετατοπιστεί από το δυτικό ορθολογισμό στον ανατολικό μυστικισμό». Η Ferguson ανακήρυττε το παλιό ιατρικό μοντέλο νεκρό και προς αντικατάστασή του συνιστούσε ένα «ολιστικό μοντέλο υγείας». Στο νέο αυτό ολιστικό μοντέλο περιλαμβανόταν ο κόσμος των πνευμάτων και τα «ενεργειακά πεδία».
Λίγα εισαγωγικά:
Η Ιριδολογία είναι κι αυτή μια «εναλλακτική» μέθοδος δήθεν διάγνωσης και θεραπείας. Λέγοντας «εναλλακτική μέθοδο» αναφερόμαστε σε μεθόδους οι οποίες δεν είναι επιστημονικώς αναγνωρισμένες και επικυρωμένες. Πρόκειται περί αποκρυφιστικών ή φιλοσοφικών θεωριών αναμεμειγμένων με ιατρικούς και επιστημονικούς όρους, οι οποίοι χρησιμοποιούνται λανθασμένα και με αλλοιωμένο, αντιεπιστημονικό περιεχόμενο.
Κατά την Ιριδολογία, εξετάζεται η ίριδα του ματιού, με σκοπό τη δήθεν διερεύνηση γενετικών προδιαθέσεων, όπως και την αποκάλυψη ασθενειών, που μόλις εμφανίζονται ή υπάρχουν ήδη από πολύ καιρό.
Η Ιριδολογία υποστηρίζει ότι κάθε μέρος της ίριδας αντιστοιχεί σε όργανα του ανθρώπινου σώματος και ότι κάθε σημάδι ή χρωματική μεταβολή στην ίριδα, φανερώνει κάποιο είδος γενετικής ευαισθησίας. Για την ιριδοανάλυση χρησιμοποιούν συγκεκριμένους «χάρτες» οι οποίοι βασίζονται στην ιδέα ότι ένα μέρος του σώματος «χαρτώνει» στο υπόλοιπο σώμα, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων των οργάνων. Αυτή τη βασική προσέγγιση της διάγνωσης ή της θεραπείας την ονομάζουν προσέγγιση homunculus. Η Ρεφλεξολογία, ο οφθαλμικός βελονισμός, ακόμα και η ευθεία χειροπρακτική ακολουθούν αυτή την προσέγγιση.
Να επισημάνουμε, πως αυτοί οι χάρτες βρίσκονταν σε διαρκή «εξέλιξη» και αλλαγή, αναλόγως των πορισμάτων κάθε έρευνας ανά χρονικές περιόδους, κάτι που οπωσδήποτε μας προσανατολίζει να αντιμετωπίσουμε την Ιριδολογία σαν αναξιόπιστη μέθοδο.
Περιγράφοντας έναν «χάρτη της ίριδος», ο ιριδολόγος μας εξηγεί τα ακόλουθα:
Στην κορυφή του χάρτη αντιστοιχούν όλα όσα σχετίζονται με τον εγκέφαλο και τις διανοητικές ικανότητες.
Στα αριστερά αντιστοιχούν οι πνεύμονες, οι βρόγχοι και το αναπνευστικό σύστημα.
Παρακάτω αντιστοιχούν τα άκρα και ό,τι αναφέρεται στο κυκλοφορικό σύστημα.
Στα δεξιά αντιστοιχούν το ήπαρ, ο θυρεοειδής και οι ραχιαίοι μύες.
Στην δεξιά ίριδα αντανακλάται η πατρική κληρονομιά και στην αριστερή ίριδα αντιπροσωπεύεται η μητρική κληρονομιά.
Στον «χάρτη εντοπισμού» διαιρούν το εξωτερικό του πλαίσιο σε ώρες (H) και λεπτά (‘) κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού.
Έτσι δημιουργούνται 12 τομείς από την 1H μέχρι τις 12H και κάθε πεδίο, το διαιρούν σε άλλα έξη πεδία με 10’ το καθένα. Ο κύκλος είναι έτσι σαν ένα γλυκό, που μπορεί να διαιρεθεί σε 12 μικρά κομμάτια ή 72 μικρότερα. Επίσης διαιρούν το πεδίο της ίριδας σε 5 στενούς και 4 φαρδιούς δακτυλίους.
Ο ιριδολόγος, εξετάζοντας και αναλύοντας αυτά τα δεδομένα, εξάγει συμπεράσματα για την κατάσταση των ιστών του σώματος αλλά και για την κατάσταση των οργάνων.
Με αυτό τον τρόπο, ισχυρίζεται πως έχει τη δυνατότητα να προβλέψει αλλά και να εμποδίσει μια ασθένεια, πριν αυτή εκδηλωθεί κλινικά. Ακόμη, ότι μπορεί να παρακολουθήσει την πορεία μιας ασθένειας, την επιδείνωση ή την ίασή της, συμπεραίνοντας έτσι, αν μια θεραπευτική αγωγή είναι κατάλληλη ή όχι.
Η Ιριδολογία με τη μέθοδο της λεγόμενης «ιριδοανάλυσης»:
Υποτίθεται ότι αποκαλύπτει την ιδιοσυγκρασία του οργανισμού, δηλαδή, τη λεγόμενη «κράση». Αυτό αποκαλύπτεται για αυτούς από το πόσο ανοιχτόχρωμη ή σκουρόχρωμη είναι η ίριδα, από πόσες τρύπες υπάρχουν ή όχι, τα χρώματα καθώς και την «ύφανσή» της. Το χρώμα της ίριδας είναι ένα από τα στοιχεία που μαζί με την κατασκευή και το σχήμα του προσώπου αλλά και την κατασκευή ολόκληρου του σώματος καθορίζουν σύμφωνα με τους ιριδολόγους την ιδιοσυγκρασία του ατόμου (χρωματοϊριδοθεραπεία).
Υποτίθεται ότι αποκαλύπτει αν υπάρχουν γενετικές αδυναμίες και ευαισθησίες και σε ποια συστήματα και όργανα.
Υποτίθεται ότι αποκαλύπτει τις κληρονομικές προδιαθέσεις κι αν υπάρχει κίνδυνος να ενεργοποιηθούν και κάτω από ποιες συνθήκες.
Υποτίθεται ότι αποκαλύπτει τα χρόνια προβλήματα του οργανισμού, οξείες καταστάσεις και φλεγμονές.
Υποτίθεται ότι αποκαλύπτει τα αίτια των διαφόρων συμπτωμάτων, που ταλαιπωρούν τον οργανισμό.
Υποτίθεται ότι αποκαλύπτει ποια όργανα ή συστήματα υπολειτουργούν.
Υποτίθεται ότι αποκαλύπτει αν υπάρχουν ελλείψεις βιταμινών και ιχνοστοιχείων.
Κατά τους ιριδολόγους, όταν η «αρμονική σύνθεση» αυτών των στοιχείων αλλάζει, γίνονται και αλλαγές του χρώματος της ίριδας, στην οποία μπορούν να εμφανισθούν διάφορα χρωματικά αντανακλαστικά και χρωματιστά σημεία.
Τι αλληλεπιδράσεις υπάρχουν στον οργανισμό εξαιτίας κάποιων συστημάτων ή οργάνων, που βρίσκονται σε διαταραχή και πόσο σημασία έχει η διατροφή για όλες αυτές τις καταστάσεις.
Την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το νευρικό σύστημα του ατόμου και την πιθανή ανταπόκριση του στη θεραπευτική αγωγή.
Ας δούμε όμως και τις περιπτώσεις όπως επισημαίνουν οι ίδιοι τις οποίες δεν μπορούν να διαγνώσουν:
Η ιριδολογία δεν κατονομάζει ασθένειες, αλλά υποτίθεται ότι «αποκαλύπτει καταστάσεις, καιρό πριν εκδηλωθούν με συμπτώματα, στις οποίες κατόπιν θα προσαρτηθούν ονόματα ασθενειών από τους γιατρούς». Δεν μπορεί να διαγνώσει την ύπαρξη λίθων στη χολή, δεν διαγιγνώσκει την εγκυμοσύνη -επειδή «αυτή είναι μια φυσιολογική κατάσταση για το σώμα της γυναίκας»-, δεν αποκαλύπτει επεμβάσεις, που έγιναν με τη βοήθεια αναισθητικού, δεν μπορεί να επισημάνει τη θέση παρασίτων ή μικροβίων που μπορεί να υπάρχουν κάπου στο σώμα. Ωστόσο, λένε, «δείχνει την κατάσταση των ιστών του σώματος, και μία πιθανή αδυναμία του οργανισμού που μπορεί στη συνέχεια να επιτρέψει την ανάπτυξη αυτών των παρασίτων ή των μικροβίων στο αδύναμο σημείο του σώματος». Δεν μπορεί επίσης να δώσει πληροφορίες για ειδικές παθολογικές καταστάσεις του σώματος και δεν μπορεί να χρησιμεύσει για ψυχολογική ανάλυση.
Παρακάμπτοντας το γεγονός ότι πολλοί ιριδολόγοι ισχυρίζονται ότι μπορούν να θεραπεύσουν και τις παραπάνω παθήσεις –ερχόμενοι έτσι σε σύγκρουση με την ίδια τους τη θεωρία-, προκύπτει εύλογα το εξής ερώτημα: εάν η ιριδολογία δεν μπορεί να κάνει κάτι καλύτερο από τα όσα κάνει η ιατρική, ενώ μάλιστα έχει και τόσους περιορισμούς, σε τι ακριβώς υπερτερεί της ιατρικής ώστε να την επιλέξει κάποιος;
Ας κάνουμε και μία αναφορά στη όλη διαδικασία της διάγνωσης από έναν ιριδολόγο και στον καθορισμό της θεραπείας:
Ο ιριδολόγος, αρχικά, θα πάρει το ιστορικό του ασθενή, δηλαδή θα ερωτήσει για τα συμπτώματα του ασθενή, εάν έχει ήδη υποβληθεί σε θεραπεία, ποιες αρρώστιες έχει περάσει στη ζωή του, όπως και τι εγχειρήσεις έχει κάνει.
Κατά τη διάρκεια, που ο ασθενής διηγείται το ιστορικό του, ο ιριδολόγος θα πρέπει να παρατηρεί πολύ προσεκτικά το πρόσωπο, την κατασκευή του σώματος και τις κινήσεις του ασθενή για να μπορεί να κάνει σημαντικές διαπιστώσεις.
Σε περίπτωση που ο ιριδολόγος διακρίνει μια οξεία περίπτωση θα παραπέμψει αμέσως τον άρρωστο για θεραπεία σ` ένα νοσοκομείο.
Εάν δεν πρόκειται για οξεία περίπτωση συνεχίζει την εξέταση με το ιριδομικροσκόπιο.
Για την εξακρίβωση της διάγνωσής του έχει δικαίωμα να ζητήσει από τον ασθενή να υποβληθεί σε εξετάσεις ούρων και αίματος. Επίσης ο ιριδολόγος θα κάνει συγκριτική εξέταση στην οποία θα μετρήσει την πίεση του ασθενή, θα ακροαστεί την καρδιά και τους πνεύμονες, θα ψηλαφίσει το συκώτι και ότι άλλο κρίνει απαραίτητο.
Τέλος έχοντας αποκτήσει όλα τα απαραίτητα στοιχεία και τις γνώσεις για τον ασθενή, ο ιριδολόγος θα προβεί στη διάγνωση της ασθένειας και θα δώσει οδηγίες για τον μελλοντικό τρόπο ζωής του ασθενή συμπεριλαμβανομένης και συγκεκριμένης δίαιτας που θα πρέπει να ακολουθήσει οπωσδήποτε για να επέλθει σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του η θεραπεία.
Παρατηρούμε λοιπόν ότι οι ιριδολόγοι χρησιμοποιούν ιατρικές πρακτικές για να κάνουν τη διάγνωσή τους. Αν όμως χρειάζεται να καταφύγουν σε μεθόδους έξω από τη δική τους, και μάλιστα σε μεθόδους που από μόνες τους αρκούν για να γίνει διάγνωση, σε τι ακριβώς χρησιμεύει η ιριδολογία, αν όχι στο να δώσει την εντύπωση ότι αυτό που κάνουν είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που θα συνιστούσε ο οποιοσδήποτε γιατρός; Γίνεται λοιπόν φανερό ότι οι στόχοι των «θεραπευτών» αυτών είναι άλλοι, και ποικίλουν από την απλή εξαπάτηση του ασθενούς με στόχο το κέρδος έως τη μήυσή του σε αποκρυφιστικά συστήματα.
Ιστορικά στοιχεία:
Κατά τους ισχυρισμούς των ιριδολόγων, οι Χαλδαίοι ήξεραν για τη σχέση ματιών και σώματος. Στη Μικρά Ασία βρέθηκαν σκίτσα της ίριδας που τη συνέδεαν με τον οργανισμό, ενώ στην Κίνα και Ινδία, πριν 3000 χρόνια, αναγνώριζαν ασθένειες μέσω της εξέτασης του ματιού. Οι γιατροί, επίσης, στην αρχαία Αίγυπτο, έκαναν διαγνώσεις μέσω της ίριδας. Στις ανασκαφές τάφων στη Γκίζα, βρέθηκε πάπυρος μήκους 50 μέτρων, στον οποίο αναλυόταν η διαγνωστική μέθοδος μέσω της παρατήρησης των ματιών. Οι ισχυρισμοί αυτοί όμως δεν επαληθεύονται, και εμφανίζονται μόνο σε βιβλία και ιστοσελίδες θετικά προσκείμενες στην ιριδολογία.
Ακόμα όμως, κι αν λάβουμε υπ΄ όψιν μας αυτούς τους ισχυρισμούς θα πρέπει να προσέξουμε πως οι λαοί και οι πολιτισμοί που αναφέρονται παραπάνω κινήθηκαν καθαρά σε αποκρυφιστικές σφαίρες.
Οι Χαλδαίοι για παράδειγμα ήταν αρχαίος νομαδικός λαός που εγκαταστάθηκε στην Μεσοποταμία.
Οι Χαλδαίοι φημίζονταν για την ενασχόλησή τους με την αστρολογία και την μαντεία (Δανιήλ 2:10, 4:7, 5:7,11).Ήταν αυτοί που δημιούργησαν το ζωδιακό σύστημα, το οποίο ακόμα και τώρα χρησιμοποιούν οι Αστρολόγοι, και επιστράτευσαν μια ολόκληρη τεχνική για να προλέγουν το μέλλον. Ασχολήθηκαν με την ανάλυση ονείρων, μάντευαν μέσω σφαγίων, εξετάζοντας το ήπαρ, ή άλλα σωματικά συμπτώματα. Η θρησκεία των Χαλδαίων αρχικά ήταν φυσιολατρική και κυρίως αστρολατρική. Βαθμιαία επικράτησε να ονομάζονται “Χαλδαίοι” οι σοφοί, οι μάγοι και οι αστρολόγοι.
Οι Κινέζοι, με το Ι Τσινγκ ή Βιβλίο των Αλλαγών, ένα από τα κλασικά έργα της κινέζικης φιλοσοφίας που πρωτοεμφανίστηκε πριν από περίπου πέντε χιλιάδες χρόνια ως μία μαντική τέχνη. Στο κέντρο της φιλοσοφίας του Ι Τσινγκ βρίσκεται η έννοια της διαρκούς αλλαγής και η πεποίθηση πως στη ρίζα των πραγμάτων βρίσκεται το Γιν και το Γιάνγκ, οι αντίρροπες και εναλλασσόμενες καταστάσεις, που αποτελούν κατά τον Ταοϊσμό την κινητήρια δύναμη του κόσμου. Πρόκειται για ένα σύστημα τελείως αντίθετο με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, κατά τη διδασκαλία της οποίας ο Θεός, είναι Πρόσωπο (προσωπικότητα), δημιουργεί τον κόσμο από αγάπη και όχι από ανάγκη και δεν αποτελεί δίπολο καλού-κακού (δυϊσμός).
Η πρώτη σχηματική διαίρεση της ίριδας και η κατάταξη των «πεδίων» για τα διάφορα όργανα και μέρη του σώματος έγινε από τον Φίλιππο Μέιενς (Philippi Mäyens) το 1670, στο βιβλίο του «Χειρομαντεία και Φυσιογνωμική Ιατρική» (Chiromantia Et Physiognomia Medica).
Διακόσια χρόνια αργότερα, ο Ούγγρος ομοιοπαθητικός Ίγκατς φον (Ignazvon Peczely) θα βάλει τα θεμέλια για αυτό που γνωρίζουμε σήμερα ως ιριδολογία.
Συνεργάτης του Πέτσελυ υπήρξε ο Σουηδός πάστορας Νιλς Λίλιεκβιστ (Nils Liljequist), ο οποίος επίσης υπήρξε ομοιοπαθητικός. Στο βιβλίο του «Διάγνωση από τα μάτια» έκανε ορισμένες «διορθώσεις» στους «πίνακες εντοπίσεως» του Πέτσελυ. Επιπλέον προσαρμογές έγιναν και από τον Εμμανουήλ Φέλκε (Emanuel Felke), επίσης πάστορα και ομοιοπαθητικό. Στην πιο πρόσφατη εποχή ο χειροπράκτης Δρ Βερνάρδος Τζένσεν (Bernard Jensen), ο οποίος είχε αποκτήσει και τον τίτλο του «Ιππότη του Τάγματος του Αγίου Ιωάννου της Μάλτας», στους δύο τεράστιους τόμους του -«Ιριδολογία: Επιστήμη και Πρακτική στις Τέχνες της Θεραπείας» (Iridology: The Science and Practice in the Healing Arts)-, για τη μελέτη της ιριδολογίας, θα αναπτύξει έναν από τους πλέον πλήρεις ιριδολογικούς χάρτες, που υπάρχουν σήμερα. Ο χάρτης αυτός χρησιμοποιείται από εκατοντάδες ιριδολόγους παγκοσμίως. Επίσης έγραψε βιβλία πάνω στο θέμα της σωστής διατροφής, που θεραπεύει.
Βλέπουμε ξεκάθαρα ότι η ιριδολογία συμβιώνει απόλυτα με τις αρχές της ομοιοπαθητικής -στην ίριδα μελετήθηκαν ως τώρα 24 ομοιοπαθητικά φάρμακα από την ιταλική Σχολή Ρίτσι (Rizzi). Το ίδιο ισχύει και για άλλες πρακτικές, όπως ο βελονισμός και κάποιες σχολές υγιεινής διατροφής.
Η ιριδολογία θεωρείται σήμερα, από την πλειονότητα των επιστημόνων, ως ψευδοεπιστήμη, χωρίς ιατρική υπόσταση. Αυτό συμβαίνει διότι τα πορίσματά της δεν προκύπτουν από επιστημονική έρευνα. Η πραγματικότητα είναι ότι η ίριδα είναι αμετάβλητη, σε σημείο που θεωρείται πιο αξιόπιστη απόδειξη ταυτότητας και από τα δακτυλικά αποτυπώματα. Τις περισσότερες φορές τα συμπεράσματα των ιριδολόγων προέρχονται από αυθαίρετες ευρέσεις «σχημάτων» (patterns), που δεν υπάρχουν ή καθαρά από πόλωση επιβεβαίωσης των λεγόμενών τους. Η απουσία επιστημονικής έρευνας καθιστά τα κάποια επιτυχή πορίσματα της ιριδολογίας εντελώς τυχαία.
Άλλωστε, από πειράματα που έγιναν διαπιστώθηκε ότι τα σωστά πορίσματα είναι πολύ λίγα και μάλιστα μπορεί σε αυτά οι ιριδολόγοι να χρησιμοποίησαν και άλλα σημάδια πέρα από αυτά στα μάτια για να τα βγάλουν.
Στην Ελλάδα μπορεί οποιοσδήποτε να γίνει ιριδολόγος, με την παρακολούθηση ειδικών μαθημάτων και την καταβολή 1500 ευρώ. Μετά από τις τελικές εξετάσεις ο ιριδολόγος πιστοποιείται από την «Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Ιριδολογίας», φορέας ο οποίος –παρά το όνομά του- δεν προσφέρει καμία αναγνώριση των αποφοίτων του ως ιατρών.
Στόχος των πρακτικών αυτών είναι η προώθηση ενός νέου τρόπου ζωής, στηριζόμενο απόλυτα στις διδασκαλίες της «Νέας Εποχής». Μέσω μιας προσπάθειας για δήθεν «βελτίωση της υγείας» του, ο άνθρωπος οδηγείται σταδιακά στο να βλέπει τον κόσμο διαφορετικά, και να δέχεται το «ολιστικό μοντέλο» που χρησιμοποιούν οι ποικίλοι «εναλλακτικοί» χώροι.
Ποια είναι η θέση της Εκκλησίας για την Ιριδολογία
Ο Χριστιανός γνωρίζει ότι η ασθένεια του σώματος έχει παιδαγωγικό χαρακτήρα. Ο Θεός την επιτρέπει για να βοηθήσει τον άνθρωπο, και αυτός με τη σειρά του καλείται να την υπομείνει ή να την ξεπεράσει μέσα στην Εκκλησία, ελπίζοντας στη σωτηρία του. Είναι λάθος να αναζητά τη θεραπεία του μακριά από το Θεό.
«Οὐδὲ ἔχω τὴν ψυχὴν μου τιμίαν ἐμαυτῷ» γράφει ο Απόστολος Παύλος, εξηγώντας ότι τη ζωή του δεν τη θεωρεί ως το πολυτιμότερο αγαθό, το οποίο θα πρέπει να προστατεύσει πάση θυσία.
Είναι βέβαια έμφυτο το αίσθημα της αυτοσυντήρησης, και δεν έχουμε το δικαίωμα να εκθέτουμε τη ζωή μας σε κίνδυνο χωρίς λόγο. Από το σημείο όμως αυτό ως την απολυτοποίηση της επίγειας ζωής –που δημιουργείται από το υλιστικό πνεύμα και την έλλειψη πίστης στη μέλλουσα ζωή- υπάρχει μεγάλη απόσταση.
Ο Απόστολος Παύλος, όταν λεει ότι δεν έχει «τιμίαν τὴν ψυχὴν» του, εννοεί ότι είναι πρόθυμος να θυσιάσει τη ζωή του εάν αυτό είναι απαραίτητο. Δεν βάζει τη ζωή του παραπάνω από το Θεό, και είναι έτοιμος να υποβληθεί σε κινδύνους, εμμέσους και αμέσους, για χάρη του Κυρίου. Γνωρίζει όμως και κάτι ακόμα, ότι εδώ είμεθα προσωρινοί: «ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει». Γι’ αυτό και αναθέτει στο Θεό το παρόν και το μέλλον του, όπως και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας. Το ίδιο καλείται να κάνει ο κάθε Χριστιανός, και όχι να αναζητά «λύσεις» σε μονοπάτια που, ακόμα και αν πετύχουν την προσωρινή ίαση του σώματος, οδηγούν στην απώλεια της ψυχής.
Ολοκληρώνοντας την εισήγηση αυτή, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι όσα ελέχθησαν εδώ, σήμερα, δεν στοχεύουν στην προσβολή ή στην απομείωση της τιμής και της υπολήψεως των προσώπων, που ασκούν αυτές τις πρακτικές ως επαγγελματίες ή ως δεχόμενοι αυτές τις υπηρεσίες, τα οποία, ως εικόνες Θεού, σεβόμεθα δεόντως.
Απλά θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι κατά την διδασκαλία της Εκκλησίας -και τις πρόσφατες εξαγγελίες της Ιεραρχίας Της-, οι πρακτικές αυτές είναι ασυμβίβαστες με την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη.
Σας ευχαριστώ.
Εκφωνήθηκε Δευτέρα, 12 Φεβρουαρίου 2018, στα πλαίσια του Αντιαιρετικού Σεμιναρίου του Μακεδονικού Παρατηρητηρίου, στη Θεσσαλονίκη. http://www.ppu.gr/