ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
…εκείνος που περιορίζει την νηστείαν μόνον εις την αποχήν των τροφών,
αυτός είναι εκείνος ο οποίος υβρίζει κατ’ εξοχήν αυτήν.
Ας μη απογοητευώμεθα λοιπόν δια την σωτηρίαν μας, αλλά ας παρακαλούμεν, ας προσευχώμεθα, ας ικετεύωμεν, ας στέλλωμεν πρεσβείαν προς τον ουράνιον βασιλέα μετά πολλών δακρύων ας έχωμεν και την νηστείαν αυτήν ως σύμμαχον εις την καλήν αυτήν πρεσβείαν και την νηστείαν που τώρα διανύομεν. Όπως λοιπόν όταν περάση ο χειμώνας και φανή το θέρος, σύρει προς το πέλαγος το πλοίον ο ναύτης, καθαρίζει ο στρατιώτης τα όπλα, και ετοιμάζει τον ίππον δια πόλεμον και ο γεωργός ακονίζει το δρεπάνι, και ο οδοιπόρος παίρνει θάρρος και αρχίζει μακρινό ταξίδι, και ο αθλητής ετοιμάζεται και βγάζει τα ρούχα του, έτσι λοιπόν και ημείς, επειδή εφάνη η νηστεία ως θέρος πνευματικόν, ας καθαρίσωμεν τα όπλα ως στρατιώται, και ως γεωργοί ας ακονίσωμεν το δρεπάνι, και ως κυβερνήται ας αντιτάξωμεν προς τα κύματα των άτοπων επιθυμιών τους ορθούς λογισμούς, και ως οδοιπόροι ας αρχίσωμεν το δια τον ουρανόν ταξίδι, και ως αθληταί ας εισέλθωμεν εις τους αγώνας.
Διότι ο χριστιανός είναι και γεωργός, και κυβερνήτης, και στρατιώτης, και αθλητής, και οδοιπόρος. Δια τούτο και ο Παύλος λέγει· «ο αγών που έχομεν αναλάβει δεν είναι αγών προς ανθρώπους με αίμα και σάρκα, αλλά προς τας πονηρός αρχάς και τας εξουσίας του διαβόλου· ας φορέσωμεν λοιπόν την πανοπλίαν του Θεού». Είδες τον αθλητήν; Είδες τον στρατιώτην; Εάν είσαι αθλητής, πρέπει να εισέλθης γυμνός εις τον αγώνα· εάν είσαι στρατιώτης πρέπει να στέκεσαι εις την παράταξιν καλά ωπλισμένος. Πως λοιπόν είναι δυνατόν να γίνουν αυτά συγχρόνως, και να είναι γυμνός κανείς και να μη είναι, και να είναι ενδεδυμένος και να μη είναι ενδεδυμένος; Πως; Εγώ θα ειπώ.
Βγάλε από επάνω σου τα κοσμικά πράγματα και έχεις γίνει αθλητής· φόρεσε τα πνευματικά όπλα και έχεις γίνει στρατιώτης· γύμνωσε τον εαυτόν σου από τας κοσμικάς φροντίδας, διότι είναι ο καιρός της πάλης· φόρεσε τα πνευματικά όπλα, διότι έχομεν φοβερόν πόλεμον προς τους δαίμονας. Δια τούτο πρέπει να είσαι και γυμνός, ώστε να μη δώσης καμμίαν λαβήν εις τον διάβολον, ο οποίος παλαίει προς ημάς, και καλά οπλισμένος από παντού, ώστε από πουθενά να μη δεχθής κανένα τραύμα. Καλλιέργησε την ψυχήν σου, και κόψε τας ακάνθας, σπείρε τον λόγον της ευσεβείας, φύτευσε τα καλά φυτά της φιλοσοφίας και να περιποιήσαι με πολλήν επιμέλειάν, και έχεις γίνει γεωργός, και θα ειπή προς σε ο Παύλος· «Ο γεωργός που κοπιάζει δια την καλλιέργειαν του αγρού και την συγκομιδήν των προϊόντων, πρώτος αυτός πρέπει ν’ απολαμβάνη τους καρπούς των κόπων του».
Αυτήν την τέχνην μετήρχετο και ο ίδιος, δια τούτο γράφων προς τους Κορινθίους έλεγε· «Εγώ εφύτευσα εις σας τον λόγον του Θεού και την πίστιν, ο Απολλώς επότισεν αυτά, αλλ’ ο Θεός είναι εκείνος ο οποίος έδωσε την αύξησιν και την καρποφορίαν». Ακόνισε το δρεπάνι σου, το οποίον κατέστη άχρηστον δια της πολυφαγίας, ακόνισέ το δε δια της νηστείας· άρχισε την οδοιπορίαν που οδηγεί εις τον ουρανόν, πιάσε τον στενόν και ανώμαλον δρόμον και προχώρει. Πως δε θα μπορέσης και να πιάσης τον δρόμον και να προχωρήσης; «Με το να ταλαίπωρης και υποτάσσης το σώμα σου»· διότι όπου υπάρχει ανώμαλος δρόμος, μεγάλο εμπόδιον εις το βάδισμα είναι η πολυσαρκία που προέρχεται από την πολυφαγίαν.
Κατεύνασε τα κύματα των άτοπων επιθυμιών, απόκρουσε την ζάλην των πονηρών λογισμών, διάσωσε το σκάφος της ψυχής σου, δείξε μεγάλην εμπειρίαν και ήδη έχεις γίνει άριστος κυβερνήτης. Όλων δε τούτων βάσις και διδάσκαλος να είναι η νηστεία· όταν δε λέγω νηστείαν, δεν εννοώ αυτήν που κάνουν οι πολλοί άνθρωποι, αλλά την αληθινήν νηστείαν, όχι μόνον την αποχήν από τα φαγητά, αλλά και την αποχήν από τα αμαρτήματα· διότι δεν αρκεί η φύσις της νηστείας να απομακρύνη από τα αμαρτήματα αυτούς που νηστεύουν, εάν δεν γίνεται με τον προσήκοντα τρόπον. «Διότι και ο αθλητής», λέγει, «δεν στεφανώνεται, εάν δεν αγωνισθή σύμφωνα με τους νόμους της αθλήσεως».
Δια να μη χάσωμεν τον στέφανον της νηστείας, αν και έχομεν υπομείνει τους κόπους αυτής, ας μάθωμεν πως και με ποιον τρόπον πρέπει να μετερχώμεθα αυτήν. Διότι και ο Φαρισαίος εκείνος ενήστευσεν, αλλά μετά την νηστείαν εκείνην κατέδη από τον ναόν έρημος και κενός από τους καρπούς της νηστείας. Ο τελώνης πάλιν δεν ενήστευσεν, και όμως αυτός που δεν ενήστευσεν εξεπέρασεν εις την αρετήν αυτόν που ενήστευσε, δια να μάθης ότι δεν υπάρχει καμμία ωφέλεια από την νηστείαν, αν δεν ακολουθούν αυτήν και όλα τα άλλα.
Ενήστευσαν οι Νινευίται και προσείλκυσαν την εύνοιαν του Θεού· ενήστευσαν και οι Ιουδαίοι και όχι μόνον δεν επέτυχαν με την νηστείαν τίποτε περισσότερον, αλλά και απεμακρύνθησαν κατηγορηθέντες. Επειδή λοιπόν είναι τόσος ο κίνδυνος που προέρχεται από την νηστείαν εις αυτούς που δεν γνωρίζουν πως πρέπει να νηστεύουν, ας μάθωμεν τους νόμους της νηστείας, δια να μη τρέχωμεν ασκόπως, ούτε να κτυπώμεν δια των πυγμών μας σκιάς.
Η νηστεία είναι φάρμακον, αλλά το φάρμακον όσον και αν είναι ωφέλιμον, πολλάκις γίνεται άχρηστον εξ αιτίας της μη σωστής χρήσεως αυτού που το χρησιμοποιεί. Καθ’ όσον πρέπει να γνωρίζη και τον χρόνον κατά τον οποίον πρέπει να επιθέση τούτο, και την ποσότητα αυτού του φαρμάκου, και την κατάστασιν του σώματος που πρόκειται να το πάρη, και την φυσικήν του τόπου κατάστασιν, και την ώραν του έτους, και την κατάλληλον δίαιταν του ασθενούς και πολλά άλλα, εκ των οποίων αν κάτι παραλειφθή, θα βλάψη όλα τα άλλα που ανεφέραμεν.
Εάν δε, όταν πρόκειται να θεραπεύσωμεν το σώμα, χρειάζεται τόση μεγάλη ακρίβεια, πολύ περισσότερον όταν φροντίζωμεν δια την ψυχήν και θεραπεύωμεν αυτήν από τους κακούς λογισμούς, είναι ανάγκη να εξετάζωμεν και να παρατηρούμεν όλα με κάθε δυνατήν λεπτομέρειαν.
Ας ίδωμεν λοιπόν πως ενήστευσαν οι Νινευίται και πως απηλλάγησαν από την οργήν εκείνην. «Οι άνθρωποι και τα κτήνη, και τα πρόβατα και τα βόδια ας μη βρίσκωνται», λέγει. Τι λέγεις; ειπέ μου; Νηστεύουν και τα άλογα ζώα; και περιβάλλονται και οι ίπποι και οι ημίονοι με σάκκον; Ναι, λέγει. Διότι όπως, όταν αποθάνη κάποιος πλούσιος, όχι μόνον τους υπηρέτας και τας υπηρέτριας, αλλά και τους ίππους τους ενδύουν με σάκκους οι συγγενείς, και αφού τους δώσουν εις τους ιπποκόμους, τους διατάσσουν να πηγαίνουν εις το μνήμα, φανερώνοντες με τον τρόπον αυτόν το μέγεθος της συμφοράς και προκαλούντες την συμπάθειαν όλων, έτσι λοιπόν επειδή επρόκειτο να καταστραφή η πόλις εκείνη, ενέδυσαν με σάκκους και τα άλογα ζώα, και τα υπέβαλον εις νηστείαν. Δεν είναι δυνατόν, λέγει, τα άλογα ζώα, δια του λόγου να μάθουν την οργήν του Θεού, ας μάθουν δια της πείνας, ότι η τιμωρία αυτή είναι σταλμένη από τον Θεόν. Διότι αν καταστροφή, λέγει, η πόλις, δεν θα συμβή τούτο μόνον δι’ ημάς τους κατοίκους αυτής, αλλά και δι’ όλα αυτά θα είναι ένας κοινός τάφος. Αφού λοιπόν πρόκειται να συμμετάσχουν εις την τιμωρίαν, ας λάβουν μέρος και εις την νηστείαν.
Και κάτι άλλο επεδίωκον δια του τρόπου τούτου, πράγμα που κάμνουν και οι προφήται· καθ’ όσον και εκείνοι όταν ιδούν κάποιαν τιμωρίαν ανυπόφορον να έρχεται από τον ουρανόν και ως εκ τούτου να μη έχουν παρρησίαν προς τον Θεόν οι τιμωρούμενοι, να είναι γεμάτοι από εντροπήν, να μη είναι καθόλου άξιοι συγγνώμης και απολογίας και επειδή δεν έχουν τι άλλο να κάμουν, ούτε από που να εύρουν δικαιολογίαν δι’ αυτούς, καταφεύγουν εις τα ζώα, και διεκτραγωδούν τον θάνατον εκείνων, παρακαλούν δι’ αυτών τον Θεόν, προβάλλοντες την αξιολύπητον καταστροφήν. Όταν λοιπόν κάποτε έπεσεν εις τους Ιουδαίους πείνα και κατείχε μεγάλη ξηρασία την χώραν τους, και όλοι κατεστρέφοντο, άλλος μεν από τους προφήτας έλεγε· «εσκίρτησαν από την απελπισίαν τα θηλυκά δαμάλια εις την φάτνην των, έκλαυσαν τα κοπάδια των βοδιών, διότι δεν υπήρχε τροφή· όλα τα κτήνη της πεδιάδος έστρεψαν τα βλέμματά των προς σε, διότι εστείρευσαν «αι πηγαί των υδάτων»· άλλος δε πάλιν θρηνών δια τα κακά της ανομβρίας έλεγε περίπου τα εξής· «έλαφοι εγέννησαν εις τον αγρόν και εγκατέλειψαν τα νεογέννητα, διότι δεν υπήρχε χόρτον οι άγριοι όνοι εσταμάτησαν μέσα εις τα φαράγγια, ανέπνεον ως να είναι δράκοντες, έσβησαν τα μάτια των, διότι δεν υπήρχε χόρτον». Δια τούτο και σήμερον ηκούσατε τον Ιωήλ να λέγη· «ας εξέλθη ο γαμβρός από τον κοιτώνα αυτού και η νύμφη από τον νυμφικόν της θάλαμον, και συγκεντρώσατε τα νήπια που θηλάζουν».
Δια ποίον λόγον, ειπέ μου, προσκαλεί την άωρον ηλικίαν να παρακαλέση τον Θεόν; Δια τον ίδιον ακριβώς λόγον. Επειδή δηλαδή όλοι όσοι ήσαν άνδρες ηρέθησαν και παρώργισαν τον Θεόν, η βρεφική ηλικία, που είναι αμέτοχος εις την αμαρτίαν, ας παρακαλή τον οργιζόμενον. Αλλά ας εξετάσωμεν εκείνο που έλεγα προηγουμένως, ας ίδωμεν τι ήταν εκείνο που απεμάκρυνε την αναπόφευκτον εκείνην οργήν. Μήπως μόνον η νηστεία και ο σάκκος; Δεν ημπορεί να το ισχυρισθή κανείς αυτό, αλλά η μεταβολή ολοκλήρου του βίου. Από που γίνεται τούτο φανερόν; Από αυτά τα λόγια του προφήτου. Διότι αυτός που ωμίλησε περί της οργής του Θεού και της νηστείας εκείνων, αυτός ό ίδιος ομίλων περί της συμφιλιώσεως αυτών και αναφέρων την αιτίαν αυτής λέγει τα εξής· «Και είδε τα έργα αυτών ο Θεός»· ποία έργα; Ότι ενήστευσαν; Ότι εφόρεσαν σάκκον; Τίποτε από αυτά, αλλά αφού όλα αυτά τα παρέλειψε προσέθεσε· «διότι εγύρισε κάθε ένας οπίσω από τους κακούς δρόμους που ακολουθούσε και μετενόησε εξ αιτίας των κακών που ανήγγειλεν ο Θεός ότι θα κάμη εις αυτούς». Βλέπεις ότι δεν τους απήλλαξεν από τον κίνδυνον η νηστεία, αλλά η μεταβολή του βίου έκαμε τον Θεόν ίλεων και ευμενή εις τους βαρβάρους;
Αυτά τα είπα όχι δια να περιφρονούμεν την νηστείαν, αλλ’ αντιθέτως δια να την τιμούμεν διότι τιμή, της νηστείας δεν είναι η αποχή από φαγητά, αλλά η απομάκρυνσις από τα αμαρτήματα· δια τούτο εκείνος που περιορίζει την νηστείαν μόνον εις την αποχήν των τροφών, αυτός είναι εκείνος ο οποίος υβρίζει κατ’ εξοχήν αυτήν. Νηστεύεις; Δείξε τούτο δια των έργων. Ποίων έργων, λέγει; Εάν ιδής πτωχόν να τον ελεήσης· εάν ιδής εχθρόν σου, να συμφιλιωθής μαζί του· εάν ιδής φίλον σου να προκόπτη, να μη τον φθονήσης· εάν ιδής όμορφην γυναίκα εις τον δρόμον σου, να την προσπεράσης και να μη την προσέχης.
Δηλαδή να μη νηστεύη μόνον το στόμα, αλλά και τα μάτια, και η ακοή, και τα πόδια, και τα χέρια, και όλα τα μέλη του σώματός μας. Να νηστεύουν τα χέρια με το να μένουν καθαρά από την αρπαγήν και την πλεονεξίαν να νηστεύουν τα πόδια με το να απομακρύνωνται από τους δρόμους που οδηγούν εις τα παράνομα θεάματα· να νηστεύουν τα μάτια με το να μάθουν να μη προσηλώνωνται ποτέ εις όμορφα πρόσωπα, και να μη περιεργάζωνται ξένα κάλλη. Διότι τροφή των οφθαλμών είναι το να βλέπουν αλλά αν είναι εφάμαρτα και παράνομα αυτά που βλέπουν, τότε εξουδετερώνεται η νηστεία και ανατρέπει όλην την σωτηρίαν της ψυχής· ενώ αν είναι αυτά που βλέπουν τα μάτια σύμφωνα με τον νόμον και ακίνδυνα, τότε η παρατήρησις αυτή κοσμεί την νηστείαν. Διότι θα ήτο από τα πλέον παράλογα εξ αίτιας της νηστείας να απέχωμεν από τα φαγητά και την επιτρεπομένην τροφήν, σχετικώς δε με τους οφθαλμούς να μη αποφεύγωμεν και την τροφήν που απαγορεύεται. Δεν τρώγεις κρέας; Δεν πρέπει να φάγης και ακολασίαν διά των οφθαλμών. Ας νηστεύη και η ακοή σου… (…)
Ας νηστεύη και το στόμα από λόγους αισχρούς και υβριστικούς. Διότι ποία ωφέλεια υπάρχει όταν αποφεύγομεν μεν να τρώγωμεν ψάρια και κοτόπουλα να κατατρώγωμεν δε και να δαγκώνωμεν τους αδελφούς μας; Αυτός που υβρίζει είναι ωσάν να έφαγεν αδελφικόν κρέας, ωσάν να δαγκώνη την σάρκα του πλησίον. Δια τούτο και ο Παύλος μας εφόβισε ειπών τα εξής· «Εάν δαγκώνετε και κατατρώγετε ο ένας τον άλλον, προσέχετε μήπως αφανισθήτε μεταξύ σας».
Δεν έχωσες τα δόντια σου εις την σάρκα, αλλά έχωσες μέσα εις την ψυχήν σου την κακολογίαν, την επλήγωσες με την κακήν φήμην που διέδωσες, έκαμες ανυπολόγιστον ζημίαν εις τον εαυτόν σου και εις εκείνον και εις πολλούς άλλους, διότι και εκείνον που άκουσε την κακολογίαν τον έκαμες χειρότερον με τας διάβολάς σου κατά του πλησίον. Διότι αν είναι αμαρτωλός δεν διορθώνεται, αλλά γίνεται ράθυμος επειδή εύρε και άλλους να κάμουν την ιδίαν αμαρτίαν· αν πάλιν είναι δίκαιος φθάνει εις την υπερηφάνειαν και γίνεται αλαζών επειδή εξαπατάται από τας αμαρτίας των άλλων και φαντάζεται μεγάλα πράγματα δια τον εαυτόν του. Εκτός όμως από αυτά έβλαψες ολόκληρον την εκκλησίαν διότι όσοι θα σε ακούσουν δεν θα διαβάλλουν αυτόν που ημάρτησεν, αλλά ολόκληρον το γένος των χριστιανών· δια τούτο δεν ακούομεν τους ειδωλολάτρας παρά να λέγουν, ότι ο τάδε πόρνος είναι και ακόλαστος, αλλά αντί να κατηγορήσουν τον αμαρτήσαντα διαβάλλουν όλους τους χριστιανούς.
Συν τοις άλλοις έγινες αιτία να βλασφημήται το όνομα του Θεού· διότι όπως δοξάζομεν το όνομα του Θεού, όταν ευδοκιμούμεν εις την αρετήν, έτσι και όταν αμαρτάνωμεν βλασφημείται και υβρίζεται. Τέταρτον, εκείνον που εκακολόγησες και ύβρισες τον εντρόπιασες και με αυτήν σου την πράξιν τον έκαμες πιο αδιάντροπον και εχθρόν σου. Πέμπτον, έκαμες τον εαυτόν σου άξιον τιμωρίας, διότι περιέπλεξες τον εαυτόν σου εις πράγματα μη προσήκοντα. Διότι ας μη ισχυρισθή κανείς ότι τότε κακολογώ, όταν λέγω ψέμματα, ενώ αν λέγω την αλήθειαν, δεν κακολογώ. Και αν λέγης την αλήθειαν όταν κακολογής, και αυτό είναι έγκλημα. Καθ’ όσον και ο Φαρισαίος εκείνος όταν κακολόγησε τον τελώνην, την αλήθειαν έλεγεν, όμως αυτό δεν ήτο προς δικαιολογίαν του. Διότι λέγε μου, ήτο τελώνης και αμαρτωλός ο τελώνης; Εις τον κάθε ένα είναι φανερόν ότι ήτο τελώνης· και όμως επειδή τον κακολόγησεν ο φαρισαίος, έφυγεν από τον ναόν αφού έχασεν όλα τα καλά του.
ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ – ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ – 32 – ΚΕΙΜΕΝΟΝ – ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ – ΣΧΟΛΙΑ Υπό ΝΙΚΗΤΑ ΤΣΙΟΜΕΣΙΔΟΥ θεολόγου – Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας – ΕΠΕ – ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»-ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1979 – ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ -32- ΟΜΙΛΙΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑΙ Β’ – ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ