Μπερκουτάκης Μιχαήλ
ΛΟΓΟΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
«…Μεταμορφοῦται τοίνυν Χριστὸς οὐχ ὅ οὐκ ἦν προσλαβόμενος, οὐδὲ εἰς ὅπερ οὐκ ἦν
μεταβαλλόμενος, ἀλλ᾽ ὅπερ ἦν τοῖς οἰκείοις μαθηταῖς ἐκφαινόμενος· διανοίγων
τούτων τά ὄμματα, καὶ ἐκ τυφλῶν ἐργαζόμενος βλέποντας…» (άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός)
1 Με αφορμή τη σημερινή μεγάλη δεσποτική εορτή θα προσπαθήσουμε, το κατά δύναμιν, αδελφοί μου, να προσεγγίσουμε θεολογικά το βαθύτερο νόημα του θαύματος της Μεταμορφώσεως του Κυρίου, παρουσιάζοντας συνοπτικά όλα τα σχετικά με αυτό γεγονότα, όπως αναγράφονται στις διηγήσεις των ιερών Ευαγγελίων και όπως αναπτύσσονται στη διδασκαλία των μεγάλων Πατέρων και στην υμνολογία της Εκκλησίας. Ο μεταμορφωθείς Κύριος είθε να κατευθύνει τα διαβήματά μας στο δύσκολο αυτό έργο και να φωτίσει τους αναγνώστες μας προς κατανόηση και αποδοχή των αιώνιων και σωτήριων αληθειών της χριστιανικής διδασκαλίας.
2 Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από την αγιογραφική διήγηση, παραθέτοντας με απόλυτη χρονολογική σειρά όσα συνέβησαν. Λίγο πριν από το πάθος Του ο Χριστός έκλεισε μία από τις δημόσιες ομιλίες Του με μία αινιγματική φράση: «… Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει …» (Μκ. 9,1). Η αινιγματική αυτή φράση του Κυρίου αναφερόταν στους τρεις μαθητές Του (Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη), που θα ήταν παρόντες λίγες ημέρες αργότερα κατά τη Μεταμόρφωσή Του. Είπε ο Κύριος την αινιγματική αυτή φράση και μετά από έξι ημέρες ξεχώρισε τους τρεις μαθητές Του από τον ευρύτερο κύκλο των δώδεκα και πήγε μαζί τους στην κορυφή ενός βουνού, που δεν κατονομάζεται στη διήγηση των Ευαγγελίων, αλλά κατά την Παράδοση ήταν το όρος Θαβώρ. Όταν έφτασαν στην κορυφή του βουνού, ο Χριστός ζήτησε από τους μαθητές Του να προσευχηθούν μαζί Του. Ενώ προσεύχονταν, ξαφνικά ο Χριστός μεταμορφώθηκε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των μαθητών Του. Το σώμα Του άρχισε να ακτινοβολεί ένα υπέρλαμπρο Φως. Το Φως αυτό ήταν αρχικά αμυδρό, αλλά σταδιακά δυνάμωνε συνεχώς, μέχρι που στο τέλος έγινε λαμπρότερο από το φως του ήλιου, ενώ ακόμη και τα ρούχα που φορούσε ο Κύριος έγιναν πιο αστραφτερά από το ηλιακό φως. Τότε εμφανίστηκαν δίπλα στο Χριστό μέσα σε αυτό το υπέρλαμπρο Φως δύο ιεροί άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης, οι προφήτες Μωυσής και Ηλίας, και συζητούσαν μαζί Του. Οι μαθητές, όταν είδαν το υπέρλαμπρο Φως του Χριστού, σάστισαν και ένιωσαν μια ανέκφραστη χαρά και ευτυχία ασύγκριτα ανώτερη από κάθε χαρά και ευτυχία, που είχαν γνωρίσει μέχρι τότε. Ο Πέτρος είπε: «… Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· εἰ θέλεις, ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, Σοὶ μίαν καὶ Μωσεῖ μίαν καὶ μίαν Ἠλίᾳ …» (Μτθ. 17,4). Η φράση αυτή σημαίνει: «… Κύριε, είναι τόσο όμορφο αυτό που ζούμε αυτή τη στιγμή, που θα θέλαμε να μην τελειώσει ποτέ. Μακάρι να μείνουμε για πάντα σε αυτή την κατάσταση, μακάρι να μη γυρίσουμε ποτέ στη συνηθισμένη αντίληψη του φυσικού κόσμου. Αν μάλιστα θέλεις, μπορούμε να φτιάξουμε εδώ τρεις σκηνές, μία για Σένα, μία για το Μωυσή και μία για τον Ηλία, ώστε να κατοικήσετε μόνιμα σε αυτές …». Ο Πέτρος, σημειώνει η διήγηση των Ευαγγελίων, είπε αυτή τη φράση: «… μὴ εἰδὼς ὃ λέγει …» (Λκ. 9,33), γιατί εκείνη τη στιγμή ο νους και η καρδιά του είχαν αλλοιωθεί από την ενέργεια της θείας χάριτος, σε βαθμό που καθιστούσε αδύνατη τη φυσιολογική λειτουργία της σκέψης και του λόγου. Αμέσως μετά «… ἰδοὺ νεφέλη φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς …» (Μτθ. 17,5). Η παρουσία της «φωτεινής νεφέλης» δηλώνει παραστατικά την οριστική επικράτηση του υπερφυσικού Φωτός. Ενώ δηλαδή στην αρχή της «…θεωρίας…» οι μαθητές διατηρούσαν την αίσθηση του χώρου, του χρόνου και του υλικού τους σώματος, στο τέλος της το υπέρλαμπρο Φως του Χριστού έγινε τόσο δυνατό, που εξαφάνισε με τη λαμπρότητά του τα πάντα, οι δε μαθητές έχασαν όχι μόνο την αίσθηση του χώρου και του χρόνου, αλλά ακόμη και την αίσθηση του υλικού τους σώματος και έβλεπαν μόνον αυτό το Φως και τίποτα άλλο. Τότε οι μαθητές άκουσαν τη φωνή του Θεού – Πατέρα: «… Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· Αὐτοῦ ἀκούετε …» (Μτθ. 17,5). Ακούγοντας αυτά τα λόγια, έπεσαν στη γη και λιποθύμησαν. Εάν η θεωρία του Φωτός κρατούσε περισσότερο, θα είχαν πεθάνει. Αργότερα ο Χριστός τους άγγιξε με το χέρι Του και οι μαθητές, ανοίγοντας τα μάτια τους, Τον είδαν με τη συνηθισμένη μορφή Του. Ενώ κατέβαιναν από το βουνό ο Κύριος τους έδωσε εντολή: «… μηδενὶ εἴπητε τὸ ὅραμα ἕως οὗ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ …» (Μτθ. 17,9).
3 Το θαύμα της Μεταμορφώσεως είναι αναμφισβήτητα το σημαντικότερο από τα υπερφυσικά σημεία του Κυρίου. Η σπουδαιότητά του φαίνεται από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τον εορτασμό του η λατρεία της Εκκλησίας, αφού, όχι τυχαία, τον κατατάσσει στις πολύ μεγάλες δεσποτικές εορτές, τοποθετώντας τον στο επίπεδο του εορτασμού των Χριστουγέννων και των Θεοφανίων. Ας μας επιτραπεί μάλιστα να προσθέσουμε πως και η ακολουθία της εορτής της Μεταμορφώσεως διακρίνεται για το θεολογικό της βάθος, αποτελεί δε, κατά την ταπεινή μας εκτίμηση, την ομορφότερη και υμνογραφικά τελειότερη ακολουθία του ετήσιου λειτουργικού κύκλου. Διαβάζοντας προσεκτικά την ακολουθία της Μεταμορφώσεως παρατηρούμε, ότι περιστρέφεται γύρω από δύο βασικούς άξονες. Με τη Μεταμόρφωσή του ο Χριστός έδειξε στους τρεις μαθητές: α) τη Θεότητά Του και β) πώς θα γίνουν οι δίκαιοι άνθρωποι στη Βασιλεία του Θεού. Σε αυτούς τους δύο άξονες θα στρέψουμε στη συνέχεια του λόγου το ενδιαφέρον μας και αυτούς θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε ερμηνευτικά.
4 Στην Αγία Γραφή (Γεν. 2,7) περιγράφεται με ανθρωπομορφικές εικόνες η δημιουργία του ανθρώπου: «… καί ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον χοῦν ἀπό τῆς γῆς, καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν …». Θα αποδίδαμε παραφραστικά το νόημα του χωρίου ως εξής: «… και δημιούργησε πρώτα ο Θεός το υλικό σώμα του ανθρώπου, χρησιμοποιώντας ως βασική ύλη το χώμα της γης, μετά φύσηξε πάνω στο πρόσωπό του την πνοή της ζωής και τότε ο άνθρωπος πήρε ζωή και άρχισε να υπάρχει …». Η θεόπνευστη αυτή αλήθεια μας διδάσκει ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από το Θεό «… διφυής …». Συνδυάζει δηλαδή στην ύπαρξή του δύο διαφορετικές «… φύσεις …». Ο άνθρωπος εἶναι από τη μία μεριά υλικός, γιατί έχει υλικό σώμα, εξ ου και το όνομα «… Ἀδάμ …», πού σημαίνει «… χοϊκός …», φτιαγμένος από χώμα, χωματένιος. Ταυτόχρονα όμως ο άνθρωπος είναι και πνευματικός, γιατί έχει «νοερά φύση» ἤ «ψυχή», κατά την αντίστοιχη ορολογία της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας. Με το υλικό του σώμα ο άνθρωπος συγγενεύει με τα ζώα, ενώ με την «νοερά φύση» του συγγενεύει με τους αγγέλους και με τον Θεό. Θα μπορούσαμε να πούμε πως οι άγγελοι είναι άνθρωποι χωρίς υλικό σώμα, ενώ κατά την αντίστροφη έννοια θα μπορούσαμε να πούμε πως οι άνθρωποι είναι άγγελοι που ενώθηκαν με υλικό σώμα. Κατά την ανθρωπολογία μάλιστα της Εκκλησίας, οι δύο «… φύσεις …» του ανθρώπου αποτελούν ενιαίο και αδιαίρετο υπαρκτικό όλον (ο άνθρωπος δηλαδή δεν είναι μόνο το σώμα ή μόνον η ψυχή, αλλά η ψυχή και το σώμα ενωμένα αδιαίρετα μεταξύ τους) και δεν υπόκεινται σε καμία ιεράρχηση ή αντίθεση (δεν μπορούμε δηλαδή να πούμε ότι ἡ ψυχή εἶναι ανώτερη από το σώμα ἤ ότι το σώμα εἶναι ανώτερο από την ψυχή, ούτε πάλι ότι το σώμα και η ψυχή του ανθρώπου εἶναι αντίθετα και αντιμαχόμενα στοιχεία, όπως υποστήριζε η αρχαιοελληνική φιλοσοφία, αποδεχόμενη την αρχή του φιλοσοφικού δυαλισμού).
5 Ως «διφυές» λογικό κτίσμα ο άνθρωπος έχει δύο ειδών μάτια. Έχει «… φυσικούς οφθαλμούς …», δηλαδή τα γνωστά σε όλους μας μάτια του σώματος, με τα οποία βλέπει το φως του ήλιου και το φυσικό κόσμο, αλλά παράλληλα έχει και «… νοερούς οφθαλμούς …», πνευματικά δηλαδή μάτια, με τα οποία «… θεωρεί …» τον Θεό και γενικότερα τον πνευματικό κόσμο. Πριν από το προπατορικό αμάρτημα ό άνθρωπος έβλεπε ταυτόχρονα και με τα δύο είδη των οφθαλμών του. Έβλεπε με τα μάτια του σώματος τον φυσικό κόσμο, ενώ με τα μάτια της ψυχής έβλεπε τον Θεό. Δυνάμει δε της πνευματικής «… θεωρίας …» του Θεού ο άνθρωπος επιτύγχανε την ένωσή του με Αυτόν, την «θέωση», καθιστάμενος αθάνατος και ευτυχισμένος. Μετά το προπατορικό αμάρτημα όμως οι «… νοεροί οφθαλμοί …» του ανθρώπου τυφλώθηκαν. Έτσι μετά την πτώση του ο άνθρωπος βλέπει τον κόσμο μόνο με τα φυσικά μάτια του σώματος. Η τύφλωση των «… νοερών οφθαλμών …» του ανθρώπου ονομάζεται στην Αγία Γραφή και στην ευρύτερη χριστιανική διδασκαλία «… θάνατος …» ή συχνότερα «… πνευματικός θάνατος …» (προς διάκριση από το σωματικό θάνατο).
6 Επειδή οι άνθρωποι έβλεπαν το Χριστό μόνο με τα μάτια του σώματος, ο Κύριος παρουσιαζόταν μπροστά τους ως ένας απλός άνθρωπος. Τη στιγμή όμως της Μεταμορφώσεώς Του ο Χριστός «… θεράπευσε …» για μία στιγμή τους «… νοερούς οφθαλμούς …» των μαθητών Του και τους επέτρεψε να Τον αντικρίσουν όχι μόνο με τα μάτια του σώματος, αλλά και με τα μάτια της ψυχής. Έτσι οι μαθητές είδαν για λίγο το Χριστό όχι ως άνθρωπο, όπως τον έβλεπαν στην καθημερινή τους ζωή, αλλά όπως ήταν στην πραγματικότητα, δηλαδή ως Θεάνθρωπο. Το Άκτιστο Φως που είδαν οι μαθητές κατά τη Μεταμόρφωση ήταν η Θεότητα του Χριστού. Το Φως αυτό δεν εμφανίστηκε για λίγο και μετά εξαφανίστηκε, όπως συνάγεται αρχικά από την ευαγγελική διήγηση. Το Φως αυτό ο Χριστός το είχε πάντα μαζί Του, αλλά οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να το δουν. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, αποδίδοντας με απόλυτη επιτυχία τη χριστιανική διδασκαλία, γράφει χαρακτηριστικά: «… Μεταμορφοῦται τοίνυν Χριστὸς, οὐχ ὅ οὐκ ἦν προσλαβόμενος, οὐδέ εἰς ὅπερ οὐκ ἦν μεταβαλλόμενος, ἀλλ᾽ ὅπερ ἦν τοῖς οἰκείοις μαθηταῖς ἐκφαινόμενος· διανοίγων τούτων τά ὄμματα, καί ἐκ τυφλῶν ἐργαζόμενος βλέποντας …», δηλαδή: «… Μεταμορφώνεται λοιπόν ο Χριστός μπροστά στους τρεις μαθητές Του, όχι παίρνοντας ένα Φως, που δεν το είχε πάντα μαζί Του, ούτε αλλάζοντας την μορφή Του σε κάτι που δεν ήταν μόνιμα δικό Του, αλλά αποκαλύπτοντας στους μαθητές Του το Φως που είχε πάντα μαζί Του και οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να το δουν, σαν να ήταν τυφλοί, που θεράπευσε για λίγο τα μάτια τους, ώστε να καταστούν ικανά, να θεωρήσουν τη Θεότητά Του …». Με την αποκάλυψη της Θεότητάς Του, όπως ρητά αναφέρει το Κοντάκιο της εορτής, ο Κύριος θέλησε να στηρίξει την πίστη των τριών μαθητών προς το Θεανθρώπινο Πρόσωπό Του, γιατί γνώριζε πως πολύ σύντομα κατά την ώρα των κοσμοσωτήριων παθών Του η πίστη αυτή θα δοκιμαστεί: «… Ἐπὶ τοῦ ὄρους μετεμορφώθης, καὶ ὡς ἐχώρουν οἱ μαθηταί σου τὴν δόξαν Σου, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐθεάσαντο, ἵνα ὅταν Σὲ ἴδωσι σταυρούμενον, τὸ μὲν πάθος νοήσωσιν ἑκούσιον, τῷ δὲ κόσμῳ κηρύξωσιν, ὅτι Σὺ ὑπάρχεις ἀληθῶς, τοῦ Πατρὸς τὸ ἀπαύγασμα …».
7 Ο μέγας Αθανάσιος στα έργα του «Κατά εἰδώλων» και «Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου», για να περιγράψει με παραστατικό τρόπο μια σημαντική πτυχή της χριστιανικής ανθρωπολογίας, χρησιμοποιεί το παράδειγμα του «…ἐσόπτρου…» (καθρέπτης). Όπως δηλαδή ὁ καθρέπτης έχει την ικανότητα να μετέχει στο ηλιακό φως και να το αντανακλά, έτσι και ο άνθρωπος πριν από το προπατορικό αμάρτημα είχε τη δυνατότητα να μετέχει στο Άκτιστο Φως της Θεότητας και να το αντανακλά. Και όπως ὁ καθρέπτης τη στιγμή που αντανακλά το ηλιακό φως, γίνεται «…όμοιος…» με τον ήλιο, έτσι και ο άνθρωπος, αντανακλώντας πριν από το προπατορικό αμάρτημα το Άκτιστο Φως της Θεότητας, γινόταν «… όμοιος …» με το Θεό, γινόταν ένας μικρός «… θεός κατά χάριν …» ἤ «… θεός κατά μέθεξιν …». Ο καθρέπτης μάλιστα που αντανακλά το ηλιακό φως δεν γίνεται στην πραγματικότητα ήλιος, δεν έχουμε δηλαδή «…τροπή…» του καθρέπτη σε ήλιο, αλλά απλώς «… ομοιάζει …» με τον ήλιο, επειδή αποκτά δευτερογενώς δια της μετοχής την φυσική ιδιότητα του φωτός. Κατά παρόμοιο τρόπο ό άνθρωπος, μετέχοντας πριν από το προπατορικό αμάρτημα στο Άκτιστο Φως της Θεότητας και αντανακλώντας το ως καθρέπτης, δεν «τρεπόταν» σε Θεό, αλλά παρέμενε στα όρια της κτιστής του υπάρξεως.
8 Ενώ όμως πριν από το προπατορικό αμάρτημα ο άνθρωπος έβλεπε με τους «… νοερούς οφθαλμούς …» του το Άκτιστο Φως της Θεότητας και το ακτινοβολούσε, όπως ο καθρέπτης ακτινοβολεί το φως το ήλιου, μετά από το προπατορικό αμάρτημα η ανθρώπινη φύση «… ἠμαυρώθη …» (μουτζουρώθηκε) και, ως εκ τούτου, απώλεσε την ικανότητα της ακτινοβολίας του Ακτίστου Φωτός. Μοιάζει συνεπώς η ανθρώπινη φύση μετά από το προπατορικό αμάρτημα με έναν μουτζουρωμένο καθρέπτη, που ενώ διατηρεί την ικανότητα να ακτινοβολεί το ηλιακό φως, δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει σωστά, εξαιτίας της μουτζούρας που κάλυψε την επιφάνειά του. Με το θαύμα της Μεταμορφώσεώς Του ο Χριστός, έχοντας, ως Θεάνθρωπος, καθαρίσει τη μουτζούρα που εμποδίζει την ανθρώπινη φύση να ακτινοβολεί το Φως της Θεότητας, επέτρεψε στους τρεις μαθητές Του να δουν για μία στιγμή το πώς ήταν το σώμα του ανθρώπου πριν από το προπατορικό αμάρτημα και το πως θα γίνουν τα σώματα των δίκαιων ανθρώπων μετά από την κοινή ανάστασή τους στην αιώνια Βασιλεία του Θεού.
9 Πολύ όμορφα διατυπώνει ο υμνογράφος τη συγκεκριμένη πτυχή της χριστιανικής διδασκαλίας στο α΄ Κάθισμα της ακολουθίας του όρθρου: «… Τὴν τῶν βροτῶν ἐναλλαγήν, τὴν μετὰ δόξης Σου Σωτήρ, ἐν τῇ δευτέρᾳ καὶ φρικτῇ, τῆς Σῆς ἐλεύσεως δεικνύς, ἐπὶ τοῦ ὄρους Θαβὼρ μετεμορφώθης …», δηλαδή «… Μεταμορφώθηκες, ω Χριστέ σωτήρα μας, πάνω στο όρος Θαβώρ, για να μας δείξεις, το πως θα γίνουν τα σώματα των θνητών ανθρώπων, όταν, ενωμένα με τη δόξα Σου, θα αναστηθούν κατά την ημέρα της φρικτής και δευτέρας παρουσίας Σου …».
10 Κατά παρόμοιο τρόπο στο α΄ Απόστιχο της ακολουθίας του εσπερινού ο υμνογράφος αναφωνεί: «… Ὁ πάλαι τῷ Μωσεῖ συλλαλήσας, ἐπὶ τοῦ ὄρους Σινᾶ διὰ συμβόλων· Ἐγὼ Εἰμί, λέγων, ὁ Ὤν, σήμερον ἐπ᾽ ὄρους Θαβώρ, μεταμορφωθεὶς ἐπὶ τῶν μαθητῶν, ἔδειξε τὸ ἀρχέτυπον κάλλος τῆς εἰκόνος, ἐν ἑαυτῷ τὴν ἀνθρωπίνην, ἀναλαβὼν οὐσίαν …», δηλαδή: «… Αυτός που, ως ασώματος Θεός, στα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης μίλησε πάνω στο όρος Σινά με σύμβολα στον προφήτη Μωυσή, λέγοντας· το όνομά Μου είναι “Εγώ Είμαι αυτός που υπάρχει αιώνια”, σήμερα, ως Θεάνθρωπος, προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση και μεταμορφούμενος πάνω στο όρος Θαβώρ μπροστά στα έκπληκτα μάτια των μαθητών Του, μας έδειξε την αρχική ομορφιά που, ως “εικόνα“ του Θεού, είχε ο άνθρωπος, όταν πριν από το προπατορικό αμάρτημα ήταν ενωμένος με το Δημιουργό του…».
11 Στο β΄ τέλος Απόστιχο της ακολουθίας του εσπερινού, ο ιερός υμνωδός αναφέρει: «… Ἐν τούτῳ γὰρ ἐπιβὰς τῷ ὄρει, Σωτὴρ, μετὰ τῶν μαθητῶν Σου, τὴν ἀμαυρωθεῖσαν ἐν Ἀδάμ φύσιν, μεταμορφωθείς, ἀπαστράψαι πάλιν πεποίηκας, μεταστοιχειώσας αὐτήν, εἰς τὴν σὴν τῆς Θεότητος δόξαν τε καὶ λαμπρότητα …», δηλαδή: «… Γιατί ανεβαίνοντας πάνω σε αυτό το βουνό, ω Χριστέ σωτήρα μας, μαζί με τους μαθητές Σου και μεταμορφούμενος μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους, την ανθρώπινη φύση, που σαν καθρέπτης μουτζουρώθηκε στο πρόσωπο του γενάρχη Αδάμ, την έκανες να αστράψει και πάλι, όπως συνέβαινε πριν από το προπατορικό αμάρτημα, μεταστοιχειώνοντάς την άτρεπτα στην δόξα και την λαμπρότητα της Θεότητάς Σου …».
12 Καλούμαστε σήμερα να ακολουθήσουμε τους τρεις μαθητές στην κορυφή του όρους Θαβώρ, δηλαδή στην απόκτηση της αληθινής θεογνωσίας, ώστε να καταστούμε μύστες του μυστηρίου της θέωσης του ανθρώπου και κοινωνοί της αιώνιας ζωής και της μακαριότητας που μας χαρίζει ο Θεός. «… Η Εκκλησία …», παρατηρεί ο μακαριστός γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ, «… δεν προσεύχεται περί αδυνάτων πραγμάτων …»· και προσκαλώντας μας στον αγώνα για την απόκτηση της αληθινής θεογνωσίας, προσθέτει: «… Απορρίψατε τον άδικον λογισμόν, ότι τούτο (η θεωρία του Ακτίστου Φωτός) είναι των εκλεκτών μόνον κλήρος, ο οποίος δύναται να φονεύση εντός ημών την αγίαν ελπίδα. Η αλήθεια, εις την οποίαν είναι αναγκαίον να στερεωθή η καρδία ημών, είναι ότι ο Κύριος ουδένα ερχόμενον προς Αυτόν εκβάλλει έξω και απορρίπτει (Ιωάν. 6,37). Πάντες ημείς άνευ εξαιρέσεως εκλήθημεν εις την ιδίαν τελειότητα. Ερευνήσατε μετά προσοχής όλην την ακολουθίαν της εορτής και θα ίδητε μετά ποίας δυνάμεως η Εκκλησία προσκαλεί και πείθει πάντας προς ανάβασιν εις το αψηλάφητον Όρος της νοεράς Θεοπτίας, δεικνύουσα ούτω σαφώς, ότι ουχί μόνον κατά την αρχαιότητα, ουχί μόνον εις τους Αποστόλους, ηυδόκησεν ο Κύριος να φανερώση την αυγήν της Θεότητος Αυτού, αλλά και κατά την διάρκειαν πάντων των αιώνων, έως έτι και των ημερών ημών, δεν έπαυσε και ουδέποτε θα παύση κατά την επαγγελίαν Αυτού να εκχέη την ιδίαν εκείνην δωρεάν επί τους ακολουθήσαντας Αυτόν εξ όλης καρδίας …». Και επειδή, αδελφοί μου, έτσι έχουν τα πράγματα: «… Δεῦτε ἀναβῶμεν εἰς τὸ ὄρος Κυρίου, καὶ εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, καὶ θεασώμεθα τὴν δόξαν τῆς Μεταμορφώσεως αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ Πατρός· Φωτὶ προσλάβωμεν Φῶς, καὶ μετάρσιοι γενόμενοι τῷ πνεύματι, Τριάδα ὁμοούσιον ὑμνήσωμεν εἰς τοὺς αἰῶνας …» (Δοξαστικό Λιτής). Γένοιτο Κύριε. Αμήν.
Μπερκουτάκης Μιχαήλ,
θεολόγος, εκπαιδευτικός,
Πύργος Ηλείας, 05/08/2022.