ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΟΙ ΚΑΤΑ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΑΣΘΕΝΕΙΣ
Έρχονται μερικοί στο Καλύβι που είναι τελείως τσακισμένοι. “Μου λέει ο λογισμός ότι έχω έιτζ” , λένε και το πιστεύουν. Τους ρωτάω: “Μήπως συνέβη εκείνο, εκείνο;”. “Όχι”, μου λένε. «Τότε άδικα στεναχωριέσαι. Πήγαινε να κάνης μία εξέταση, για να σου φύγη ο λογισμός» . «Και αν γίνη η εξέταση και βρουν ότι έχω κάτι;» , λένε μερικοί και δε με ακούν και βασανίζονται. Ενώ αυτοί που ακούν, κάνουν εξέταση, βλέπουν ότι δεν έχουν τίποτε και, να δήτε, το πρόσωπό τους αλλάζει, το κουράγιο επανέρχεται. Οι άλλοι από την στενοχώρια ξαπλώνουν στο κρεβάτι και ούτε να φάνε δεν θέλουν. Εντάξει, έχεις έιτζ. Για τον Θεό δεν υπάρχει δύσκολο πρόβλημα. Αν ζήσης πιο πνευματικά , εξομολογήσαι , κοινωνάς, κ.λ.π., θα βοηθηθής.
– Πώς ξεκινάει , Γέροντα, και νομίζει κάποιος ότι είναι άρρωστος;
– Σιγά- σιγά καλλιεργεί αυτόν τον λογισμό. Πολλές φορές μπορεί να υπάρχη κάποια αιτία, αλλά να μην είναι κάτι σοβαρό. Βγάζει μετά και ο λογισμός κάτι ακόμη και το μεγαλοποιεί. Όταν ήμουν στην Μονή Στομίου, ήταν ένας οικογενειάρχης στην Κόνιτσα που νόμιζε ότι είχε φυματίωση. Δεν άφηνε ούτε την γυναίκα του να πάη κοντά του . «Μην πλησιάζης, της έλεγε, θα κολλήσης». Σε ένα ξύλο κρεμούσε η καημένη το καλάθι με το φαγητό και του το έδινε από μακριά. Η φουκαριάρα είχε λιώσει. Τα παιδιά του τα κακόμοιρα από μακριά τον έβλεπαν. Αυτός εν τω μεταξύ δεν είχε τίποτε, αλλά, επειδή ο ήλιος δεν τον έβλεπε ήταν κίτρινος και πίστευε ότι έχει χτικιό. Σηκώνομαι και πάω στο σπίτι του. Μόλις με είδε , μου λέει: «Μη με πλησιάζεις, καλόγερε, μην κολλήσης κι εσύ, και έρχεται κόσμος εκεί στο μοναστήρι. Έχω χτικιό.» «Ποιος σου είπε, μωρέ, ότι έχεις χτικιό, του λέω. Η γυναίκα του έφερε να με κεράση γλυκό καρύδι. «Άνοιξε το στόμα σου, του λέω. Θα κάνης υπακοή τώρα». Το άνοιξε. Δεν ήξερε τι θα κάνω. Βάζω το καρύδι μέσα στο στόμα του και το γυρνάω δυο- τρεις φορές και ύστερα το παίρνω και το τρώω. «Μη, μη θα κολλήσης!» , φώναζε. «Τι θα κολλήσω! Τίποτε δεν έχεις, του λέω. Αν είχες χτικιό, χαμένο το είχα να το κάνω; Σήκω να βγούμε έξω». Λέω στην γυναίκα του: «Πέταξέ τα όλα, φάρμακα, κουβέρτες… ». Τον σηκώνω και βγαίνουμε έξω. Έπειτα από τρία χρόνια που ήταν κλεισμένος μέσα κοιτούσε τον κόσμο παράξενα. Ύστερα, σιγά-σιγά, πήγε και στην δουλειά του. Τι είναι ο λογισμός, όταν τον καλλιεργής!
ΛΟΓΟΙ Γ’
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ