τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Λεμεσοῦ κ. Ἀθανασίου
Ἀνθρώπινα εἴδωλα
Εἴδωλο στή ζωή μας εἶναι καθετί τό ὁποῖο παίρνει τή θέση τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά μας. Τά εἴδωλα πάντα στόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί στή Γραφή ἦταν ψεύτικα πράγματα, χειροποίητα, πού ἦταν κατασκευάσματα ἀνθρώπων καί ἤθελαν νά παίρνουν τή θέση τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμη εἴδωλο εἶναι καί κάθε ἰδεολογία, φιλοσοφία, κομματική τοποθέτηση, χρήματα, νεαρή ἡλικία, ὀμορφιά, δύναμη καί ὁτιδήποτε ἄλλο ἀπολυτοποιεῖται μέσα στόν ἄνθρωπο, κλέβει τήν καρδιά του, καί ὁ ἄνθρωπος στηρίζεται πάνω σ’ αὐτό ἀντί στόν Θεό. Ἡ εἰδωλολατρία εἶναι ἄρνηση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεός δέν θέλει νά ἔχουμε εἴδωλα, ὄχι γιατί ζηλεύει, ἀλλά ἐπειδή τά εἴδωλα εἶναι καταδικασμένα νά καταστραφοῦν. Κάθε ψεύτικο πράγμα καταστρέφεται. Δέν μπορεῖ νά σταθεῖ, ἔτσι εἶναι ἡ φύση του. Τό ψέμα κάποια στιγμή θά καταρρεύσει. Εἴτε λόγος ψεύτικος εἶναι εἴτε ἰδεολογία εἶναι, κάποια στιγμή θά καταρρεύσει.
Πράγματα πού πρός στιγμή φαίνονται ἰσχυρά χάνονται, γιατί αὐτή εἶναι ἡ φύση τους, ἀφοῦ εἶναι μάταια. Ἀπόλυτος εἶναι μόνο ὁ Θεός καί αὐτός μόνο μένει στόν αἰώνα. Ὅπως λέει καί ὁ ψαλμός: «ὅτι στόν αἰώνα τό ἔλεος Αὐτοῦ». Καί τελικά αὐτή ἡ αἴσθηση τῆς αἰωνιότητας ἀναπαύει τόν ἄνθρωπο, γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος νά εἶναι αἰώνιος.
Τά εἴδωλα ἐπειδή εἶναι κατασκευάσματα ἀνθρώπων ἄρα καί «ψεύτικα», δέν μποροῦν νά ἀναπαύσουν τόν ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου τέτοια νά ξεκουράζεται καί νά αἰσθάνεται ἀσφάλεια σέ ὁτιδήποτε εἶναι ἀπόλυτο. Ὁτιδήποτε εἶναι περιορισμένο καί ἔχει ἀρχή καί τέλος δέν χωράει τόν ἄνθρωπο μέσα. Δέν μπορεῖ νά περιοριστεῖ σέ πράγματα φθαρτά καί παρερχόμενα. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀρχή, ἀλλά δέν ἔχει τέλος.
Ὁ Χριστός ὅταν ἔγινε ἄνθρωπος, νίκησε τόν θάνατο, τόν ἔσχατο ἐχθρό τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά μήν αἰσθάνεται φόβο ἀλλά ἀγάπη πρός τόν Θεό. Ὁ φόβος εἶναι γέννημα τῆς κολάσεως καί δέν ὑπάρχει στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν ὁ Θεός εἶναι παρών. Καί βέβαια μιλοῦμε γιά τόν φόβο τόν ψυχολογικό πού εἶναι γέννημα τῆς ψυχολογίας μας. Γιατί ὁ ἄνθρωπος πού φοβᾶται τόν Θεό ὑγειῶς, εἶναι αὐτός πού αἰσθάνεται τή μεγάλη ἁγιότητά Του καί αὐτό τό μεγάλο δέος ἀπέναντί Του καί φοβᾶται μόνο, μήπως διακόψει τή σχέση του μέ Αὐτόν. Ὁ ψυχολογικός καί ἀνθρώπινος φόβος σκοτώνει τόν ἄνθρωπο καί τόν βυθίζει στό σκοτάδι.
Ὁ Γέροντάς μας Ἰωσήφ, ὅταν ἦταν ἀκόμα μικρός εἶχε μεγάλο πόθο νά γίνει ἠθοποιός τῆς ἐποχῆς τῆς δεκαετίας τοῦ 1930. Ἀφοῦ ἤθελε, λοιπόν, νά γίνει ἠθοποιός, τά ἀπογεύματα πήγαινε στόν κινηματογράφο. Κάθε φορά πού ἔβγαινε ἀπό τόν κινηματογράφο εἶχε αὐτόν τόν πόθο καί φανταζόταν τόν ἑαυτό του ἠθοποιό στήν Ἀμερική. Μάλιστα κάποια στιγμή τά ἀδέρφια του πού ζοῦσαν στήν Ἀμερική, τοῦ ἔκοψαν εἰσιτήριο καί ἑτοίμασε τά ἀπαραίτητα ἔγγραφα, γιά νά πάει. Λίγες μέρες πρίν φύγει, πῆγε στόν κινηματογράφο.
Βγαίνοντας ἀπό ἐκεῖ τόν ἔπιασε μία κατάθλιψη καί περπατοῦσε στούς δρόμους τῆς Πάφου. Κάθισε σέ ἕνα μέρος καί σκεφτόταν. Σκεπτόμενος εἶδε τόν Χριστό μπροστά του. Τότε ἦταν δεκαεφτά χρόνων. Ὁ Χριστός τοῦ εἶπε, «Σωκράτη» (αὐτό ἦταν τό κοσμικό ὄνομα τοῦ Γέροντα), «αὐτός εἶναι ὁ ἄνθρωπος; Ὁ ἄνθρωπος δέν ἀποθνήσκει». Ἀμέσως ἄλλαξαν ὅλα τά δεδομένα του καί ὅλος ὁ τρόπος ζωῆς του. Πράγματι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος γιά τήν αἰώνια ζωή καί τήν ἀθανασία. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀθάνατο ὄν καί ἔχει ἀθάνατη ψυχή.
Τό σῶμα εἶναι θνητό ἄχρι καιροῦ. Θά ἔρθει καιρός πού ὁ Χριστός θά ἀναστήσει τά νεκρά μας σώματα καί θά ζήσουν καί αὐτά αἰώνια καί θά γίνουν ἀθάνατα. Ἔτσι ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί γίνεται ὅμοιος μέ τόν Θεό κατά χάρη, τότε ἀναπαύεται μόνο σέ ὁτιδήποτε εἶναι αἰώνιο καί ἀθάνατο. Σέ ὁτιδήποτε εἶναι θνητό καί πεπερασμένο καί ἔχει ἀρχή καί τέλος, ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἀναπαυθεῖ. Καί ἄν πιέσει τόν ἑαυτό του νά ἀ ν α π α υ θ ε ῖ σέ πράγματα πού εἶναι πεπερασμένα καί ἔχουν ἀρχή καί τέλος, τότε ἀναπόφευκτα θά τόν ἀκολουθήσει ἡ φοβία καί ἡ ἀνασφάλεια.
Γιά παράδειγμα ἔχω πολλά χρήματα καί αὐτό μέ ἐνθουσιάζει καί αἰσθάνομαι ὡραῖα. Ἄν ἐπενδύσω τήν ψυχή μου πάνω σ’ αὐτά, μπορεῖ νά νιώσω πρόσκαιρη χαρά, ἀλλά τίποτε δέν μπορεῖ νά μοῦ δώσει τήν ἀσφάλεια τῆς μονιμότητας, γιατί τά χρήματα δέν μποροῦν νά μέ ἀπαλλάξουν ἀπό τόν θάνατο καί τή φθορά. Κάποια στιγμή θά φθαρῶ καί θά πεθάνω. Τό ἴδιο ἀκόμη ἄν ἐπενδύσω τή ζωή καί τήν ὕπαρξή μου σέ μία σχέση καί δώσω νόημα ζωῆς μέ τό νά ἀγαπῶ ἕνα πρόσωπο καί νά θεωρῶ ὅτι εἶναι ὅλη μου ἡ ζωή. Ὡραῖα! εὐγενική σχέση ἀφοῦ ἐπενδύουμε τήν ἀγάπη μας σέ ἕνα πρόσωπο, πού μπορεῖ νά ζήσουμε μαζί του ὁλόκληρή μας τή ζωή. Ὅμως τήν ἴδια στιγμή μᾶς κυριεύει ἡ ἀνασφάλεια καί ὁ φόβος μήν τυχόν χάσουμε αὐτό τό πρόσωπο. Τά εἴδωλα λοιπόν εἶναι ψεύτικα πράγματα.
Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μία τάση νά κάνουν εἴδωλα, κυρίως οἱ νέοι ἄνθρωποι, ποδοσφαιριστές, ἠθοποιούς, τραγουδιστές κ. ἄ., γιατί λειτουργοῦν μέ ἕνα τρόπο ἄρρωστο, ἐπειδή ψάχνουν τό ἀπόλυτο καί τό αὐθεντικό, τό γνήσιο. Ἔτσι εἶναι πλασμένος ὁ ἄνθρωπος νά ἀναζητᾶ τό ἀληθινό. Γι’ αὐτό καί ὅ,τι νομίζει ὅτι εἶναι ἀληθινό καί ἔχει ἀξία τό πιάνει καί νομίζει ὅτι κάτι εἶναι. Τά ἔργα τοῦ Θεοῦ ὅμως ἔχουν ἄλλη ὑπόσταση καί π ο ι ό τ η τ α . Εἶναι ἀκριβά τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, γιατί εἶναι π ο λ ύ τ ι μ α .
Ὁ ἄνθρωπος δέν τά ἀ π ο κ τ ᾶ εὔκολα, γιά νά μήν τά χάνει καί εὔκολα καί νά τά ἐκτιμᾶ. Γι’ αὐτό ὁ κοσμικός ἄνθρωπος δέν θέλει νά κοπιάζει γιά νά ἀνακαλύψει τά ἀληθινά καί πολύτιμα ἔργα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀρέσκεται στά φτηνά, τά εὔκολα, τά φανταχτερά πράγματα τά ὁποῖα φαίνονται ὅτι εἶναι ἀληθινά, ἀλλά στό τέλος δέν εἶναι. Ἀπό τήν ἀρχαιότητα οἱ ἄνθρωποι ἔφτιαχναν θεότητες, γιατί εἶχαν τήν ἀνάγκη νά πλάσουν θεούς καί τούς κατασκεύαζαν ἀνάλογα μέ τί προδιαγραφές εἶχαν μέσα τους. Αὐτό συμβαίνει ἀκόμα καί στούς χριστιανούς. Ὑπάρχουν πολλοί ἄνθρωποι πού κατασκευάζουν εἴδωλα τοῦ Χριστοῦ.
Λένε δηλαδή ὅτι πιστεύουν στόν Χριστό, ἀλλά γιά αὐτούς ὁ Χριστός εἶναι ὁτιδήποτε θεωροῦν οἱ ἴδιοι ξεχωριστό καί καλό στή ζωή τους. Δέν λένε ὅτι Χριστός εἶναι αὐτό πού λέει τό Εὐαγγέλιο, αὐτό πού διδάσκει ἡ Ἐκκλησία καί δίδαξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, τό αὐθεντικό βίωμα τῶν Ἁγίων. Λένε ὅτι Χριστός καί ἀλήθεια εἶναι τό νά βοηθᾶς τόν συνάνθρωπό σου, τό νά εἶσαι τίμιος, τό νά ἔχεις διάφορες ἠθικές ἀξίες, ἀλλά δέν μιλοῦν εὔκολα γιά τόν Χριστό, τόν ἀληθινό Θεό. Ἐπίσης τέτοια εἴδωλα τοῦ Χριστοῦ φτιάχνουν καί ὅλες οἱ αἱρέσεις. Ἔτσι ὅταν δοῦμε ὅλες τίς αἱρέσεις, θά δοῦμε μία προσπάθεια τῶν ἀνθρώπων νά φτιάξουν ἕνα Χριστό σύμφωνα μέ τά δικά τους δεδομένα καί τίς δικές τους προδιαγραφές.
Γιά παράδειγμα ἄν πεῖς σέ ἕνα τέκτονα ὅτι αὐτό πού κάνει εἶναι ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, θά ἀντιδράσει καί θά πεῖ πώς στή στοά μιλᾶ γιά τόν Θεό, ἕνα Θεό βέβαια, πού τόν φτιάχνει στά δικά του δεδομένα. Ἤ ἀκόμα ἀκοῦς σήμερα κάποιους πού ἀκολουθοῦν τήν τάση τῆς παγκοσμιοποίησης νά λένε ὅτι σήμερα σημασία ἔχει νά εἶσαι καλός, νά ἔχεις ἀγάπη, καί δέν ἔχει σημασία ἄν πιστεύεις στόν Θεό ἤ σέ ποιό Θεό, τόν Ἀλλάχ, τόν Κομφούκιο ἤ σέ ὁποιοδήποτε ἄλλο. Εἶναι καί αὐτό μία προσπάθεια κατασκευῆς ἑνός Θεοῦ, ἀκόμα καί μέσα στόν χῶρο ἀνθρώπων τῆς ἐκκλησίας πού πιστεύουν στόν Οἰκουμενισμό.
Εἶναι μία προσπάθεια νά φτιάξουν ἕνα καινούργιο Χριστό. Καί ἔρχονται σήμερα καί λένε: τί σημαίνει καθολικός, τί σημαίνει προτεστάντης, τί σημαίνει εὐαγγελικός, τί σημαίνει παλαιοημερολογίτης κ.ἄ. Ὅλοι εἶναι χριστιανοί καί δέν χρειάζεται νά εἶναι χωρισμένοι καί νά ἔχουν διαφορές. Δέν τούς ἐνδιαφέρει τί λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες ἤ τί λέει ἡ Ἐκκλησία περί τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἀλήθειας τῶν γεγονότων ἤ τῶν προσώπων, ἀλλά τούς ἐνδιαφέρει τό πῶς αὐτοί καταλαβαίνουν τά πράγματα. Γι’ αὐτό ὑποστηρίζουν νά πιστεύουμε σέ ἕνα Θεό και αὐτός ὁ Θεός νά εἶναι ἕνας γιά ὅλους.
Ὅλα αὐτά λοιπόν εἶναι εἴδωλα καί προσφέρονται στόν ἄνθρωπο προκειμένου νά ὑποκαταστήσουν τή θέση καί τήν ὕπαρξη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Εἶναι πάρα πολύ σημαντικό στόν ἄνθρωπο, ἰδιαίτερα στίς μέρες μας, ὅσο ἁμαρτωλός καί νά εἶναι, τουλάχιστον νά ἔχει σωστή πίστη. Πιστεύουμε σωστά ὄχι ὅταν πιστεύουμε ὅπως ἐμεῖς θέλουμε, ἀλλά ὅπως τό Εὐαγγέλιο καί οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς παρέδωσαν καί ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει.
Στό Συνοδικό κείμενο τῆς Ὀρθοδοξίας λέει: «Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν…». Γενεές γενεῶν, ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού εἶχαν τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ μίλησαν καί δίδαξαν καί παρέδωσαν στήν Ἐκκλησία ἀπαραχάρακτη τήν ἀληθινή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σημαντικό νά ἔχουμε σωστή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, γιατί τότε ἔχουμε καί σωστή ἀντίληψη περί τοῦ ἀνθρώπου. Ἄν ἡ ἀντίληψή μας περί τοῦ Θεοῦ εἶναι λανθασμένη, τότε καί ἡ ἀντίληψη περί τοῦ ἀνθρώπου θά εἶναι λανθασμένη. Ἄν θέλουμε νά εἴμαστε χριστιανοί Ὀρθόδοξοι, πρέπει νά ἔχουμε αὐθεντική πίστη.
Ἄν θέλουμε νά δημιουργήσουμε ἕνα δικό μας Χριστό ὅπως τόν φανταζόμαστε καί ὅπως ἐμεῖς τόν θελουμε, εἶναι δικαίωμά μας. Ὅμως δέν μποροῦμε νά παρουσιάζουμε ἕνα χειροποίητο ψεῦδος καί νά θέλουμε νά ὑποκαταστήσουμε τήν ἀλήθεια τῆς ἐμπειρίας, ὅπως τό Εὐαγγέλιο καί ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρέδωσαν. Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν φτιάχνει εἴδωλα, εἴδωλα τοῦ Θεοῦ καί εἴδωλα τοῦ ἑαυτοῦ του καί ὅσων πραγμάτων ἔχει γύρω του. Εἰδωλοποιεῖ τίς ἰδέες του, τά ὑλικά ἀγαθά, τήν περιουσία του, τά παιδιά του, τή σύζυγο, τήν ἐπιστήμη, τό μυαλό του καί ὁτιδήποτε ἄλλο ὑπάρχει γύρω του. Ὅλα τά εἴδωλα βέβαια, ἀκόμα καί τά πιό εὐγενῆ, ἐνάρετα καί «ἅγια» εἶναι καταδικασμένα νά συντριβοῦν, γιατί ὁ Θεός δέν θέλει εἴδωλα.
Ὁ Θεός θά συντρίψει τά εἴδωλα, γιατί θέλει νά ἔχει μία ἀπευθείας σχέση ἀληθείας μέ τόν ἄνθρωπο. Καί τό εἴδωλο ἀκόμα ὅσο καλό κι ἄν εἶναι, κάποια στιγμή θά συντριβεῖ. Θά φτάσει στό τέλος, στόν θάνατο. Εἶναι πολύ δύσκολο μία ὁλόκληρη ζωή νά ὁλοκληρώνεται με τό τέλος τῶν ἐπιγείων πραγμάτων.
Ὅσο κι ἄν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐνάρετος καί πιστός, ὁ θάνατος εἶναι ἕνα πράγμα πού δέν τό θέλει, γιατί δέν εἶναι μέσα στή φύση του. Δέν τόν ἔπλασε ὁ Θεός γιά νά πεθαίνει. Ἡ φύση μας δέν θέλει τόν θάνατο. Δέν μποροῦμε νά τόν δεχθοῦμε καί νά ἐξοικειωθοῦμε μαζί του καί νά τόν ἀποδεχθοῦμε καί νά δοῦμε τή ζωή μας ὅλη νά τελειώνει σέ ἕνα τάφο. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός κατήργησε τόν θάνατο καί θά ἀναστήσει τούς νεκρούς.
Ὁ θάνατος προσβάλλει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε νά εἴμαστε εἰκόνες καί ὅμοιοι μέ Αὐτό καί νά εἴμαστε μια ψυχοσωματική ἑνότητα. Ὁ θάνατος ὅμως τή χωρίζει, καί μένει τό σῶμα νεκρό καί ἡ ψυχή φεύγει γιά τόν πνευματικό χῶρο. Ἀλλά βέβαια θά τελειώσει, ὅταν ὁ Χριστός θά ἀναστήσει ὅλους τούς νεκρούς, δέν θά ὑπάρχει πλέον θάνατος καί ἑπομένως οὔτε κανένα εἴδωλο. Ἀκόμα καί ὁ ἴδιός μας ὁ ἑαυτός θά μᾶς ἐγκαταλείψει τελευταῖος.
Ἄρα τί μένει σέ ὅλη αὐτή τήν πορεία; Μένει ἡ ἀλήθεια τῆς ὑπέρβασης ὅλων αὐτῶν τῶν πραγμάτων.
Ὁ ἄνθρωπος ξεπερνᾶ αὐτά τά πράγματα ὅσο πιό αὐθεντικός εἶναι καί ὅσο πιό πολύ ἐξοικειώνεται μέ τήν αὐθεντικότητα τοῦ Χριστοῦ καί ζεῖ κοντά Του καί εἶναι γνήσιος καί ἀληθινός ἄνθρωπος. Καί ἐπειδή ὁ Χριστός νικᾶ τόν θάνατο, νικᾶ καί τά εἴδωλα. Μπορεῖ νά κτίσεις τή ζωή σου πάνω στό εἴδωλο τοῦ ἑαυτοῦ σου, ὅμως αὐτή ἡ ζωή δέν μπορεῖ νά γίνει ὁ ἀπόλυτος τόπος, γιατί ἔχει ἡμερομηνία λήξεως. Αὐτός ὁ ἑαυτός σου πού σοῦ κάνει παρέα καί σέ ἀκολουθεῖ καί σέ συντροφεύει, θά ἔρθει κάποια ὥρα πού σίγουρα δέν θά σέ ἀκολουθήσει, γιατί δέν εἶναι ἀπόλυτος.
Ὅμως ἐσύ ὡς ἄνθρωπος καί ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ θά ὑπάρχεις. «Ζήσεται ἡ ψυχή μου καί αἰνέσει σε» λέει ὁ προφήτης Δανιήλ, τό σῶμα μου θά πεθάνει, ὅμως ἡ ψυχή μου θά ζήσει καί θά δεῖ τόν Θεό. Ὅπως λέει καί ἕνα ἀρχαῖο ρητό κάθε πράγμα κρίνεται μέ τήν τελευταία ἔκβασή του καί ὁ ἄνθρωπος φαίνεται τί ἔκαμε ἐκείνη τήν τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς του.
Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία προσεύχεται νά ἔχουμε «χριστιανά τέλη, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κολλήσει πάνω σ’ αὐτά τά ψεύτικα εἴδωλα, τά εἴδωλα τοῦ ἑαυτοῦ του, μόλις ἀντιληφθεῖ ὅτι κάτι συμβαίνει, τότε καταρρέει καί χάνει ὅλο τό νόημα τῆς ζωῆς του.
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ΕΤΟΣ 18ο ΤΕΥΧΟΣ 98ο ΙΟΥΛΙΟΣ – ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2018