Ιερεμίας Φούντας (+)
Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως
Η κατάκτηση της Χαναάν
(1250 — 1200 π.Χ.)
Η κατάκτηση της Χαναάν από τους Ισραηλίτες, που έγινε τον 13ο αιώνα π.Χ., περιγράφεται περισσότερο συστηματικά στο βιβλίο ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ· το βιβλίο αυτό έλαβε την σημερινή του γραπτή μορφή κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.
Ο Ιησούς, ο υιός του Ναυή, ο ήρωας του βιβλίου αυτού, ήταν ένα μέλος της φυλής του Εφραίμ και διαδέχτηκε τον Μωυσή, ως ο πνευματικός και στρατιωτικός αρχηγός του Ισραήλ. Περιγράφοντας το βιβλίο του Ιησού του Ναυή την επιτυχία του Ισραήλ στην κατάληψη της υποσχημένης γης κάνει να φανεί ζωηρά ότι η επιτυχία αυτή έρχεται ως αποτέλεσμα της διαθήκης του Θεού προς τον λαό του.
Πολλοί αναγνώστες της Παλαιάς Διαθήκης σκανδαλίζονται για την εύνοια του Θεού προς τον Ισραήλ και την καταδίκη των Χαναναίων. Μας λέει όμως η Βίβλος ότι ο λαός της Χαναάν διαφθάρηκε εντελώς και η θρησκεία του ήταν ειδωλολατρία και δαιμονολατρία και εξασκούσε και το κακό της ανθρωποθυσίας. Πραγματικά, οι Χαναναίοι ήταν οι πιο ασεβείς και διεφθαρμένοι απ’ όλους τους λαούς της αρχαίας Μέσης Ανατολής. Μπορούσαν βέβαια και αυτοί να μετανοήσουν και να γνωρίσουν τον Θεό και να σωθούν (βλ. Ιησ. Ν. κεφ. 2 και Ρουθ κεφ. 1-4). Αλλά, κατά την Αγία Γραφή, πολύ λίγοι Χαναναίοι έδειξαν αυτό το ενδιαφέρον. Και γι’ αυτόν τον λόγο ο Θεός τους τιμώρησε και τους παρέδωσε στα χέρια των φυλών του Ισραήλ.
Το βιβλίο Ιησούς του Ναυή αποτελείται από τρία μεγάλα τμήματα. Το πρώτο μιλάει για τους αγώνες του Ισραήλ για την κατάκτηση της Χαναάν, της υποσχημένης γης, με την ηγεσία του Ιησού (κεφ. 1-12). Το δεύτερο περιγράφει την διαίρεση της υποσχημένης γης μεταξύ των φυλών του Ισραήλ (κεφ. 13-21). Και το τρίτο τμήμα του βιβλίου αποδίδει δυο αποχαιρετιστήριες ομιλίες του Ιησού προς τον λαό του Θεού πριν από τον θάνατό του (κεφ. 22- 24). Οι αποχαιρετιστήριες ομιλίες περιέχουν μια ανανέωση της διαθήκης μεταξύ του Θεού και του Ισραήλ και η ανανέωση αυτή επιμένει στην αναγκαιότητα της σταθερής πίστης και υπακοής στον Θεό. Ιδιαίτερος τονισμός δίνεται στους κινδύνους της απιστίας και της ανυπακοής στον Θεό. Και πραγματικά, η Βίβλος μαρτυρεί επανειλημμένα ότι ο λαός της Παλαιός Διαθήκης δεν κράτησε καθαρή την πίστη του στον Θεό, ούτε υπήκουσε σταθερά σ’ Αυτόν. Και σαν αποτέλεσμα της τακτικής του αυτής είχε ο Ισραήλ να χάσει την ευλογία του Θεού και να διασκορπιστεί σε όλα τα έθνη. Η απιστία και ανυπακοή του Ισραήλ είναι η βάση για την αντικατάσταση της παλαιάς του διαθήκης με την νέα και αιώνια διαθήκη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Το πρόσωπο του Ιησού του Ναυή, που οδηγούσε τον παλαιό Ισραήλ στην υποσχημένη γη και τον εισήγαγε σ’ αυτήν, είναι άλλη μια εικόνα της Παλαιάς Διαθήκης για το πρόσωπο και το έργο του Ιησού Χριστού. Το όνομα «Ιησούς» (Yehoshua) είναι μια εβραϊκή λέξη που σημαίνει ότι ο «Γιαχβέ είναι σωτηρία». Ακριβώς όπως ο Ιησούς του Ναυή οδήγησε τον λαό του Θεού νικηφόρα στην γη Χαναάν, έτσι και ο δικός μας Ιησούς, αφού κατήγαγε νίκες και θριάμβους κατά του Διαβόλου, οδήγησε και οδηγεί και τώρα τον λαό Του, τον νέο Ισραήλ, που συγκροτεί την Εκκλησία Του, στην Βασιλεία των Ουρανών, την πραγματική γη της επαγγελίας.
Η περίοδος της συνομοσπονδίας
των δώδεκα φυλών (1200 – 1025 π.Χ.)
Τα βιβλία ΚΡΙΤΑΙ και ΡΟΥΘ διηγούνται την ιστορία του Ισραήλ από τον θάνατο του Ιησού μέχρι τον χρόνο πριν από την εγκαθίδρυση της εβραϊκής μοναρχίας υπό τους βασιλείς Σαούλ, Δαυίδ και Σολομώντα. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου τα μέρη εκείνα της Χαναάν, που κατελήφθησαν από τον Ισραήλ, διανεμήθηκαν στις δώδεκα φυλές του και η χώρα ήταν οργανωμένη χαλαρά και εκυβερνάτο από μια φυλετική συνομοσπονδία.
Το βιβλίο των Κριτών έλαβε την τελική του γραπτή μορφή κατά τον 7ο και 6ο αιώνα. Το πρώτο μέρος του βιβλίου (1, 1-2, 5) τονίζει την περιορισμένη ηγεμονία του Ισραήλ στην Χαναάν, την αποτυχία να συμπληρώσει την πορεία της κατάληψης της χώρας, που άρχισε από τις ημέρες του Ιησού. Η αποτυχία αυτή εξηγείται σαν αποτέλεσμα της ανάμειξης της λατρείας του Θεού με τις παγανιστικές θρησκείες των μη εβραϊκών φυλών, που κατοικούσαν στην Χαναάν. Ο λαός του Ισραήλ άρχισε να λατρεύει τον Βάαλ, τον κύριο θεό των Χαναανιτών και την Αστάρτη, την χαναανίτιδα θεά της ευφορίας και του πολέμου (βλ. 2, 11-15). Έτσι ο Κύριος δεν επέτρεψε στους Ισραηλίτες να συμπληρώσουν την κατάκτηση της χώρας. Επειδή οι Ισραηλίτες δεν υπήκουσαν στην εντολή του Κυρίου, να «μην κάνουν συνθήκη με τους κατοίκους του τόπου αυτού» και να «καταστρέψουν τα θυσιαστήριά τους», ο Θεός διακήρυξε σ’ αυτούς ότι «δεν θα τους εκδιώξουν (τους Χαναναίους) από μπροστά τους αλλά αυτοί θα είναι εναντίον τους και οι θεοί τους θα τους είναι παγίδα» (2, 1-5).
Έτσι βλέπουμε ότι η ανυπακοή και η απιστία φέρνουν την κρίση και την καταδίκη. Βλέπουμε όμως ότι ο Θεός, ενώ κρίνει και καταδικάζει τις αμαρτίες του Ισραήλ, είναι επίσης και ελεήμονας. Γιατί στέλνει πνευματική και πολιτική βοήθεια στον λαό του με τα πρόσωπα των Κριτών. Οι Κριτές ήταν πνευματικοί, στρατιωτικοί και πολιτικοί αρχηγοί, που τους ανέδειξε ο Θεός στην περίοδο της ομοσπονδίας των δώδεκα φυλών να ελευθερώσουν τον Ισραήλ από τους χαναανιτικούς εχθρούς του και από την δική του αμαρτωλή αποστασία.
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου των Κριτών (2, 6-16, 31) μας λέει για την εμφάνιση των Κριτών και την εφαρμογή του σχήματος αμαρτία – τιμωρία, μετάνοια – σωτηρία, που χαρακτηρίζει την ζωή του Ισραήλ τον 12ο και 11ο αιώνα π. X. Οι μνημονευόμενοι Κριτές είναι οι: Γοθονιήλ, Αώδ, Σαμεγάρ, Δεββώρα, Βαράκ, Γεδεών, Θωλά, Ιαίρ, Ιεφθάε, Αβαισσάν, Αϊλώμ, Αβδών και Σαμψών. Το βιβλίο των Κριτών δεν κάνει φανερό αν μερικοί απ’ αυτούς τους Κριτές κυβέρνησαν συνεχώς ή ορισμένο μόνο καιρό. Τελευταίος Κριτής ήταν ο Σαμουήλ, όπως υποδεικνύει το βιβλίο Α’ Βασιλειών.
Ακόμη και κάτω από την καθοδήγηση των Κριτών συνέβαιναν μερικές φορές στο Ισραήλ διάφορα κακά. Το τρίτο μέρος των Κριτών (κεφ. 17-21) περιγράφει την πολιτική αναρχία και τις θρησκευτικές καταστάσεις που επικράτησαν την περίοδο της ομοσπονδίας των δώδεκα φυλών. Πολλοί Ισραηλίτες απέρριψαν τον νόμο του Θεού και την αρχηγία των Κριτών. Έδειξαν ανυπακοή και απιστία και δέχτηκαν τις θρησκευτικές και λατρευτικές συνήθειες των Χαναναίων. Οι συνέπειες αυτής της αποστασίας και προσχώρησης στα χαναανιτικά έθιμα ήταν η κοινωνική και πολιτική αταξία, η διαφθορά και η αστάθεια στις φυλές του Ισραήλ. Αφού ο Ισραήλ απέρριψε τους όρους της Διαθήκης, καταδικάστηκε από τον Θεό και τιμωρήθηκε σε μια ζωή τελείας σχεδόν ανασφάλειας. Το βιβλίο των Κριτών τελειώνει με αυτά τα λόγια, που δείχνουν την κατάσταση αναρχίας των χρόνων εκείνων και την κατεύθυνση στην οποία οδηγούσε ο Θεός τον λαό Του την εποχή εκείνη της κρίσης: «Εκείνες τις μέρες δεν υπήρχε βασιλιάς στο Ισραήλ, κάθε άνθρωπος έκανε ό,τι αυτός νόμιζε για σωστό» (21, 25). Η εποχή της αναρχίας έφερε τον Ισραήλ ακόμα πιο κοντά στον καιρό που το έθνος θα ενωνόταν υπό την διακυβέρνηση ενός βασιλιά.
Στον ερχομό της εβραϊκής μοναρχίας δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στο βιβλίο της Ρουθ, το οποίο πιθανόν συνετέθη τον 6ο αιώνα π. X., αλλά το οποίο περιέχει μια ιστορία που συνέβη στις ημέρες των Κριτών. Η ιστορία δίνει μαρτυρία για την παρουσία του Θεού στην ζωή των πιστών Του παιδιών, ακόμη και σε μια περίοδο που γενικά χαρακτηρίζεται από απιστία, αποστασία, ανομία και αναταραχή. Στο βιβλίο της Ρουθ η σχέση μεταξύ των Ισραηλιτών και των Χαναναίων παρουσιάζεται διαφορετική από ό,τι παρουσιάζεται στο βιβλίο των Κριτών.
Τα γεγονότα που περιγράφονται στο βιβλίο της Ρουθ έλαβαν χώρα στο τέλος του δωδεκάτου και αρχές του ενδεκάτου αιώνα π.Χ. Ο Ελιμέλεχ, καταγόμενος από την φυλή του Ιούδα, θέλοντας να αποφύγει την πείνα που συνέβη στην περιοχή της πατρίδας του Βηθλεέμ, πήρε την οικογένειά του, την γυναίκα του Νωεμίν και τα δυο του παιδιά, τον Μααλών και τον Χελαιών, και κίνησε προς την Μωάβ, που βρίσκεται στο νότιο-ανατολικό τμήμα της χώρας Χαναάν. Οι Μωαβίτες κατάγονται από τον Μωάβ, τον υιό του Λωτ (τον ανεψιό του Αβραάμ) και της θυγατέρα του (βλ. Γεν. 19, 30-38). Η προέλευση αυτή του Μωάβ, από την αισχρή μίξη του πατέρα με την θυγατέρα, στιγμάτισε τους Μωαβίτες ως λαό ξένο προς το θέλημα του Θεού. Στην Μωάβ, την ξένη χώρα, πέθανε ο Ελιμέλεχ και τα δυο του παιδιά νυμφεύτηκαν Μωαβίτιδες γυναίκες, την Ορφά και την Ρουθ. «Και έζησαν εκεί περίπου δέκα χρόνια και πέθαναν επίσης και οι δυο υιοί και ο Μααλών και ο Χιλαιών και απέμεινε μόνη η γυναίκα (η Νωεμίν) στερημένη από τον άνδρα της και τα δυο της παιδιά» (Ρουθ 1, μ). Ακούγοντας η Νωεμίν ότι τελείωσε η πείνα στην Βηθλεέμ, αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα της. Οι Μωαβίτιδες νύφες της κίνησαν να πάνε και αυτές μαζί της, αλλά η Νωεμίν τις προέτρεψε να επιστρέψουν στον λαό τους. Η μια απ’ αυτές, η Ορφά, πείστηκε και γύρισε πάλι στην Μωάβ, αλλά η Ρουθ προσκολλήθηκε στην Νωεμίν λέγοντας: «Μη με αναγκάζεις να σε αφήσω και να μη σε ακολουθώ γιατί όπου πηγαίνεις εσύ θα πηγαίνω και εγώ και όπου μείνεις εσύ θα μείνω και εγώ· ο λαός σου θα γίνει λαός μου και ο Θεός σου θα γίνει Θεός μου» (1, 16). Γενόμενη έτσι μια Ισραηλίτισσα η Ρουθ με την πίστη και την αγάπη ήρθε στην Βηθλεέμ μαζί με την Νωεμίν. Στην Βηθλεέμ η νεαρή Μωαβίτισσα κέρδισε την εύνοια τού Βοόζ, ενός πλούσιου άνδρα και συγγενή του Ελιμέλεχ. Έτσι, ο Βοόζ και η Ρουθ ήρθαν σε γάμο και το παιδί τους Ωβήδ έγινε ο πατέρας του Ιεσσαί, ο οποίος πάλι έγινε ο πατέρας του Δαυίδ, του μεγαλύτερου βασιλιά του παλαιού Ισραήλ (βλ. Ρουθ κεφ. 2-4). Δια του Δαυίδ η Ρουθ έγινε η ίδια μια πρόγονος του Ιησού Χριστού. Το όνομά της μνημονεύεται καθαρά στην γενεαλογία του Ιησού Χριστού στο Ματθ. 1, 1-17.
Το βιβλίο της Ρουθ έχει δυο μεγάλους σκοπούς: Πρώτο να μας πει γιά την καταγωγή του βασιλιά Δαυίδ (λαμβανομένου υπόψη ότι το βιβλίο γράφτηκε πολύ αργότερα από τα γεγονότα που περιγράφει)· και δεύτερο να διακηρύξει ότι η αγάπη και το έλεος του Θεού εκτείνεται σε όλους, Ισραηλίτες και μη Ισραηλίτες, σε όλους όσοι καταφεύγουν σ’ Αυτόν με πίστη και ζητούν την προστασία Του. Ο θάνατος του Ελιμέλεχ και των παιδιών του στην Μωάβ είναι ένα σημείο ότι ο Θεός καταδικάζει την κίνηση του Ισραήλ προς την ειδωλολατρία, που υπήρχε στην Μωάβ, ενώ η επιστροφή της Νωεμίν στην Βηθλεέμ και η κατά συνέπεια μεταστροφή της Ρουθ είναι το μόνο δεκτό σχήμα για την ενοποίηση των Ισραηλιτών και των Χαναανιτών. Ο δεύτερος σκοπός του βιβλίου της Ρουθ δεν έρχεται καθόλου σε αντίθεση με την άποψη του βιβλίου των Κριτών. Το βιβλίο των Κριτών καταδικάζει τον παγανισμό των Ισραηλιτών, την στροφή τους από τον αληθινό Θεό στα είδωλα των Χαναναίων δεν υπαινίσσεται όμως καθόλου το βιβλίο αυτό ότι η μεταστροφή των Χαναναίων στην θρησκεία του Ισραήλ είναι αδύνατη ή ενάντια στο θέλημα του Θεού.
ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΕΣ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (Περιεχόμενο και Θεολογία της)
Υπό Ιερεμίου Φούντα Αρχιμανδρίτου
ΜΑΝΔΡΑ ΑΤΤΙΚΗΣ 1991
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ
Γένεση κεφ. 4-8: Η εξάπλωση του κακού και ο μέγας κατακλυσμός (Ελωχίμ-Νεφιλίμ)