+ π.Αντωνίου Αλεβιζόπουλου
1. Ιστορία
Η κίνηση άρχισε στη Ζυρίχη από μαθητές του Ζβιγγλίου. Πρωτεργάτες ήσαν μεταξύ άλλων και οι Konrad Grebel, Felix Manz και Georg Blaurock, οι οποίοι ετάχθησαν υπέρ της ανεξαρτησίας από την πολιτεία και εζήτησαν να εισαγάγουν το «αληθινό βάπτισμα».
Η άρνηση του βαπτίσματος των νηπίων εδημιούργησε ζωηρές συζητήσεις και τελικά οδήγησε στην ίδρυση ιδιαίτερης ομάδας (1525) της κοινότητας των «επιθυμούντων το βάπτισμα» (Evangelische Taufgesinnte). Ακολούθησαν διωγμοί από μέρους της πολιτικής εξουσίας, υποκινούμενοι από τον Ζβίγγλιο. Οι οπαδοί ζήτησαν καταφύγιο στο εξωτερικό.
Εξάλλου ο Melcior Hofmann (1495-1547) από το Strassburg, ο οποίος συνέδεσε τις βαπτιστικές σκέψεις με χιλιαστικές τάσεις, δήλωσε την έναρξη της «Βασιλείας του Θεού» σαν γεγονός που πλησίαζε και προσπάθησε να ιδρύσει στο Munster της Βεστφαλίας (1534/35) τη «Χιλιετή Βασιλεία».
Παρόμοιες ομάδες δημιουργήθηκαν στη Βόρεια Γερμανία και στην Ολλανδία, οι οποίες ενώθηκαν κάτω από την ηγεσία του πρώην ρωμαιοκαθολικού ιερέα Menno Simons (1496-1561). Ο Menno έγινε ο κύριος οργανωτής της κίνησης και έδωσε σ’ αυτήν το όνομά του (μεννονίτες).
Οι συνεχιζόμενοι διωγμοί συνετέλεσαν στη μεγαλύτερη διασπορά των οπαδών της κίνησης στην Πολωνία και στη Ρωσία. Κατά τον ΙΖ’ αιώνα έφθασαν στην Αμερική.
Στον αιώνα μας (1925) οι σημαντικώτερες ομάδες ενώθηκαν στο «Παγκόσμιο Μεννονιτικό Συμβούλιο». Σήμερα οι οπαδοί σ’ όλο τον κόσμο υπολογίζονται σε 700.000.
2. Διδασκαλία
Η κίνηση διακήρυξε πως η χριστιανική κοινότητα πρέπει να εφαρμόζει τις επιταγές του ευαγγελίου και να στηρίζεται στον εαυτό της και όχι στη κρατική εξουσία. Κύριο μέλημα είναι η αναζήτηση της πρωτοχριστιανικής κοινότητας με βάση την επί του όρους ομιλία του Χριστού. Έτσι κηρύττεται ο χωρισμός από τον κόσμο.
Σ’ αυτό το σημείο υπάρχουν διαφορές μεταξύ των διαφόρων ομάδων. Μερικές απορρίπτουν τελείως τη στρατιωτική θητεία. Άλλες δέχονται βοηθητικές υπηρεσίες στο στρατό. Στη δική τους στάση οφείλεται η κατοχύρωση του δικαιώματος της άρνησης της στρατιωτικής υπηρεσίας για λόγους θρησκευτικής συνείδησης.
Στην κίνηση υπάρχουν «Εθνικά Συμβούλια». Όμως οι αποφάσεις τους δεν ισχύουν, αν δεν εγκριθούν από την κοινότητα. Σε κοινοτικό επίπεδο υπάρχουν «επίσκοποι», «ποιμένες», «διάκονοι» και δίδεται μεγάλη σημασία στην πειθαρχία, που στηρίζεται στο «αξίωμα των κλειδιών». Η πειθαρχία αυτή αποβλέπει στη διατήρηση της αγιότητας της κοινότητας.
Η κίνηση θεωρεί την αγία Γραφή πηγή πίστης και ζωής. Όμως η Γραφή, λέγει, είναι «καθ’ εαυτήν» νεκρό γράμμα και μπορεί να κατανοηθεί πνευματικά μόνο από τον «φωτισμένο» από το Άγιο Πνεύμα.
Το βάπτισμα θεωρείται εξωτερική μαρτυρία εσωτερικής κατάστασης, που υπάρχει πριν από το βάπτισμα, το οποίο δεν έχει σωτηριολογική σημασία· είναι μόνο εξωτερικό σημείο, ότι κάποιος έχει βιώσει την αναγέννηση. Το βάπτισμα αποτελεί ακόμη υπακοή στην εντολή του Χριστού, τελετή για την πρόσληψη στην «κοινότητα των αγίων». Ο νηπιοβαπτισμός απορρίπτεται. Όμως μερικές κοινότητες έχουν ιδιαίτερη τελετή για τα παιδιά, που σημαίνει «προσφορά» και ευλογία των παιδιών.
Η ευχαριστία αποτελεί δείπνο ανάμνησης του πάθους του Χριστού και κοινωνία πίστης και αγάπης. Αλλά και στο σημείο αυτό υπάρχουν διαφορές μεταξύ των κοινοτήτων. Μερικές υπογραμμίζουν τη συμβολική σημασία της ευχαριστίας. Άλλες αναφέρουν πως στην ευχαριστία, «με τα ορατά σημεία», λαμβάνομε τον Χριστό και με θαυμαστό τρόπο «τρεφόμεθα με τη σάρκα Του και το αίμα Του». Σε πολλές κοινότητες η ευχαριστία συνδέεται με το νίψιμο των ποδών, σαν εκδήλωση ταπείνωσης. Η Ομολογία της Dotrecht εισήγαγε μάλιστα ιδιαίτερη λειτουργική πράξη, που τηρείται αυστηρά.
Ως χριστιανικός γάμος αναγνωρίζεται μόνο ο γάμος μεταξύ αναγεννημένων το διαζύγιο απαγορεύεται αυστηρά.
Από το βιβλίο: ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΙΣΜΟΣ, ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ