Ελένης Παταρίδου
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΩΝ ΝΑΖΙ
ΤΟ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ
ΤΗΣ «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΡΑΙΧ»
Είναι Δεκέμβριος του 1936 και η σκιά του πολέμου δεν έχει πέσει πάνω από τους Γερμανούς, οι οποίοι ζουν τα τέταρτα Χριστούγεννα από τότε που το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Χίτλερ ήρθε στην εξουσία και ξεκίνησε τη μεταμόρφωση της Γερμανίας.
Οι δρόμοι στις πόλεις είναι γεμάτοι από ανθρώπους που αγοράζουν πράγματα της τελευταίας στιγμής. Οι ήχοι από τα κάλαντα ακούγονται στον αέρα. Οι άνθρωποι εύχονται ο ένας στον άλλον «Καλά Χριστούγεννα», καθώς στέκονται μπροστά σε ένα μεγάλο δέντρο, πλούσια διακοσμημένο, που στην κορυφή του στέκεται μια τεράστια σβάστικα…
Έχουμε την τάση να σκεφτόμαστε τη σχέση μεταξύ οργανωμένης Εκκλησίας και ολοκληρωτικών καθεστώτων σαν κάτι στο οποίο η ελευθερία της θρησκευτικής πίστης και έκφρασης έχει κατασταλεί στο όνομα της ενότητας του κράτους. Αλλά αν αυτό ισχύει, τότε τι ακριβώς συμβαίνει στην παραπάνω σκηνή – κάτι που συνέβαινε σε κάθε γερμανική πόλη από το 1933 έως το 1943;
Αποκαλύπτει η αντικατάσταση του σταυρού από τη σβάστικα ένα μετασχηματισμό μιας χριστιανικής γιορτής σε μια παγανιστική ιεροτελεστία, μια ιδιοποίηση μιας δημοφιλούς παράδοσης για πολιτικούς σκοπούς ή μια ανησυχητική συνύπαρξη των παραδοσιακών χριστουγεννιάτικων διασκεδάσεων του γερμανικού λαού και των προσταγών των νέων του αφεντικών;
Μια Νέα Θρησκεία;
Το Τρίτο Ράιχ του Χίτλερ συχνά έχει περιγραφεί σαν μια θρησκευτική κίνηση και είναι εύκολο να δούμε γιατί: ένα πολιτικό κόμμα του οποίου ηγείται ένας άνθρωπος με ένα μεσσιανικό όραμα για το λυτρωμό της υιοθετημένης πατρίδας του κατέκτησε την εξουσία και έθεσε ως στόχο την αποτελεσματική μεταμόρφωση της κοινωνίας.
Ακόμη και τότε κάποιοι σχολιαστές σύγκριναν το Ναζισμό με θρησκεία: ένα ανώνυμο μέλος το εξόριστου Κοινωνικού Δημοκρατικού Κόμματος έγραψε τον Απρίλιο του 1937 ότι το αποτέλεσμα του Εθνικοσοσιαλισμού ήταν μια «Εκκλησία-κράτος» ή μια «Αντι-Εκκλησία» με τα δικά της δόγματα και τελετουργικά, που απαιτούσε ολοκληρωτική αφοσίωση και πίστη από τα μέλη της. Το 1938 ο φιλόσοφος της ιστορίας Eric Νoegelin δημοσίευσε τo έργο του Οι Πολιτικές θρησκείες, όπου αναφέρει ότι φαινόμενα όπωςο Εθνικοσοσιαλισμός λειτουργούσαν ως ψευδοθρησκείες ακόμα και όταν αντικατέστησαν με πραγματικές παρωδίες τα θρησκευτικά τυπικά, δημιoυργώντας ένα «εκκλησίασμα από πιστούς» από το οποίο στέρησαν όλα τα αυθεντικά ηθικά στηρίγματα.
Μετά τον πόλεμο, ο Norman Cohn αποκάλεσε τον Εθνικοσοσιαλισμό -με τις υποσχέσεις του για χιλιόχρονο Ράιχ και την ανάδειξη των Εβραίων ως δυνάμεων του Κακού- μια μορφή της χιλιετούς πίστης, ενώ η ανάλυση της ναζιστικής εικονογραφίας, τέχνης και αρχιτεκτονικής αποκάλυψε την έκταση στην οποία το καθεστώς σχεδίασε πάνω στη θρησκευτική βάση τη δική του αντίληψη της εθνικής ταυτότητας και τη χρησιμότητα της στη λατρεία του Φύρερ.
Αλλά ενώ οι Ναζί είχαν σφετεριστεί πολλές από τις πτυχές της ζωής, συνήθως ήταν επιφυλακτικοί για τις τελετουργίες των δύο δογμάτων της Γερμανίας – τον Προτεσταντισμό και το Ρωμαιοκαθολικισμό.
Ο Χίτλερ ξεκαθάρισε ότι δεν είχε πρόθεση να μετατρέψει το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα σε μια θρησκευτική κίνηση…
Το γεγoνός ότι τα γερμανικά κρατίδια είχαν διαιρεθεί μετά τη Μεταρρύθμιση σήμαινε ότι μια από τις προκλήσεις για τους Ναζί ήταν να ενώσουν το έθνoς και να γεφυρώσουν αυτή τη θρησκευτική διαίρεση. Μια από τις στρατηγικές ήταν να αξιοποιήσουν τα ιδεώδη «αίμα και γη» της φυλής και του έθνους και να τοποθετήσουν το ναζιστικό κράτοςυπεράνω των δύο δογμάτων.
Υπήρχε μια ελαφριά προτίμηση προς κάποιες προτεσταντικές ομάδες -οι οποίες «έπαιζαν» με τον Πανγερμανισμό πολύ πριν οι Ναζί καταλάβουν την εξουσία- παρά στην Καθολική Εκκλησία, αλλά ο Χίτλερ ήθελε με οποιοδήποτε κόστος να αποφύγει τη σύγκρουση με κάποιο από αυτά: «Χρειάζομαι τους Βαβαρούς Καθολικούς όσο και τους Πρώσους Προτεστάντες για να υψώσουμε μια σπουδαία πολιτική κίνηση» έλεγε.
Δεν υπήρχε σκοπός να αντικαταστήσει τα δύο δόγματα με μια «εθνική θρησκεία». Ο Χίτλερ πιθανόν είχε ονειρευτεί τουλάχιστον την ένωση των ανόμοιων προτεσταντικών δογμάτων εντός μιας «Εκκλησίας του Ράιχ». Αλλά έβλεπε πως υπήρχε μικρή συμπάθεια γι’ αυτά ανάμεσα στα μέλη του κόμματος, που επιθυμούσαν την αντικατάσταση του Χριστιανισμού με μια νέα «εθνική» θρησκεία.
Από νωρίς, όσο ήταν κρατούμενος στη φυλακή Landsberg, όπου έγραψε το Ο Αγών μου, εμφανίζεται να έχει αποφασίσει ότι η κίνησή του δεν έπρεπε να είναι θρησκευτικής φύσης και έκανε κριτική σε αυτούς που προωθούσαν τέτοιες ιδέες: «Για τον πολιτικό ηγέτη τα θρησκευτικά πιστεύω του λαού του πρέπει πάντοτε να παραμένουν απαραβίαστα. Διαφορετικά δεν δικαιούται να είναι στην πολιτική, και οφείλει να γίνει μεταρρυθμιστής». Όταν ο Arthur Dinter προσπάθησε να οδηγήσει το NSDAP (National-sozialistiche Deutsche Arbciter Partei – Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα των Γερμανών Εργατών) προς την κατεύθυνση μιας αιρετικής επανάστασης-αιτιολογώντας, ότι «η Εκκλησία των Ρωμαίων Παπών είναι τόσο τρομερή όπωςο εχθρός.. όπωςο Εβραίος»— αμέσως εκδιώχτηκε από το κόμμα!
Τα Στρατευμένα Χριστούγεννα
Εάν οι σβάστικες διακοσμούσαν τα χριστουγεννιάτικα δέντρα σε όλη τη Γερμανία στα μέσα της δεκαετίας του 1930, αυτό δεν ήταν κάτι πρωτόγνωρο.
Το 1907, ένας εκκεντρικός πρώην κιστερσιανός μοναχός που ονομαζόταν Γιοργκ Λανζ φον Λίμπενφελς (Jorg Lanz νon Liebenfels) γιόρτασε τα Χριστούγεννα υψώνοντας μια σημαία με τη σβάστικα στην κορυφή του πύργου Burg Werfenstein, του ερειπωμένου βιεννέζικου κάστρου.
Ο Λανζ ήταν μαθnτής και σύντροφος του Αυστριακού και Πανγερμανιστή Γκουίντο φον Λιστ (Guido von List), ιδρυτή του κλάδου του αποκρυφιστικής νεοπαγανιστικής σκέψης που ονομαζόταν Αριοσοφία.
Και οι δυο άντρες ήταν τέλεια παραδείγματα ενός άλλου ρεύματος της εθνικιστικής γερμανικής σκέψnς η οποία τροφοδότησε και ενίσχυσε την ανάπτυξη του Ναζισμού. Ήταν και οι δυο παθιασμένοι με την ανακάλυψη αποδείξεων της προϊστορικής άριας κύριας φυλής, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει βάση και έμπνευση για ένα μοντέρνο πανγερμανικό κράτος.
Εάν οι Εθνοσοσιαλιστές διαφωνούσαν μεταξύ τους για το ποια μορφή θα έπαιρνε η θρησκεία στο Τρίτο Ράιχ, τα Χριστούγεννα ήταν ένα επιστημονικό εργαστήριο για τις ποικίλες φιλοδοξίες αλλά και ένας τόπος για αντιτιθέμενες ιδέες και αντικρουόμενα κίνητρα.
Τα Χριστούγεννα βεβαίως ήταν μια από τις πιο σημαντικές ημερομηνίες στο ημερολόγιο των Γερμανών Χριστιανών και για τους Προτεστάντες και για τους Καθολικούς.
Αλλά για τους Ναζί ήταν μια πολύτιμη ευκαιρία ώστε μέσα από μια δημοφιλή γιορτή να περάσουν τις ιδέες για τη νέα κατανόηση του γερμανικού κράτους.
Όπως το τοποθέτησε ένας κομματικός αξιωματούχος, ο Hannes Kremer, «Στις προσπάθειές μας να εμβαθύνουμε τις εθνικοσοσιαλιστικές μορφές συμπεριφοράς στην περιοχή των τελετουργικών είχαμε δύο κύριες αποστολές. Από τη μια πλευρά θα έπρεπε να δημιουργήσουμε νέες ιδέες και νέες συνήθειες και από την άλλη πλευρά ήταν απαραίτητο να προσαρμόσουμε αυτές τις συνήθειες, οι οποίες είχαν αναπτυχθεί θεωρητικά, στη νέα κοινωνία των Γερμανών», το οποίο σήμαινε να δώσουν σε αυτές τις κληρονομημένες συνήθειες ένα καινούριο περιεχόμενο. Εδώ βέβαια τίθεται ένα ερώτημα για τη δημιουργία της νέας πολιτικής κοσμοθέασης… Αυτές οι νέες συνήθειες αναπτύχθηκαν κατευθείαν από τις ιδέες, τις εμπειρίες και τις παραδόσεις του ίδιου του κόμματος. Η αλλαγή του ημερολογίου και η δημιουργία νέων εορτών ήταν μια δοκιμασμένη επαναστατική μέθοδος για να διώξουν το παλιό και να νομιμοποιήσουν το καινούριο (είχε δοκιμαστεί με επιτυχία στη Γαλλική Επανάσταση), και οι Ναζί χρησιμοποίησαν την εισαγωγή ποικίλων εορτών βασισμένων στην ιστορία του κόμματoςκαι στην ιδεολογία – τα Γενέθλια του Χίτλερ, η Γερμανική Μέρα της Μητέρας και η Μέρα Μνήμης της Πτώσης της Κίνησης ήταν κάποιες από τις νέες προσθήκες στο έτος των Γερμανών.
Aλλά ο επανασχεδιασμός των Χριστουγέννων ως εθνικοσοσιαλιστικής γιορτής ήταν η πιο προβληματική υπόθεση – εξάλλου ήταν η πιο αυθεντική δημοφιλής εορτή με τις δικές της οικογενειακές παραδόσεις, όπως και μια ημερομηνία κλειδί στο χριστιανικό ημερολόγιο.
Ο Kremer ήταν καλά ενημερωμένος για το πρόβλημα, όπως και για τις μεγάλες ευκαιρίες που πρόσφεραν στους Ναζί οι γιορτές, γράφοντας ότι «Η σημασία των εορτών και των τελετουργιών -από πολιτική άποψη- στηρίζεται στην πνευματική και συναισθηματική εκβάθυνση της εμπειρίας της κοινωνίας… Εάν εμείς επιχειρήσουμε να κάνουμε κληρονομημένες συνήθειες πολιτικά χρήσιμες, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτό είναι πιθανό μόνο αν τους δώσουμε ένα θεμελιωδώς νέο περιεχόμενο.»Ακόμη και εάν φανατικοί το αποδοκιμάσουν, αυτό δικαιολογείται επειδή εξαρτάται από την αίσθηση του ανήκειν στην ανθρώπινη κοινωνία».
Ο Επαναπροσδιορισμός των Χριστουγέννων
Λοιπόν πώς οι Ναζί επαναπροσδιόρισαν τα Χριστούγεννα;
Σε κάποια πράγματα, η περισσότερη από την απαραίτητη δουλειά είχε ήδη γίνει: Όταν οι νεοπαγανιστές διανοούμενοι είχαν ξεκινήσει να επαναπροσδιορίζουν τη γερμανική ταυτότητα διαμέσου αμφίβολων ιστορικών ερευνών και «εφευρημένων παραδόσεων» από τα μέσα του 19ου αιώνα, τα Χριστούγεννα αποδείχτηκαν να έχουν τις ρίζες τους στο προχριστιανικό «νορδικό» εορτολόγιο του χειμερινού ηλιοστάσιου.
Αν και τα Χριστούγεννα γιορτάζονταν σε όλο τον κόσμο, στη Γερμανία το εξέλαβαν ως μια ιδιαίτερη γερμανική γιορτή, γεμάτη από αναβιώσεις του χαμένου παρελθόντος -λατρείες των δέντρων και φωτιές για το ηλιοστάσιο- το οποίο οι Γερμανοί μπορούσαν να επανασυνδέσουν με κατευθείαν «νορδικά» χριστουγεννιάτικα δέντρα, με φώτα που τρεμοσβήνουν και με παρελάσεις με δαυλούς.
Τέτοιου είδους αντιλήψεις προωθούσε η «Εταιρία Έρευνας και Διδασκαλίας της Προγονικής Κληρονομιάς» -ή Ahnenerbe– του Χίμλερ και οι οποίες εναρμονίζονταν τέλεια με το αντιχριστιανικό ήθος των Eς Eς. Αλλά ακόμα για τους μη παγανιστές στο κόμμα αυτές οι αντιλήψεις αποδείχθηκαν εξαιρετικά χρήσιμες, ως ένας τρόπος καλλιέργειας εθνικιστικών αισθημάτων τυλιγμένων σε μια κατά φαντασία χριστιανική συσκευασία!
Ο Ιrmgard Hunt, ο οποίος δημοσίευσε τις αναμνήσεις από τα παιδικά του χρόνια στην πόλη Berchtesgaden, στη σκιά του αλπικού καταφυγίου του Χίτλερ, θυμάται κάποιες προσπάθειες;
«Η λέξη weihnacht(Άγια Νύχτα) πιθανό να ήρθε από παγανιστικούς καιρούς αλλά είχε για χρόνια συνδεθεί με τη γέννηση του Ιησού. Οι Ναζί όμως άρχισαν να προωθούν ένα διαφορετικό όνομα για τη γιορτή, αποκαλώντας τη Julfest (Χριστουγεννιάτικες Ημέρες, Yuletide) ή Rauhnacht (Τραχιά Νύχτα, RoughNight).
» H νέα ονομασία έδινε έμφαση στη νεοπαγανιστική, νορδική/γερμανική αντίληψη, η οποία εστίαζε στο χειμερινό ηλιοστάσιο, τους σκοτεινούς καιρούς οι οποίοι απαιτούσαν υπομονή και αντοχή, και οι οποίοι ακολουθούνταν από την πολυαναμενόμενη επιστροφή του ήλιου».
Αποφεύγοντας τις σαφείς αναφορές στη γέννηση του Χριστού και το εορταστικό χριστιανικό μήνυμα και υποστηρίζοντας έναν αόριστα παγανιστικό αλλά αναντίρρητα εθνικιστικό συμβολισμό, οι Ναζί εμφανίστηκαν να έχουν αντικαταστήσει ή συγχωνεύσει ένα Μεσσία με έναν άλλο. Όπως αντικατέστησαν και τη λέξη Υιός (son) με τη λέξη Ήλιος (sun).
Στη σκέψη τους μετά τα σκοτεινά χρόνια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου ένας λυτρωτής είχε πράγματι προβάλει, κρατώντας μια στολισμένη σβάστικα και υποσχέσεις για εθνική ανανέωση. Ο Φύρερ, ως επικεφαλής του ναζιστικού κράτους, θα μπορούσε να σταθεί πάνω από τα Χριστούγεννα, τα οποία απευθύνονταν όχι στους πιστούς των δύο δογμάτων αλλά σε κάθε μέλoς του ναζιστικού κράτους – Νolksweihnchten ή «Τα Χριστούγεννα των Ανθρώπων».
Η Σβάστικα στο Χριστουγεννιάτικο Δέντρο
Τέτοιες ιδιοποιήσεις των Χριστουγέννων άγγιζαν και τη δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα: εάν τα Χριστούγεννα γίνονταν τα «Χριστούγεννα των Ανθρώπων», τότε ήταν σημαντικό να περιλαμβάνουν όσο το δυνατό περισσότερους ανθρώπους στους ναζιστικούς εορτασμούς.
Οι περισσότεροι κομματικοί αξιωματούχοι υποστήριζαν και ενίσχυαν διάφορες οργανώσεις που οργάνωναν διάφορες εκδηλώσεις και ποικίλες δραστηριότητες. Η Χιτλερική Νεολαία, για παράδειγμα, οργάνωνε «Σπιτικές Βραδιές», όπου οι νεότεροι κατασκεύαζαν χειροποίητα δώρα για να συγκεντρώσουν χρήματα για τη Χειμερινή Καμπάνια Περίθαλψης, ενώ ο Σύνδεσμος των Γερμανίδων Γυναικών και το Μέτωπο των Γερμανών Εργατών οργάνωναν τους δικούς τους χριστουγεννιάτικους εορτασμούς για τα μέλη.
Έπειτα υπήρχαν οι μεγάλοι κρατικά οργανωμένοι εορτασμοί που γίνονταν σε όλη τη χώρα, που περιλάμβαναν «φωτιές και φώτα» για το συμβολισμό της αναβίωσης των αρχαίων «νορδικών» τελετουργικών και την «εθνική αναγέννηση» της κοινωνίας των Γερμανών. Όλα αυτά ήταν υποτίθεται αναμνήσεις του προχριστιανικού παρελθόντος πάνω στο οποίο τα μέλη της Χιτλερικής Νεολαίας επαναθέσπιζαν «τιςτελετουργίες του ηλιοστασίου», οι Ιππείς της Καταιγίδας συναθροίζονταν για να δώσουν «όρκους φωτιάς» και να παρελάσουν με δαυλούς στους δρόμους των πόλεων, ενώ όλη η κοινότητα παρακολουθούσε.
Τα δέντρα στολίζονταν με σβάστικες που ακτινοβολούσαν και ήταν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα στις πόλεις και στις πλατείες των πόλεων σε όλο το Ράιχ, το εστιακό σημείο για τα κάλαντα, τις ομιλίες αξιωματούχων των Ναζί και άλλες προσεκτικά οργανωμένες εκδηλώσεις.
Στο Βερολίνο, ο ίδιος ο Γκέμπελς εμφανίστηκε να μοιράζει δώρα στα παιδιά κάτω από τέτοια δέντρα και δοξάζοντας το πνεύμα της ενότητας της χώρας.
Τα κάλαντα ήταν μια άλλη δημοφιλής παράδοση στην οποία παρενέβησαν οι Ναζί. Η Άγια Νύχτα -που πάντα τραγουδιόταν την παραμονή των Χριστουγέννων- τροποποιήθηκε με νέες λέξεις:
«Ήσυχη Νύχτα! Άγια Νύχτα! Όλα ηρεμούν. Όλα είναι λαμπρά, μόνο ο Καγκελάριος σταθερός στη μάχη, επαγρυπνεί για τη Γερμανία μέρα και νύχτα, πάντα φροντίζοντας για μας».
Υπήρχε προβληματισμός πάντα για το τι ακριβώς τόνο θα υιοθετούσαν στον εορτασμό της Νolksweihnachten. «Πρέπει να αντιληφθούμε ότι οι γιορτές των Χριστουγέννων ή το φεστιβάλ των Χριστουγέννων είναι κάτι περισσότερο από μια μέρα στο ημερολόγιο, κατάλληλη για φτηνές διασκεδαστικές φανφάρες».
Η εμπορευματοποίηση των Χριστουγέννων φαινόταν να ενοχλεί τους Ναζί όσο και την Εκκλησία. Το Ναζιστικό Κόμμα προσπάθησε να εισάγει νόμο για την προστασία των εθνικών συμβόλων, ο οποίος έβαζε ένα τέλος στην κακή εορταστική χρήση της ναζιστικής εικονογραφίας.
Ιδιωτικοί Εορτασμοί των Χριστουγέννων
Αλλά και στην ιδιωτική σφαίρα του εορτασμού των Χριστουγέννων -με τις διακοσμήσεις των δέντρων και τα χριστουγεννιάτικα έθιμα- δόθηκε μεγάλη βαρύτητα, επειδή ήταν σημαντική για την προώθηση των εθνοσοσιαλιστικών αξιών.
Η ναζιστική ιδεολογία υπολόγιζε πολύ στην οικογένεια -εξάλλου ήταν το πιο σημαντικό οικοδόμημα για ένα μελλοντικό ναζιστικό κράτος, στο οποίο η αναπαραγωγή (από Άριους ασφαλώς) ενθαρρυνόταν και ανταμειβόταν- και ιδιαίτερα το ρόλο των γυναικών σε αυτήν.
Οι γυναίκες φαίνονταν να είναι ένας ζωτικός αγωγός για να συνδέσουν τις οικογενειακές αξίες των παραδοσιακών Χριστουγέννων με τις νέες αξίες της ναζιστικής Γερμανίας.
Υπήρχε προτροπή να αποφεύγουν τις χριστουγεννιάτικες διακοσμήσεις από πολυκαταστήματα και να αγοράζουν ειδικά χειροποίητα αντικείμενα.
Ένας οδηγός του 1939 για τη δημιουργία ενός τέλειου ναζιστικού σπιτιού έδειχνε μεγάλο ενθουσιασμό για κάποιες ανάγλυφες βάσεις χριστουγεννιάτικων δέντρων: «Τέτοια βάση δέντρου αλλάζει τη γιορτή, επειδή είναι οικογενειακό κειμήλιο, και αν και απλό, κάνει εντύπωση. Τα στεφάνια συμβολίζουν τον κλειστό κύκλο των ζωών μας και του χρόνου, τις μέρες και τους μήνες. Οι ακτίνες συμβολίζουν τις εποχές».
Δεν υπάρχει αναφορά στον Χριστό ή στο Χριστιανισμό εδώ, αλλά μια έμφαση στην οικογένεια, τη διάρκεια και τον κύκλο του χρόνου.
Επίσης μητέρες και παιδιά ενθαρρύνονταν να φτιάχνουν τις δικές τους διακοσμήσεις, σχηματίζοντας τροχούς του ήλιου, ρούνους ή σύμβολα ευφορίας, συνδέοντας την καθημερινή σφαίρα με το μυθολογικό παρελθόν του αιώνιου «νορδικού» έθνους.
Τέτοιος επαναπροσδιορισμός των Χριστουγέννων δεν ήταν πάντα εξ ολοκλήρου πετυχημένος! Ο Irmgard Hunt θυμόταν τις δυσκολίες στην προσπάθεια να προσαρμοστούν στα νέα έθιμα:
«Οπωσδήποτε οι Ναζί ενθάρρυναν τις γυναίκες να κατασκευάζουν τα σπιτικά γλυκά και εδέσματα σε οχήματα από νορδικά δέντρα της ζωής ή κέλτικους ρούνους. H μητέρα μου έκανε κάποιες προσπάθειες γι’ αυτό -αυτή είχε ένα πατρόν για πετυχημένα σχήματα- αλλά τα κακοφτιαγμένα λουκάνικα που βγήκαν από το φούρνο προκάλεσαν κοροϊδίες από τον πατέρα μου… και ξαναγύρισε στις παραδοσιακές φόρμες των αστεριών, των μισοφέγγαρων και των καρδιών».
Η μητέρα του επίσης είχε μπερδευτεί με τη μεταμόρφωση του Αγ. Νικολάου, με τα άσπρα και χρυσά ενδύματα επισκόπου, σε Weihnachtsmann ή Πατέρα των Χριστουγέννων, «ένα γενειοφόρο άντρα ντυμένο στα κόκκινα που ερχόταν από την παγωμένη νορδική θάλασσα», ένα επιπλέον παράδειγμα του αποχριστιανισμού των χριστουγεννιάτικων εθίμων.
H Σύγκρουση Διαφορετικών Κοσμοαντιλήψεων
Η Εκκλησία αντιστεκόταν σε αυτές τις τάσεις όπως και όσο μπορούσε και οι Γερμανοί συχνά αντιλαμβάνονταν ότι μια σύγκρουση μεταξύ δύο πολύ διαφορετικών κοσμοαντιλήψεων αποκαλύπτονταν στην πάλη για τα Χριστούγεννα.
Το Δεκέμβριο του 1936 μια νεαρή γυναίκα, η Ursula Semlies, ταξίδευε από το Ανόβερο, όπου σπούδαζε, στο σπίτι της στο Τίλσιτ, για να περάσει τις διακοπές με την οικογένεια. Στη διάρκεια του ταξιδιού κάποιοι άντρες των Eς Eς επιβιβάστηκαν, και η Ursula μπλέχτηκε μαζί τους σε μια συζήτηση για τη σημασία των Χριστουγέννων.
«Ω, υπέροχα», είπε ένας. «Τώρα πηγαίνουμε σπίτι για τα Χριστούγεννα, τη γιορτή της οικογένειας και σε αυτή τη χριστιανική φασαρία κανένας δεν πιστεύει σε κάτι περισσό ιερό».
Η Ούρσουλα απάντησε ότι για εκείνη τα Χριστούγεννα ήταν πάντα μια χριστιανική γιορτή.
Οι άντρες των Eς Eς την κορόιδεψαν, υποδεικνύοντας ότι η Βίβλος ήταν «εβραϊκό βιβλίο» και λέγoντάς της ότι μια μέρα θα έβλεπε ποιός έχει δίκιο σε αυτό το θέμα. Η Ούρσουλα είπε ότι ενώ «με πολιτικούς όρους» ήταν απολύτως σύμφωνη με τον Χίτλερ, «με θρησκευτικούς όρους έχω τις δικές μου αντιλήψεις». Η Ursula Semlies παρά τις επιφυλάξεις της σχετικά με τα σχέδια των Ναζί για τα Χριστούγεννα, αργότερα έγινε μέλος του κόμματος…
Πολλοί σχολιαστές του Τρίτου Ράιχ υποθέτουν δύο πράγματα: πρώτον ότι οι Ναζί ήταν ενωμένοι σε έναν αντιχριστιανικό αγώνα, και δεύτερον, ότι οι απόπειρες του Κόμματος να ξανασχεδιάσει το γερμανικό ημερολόγιο και να ναζιστικοποιήσει χριστιανικές γιορτές όπως τα Χριστούγεννα ήταν μια μεγάλη αποτυχία. Η αλήθεια νομίζω πως είναι κάπου στη μέση. Και βέβαια οι Ναζί έκαναν προσπάθειες να δώσουν ένα διαφορετικό νόημα στον εορτασμό των Χριστουγέννων, αλλά ποτέ δεν συγκρούστηκαν κατά μέτωπο με την Εκκλησία και τις πατροπαράδοτες συνήθειες των Γερμανών στον εορτασμό τους.
* Η Ελένη Παταρίδου είναι ιστορικός και ασχολείται ιδιαίτερα με τη μελέτη της εξέλιξης των θρησκειών.
Το άρθρο της κ.Πατουρίδου (χωρίς τις φωτογραφίες) είναι από το βιβλίο
«ΤΟ ΑΓΝΩΣΤΟ Γ’ ΡΑΙΧ» Συλλεκτική έκδοση Νο1 FORBIDDEN HISTORY
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γιέργκ Λαντζ φον Λίμπενφελς Ο Γιέργκ Λαντζ φον Λίμπενφελς (γερμ. Jörg Lanz von Liebenfels) (* 19 Ιουλίου 1874 στη Βιέννη, † 22 Απριλίου 1954 στη Βιέννη, ψευδώνυμο του Αδόλφου Ιωσήφ Λαντζ) ήταν Αυστριακός φυλετικός ιδεολόγος, αποκρυφιστής συγγραφέας και πρωτεργάτης της ναζιστικής ιδεολογίας στις αρχές του 20ού αιώνα. Από το 1893 μέχρι το 1899 ο Λίμπενφελς είναι μέλος του ρωμαιοκαθολικού μοναχικού τάγματος των κιστερκιανών. Αφού τον αποκλείουν οι κιστερκιανοί, δημοσιεύει το 1904 ένα βιβλίο με τίτλο Θεοζωολογία – Η επιστήμη των σοδομικών πιθηκοειδών και του θεϊκού ηλεκτρονίου (Die Theozoologie oder die Kunde von den Sodoms-Äfflingen und dem Götter-Elektron). Σε αυτό το βιβλίο υποστηρίζει τη ριζοσπαστική φυλετική πολιτική, δηλαδή, μεταξύ άλλων, την αποστείρωση των “κατωτέρων φυλών”, την αυστηρή υποταγή της γυναίκας στον άριο άνδρα, όπως και την ευγονική τελειοποίηση της άριας φυλής μέσω γυναικών και «γαλανόματων ξανθών βοηθών» σε «μοναστήρια καλλιέργειας». Ως μαθητής του αριοσοφιστή Γκουίντο φον Λιστ, ο Λίμπενφελς ιδρύει το 1905 την Εταιρεία Λιστ και το 1907 το Τάγμα του Νέου Ναού (Ordo Novi Templi), επηρεασμένο από την αποκρυφιστική παραφιλολογία σχετικά με τους Ιππότες του Ναού. Σκοπός αυτών των οργανώσεων είναι «η προώθηση της φυλετικής συνείδησης μέσω γενεαλογικής και φυλετικής μελέτης, καλλιστείων και ίδρυσης φυλετικών νησίδων του μέλλοντος σε υποανάπτυκτα μέρη του κόσμου». Το 1905 δημοσιεύει τα πρώτα τεύχη του περιοδικού Οστάρα. Παρουσιάζει εκεί ένα είδος διεστραμμένου χριστιανισμού, όπου ο Χριστός διακηρύττει τη φυλετική καθαρότητα, οι άγγελοι είναι φυλετικά-βιολογικά ανώτερα πλάσματα και η Δευτέρα Παρουσία σημαίνει την τελική μάχη μεταξύ των άριων (άνθρωποι ξανθοί και γαλανομάτες) και των «ζωάνθρωπων» (έγχρωμοι και Εβραίοι). Η θρησκευτική αυτή θεωρία αποσκοπεί στην ενθάρρυνση των αντισημιτών, δίνοντάς τους ένα είδος θρησκευτικής βάσης. Για μία περίοδο τα περιοδικά αυτά διαβάζονται από 10.000 συνδρομητές (όπως αναφέρει ο ίδιος ο Λίμπενφελς). Σε αυτούς ανήκει και ο Ντίτριχ Έκαρτ, ο οποίος στις δεκαετίες του 1910 και 1920 θα είναι ένας από τους σημαντικότερους υποστηρικτές του Χίτλερ. Ο Λίμπενφελς αναπτύσσει μεγάλους καταλόγους με μέτρα απόκρουσης των «φυλετικά κατώτερων». Με τον τρόπο αυτό προσχεδιάζει την πολιτική των SS όπως και του χιτλερικού καθεστώτος που θα ακολουθήσει χρόνια μετά. Στο Mein Kampf ο Χίτλερ γράφει μεταξύ άλλων: «Με την αντίσταση κατά του Εβραίου αγωνίζομαι για το έργο του Κυρίου». (“Indem ich mich des Juden erwehre, kämpfe ich für das Werk des Herrn”). Με τα λόγια αυτά ο Χίτλερ φανερώνει τις επιρροές του από τον φον Λίμπενφελς. Ahnenerbe Η Εταιρία Κληρονομιάς των Προπατόρων (στα γερμανικά: “Ahnenerbe”) ήταν παρακλάδι της εταιρείας της Θούλης η οποία δημιουργήθηκε περί το 1935 και αρχικά καθοδηγούνταν από τον συνεργάτη του στρατηγού Κάρλ Χαουσχόφερ. Η Ahnenerbe αναγνωρίστηκε επίσημα από τον Χάινριχ Χίμλερ και ανήκε διοικητικά στην Ές-Ές. Ο σκοπός της ήταν να ερευνήσει και να τεκμηριώσει τις ιδεολογικές θέσεις του Εθνικοσοσιαλισμού μέσα από επιστημονικά πορίσματα. Η Ahnenerbe με την στήριξη της Ές-Ές και του ίδιου του Αδόλφου Χίτλερ ανέπτυξε δραστηριότητα σε μεγάλη κλίμακα. Η Εταιρία Κληρονομιάς των Προπατόρων αποτελούνταν από 46 συνολικά τομείς. Οι επικεφαλής και υπεύθυνοι του κάθε τομέα ήταν επιστήμονες με πολύ σοβαρή κατάρτιση και ερευνητές σε διάφορους άλλους τομείς όπως ανθρωπολογία, ψυχολογία, ιστορία, βιολογία, ιατρική και άλλα. Έτσι δεκάδες ιδρύματα λειτουργούσαν υπό την σκέπη της παράγοντας ένα σημαντικό έργο. Ως έδρα η Εταιρία Κληρονομικότητας Προπατόρων είχε είτε το Βερολίνο είτε την έδρα της Ές-Ές στο κάστρο Βέβελσμπουργκ, στο οποίο βρίσκονταν 12.000 τόμοι σπάνιων βιβλίων που κατά την Ahnenerbe απεδείκνυαν την ανωτερότητα της Λευκής Φυλής όπως και άλλο υλικό. Οι έρευνες τις οποίες έκανε η Ahnenerbe ήταν πολύμορφες και ξεκινούσαν από έρευνες για την εύρεση του Άγιου Δισκοπότηρου μέχρι και την αναζήτηση της προελεύσεως των Αρίων. Μετά το 1939, η Ahnenerbe διεύρυνε την έρευνά της και στης χώρες οι οποίες τελούσαν υπό κατοχή. Σκοπό είχαν να ερευνήσουν και να εξετάσουν αρχαιολογικά μνημεία, ιστορικά κειμήλια και έργα τέχνης πολλά εκ των οποίων πολλά μεταφέρθηκαν είτε στο Βερολίνο είτε στην έδρα της Ές-Ές. Μύηση Στην Ahnenerbe Για να ενταχθεί ένας νέος αξιωματικός στην Ahnenerbe αρχικά παρακολουθούσε ειδικό σεμινάριο πολιτικής και ιδεολογικής αγωγής. Το σεμινάριο αυτό λάμβανε χώρα στα πλαίσια της επικείμενης ορκωμοσίας με έντονο το στοιχείο της άριας θρησκευτικότητας, αντλώντας θρησκευτικά στοιχεία από τους βόρειους λαούς. Πηγές υποστηρίζουν ότι επί πέντε μέρες λάμβανε χώρα ειδικό σεμινάριο του ίδιου του Χάινριχ Χίμλερ με απόλυτη περισυλλογή και με ασκήσεις για την πνευματικότητα και την περισυλλογή. Για να ενταχθεί ένας νέος αξιωματικός στην Ahnenerbe αρχικά παρακολουθούσε ειδικό σεμινάριο πολιτικής και ιδεολογικής αγωγής. Το σεμινάριο αυτό λάμβανε χώρα στα πλαίσια της επικείμενης ορκωμοσίας με έντονο το στοιχείο της άριας θρησκευτικότητας, αντλώντας θρησκευτικά στοιχεία από τους βόρειους λαούς. Πηγές υποστηρίζουν ότι επί πέντε μέρες λάμβανε χώρα ειδικό σεμινάριο του ίδιου του Χάινριχ Χίμλερ με απόλυτη περισυλλογή και με ασκήσεις για την πνευματικότητα και την περισυλλογή. |
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com