Ἀπὸ τὸν Εὐεργετινὸ
Πῆγαν κάποτε στὸ μοναστήρι τοῦ ἁγίου Παχωμίου μερικοὶ αἱρετικοὶ ἀσκητές, ποὺ ἔκρυβαν μέσα τοὺς τὸν λύκο κάτω ἀπὸ τρίχινα ἐνδύματα. Φτάνοντας στὴν πύλη, εἶπαν στοὺς ἀδελφοὺς ὅτι τοὺς ἔστελνε ὁ γέροντάς τους στὸν μέγα Παχώμιο, καὶ πρόσθεσαν: «Πηγαίνετε λοιπὸν νὰ τοῦ πεῖτε• ἂν εἶσαι ἀληθινὰ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καὶ πιστεύεις ὅτι σὲ εἰσακούει ὁ Θεός, ἔλα νὰ περάσουμε μαζὶ αὐτὸν τὸν ποταμὸ μὲ τὰ πόδια, γιὰ νὰ μάθουν ὅλοι ποιὸς ἀπὸ ἐμᾶς ἔχει μεγαλύτερη παρρησία πρὸς τὸν Θεό».
Ὅταν οἱ ἀδελφοὶ τὰ εἶπαν αὐτὰ στὸν Παχώμιο, ἐκεῖνος ἀγανάκτησε καὶ τοὺς εἶπε: «Πέστε μου, καταδεχτήκατε ἀκόμη καὶ νὰ τοὺς ἀκούσετε; Δὲν ξέρετε ὅτι τέτοιου εἴδους προτάσεις δὲν ἔχουν καμία σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ εἶναι ἐντελῶς ἀνάρμοστες ὄχι μόνο στὴ μοναχικὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ σὲ κοσμικοὺς ποὺ σκέφτονται λογικὰ καὶ εἶναι ἀληθινοὶ χριστιανοί; Ποιὸς νόμος δηλαδή μας ἐπιτρέπει νὰ προτείνουμε καὶ νὰ κάνουμε τέτοια πράγματα; Καὶ τί εἶναι πράγματι πιὸ ἀξιοθρήνητο ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀνοησία, ἀπὸ τὸ νὰ ἀφήσω δηλαδὴ τὸ πένθος γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου καὶ τὴ φροντίδα πὼς νὰ ἀποφύγω τὴν αἰώνια κόλαση καὶ νὰ παιδιαρίζω καὶ νὰ ἀσχολοῦμαι μὲ τέτοιες προτάσεις;»
Τὸν ρώτησαν τότε οἱ ἀδελφοί: «Ἄρα λοιπὸν αὐτοί, ἐπειδὴ εἶναι αἱρετικοὶ καὶ ἀποξενωμένοι ἀπὸ τὸν Θεό, γι’ αὐτὸ τόλμησαν νὰ σὲ προσκαλέσουν σὲ τέτοιο ὑψηλὸ κατόρθωμα;»
«Ναί», τοὺς ἀποκρίθηκε, «αἱρετικῶν εἶναι αὐτὴ ἡ πρόταση. Δὲν διαβάσατε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος• “Γιὰ τὴ σκληρότητα καὶ τὴν ἀμετανοησία τους, ὁ Θεὸς τοὺς παρέδωσε στὴ μωρία τους”; (Ρώμ. 2:5• 1:28) Αὐτοί, κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, θὰ μποροῦσαν ἴσως νὰ διαβοῦν τὸν ποταμὸ σὰν νὰ ἦταν στεριά, καθὼς τοὺς βοηθᾶ ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος ἐπιδιώκει νὰ βεβαιωθοῦν γιὰ τὴν ἀσεβῆ αἵρεσή τους αὐτοὶ ποὺ στηρίζονται σὲ αὐτὸν καὶ νὰ δώσει, μὲ τὴ θεαματικὴ αὐτὴ πράξη, μίαν ἀπόδειξη σὲ μερικοὺς ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχει ἤδη ἐξαπατήσει. Ἐγὼ ὅμως δὲν ἔχω ἀνάγκη ἀπὸ κάτι τέτοιο.«
»Πηγαίνετε λοιπὸν ἔξω καὶ πεῖτε τους• “Νὰ τί σας ἀπαντᾶ ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ Παχώμιος: Ὁ δικός μου ἀγώνας καὶ ὅλη μου ἡ προσπάθεια δὲν εἶναι νὰ περάσω ποταμὸ μὲ τὰ πόδια ἢ νὰ πετάξω ἐπάνω ἀπὸ βουνὰ ἢ νὰ διατάζω θηρία, ἀλλὰ νὰ ἔχω στὴ σκέψη μου τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ὑπερπηδῶ τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου μὲ τὴ δύναμη τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος μας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ πατᾶμε ἐπάνω σὲ φίδια καὶ σκορπιοὺς καὶ σὲ ὅλη τη δύναμη τοῦ ἐχθροῦ (Λούκ. 10:19). Γιατί ἄν μου χαρίσει ὁ Κύριος αὐτά, τότε θὰ ἀκολουθήσουν καὶ ὅλα τὰ ἄλλα”».
Μετὰ ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ γέροντας συνέχισε προτρέποντας τοὺς ἀδελφοὺς νὰ μὴν ὑπερηφανεύονται γιὰ τὰ κατορθώματά τους, μήτε νὰ ἐπιθυμοῦν ὀπτασίες, μήτε νὰ δοκιμάζουν τὸν Θεὸ ζητώντας τοῦ τέτοια πράγματα, γιατί εἶναι πολλὲς οἱ παγίδες τοῦ διαβόλου πού μας πολεμᾶ. Καὶ πρόσθεσε ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι περιττὰ καὶ ἐπικίνδυνα γιὰ κάθε ἄνθρωπο, ἀφοῦ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς Λόγος, ὁ Σωτήρας, εἶπε στὸν ἐχθρὸ διάβολο: «Δὲν πρέπει νὰ βάλεις σὲ δοκιμασία τὸν Κύριο, τὸν Θεό σου» (Ματθ. 4:7).
Ἀπὸ τὸ βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Γ’, Ὑπόθεση ΛΕ’ (35). Ἐκδόσεις Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2001.