ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ο γερω-Γερόντιος ο Καψαλιώτης
Ο γερω-Γερόντιος έγινε μοναχός στην Μονή Γρηγορίου. Προσβλήθηκε από φυματίωση και τον έστειλαν μαζί με άλλον ομοιοπαθή μοναχό στο Σανατόριο. Όταν θεραπεύτηκε επέστρεψε στο Μοναστήρι αλλά κάποιοι πατέρες φοβούμενοι μην κολλήσουν και άλλοι, του είπαν να μένη στην Θεσσαλονίκη και να του στέλνουν ό,τι χρειάζεται. Δεν δέχθηκε. Του πρότειναν να πάη στο Όρος όπου θέλει και αυτοί θα του στέλνουν τρόφιμα. Έφυγε χωρίς να πάρη τίποτε. Έκανε μεροκάματα και ζούσε. Έκανε στον Άγιο Βασίλειο και στον Άγιο Πέτρο. Αυτά ήταν τα καλύτερα χρόνια της καλογερικής του. Κοινωνούσανε τακτικά και ήταν χαρούμενος αν και δεν είχε ούτε ένα κονσερβοκούτι να πίνη νερό.
Αργότερα πήρε το Ιβηρίτικο Κελλί του Αγίου Νικολάου στην περιοχή της Καψάλας. Σε όλα τα Κελλιά που έζησε, όλα τιμώνταν στον άγιο Νικόλαο, και στο τέλος κατέληξε πάλι στην μετάνοιά του, στην Μονή Γρηγορίου που τιμάται στον άγιο Νικόλαο.
Το 1945 έγινε μεγάλη νεροποντή με πολλές καταστροφές. Ο γερω-Γερόντιος βρέθηκε τότε στον δρόμο προς Καρυές πεζοπορώντας. Κατάφερε να φθάση στην Μορφονού και μπήκε σε ένα σπιτάκι μέχρι να σταματήση η βροχή. Τη νύχτα ενώ προσευχόταν με το κομποσχοίνι του άκουσε ποδοβολητά άλογου. Άνοιξε την πόρτα και βλέπει έναν φωτεινό καβαλλάρη. Του είπε:
-Έλα μέσα, άνθρωπέ μου. Που πας μ’ αυτή την βροχή;
-Βιάζομαι, γιατί κινδυνεύει το Μοναστήρι μου, είπε και συνέχισε.
Την άλλη μέρα έμαθε ότι έπαθε μεγάλη ζημιά η Μονή Ξενοφώντος. Κινδύνευσε από την νεροποντή, η οποία παρέσυρε τον κήπο, τον κηπουρό μαζί με το σπιτάκι του και την μισή Ξενοφωντινή Σκήτη. Τότε κατάλαβε ότι ο φωτεινός καβαλλάρης ήταν o Άγιος Γεώργιος που έτρεχε να βοηθήση το Μοναστήρι που τιμάται στο όνομά του και κινδύνευε.
O γερω-Γερόντιος στάθηκε σταθμός στην ζωή του π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου. Σε έναν μεγάλο πειρασμό που είχε o π. Θεόκλητος στάθηκε δίπλα του ο γερω-Γερόντιος και με ευλογία και προτροπή του Ηγουμένου Γαβριήλ έμειναν μαζί στον Μονοξυλίτη για δύο μήνες. Τον βοήθησε, ξεπέρασε τον πειρασμό του και του δίδαξε, όπως ωμολογούσε αργότερα o π. Θεόκλητος, τη νοερά προσευχή. Από τότε είχε σε πολύ μεγάλη ευλάβεια τον γερω-Γερόντιο και έθετε υπό την κρίση του τα βιβλία που έγραφε πριν τα εκδώση, και τον αποκαλούσε “o δάσκαλός μου“.
O γερω-Γερόντιος αγαπούσε πολύ τις Λειτουργίες. Μερικές Κυριακές πήγαινε σε τρεις συνεχόμενες Λειτουργίες. Στην Σκήτη Κουτλουμουσίου που τελείωνε νωρίς, στον παπα-Αρσένιο τον οδοντίατρο και στον παπα-Νικόδημο τον Πνευματικό που τελείωνε το μεσημέρι. Κάποτε έβρεχε πολύ και όταν τον είδαν οι πατέρες να έρχεται μέσα στην βροχή του είπαν με απορία: «Καλά, γερω-Γερόντιε, με τέτοια βροχή που πας;». Και αυτός με έμφαση απάντησε: «Άκου τι λένε! Για την βροχή να χάσω την Λειτουργία;». Όταν κοινωνούσε αλλοιωνόταν εμφανώς το πρόσωπό του.
Ήταν πολύ αγωνιστής και νήστευε πολύ. Μερικές μέρες δεν έτρωγε τίποτε. Περνούσε μόνο με αντίδωρο. Στην Εκκλησία είχε μία φανέλλα μάλλινη στο πάτωμα, όπου έκανε τις μετάνοιές του. Δεν τις άφηνε μέχρι τελευταία που κατέπεσε και δεν μπορούσε να σταθή στα πόδια του.
Κάποτε κρύφτηκε μία οχιά κάτω από την φανέλλα του και όπως αυτός έκανε τις μετάνοιες ενωχλήθηκε και τον τσίμπησε. Δεν ταράχθηκε καθόλου, ούτε έτρεξε στους γιατρούς. Πήγε στον παπα-Αρσένιο αλλά έλειπε και γύρισε στο κελλί του. Άφησε τον εαυτό του με πίστη στην πρόνοια της Παναγίας, έβαλε λαδάκι από το καντήλι Της και δεν έπαθε τίποτε. Μόνο στενοχωρήθηκε και έλεγε λυπημένος ότι έκανε αμαρτία που σκότωσε την οχιά.
Είχε ένα γαϊδουράκι και για να μην το κουράζη δεν ανέβαινε καβάλα ποτέ του, πάντα πήγαινε με τα πόδια. Όταν ήθελε να αλλάξη την φιάλη υγραερίου, φορτωνόταν αυτός την άδεια φιάλη και μπροστά του πήγαινε το γαϊδουράκι. Όταν τον ρωτούσαν γιατί δεν την φορτώνει στο γαϊδουράκι, απαντούσε ότι αυτό θα φέρει την γεμάτη, να κουβαλάη και την άδεια; Το θέαμα ήταν για γέλια αλλά o γερω-Γερόντιος ήξερε τι έκανε και είχε τον σκοπό του.
Οι περισσότεροι στις Καρυές τον είχαν για κακομοίρη, για καλόγερο άσημο που ασχολούνταν με τα σκυλιά και τα κοκόρια, τον ειρωνεύονταν, ήταν περίγελως στους πολλούς, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ένα μυστήριο. Είχε πολλές γνώσεις και φαίνεται ότι είχε σπουδάσει αλλά κανείς δεν ήξερε τίποτε για την ζωή του στον κόσμο, γιατί ποτέ δεν μιλούσε για τον εαυτό του. Όταν όμως έβλεπε να γίνεται κάποια κακή ενέργεια εκ μέρους της πολιτείας έγραφε γράμματα διαμαρτυρίας στους αρμοδίους.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ – ΆΓΙΟΝ ΟΡΟΣ 2011
Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωση Χαλκιδικής.
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ
Θερμές ευχαριστίες στην ιστοσελίδα Ελληνοϊστορείν για την δωρεά του βιβλίου