π. Στέφανος Στεφόπουλος
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για το θέμα του εθελοντισμού από πολλούς σχετικούς με τους αγώνες του 2004 και μη σχετικούς και ο καθένας προβάλλει την άποψή του/της τεκμηριωμένη και μη. Αυτό είναι θεμιτό και είναι δικαίωμα του καθενός μας να υποστηρίζει την άποψή του, όχι όμως να προσπαθεί να αναβαθμίσει τον “εθελοντισμό του 2004” σε υπέρτατη ανθρώπινη αξία και εθνική ανάγκη. Υπάρχουν προϋποθέσεις για να γίνει κάτι τέτοιο και σε αυτές θα αναφερθούμε στη συνέχεια.
Είναι, πιστεύω, άστοχο ως και ανεπίτρεπτο να συμμετέχει η Εκκλησία στην προσπάθεια εξεύρεσης εθελοντών και μάλιστα με το επιχείρημα ότι αυτή (η Εκκλησία) εφαρμόζει τον εθελοντισμό και ζει και δραστηριοποιείται μέσω εθελοντών (π.χ. εκκλησιαστικοί επίτροποι, φιλόπτωχα ταμεία, συμβούλια, βοηθητικό προσωπικό, κ.α.) από την ίδρυσή της εδώ και 20 αιώνες. Ακόμη δεν είναι σωστό να θεωρούν μερικοί πως αν δεν “δώσει” η Εκκλησία πολλούς εθελοντές στους αγώνες θα απαξιωθεί, τρόπον τινά, ως “εθελοντικός οργανισμός”! Που είναι όμως η αλήθεια και η χρυσή τομή;
Δεν υπάρχει αρκετός χώρος για να αναπτυχθούν όλες οι θέσεις και οι απόψεις και για το λόγο αυτό θα αρκεσθώ να καταθέσω την άποψη κάποιου πανεπιστημιακού Θεολόγου την οποία και αποδέχομαι πλήρως. Αν βοηθάει δε, κάποιους δύσπιστους ή κακόπιστους, αναφέρω πως δεν είμαι ειδικός αλλά έχω διατελέσει , με τη βοήθεια του Θεού, επί σειρά πολλών ετών εθελοντής σε παγκοσμίως αναδεδειγμένο κοινωνικό-ανθρωπιστικό φορέα και ως εκ τούτου κάτι μπορώ να καταθέσω κι εγώ στην αγάπη σας.
Ο καθηγητής, λοιπόν, της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης π. Βασίλειος Καλλιακμάνης γράφει στο βιβλίο του “Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής” (σελ. 96-112) : “…υπολογίζεται ότι οι οργανώσεις που έχουν προσφέρει εθελοντικά υπηρεσίες στη χώρα μας ανέρχονται σε 1200…στην πλειοψηφία τους οι εθελοντικές οργανώσεις που ιδρύθηκαν από το 1990 μέχρι το 1996, το 1996 είχαν σταματήσει τη δραστηριότητά τους. Πρόκειται προφανώς για μια περιστασιακή αφύπνιση χωρίς συνέχεια και βάθος χρόνου”. Το ίδιο μήπως δεν ισχύει στην περίπτωσή μας; Πότε άρχισε να διαδίδεται ευρέως η έννοια του εθελοντισμού; Μήπως στην “τούρλα του Σαββάτου” μόνο και μόνο για να βρεθούν οι ενδιαφερόμενοι για τους Ολυμπιακούς του 2004; Και μετά; Το χάος; Ή μήπως θα ήταν πολύ πιο εύκολο αν τόσα χρόνια πριν (κατά την ανάληψη των αγώνων από τη χώρα μας ίσως) είχε αρχίσει να καλλιεργείται στο λαό μας η αξία της εθελοντικής προσφοράς;
Ο π. Βασίλειος συνεχίζει αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους αναπτύσσονται τα “κινήματα” εθελοντισμού. Αριθμεί 4 λόγους : “α. Η κρίση του κοινωνικού κράτους…β. Η κρίση των πολιτικών κομμάτων…γ. Οι νέες λειτουργίες της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι…δ. Η αποστασιοποίηση πολλών ανθρώπων από τον παραδοσιακό χώρο εκφράσεως του εθελοντισμού που είναι η ενορία…”. Σε όλα αυτά εμείς, ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει να αντιπαρατάξουμε τις χριστιανικές προϋποθέσεις προσφοράς σε εθελοντική βάση. Στην ουσία μια μόνο προϋπόθεση υπάρχει και αυτή είναι η αγάπη προς τον πλησίον. Τον πλησίον και για τον οποίο σταυρώθηκε, θυσιάστηκε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός δίνοντάς μας αιώνιο παράδειγμα. Για τον Ορθόδοξο Χριστιανό η προσφορά εθελοντικής εργασίας, γράφει ο π. Βασίλειος, “…είναι εκχύλισμα αγάπης και εσωτερικής καλλιέργειας…και κοινωνικής ευθύνης”. Διαφορετικά δεν είναι εθελοντισμός που υπηρετεί τον άνθρωπο.
Κλείνοντας, θα αναφέρω τον κίνδυνο που επισημαίνει ο προαναφερθείς θεολόγος ότι ελλοχεύει στην περίπτωσή μας. ”Δεν μπορεί ο εθελοντισμός να αποτελεί σύμπτωμα κοινωνικής παθολογίας. Δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα περιστασιακής αφύπνισης…αναβαθμός για επαγγελματική και κοινωνική ανέλιξη, προσωπική διαφήμιση και μέσο προσπορισμού αγαθών και πλουτισμού. Γι αυτό και ο εθελοντισμός που εκπορεύεται από μια στιγμιαία ιδεολογική έξαρση κάποιου θεωρητικού φανατισμού με κατευθυνόμενη δράση, ιδιοτελείς στόχους, αυτοπροβολή και ίσως μια αρρωστημένη πρόθεση για κενόδοξο εντυπωσιασμό της κοινής γνώμης είναι μάλλον προβληματικός”. Στην περίπτωσή μας πάντως ένας καλόπιστος και αντικειμενικός κριτής θα μπορούσε να επισημάνει όλα τα παραπάνω στοιχεία στην προσπάθεια του εθελοντισμού των αγώνων του 2004. Ίσως η ασφαλιστική δικλείδα για την μετά 2004 εποχή θα είναι η επιστροφή στον εθελοντισμό της ενορίας που μπορεί να εξασφαλίσει την γνησιότητα του φρονήματος και την καθολικότητα και τη διάρκεια της εθελοντικής προσφοράς!
* Κείμενο δημοσιευμένο στην εφημερίδα των Βορείων Προαστίων «Αμαρυσία»