Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλης (+)
Ευωδία από το στόμα Χριστιανής
Στο συναξάρια της 24ης Δεκεμβρίου αναγράφονται μεταξύ άλλων και τα εξής: «O άγιος νεομάρτυς Αχμέδ ο μαρτυρήσας εν Κωνσταντινουπόλει κατά το αχπβ’ (1682) έτος ξίφει τελειούται».
Ο Αχμέδ ήταν μουσουλμάνος, αλλά έγινε Χριστιανός και επι πλέον μάρτυρας.
Μελετώντας κάνεις τον βίον του εκπλήσσεται με τους θαυμαστούς τρόπους που χρησιμοποίησε η θεία Πρόνοια για να τον οδηγήση στην χριστιανική πίστι. Πρόκειται για τρόπους που έχουν και κάποια ξεχωριστή ιδιαιτερότητα. Τρόποι ασυνήθιστοι. Αλλά ο Θεός, όπως σημειώνει ο ιερός Χρυσόστομος, είναι «ευμήχανος», και έτσι εφευρίσκει πολυειδείς τρόπους για να οδηγήση κάποιον από το σκοτάδι στο φως.
Ας δούμε λίγο διεξοδικά την εντυπωσιακή περίπτωσι του Αχμέδ του κάλφα. Κάλφας θα πη βοηθός τεχνίτου και στην περίπτωσι του Αχμέδ, γραφέας- βοηθός του αρχιλογιστή. Τότε δεν έλεγαν του αρχιλογιστή, αλλά του δεφτερδάρη. Παράβαλλε τη λέξι δεφτέρι ή τεφτέρι που την χρησιμοποιούμε και σήμερα. Σημασία δεν είχε το επάγγελμά του αλλά η ψυχική του κατάστασις, η οποία δεν ήταν καλή, αφού πίστευε στον Μωάμεθ και αγνοούσε τον Χριστό. Βέβαια και οι δύο γονείς του ήταν μωαμεθανοί και ως εκ τούτου κληρονόμησε το θρησκευτικό τους «πιστεύω». Στα βάθη όμως της καρδιάς του υπήρχε αγαθή προαίρεσις, και μπορούσε να έρθη σε θεογνωσία, αρκεί να του έρχονταν οι κατάλληλες περιστάσεις.
Ο Αχμέδ δεν είχε σύζυγο, αλλά κρατούσε σαν σύζυγο μία Ρωσίδα αιχμάλωτο, πράγμα που δεν απαγορευόταν από τον νόμο των Οθωμανών. Την είχε και σαν σύζυγο και σαν σκλάβα. Στις επίσημες χριστιανικές εορτές η Ρωσίδα τον παρακαλούσε να την αφήνη να πηγαίνη στην χριστιανική Εκκλησία. Της το επέτρεπε.
Όταν γύριζε από την Εκκλησία, εκείνος αισθανόταν να εξέρχεται από το στόμα της μια ωραιότατη ευωδία. Το πράγμα του έκανε μεγάλη αίσθησι και θέλησε να το ερευνήση. Την ρωτούσε λοιπόν τι έβαζε στο στόμα της, τι έτρωγε ώστε να βγαίνη απ’ αυτό τόσο όμορφη ευωδία. Η γυναίκα δεν καταλάβαινε αυτές τις ερωτήσεις, γιατί αυτή δεν ένοιωθε να υπάρχη στο στόμα της καμμία ευωδία. Αλλά σιγά-σιγά κατάλαβε ότι ο Θεός κάτι θαυμαστό επέτρεπε και γινόταν, για να δείξη ενδιαφέρον ο Αχμέδ για την χριστιανική πίστι. Του εξήγησε λοιπόν ότι οι Χριστιανοί κάτι τρώνε και κάτι πίνουν στην Θεία Λειτουργία. Όσον αφορά δε την περίπτωσι της, του εξήγησε ότι έτρωγε ένα ψωμάκι, το αντίδωρο, και έπινε και ένα νερό, τον αγιασμό. Του είπε ότι αυτό το ψωμάκι και αυτό το νερό το ευλογεί ο ιερεύς των Χριστιανών.
Ερχόταν λοιπόν μία μεγάλη χριστιανική εορτή, λ.χ. τα Χριστούγεννα. Την άφηνε να πάη στην εκκλησία. Όταν επέστρεφε, βρισκόταν σε αγωνία και αναμονή. Άραγε θα έβγαινε από το στόμα της εκείνη η θαυμάσια μοσχοβολιά; Καθώς την πλησίαζε ένοιωθε την ευωδία και γέμιζε συγκίνησι. Μπήκε σε σκέψεις. Θέλησε να παρακολούθηση κι αυτός την Λειτουργία των Χριστιανών, να δη τι τέλος πάντων γίνεται, ώστε να φεύγουν από εκεί οι Χριστιανοί γεμάτοι χάρι και ευωδία.
Έτσι κάποια φορά, φορώντας ρούχα όμοια με των Χριστιανών πήγε στον πατριαρχικό ναό, όπου λειτουργούσε ο πατριάρχης. Όλα του έκαναν εντύπωσι, και τα άμφια των κληρικών και οι ψαλμωδίες και οι διάφορες λειτουργικές κινήσεις. Εκείνο όμως που τον συγκλόνισε ήταν κάποιο υπερφυσικό γεγονός, που γινόταν κάθε φορά που ο πατριάρχης ευλογούσε τους Χριστιανούς.
Εδώ θα δώσουμε τον λόγο στον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη. Στο βιβλίο του «NEON ΜΑΡΤΥΡΟΛΟΓΊΟΝ» ομιλεί για την περίπτωσι του Αχμέδ: «Προσκαλεί ένα εφημέριον της Μεγάλης Εκκλησίας και του λέγει να ετοιμάση τόπον, δια να υπάγη αυτός, όταν ελειτούργει ο πατριάρχης· ου γενομένου έβλεπεν —ω του θαύματος!— όταν ευλογεί ο πατριάρχης τον λαόν και έβγαιναν από το τρικέριον και από τα δάκτυλά του ακτίνες και έπιπταν επάνω εις όλων των Χριστιανών τας κεφαλάς, αυτού δε μόνον την κεφαλήν άφηναν άμοιρον». Δηλαδή η ευλογία του πατριάρχου σκόρπιζε φως και έκανε να φέγγουν τα κεφάλια των Χριστιανών, ενώ το δικό του κεφάλι δεν φωτιζόταν.
Ένοιωθε σαν να βρίσκεται σε ιερό συμπόσιο που όλοι οι άλλοι είναι καλοντυμένοι, ενώ αυτός γυμνός. Αποφάσισε λοιπόν να φορέση κι αυτός εκλεκτή ενδυμασία — εννοούμε πνευματική ενδυμασία. Φώναξε λοιπόν τον ιερέα και του ζήτησε να τον βαπτίση Χριστιανό. Όπως και έγινε. Φυσικά, το βάπτισμα έγινε κρυφά. Και κανείς από τους μουσουλμάνους φίλους του και συγγενείς δεν υποπτευόταν ότι είχε γίνει Χριστιανός. Πέρασε αρκετός καιρός και το πράγμα παρέμενε κρυφό. Αλλά δεν επρόκειτο για πολύ να ανήκη στους κρυπτοχριστιανούς. Κάτι συνέβη και έγινε φανερή η χριστιανική του ιδιότητα.
Γινόταν κάποια συγκέντρωσις από μεγάλους και τρανούς, από μεγιστάνες, και ήρθε ο λόγος στο εξής ζήτημα: «ποιο είναι το μεγαλύτερο πράγμα στον κόσμο»; Άρχισε λοιπόν ο καθένας να εκθέτη την άποψί του. Ο ένας έλεγε το άλφα και ο άλλος το βήτα. Ο ένας ισχυριζόταν ότι το μεγαλύτερο πράγμα στον κόσμο είναι ο σουλτάνος, ο άλλος ότι είναι ο άνθρωπος, ο τρίτος ότι είναι ο ήλιος κ.ο.κ. Σε κάποια στιγμή της συζητήσεως στράφηκαν προς τον Αχμέδ: «Για σένα, Αχμέδ, ποιο είναι το μεγαλύτερο πράγμα στον κόσμο»; Εκείνος τότε με ισχυρή φωνή αποκρίθηκε: «Το μεγαλύτερο απ’ όλα είναι η πίστις των Χριστιανών»!
«Είσαι Χριστιανός»; του λένε. «Βεβαίως είμαι. Γνώρισα ο ίδιος και κατάλαβα πως η χριστιανική πίστις είναι αληθινή και θαυμαστή, ενώ οι άλλες πίστεις, και η μωαμεθανική είναι ψεύτικες». Με λόγια θερμά παρουσίασε το μεγαλείο του Ιησού Χριστού. το μυστήριο της ενσαρκώσεώς του, τα θαυμαστά που συμβαίνουν στην Θεία Λειτουργία των Χριστιανών κλπ. και από την άλλη πλευρά στηλίτευσε ευθαρσώς τις πλάνες και τα ψεύδη των Μωαμεθανών.
Το αποτέλεσμα ήταν να καταδικασθή σε θάνατο. Η θανατική ποινή του ήταν απότομή της κεφαλής δια ξίφους. Ο τόπος όπου θα θανατωνόταν ωνομαζόταν Κεαπχανέ Μπαξέ. Έτσι δέχθηκε το αμαράντινο στεφάνι του μάρτυρος. Η εκκλησιαστική ιστορία τον κατέταξε στην χορεία των Νεομαρτύρων και το δίστιχο του Συναξαριού είναι χαρακτηριστικό:
«Πάντων μεγίστη πίστις Ιησού πέλει, Αχμέδ βοήσας παμμέγα στέφος δέχη».
Δηλαδή: «Εσύ Αχμέδ, αφού με δυνατή φωνή είπες ότι το μέγιστο πράγμα είναι η πίστις του Ιησού, δέχθηκες ένα μέγιστο στεφάνι».
Και το πρώτο σπρώξιμο προς την χριστιανική πίστι το αποτέλεσε το άρωμα που εκτοξευόταν από το στόμα της χριστιανής γυναίκας κάθε φορά που ερχόταν από την Θεία Λειτουργία. Και μάλιστα, όπως είπαμε, η ίδια η Χριστιανή δεν αισθανόταν αυτό το άρωμα.
Ο συνειρμός των σκέψεων μου θύμησε τα εξής: Ένας πατέρας κάθε τόσο έπαιρνε την γυναίκα του και τα τρία μικρά παιδιά του και όλοι μαζί πήγαιναν στον πνευματικό για εξομολόγησι. Ήθελε από μικρά τα παιδιά του να μπούνε μέσα στην ζωή της Εκκλησίας. Το μεγαλύτερο από τα παιδιά ήταν η Αγγελική. Αυτό λοιπόν το κορίτσι λέει μία ημέρα στον πνευματικό: «Παππούλη, γιατί κάθε φορά που έρχομαι στο τέλος της Λειτουργίας να πάρω αντίδωρο και φιλώ το χέρι σας, νοιώθω μία ωραία μυρουδιά»;
Ο ιερεύς συγκινήθηκε. Αυτός βέβαια δεν αισθανόταν ότι το χέρι του, την ώρα που μοίραζε το αντίδωρο, ανέδιδε ευωδία, αλλά ο Θεός επέτρεπε να το αισθάνεται αυτό η μικρή Αγγελική. Έδειχνε ο Θεός στο παιδί μ’ αυτόν τον τρόπο ένα αισθητό σημείο της θείας χάριτος που συνδέεται με τα μυστήρια της ιερωσύνης και της Θείας Ευχαριστίας.
Κάποιος ιεροδιάκονος μου διηγείτο ότι, ενώ ήταν αρκετά χρόνια στον βαθμό της διακονίας και είχε λάβει μέρος σε πολυάριθμες Λειτουργίες, μία φορά σε μία Θεία Λειτουργία ένοιωσε κάτι που άλλοτε δεν το είχε αισθανθή. Ήταν 23 Αυγούστου και συμμετείχε σε πανηγυρική Θεία Λειτουργία. Κάποιο χωρίο της Αττικής πανηγύριζε. Καθώς γινόταν η μικρά είσοδος, δηλαδή έβγαιναν οι ιερείς και ο διάκονος με το Ευαγγέλιο από την βόρεια πύλη του ιερού και προχωρούσαν προς τον κυρίως ναό, εκείνη την ώρα ο διάκονος σκεπτόταν τα λόγια του ιερέως που λέγονται ακριβώς σ’ αυτήν την συγκεκριμένη στιγμή:
«Δέσποτα Κύριε… ποίησον συν τη εισόδω ημών, είσοδον αγίων αγγέλων γενέσθαι συλλειτουργούντων ημίν και συνδοξολογούντων την σην αγαθότητα». Δηλαδή «Δέσποτα Κύριε, τώρα που κάνουμε την είσοδο, και εισερχόμεθα με το άγιο Ευαγγέλιο στο Ιερό, κάνε μαζί μας να εισέλθουν και άγιοι άγγελοι, ώστε να λειτουργήσουν μαζί μας και να δοξολογήσουν μαζί μας την δική σου καλωσύνη και αγαθότητα».
Και ακριβώς αυτήν την ώρα ένοιωσε ένα θεσπέσιο άρωμα, που το ερμήνευσε ότι προερχόταν από την παρουσία των αγίων αγγέλων. Εδώ να σημειώσουμε ότι πολλές φορές διαβάζουμε στα αγιολογικά κείμενα ότι η παρουσία πονηρών πνευμάτων γίνεται με αίσθησι δυσοσμίας, ενώ των αγίων αγγέλων με έκχυσι ευοσμίας.
Για την πρώτη περίπτωσι παραπέμπουμε στον βίο του οσίου Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού (έζησε στην Κωνσταντινούπολη τέλη 9ου αρχές 10ου μ.Χ. αιώνος). Είδε τον δαίμονα της πορνείας και ένοιωσε πνιγηρή δυσοσμία.
Το κείμενο σημειώνει: «Αποφορά δε και δυσωδία εξήρχετο από τούτου τρίλογος, σηπώδης, βορβορώδης και κοπρώδης, ώστε εκ της δυσωδίας αυτού της πίκρας αηδίζεσθαι τον μακάριον και συνεχώς πτύειν αυτόν και αποφράττειν την όσφρησιν αυτού». Να το εξηγήσουμε: «Έβγαινε δε από αυτόν (τον δαίμονα της πορνείας) αποφορά και δυσωδία τριών ειδών, σαν αυτή που βγαίνει από ένα πράγμα που σαπίζει, σαν αυτή από βρώμικο βούρκο και σαν αυτή από κόπρανα. Ο μακάριος ένοιωθε ένα αηδιαστικό αίσθημα από αυτήν την δυσωδία και αναγκαζόταν να φτύνη συνέχεια και να βουλώνη την μύτη του».
Γι’ αυτό όσοι επιδίδονται σε σαρκικές αμαρτίες νοιώθουν την ανάγκη να βάζουν επάνω στο σώμα τους αρκετά αρώματα.
Λοιπόν, η παρουσία δαιμόνων, όταν το επιτρέψη ο Θεός είναι παρουσία δυσώδης, ενώ των αγγέλων, όταν πάλι το επιτρέψη ο Θεός να την αισθανθούμε, σκορπίζει θεϊκό άρωμα.
Ο ιεροδιάκονος που αναφέραμε ένοιωσε αυτήν την ευώδη παρουσία κατά την Θεία Λειτουργία, κατά την ώρα της εισόδου του ιερού Ευαγγελίου. Άλλη φορά δεν είχε αισθανθή κάτι παρόμοιο. Και αυτό βέβαια έχει την σημασία του. Αν ακούμε κάποιον που λέει ότι κάθε λίγο και λιγάκι νοιώθει υπερφυσικά σημεία, πρέπει να μπούμε σε υποψίες, μήπως έπεσε σε πλάνη.
Και ότι την ένοιωσε σε θεομητορική εορτή, σε πανήγυρι ναού αφιερωμένου στην Παναγία, και αυτό έχει την σημασία του. Στις μεγάλες εορτές δίνεται και μεγάλη χάρις.
Σ’ ένα μικρό βιβλίο που τιτλοφορείται: «Σύγχρονες αγιορείτικες μορφές, 3, Καλλίνικος ο ησυχαστής, εκδόσεις Ι. Μονής Παρακλήτου» είναι γραμμένα τα εξής: «Σχετικά με τις χάριτες που σκορπίζει ο Θεός στους πραγματικούς αγωνιστάς, ο π. Καλλίνικος έλεγε την ακόλουθη αλήθεια που την ζωντάνευε με αντίστοιχη παρομοίωσι: Όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται να εφαρμόζη πιστά τις εντολές του Θεού, τότε ο Θεός σε κάθε μεγάλη εορτή του παρέχει δώρα πνευματικά. Συμβαίνει ό,τι και στον στρατό, που σε επίσημες ημέρες οι αξιωματικοί δίνουν στους καλούς στρατιώτες χρήματα ή δώρα ή τιμητικές άδειες».
Βέβαια οι μεγαλύτερες εκδηλώσεις της θείας χάριτος γίνονται στην νυχτερινή Θ. Λειτουργία του Πάσχα. Γι’ αυτό και ο σατανάς σπρώχνει τους Χριστιανούς μετά το «Χριστός Ανέστη» να απομακρύνονται από τον ναό. Όσοι ενεργούν έτσι, ας καταλάβουν το σφάλμα τους. Ας πάρουν την καλή απόφασι να συμμετέχουν στην Θ. Λειτουργία των Χριστουγέννων, των Θεοφανείων και προ παντός του Πάσχα. Σ’ αυτές τις Θείες Λειτουργίες εκχέονται πλούσια τα δώρα του ουρανού προς την γη.
Υπάρχει μία παράδοσις που την συναντούμε και σε πατερικά κείμενα, ότι η Δευτέρα Παρουσία θα γίνη την ημέρα του Πάσχα.
Πολλές φορές εκμυστηρεύονται οι Χριστιανοί στον πνευματικό τους ότι, κατά την ώρα που ευλογεί ο ιερεύς ή κατά την ώρα που εξέρχεται με το Άγιο Ποτήριο, για να κοινωνήση τους πιστούς, ξεχύνεται στον ναό μία άρρητη ευωδία. Βέβαια αυτό δεν το νοιώθουν όλοι. Μπορεί να το αισθανθή ο ένας, και ο άλλος που στέκεται ακριβώς δίπλα του να μη νοιώση τίποτε όπως όταν κυκλοφορή στον αέρα με τα ερτζιανά κύματα μία ωραία μουσική, όποιος δεν διαθέτει ραδιόφωνο δεν μπορεί να την πιάση.
Το ίδιο υπερφυές άρωμα το νοιώθουν οι ευλαβείς Χριστιανοί, όταν δέχωνται μέσα τους τα Άχραντα Μυστήρια. Ο Ιησούς Χριστός αποτελεί την πρώτη πηγή των θείων ευωδιών. Αυτές οι ευωδίες του Χριστού δεν συγκρίνονται στο ελάχιστο με τα φυσικά αρώματα. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης: «Η δε οσμή των θείων μύρων κάλλιων έστι πάσης της εν τοις αρώμασι ευωδίας». Υπάρχουν, λέει ο σοφός πατήρ, θεϊκά αρώματα. Υπάρχουν και φυσικά. Η ευωδία που προέρχεται από τα θεϊκά είναι καλύτερη και ανώτερη από κάθε οσμή των φυσικών αρωμάτων.
Αυτά τα λόγια του αγίου Γρηγορίου Νύσσης τα βρίσκουμε σ’ ένα πανέμορφο σύγγραμμά του που τιτλοφορείται, «Εξήγησις του Άσματος των Ασμάτων». Σ’ αυτό το βιβλίο της Π. Διαθήκης ως νυμφίος θεωρείται ο Χριστός και ως νύμφη κάθε αφωσιωμένη σ’ αυτόν ψυχή.
Γράφει επίσης ο ιερός Γρηγόριος: «Οι ψυχές οι προσηλωμένες στον Χριστό έλκουν στον εαυτόν τους τον πόθο του άφθαρτου Νυμφίου. Ο Νυμφίος εκπέμπει ευωδίες αρωμάτων, και οι ψυχές τον ακολουθούν, τον παίρνουν από πίσω. Οι ευωδίες από τα μύρα του γίνονται αιτία να τον αγαπούν και συνεχώς να τρέχουν και να προχωρούν προς τα εμπρός, ξεχνώντας τα όπισθεν και λέγοντας: «Θα τρέξουμε πίσω σου στην οσμή των μύρων σου». Το κείμενο έχει άλλη χάρι: «Έλκουσι τοίνυν αι ψυχαί προς εαυτάς του αφθάρτου Νυμφίου τον πόθον, οπίσω, καθώς γέγραπται, Κυρίου του Θεού πορευόμεναι. Της δε αγάπης αυτών, αιτία, η του μύρου ευωδία γίνεται, προς ην αεί τρέχουσαι τοις έμπροσθεν επεκτείνονται του κατόπιν λήθην ποιούμεναι «οπίσω γαρ σου, φησίν, εις οσμήν μύρων σου δραμούμεθα».
Έναν βρώμικο άνθρωπο, έναν δυσώδη, έναν βρωμιάρη δεν τον αγαπά κανείς. Όλοι τον αποφεύγουν. Αντίθετα ελκύει αυτός που είναι καθαρός και ευωδιαστός. Γι’ αυτό και ο Χριστός, για να τον αγαπήσουμε εκχέει μέσα στην Θεία Λειτουργία αρώματα και μύρα. Η ευωδία του μύρου, όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, γίνεται αιτία αγάπης προς τον Χριστό.
Στο Άσμα ασμάτων αναφέρεται ότι και το όνομα του Νυμφίου Ιησού Χριστού ευωδιάζει σαν μύρο που ξεχύθηκε από κάποια μυροθήκη —«μύρον εκκενωθέν όνομά σου» (α’ 3). Σχολιάζει σχετικά ο Θεοδώρητος— επίσκοπος Κύρου της προς τον Ευφράτην Συρίας, σπουδαίος εκκλησιαστικός συγγραφεύς του 5ου μ.Χ. αιώνος—, «Όταν το μύρο είναι κρυμμένο μέσα στο δοχείο, έχει κρυμμένη και την ευωδία του. Όταν όμως σκορπισθή και χυθή, τότε γεμίζει ευωδία τον αέρα. Κατά παρόμοιο τρόπο και ο Δεσπότης Χριστός, πριν από το πάθος του σε ολίγους ήταν γνώριμος· όταν όμως υπέμεινε την σταυρική θυσία σαν να άνοιξε το στόμιο του δοχείου και έτσι οι άγιοι Απόστολοι γέμισαν όλον τον κόσμο με αυτήν την ευωδία».
Σε κάθε Θεία Λειτουργία θυσιάζεται ο Χριστός, ανοίγει το στόμιο της μυροθήκης και ξεχύνει τα αρώματα στους Χριστιανούς.
Η ευλογία των ιερέων, ο αγιασμός, τα σταυρολούλουδα, το αντίδωρο, το Δώρο, δηλαδή η Θεία Κοινωνία, ο,τιδήποτε παίρνει ο Χριστιανός από την Θεία Λειτουργία και την Εκκλησία είναι ευωδιαστό. Ορισμένες φορές επιτρέπει ο Θεός να μεταφερθή αυτή η ευωδία και σε κάποιον άλλον, όπως συνέβη με τον Τούρκο κάλφα Αχμέδ στην Κωνσταντινούπολι το 1682.
Σύμφωνα με το κείμενο του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, «όταν εκείνη (δηλ. η Ρωσίδα σκλάβα) ήρχετο από την Εκκλησίαν, αυτός ησθάνετο ευωδίαν άρρητον, οπού έβγαινεν από το στόμα της. Την ηρώτησε, τι τρώγει και μυρίζει έτσι. Εκείνη του είπεν, ότι τρώγει αντίδωρον και πίνει αγιασμόν».
Ενώ ο Χριστός είναι η μεγάλη πηγή των αρωμάτων, οι Χριστιανοί γίνονται κατά μέθεξιν μικρές πηγές ευωδιών. Όπως συμβαίνει με την σελήνη. Φωτίζει, αλλά όχι με δικό της φως, αλλά με φως που παίρνει από τον ήλιο.
Στην δεκαετία του 1970 είχα κάνει πολλές επισκέψεις στο Άγιον Όρος. Τότε γνώριζα αρκετά και τον ερημίτη παπα- Εφραίμ τον Κατουνακιώτη. Μου απεκάλυπτε κάποια ωραία μυστικά της πνευματικής ζωής και της προσευχής.
Χάρηκα υπερβολικά όταν μετά από τριάντα έτη έπεσε στα χέρια μου το βιβλίο «Ο χαρισματούχος υποτακτικός γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης» γραμμένο από τον γέροντα Ιωσήφ Βατοπεδινό (έκδ. 2001). Προς το τέλος του βιβλίου, στο κεφάλαιο «Μαρτυρίες» αναφέρονται τα εξής:
«Ηγούμενος από την περιοχή Μακεδονίας, επισκέφθηκε τον Γέροντα με δύο θεολόγους και ένα φοιτητή. Ένας από τους θεολόγους ζήτησε να τους εξηγήση την ευωδία των αγίων λειψάνων.
»Ο Γέροντας έσκυψε το κεφάλι του στο μέρος της καρδιάς του, αποξενώθηκε από τους συνομιλητές του και προσευχόταν. Ξαφνικά γέμισε ο τόπος όλος ευωδία. Αυτοί αλληλοκοιτάζονταν και έκλαιαν. Μετά από λίγα λεπτά ο Γέροντας τους είπε: «Επειδή δεν μπορούσα να σας εξηγήσω με λόγια, ζήτησα να σας το δείξη ο ίδιος ο Θεός».
»Και εμείς (ομιλεί ο συγγραφεύς) προσωπικά διαπιστώσαμε πολλές φορές ότι έβγαινε ευωδία από το στόμα του όταν μιλούσε, και έλαμπε το πρόσωπό του όταν λειτουργούσε. Τα χέρια του και όλο το σώμα του ευωδίαζαν».
Αυτήν την χάρι την είχε σε μεγάλο βαθμό ο νεοφανής άγιος του 20ου αιώνος Σάββας που ασκήτεψε στην Κάλυμνο. Περπατούσε κι άφηνε στο πέρασμά του ευωδία.
Στο βιβλίο της Π. Διαθήκης που αναφέραμε πιο πάνω, στο Άσμα ασμάτων, ενώ στην αρχή παρουσιάζεται γεμάτος με ευωδίες ο Νυμφίος, αργότερα εμφανίζεται έτσι και η νύμφη. Παρομοιάζεται με περιβόλι που είναι πλήρες από αρωματικά φυτά:
«Κήπος κεκλεισμένος, αδελφή μου νύμφη, κήπος κεκλεισμένος, πηγή εσφραγισμένη. Αποστολαί σου παράδεισος ροών μετά καρπού ακροδρύων, κύπροι μετά νάρδων, νάρδος και κρόκος, κάλαμος και κινάμωμον μετά πάντων ξύλων του Λιβάνου, σμύρνα αλόη μετά πάντων πρώτων μύρων».
Δηλαδή: «Κήπος περιφραγμένος είσαι αδελφή μου νύμφη, κήπος περιφραγμένος, πηγή σφραγισμένη. Τα δένδρα του κήπου σου είναι πολλές – πολλές ροδιές με καρπούς που κρέμονται. Επίσης τα αρωματικά δένδρα κύπροι και νάρδοι. Ναι, νάρδος και κρόκος, κάλαμος και κανέλλα και όλα τα δένδρα του Λιβάνου, σμύρνα, αλόη και όλα τα φυτά που παράγουν τα πιο ωραία αρώματα».
Ο κάθε Χριστιανός μπορεί να γίνη μία μικρή μυροθήκη και να σκορπίζη γύρω του το άρωμα του Χριστού, ώστε καλοπροαίρετες ψυχές όπως ο Τουρκος Αχμέδ να ελκυσθούν από την πίστι των Χριστιανών και να εγκαταλείψουν κάθε δυσώδη πλάνη.
Όσο πιο καθαρή ζωή ζούμε, τόσο και πιο ευωδιαστές μυροθήκες γινόμαστε. Ο άγιος Δημήτριος, που ήταν πρότυπο αγνότητος και καθαρότητας, έγινε και μυροβλύτης. Το αγνό σώμα του έγινε βρύσις αρωμάτων.
Κάτι πρέπει να κάνουμε, ώστε να υπάρξη και κάποιο αντίβαρο στην πλεονάζουσα σαρκολατρεία και δυσοσμία των ημερών μας.
Από το βιβλίο: Η ΕΚΠΛΗΞΙΣ ΤΟΥ ΥΠΕΡΦΥΣΙΚΟΥ
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ
Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: ΔΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΙΣ ΘΥΡΕΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΙΔΕΙ ΣΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ
ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ: Η ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΣΕ ΕΠΙΣΚΟΠΟ